Μπορεί να είναι σύμπτωση, μπορεί και όχι. Ο Ρότζερ Φέντερερ ανακοίνωσε ότι αποχωρεί από τα κορτ λίγες μέρες μετά την αναρρίχηση ενός 19χρονου Ισπανού -του νεαρότερου Νο.1 στα χρονικά του τένις- στην κορυφή της παγκόσμιας κατάταξης. Και μια εβδομάδα αφότου ο ίδιος ο «βασιλιάς» του αθλήματος, ο οποίος κατέκτησε τον πρώτο από τους 20 γκραν-σλαμ τίτλους του τη χρονιά που γεννήθηκε ο Κάρλος Αλκαράθ (2003), έκλεισε τα 41. Ο γηραιότερος των «Big-3», που κυριάρχησαν επί σχεδόν δυο δεκαετίες, απέρχεται τη στιγμή που ο ηγέτης της «νέας γενιάς» κάθεται στον θρόνο. Ο τέλειος συμβολισμός της νέας εποχής που χαράζει (καθώς και ο Ναδάλ με τον Τζόκοβιτς έχουν υπερβεί τα 35).
Ο Ελβετός -κατά πολλούς ο μεγαλύτερος τενίστας όλων των εποχών- ταλαιπωρήθηκε αφάνταστα τα τελευταία χρόνια από σοβαρούς τραυματισμούς που τον οδήγησαν στο χειρουργείο τρεις φορές μέσα σε 18 μήνες. Το πρόβλημα στο δεξί του γόνατο δεν του επέτρεψε να αγωνιστεί, παρά μόνο σε 6 ματς το 2020 και 13 το 2021. Πέρυσι επέλεξε να μη συνεχίσει στο Ρολάν Γκαρός, παρά τη νίκη του επί του Ντόμινικ Κέπφερ (έγινε ο πρώτος 40αρης στην ιστορία του γαλλικού Οπεν που προκρίθηκε στους «16»), ενώ στο Γουίμπλεντον έφτασε μέχρι τους προημιτελικούς, αλλά εκεί κατέρρευσε. Ηταν η τελευταία του εμφάνιση σε υψηλό επίπεδο. Η επιστροφή του στη δράση έμοιαζε ανέφικτη, όμως εκείνος ήταν αποφασισμένος να «πολεμήσει» για μια τελευταία παράσταση, το 2023 στο γρασίδι της αγαπημένης του διοργάνωσης (Γουίμπλεντον).
Το προσπάθησε με πόνο και κόπο. Με τη «φλόγα» ενός τινέιτζερ που τώρα κάνει τα πρώτα του βήματα. «Η αποκατάσταση… τα σπάει», μήνυσε στους θαυμαστές του με ανάρτησή του στα social media τον περασμένο Απρίλιο. «Ελιωνε» στο γυμναστήριο, πέντε έξι φορές την εβδομάδα. Στις 21 Αυγούστου ανέβασε και ένα βιντεάκι από την προπόνηση, το οποίο έγινε viral. «Είμαι αισιόδοξος, έχω κάνει, ήδη, πολύ δρόμο, δεν είμαι μακρυά», είχε τονίσει στην ελβετική εφημερίδα «Tagesanzeiger». Η χθεσινή του ανακοίνωση ήταν η θλιβερή επιβεβαίωση της πιο οδυνηρής ήττας που γνώρισε στη μυθική του καριέρα.
Του άξιζε, ως επίλογος, ένας θρίαμβος σε κάποια από τις τέσσερις κεντρικές σκηνές του τένις, κι όχι να δώσει την τελευταία του παράσταση στο «Λέιβερ Καπ» (23-25 Σεπτεμβρίου), όπου θα συμμετάσχει ως γκεστ-σταρ. Θα έπρεπε, ίσως, να έχει αποσυρθεί το 2018 στη Μελβούρνη, όταν κατέκτησε το τελευταίο του γκραν-σλαμ τρόπαιο. Θα είχε αποχωρήσει μεγαλοπρεπής, όπως μας είχε συνηθίσει να τον βλέπουμε τα 15 προηγούμενα χρόνια. Οι τραυματισμοί είχαν, ήδη, αρχίσει να θαμπώνουν τη λάμψη του. Γιατί, άραγε, αποφάσισε να συνεχίσει; Γιατί δεν θέλησε να «αράξει» στις δάφνες του και στην περιουσία των 450 εκατομμυρίων ευρώ που δημιούργησε, όπως θα έκαναν οι περισσότεροι στη θέση του;
Ενας λόγος ήταν η αγάπη του για το τένις. Θέλει να παίζει – και είναι ένας από τους ελάχιστους top αθλητές, σε όλα τα σπορ, που έχει συμφιλιωθεί με την ιδέα πως και η ήττα, η αποτυχία, είναι μέσα στο παιχνίδι. Ενας άλλος, ότι ο «Θεός» του τένις αγνόησε την ανθρώπινη φύση του. Το 2016 όλοι είχαν πιστέψει πως είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου για εκείνον. Πέρασε την πόρτα του χειρουργείου για την πρώτη του επέμβαση στο γόνατο, και υπέφερε από ένα σοβαρό πρόβλημα στη μέση. Δεν είχε κερδίσει γκραν-σλαμ τίτλο από το 2012. Αλλά επέστρεψε «από το πουθενά» και πανηγύρισε τρεις ακόμη, παίζοντας καταπληκτικό τένις. Υπήρχε και τρίτος λόγος: όφειλε να σεβαστεί τα χορηγικά του συμβόλαια. Τους «συνεργάτες» του, όπως χαρακτήρισε στο αποχαιρετιστήριο μήνυμά του τις εταιρείες που τον υποστηρίζουν. Και το φοβερό με τον Φέντερερ είναι ότι, ακόμη κι όταν σταματούσε να αγωνίζεται για μεγάλα χρονικά διαστήματα, δεν έπαυε να «πουλάει».
Η είδηση ότι ο ελβετός σούπερ-σταρ σταματά το τένις προκάλεσε ένα τσουνάμι αποθέωσης του τεράστιου αθλητή (από τους πιο εμβληματικούς του 21ου αιώνα), του οποίου το μεγαλείο δεν μπορεί να περιγραφεί μόνον από τους αριθμούς της καριέρας του, που προκαλούν ίλιγγο. Η Equipe αποχαιρέτησε τον «Φεντ» με μια ολοσέλιδη φωτογραφία του και τίτλο «Ο Θεός να σώζει τον Βασιλιά».
Ο Φέντερερ άλλαξε το τένις. Το ομόρφυνε με το αρχοντικό του στιλ, το γοητευτικό του παιχνίδι. Το έκανε ακόμη πιο δημοφιλές. Ισως με μια δόση υπερβολής, ο γνωστός αθλητικός αναλυτής της USA Today, Ντέιβιντ Γουάλας, είχε υποστηρίξει το 2004 ότι εμφανίστηκε για να αναστήσει «ένα σπορ που πέθανε τον Ιούνιο του 1984, όταν ο Τζον ΜακΕνρο ηττήθηκε από τον Ιβάν Λεντλ». Εννοούσε πως, όπως ο ΜακΕνρο (αλλά και ο Κόνορς, ή ο Σάμπρας) παλαιότερα, ο -τότε- νεαρός από τη Βασιλεία έπαιζε επιθετικά, θεαματικά, σαν να χορεύει στο κορτ, προτάσσοντας το ταλέντο και την τεχνική, σε ένα άθλημα στο οποίο κυριαρχούσαν, ήδη, η δύναμη, η αντοχή, το πάθος και η τακτική. Αντιθέτως με ό,τι ισχύει για την πλειονότητα των αθλητών, ο Φέντερερ δεν αγαπήθηκε πρωτίστως για τις επιτυχίες του, αλλά για τις υπέροχες παραστάσεις του.
Την τελευταία θα τη δώσει στις 23-25 Σεπτεμβρίου στο «Λέιβερ Καπ», στο Λονδίνο: την πόλη στην οποία δοξάστηκε όσο πουθενά αλλού, κατακτώντας οκτώ φορές το τρόπαιο του Γουίμπλεντον. Θα αγωνιστεί με την ομάδα της Ευρώπης, στην οποία θα παίξει και ο Στέφανος Τσιτσιπάς. Υστερα θα περάσει στην Ιστορία του επαγγελματικού τένις, που έχει πολλά να γράψει για τον αρτίστα αθλητή, το ήθος, την προσωπικότητα και τη φιλανθρωπική του δράση.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News