Οι υπουργοί Εξωτερικών της ΕΕ αποφάσισαν πρόσφατα να αναστείλουν τη συμφωνία με τη Ρωσία για τη διευκόλυνση έκδοσης θεωρήσεων (βίζα). Τα ανατολικά μέλη της ΕΕ, χώρες που συνορεύουν με τη Ρωσία, προτείνουν τη λήψη ακόμη πιο δραστικών μέτρων σε εθνικό επίπεδο. Η Πολωνία, η Εσθονία, η Λετονία και η Λιθουανία δήλωσαν ότι η αναστολή της συμφωνίας είναι ένα «απαραίτητο πρώτο βήμα», υποστηρίζοντας, ωστόσο, πως πρέπει να μειωθεί περαιτέρω και δραστικά η ροή ρώσων πολιτών στην ΕΕ και στη Ζώνη Σένγκεν. «Ο τουρισμός στην Ευρώπη δεν είναι πλέον δικαίωμα», ειπώθηκε χαρακτηριστικά στο πλαίσιο της συνάντησης των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ.
Στην πράξη καταργείται η προνομιακή μεταχείριση των Ρώσων και, ως εκ τούτου, θα καταβάλλουν περισσότερα χρήματα για μια βίζα ενώ η όλη διαδικασία θα καταστεί και πιο χρονοβόρα. Υπολογίζεται πως από τότε που ξέσπασε ο πόλεμος στην Ουκρανία ένα εκατομμύριο πολίτες της Ρωσίας εισήλθαν νόμιμα στην Ευρώπη. Και οι περισσότεροι από αυτούς δεν είναι ολιγάρχες ή συγγενείς των ημετέρων του Πούτιν, αλλά «νέοι, επαγγελματίες, αντιφρονούντες, αθλητές και καλλιτέχνες, απλοί άνθρωποι που δεν θέλουν να έχουν σχέση με την πολιτική του Κρεμλίνου», εξηγεί σε ανάλυσή του ο Μάσιμο Νάβα της Corriere della Sera.
Ο ιταλός δημοσιογράφος εφιστά την προσοχή στο ενδεχόμενο η απόφαση της ΕΕ να καταστήσει πιο δύσκολη την είσοδο των ρώσων πολιτών στην επικράτεια της, να αποδειχτεί, τελικά, αντιπαραγωγική, όπως συνέβη με τις κυρώσεις, οι οποίες ναι μεν πλήττουν τη ρωσική οικονομία και βιομηχανία αλλά, συγχρόνως, έχουν ιδιαίτερα αρνητικές συνέπειες και για τις χώρες που τις επιβάλλουν, ειδικά της Ευρώπης.
«Υπάρχει ο κίνδυνος να δημιουργηθεί ένας φαύλος κύκλος θυματοποίησης/εθνικισμού υπέρ του καθεστώτος, αντί να ευνοηθεί η διαφωνία και η δημιουργία ρωγμών στο ίδιο το καθεστώς», συνοψίζει ο Νάβα. Και η απόφαση όσον αφορά την έκδοση θεωρήσεων δεν είναι η μοναδική που θεωρείται αμφιλεγόμενη από πολλούς στη Δύση. Πέρα από τις οικονομικές κυρώσεις και την τιμωρία των ολιγαρχών, ελήφθησαν αμφιλεγόμενες αποφάσεις όσον αφορά πεδία που βρίσκονται στους αντίποδες της εχθρότητας και του πολέμου, όπως ο αθλητισμός και ο πολιτισμός, με αποτέλεσμα να είναι περισσότερο από ορατός ο κίνδυνος «μιας δραματικής πολιτιστικής ρήξης» που θα ζημιώσει αμφότερες τις πλευρές.
Ο αποκλεισμός αθλητών και ομάδων από διεθνείς αγώνες (ακόμη και από τους Παραολυμπιακούς), ο εξοστρακισμός ρώσων καλλιτεχνών και, εσχάτως, οι δυσκολίες όσον αφορά την έκδοση θεωρήσεων «είναι μέτρα που συμβάλλουν στην χάραξη ενός μονόδρομου προς το πουθενά», υποστηρίζει ο Νάβα, υπενθυμίζοντας πως δεν είναι λίγοι οι ρώσοι αθλητές και οι ρώσοι καλλιτέχνες που επιδιώκουν να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους, καθώς είναι και οι ίδιοι θύματα του καθεστώτος Πούτιν.
Αντί να αναδειχθεί το εξαιρετικό έργο του Φιόντορ Ντοστογιέφσκι, στην αρχή του πολέμου στην Ιταλία έφτασαν στο σημείο να ακυρώσουν πανεπιστημιακές παραδόσεις για τον κορυφαίο ρώσο συγγραφέα. Στις αρχές Μαρτίου, ο περίφημος μαέστρος Τουγκάν Σοχίεφ παραιτήθηκε και από τη διεύθυνση του Θεάτρου Μπαλσόι στη Μόσχα και από Εθνική Ορχήστρα του Καπιτωλίου της Τουλούζης. «Απέναντι στην αδύνατη επιλογή, να διαλέξω ανάμεσα στους αγαπημένους μου ρώσους και γάλλους μουσικούς, αποφάσισα να παραιτηθώ από τα καθήκοντά μου», είχε εξηγήσει ο ίδιος τότε. Ο Βασίλι Πετρένκο, ένας άλλος εξέχων μαέστρος, εγκατέλειψε τη διεύθυνση της Κρατικής Συμφωνικής Ορχήστρας της Ρωσίας και σταμάτησε να εμφανίζεται στη χώρα. Στο Νοβοσιμπίρσκ, ο γερμανός (αλλά γεννημένος στη Ρωσία) μαέστρος Τόμας Σάντερλινγκ, γιος του επίσης μαέστρου Κουρτ Σάντερλινγκ, επίσης παραιτήθηκε από τη θέση του διευθυντή της Συμφωνικής Ορχήστρας της πρωτεύουσας της Σιβηρίας. «Μετά την πρόσφατη επιθετικότητα της Ρωσίας στην Ουκρανία και κυρίως τους βίαιους βομβαρδισμούς σε ουκρανικές πόλεις και την ανάπτυξη του ολοκληρωτισμού στη Ρωσία, ένιωσα ότι έπρεπε να παραιτηθώ», είπε.
Εν τω μεταξύ το Θέατρο Μπαλσόι προέβη από την πλευρά του στην απομάκρυνση του νεαρού σκηνοθέτη Αλεξάντερ Μολόχνικοφ, επειδή επέκρινε τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Παρότι η ρωσίδα σοπράνο Αννα Νετρέμπκο επικρίθηκε στην Ευρώπη επειδή απέφυγε να καταδικάσει τη ρωσική επιθετικότητα κατά της Ουκρανίας, εμφανίσεις της ακυρώθηκαν και στη Ρωσία. Η τελευταία της εμφάνιση, στο Θέατρο Μαριίνσκι της Αγίας Πετρούπολης, πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Ιανουάριο.
Μουσικοί, χορευτές, ηθοποιοί, φεύγουν
Πολλοί μουσικοί εγκατέλειψαν τη Ρωσία χωρίς καμία ανακοίνωση, για να μην δημιουργήσουν προβλήματα στους συγγενείς τους. Οι περισσότεροι μετακομίζουν στο Βερολίνο και τη Βιέννη. Παγκόσμια αστέρια ακύρωσαν τις εμφανίσεις τους στη Ρωσία. Τον Απρίλιο, η λετονή μεσόφωνος Ελινα Γκαράνκα αποσύρθηκε από μία παράσταση στην Αγία Πετρούπολη, ενώ ο γερμανός μπασοβαρύτονος Τόμας Κάστχοφ ακύρωσε μια συναυλία στη Μόσχα.
«Εάν ως ρώσος καλλιτέχνης δεν μιλάς ανοικτά κατά του ρωσικού κράτους στη Δύση, σε βλέπουν ως υποστηρικτή του, αλλά στη Ρωσία, αν δεν δηλώνεις πίστη στο κράτος, σε βλέπουν ως αντιφρονούντα», ανέφερε σχετικά ο Λόρι Μπρίστοου, πρεσβευτής της Βρετανίας στη Ρωσία από το 2016 έως το 2020. Κατά τη διάρκεια της θητείας του στη Μόσχα, ο βρετανός διπλωμάτης είχε πρωτοστατήσει στη δημιουργία της Britten-Shostakovich Festival Orchestra, μέλη της οποίας ήταν μουσικοί από τη Βρετανία και τη Ρωσία. «Είχα να αντιμετωπίσω κατασκόπους και δηλητηριάσεις, αλλά ήθελα επίσης να δείξω πώς θα μπορούσαν να είναι οι σχέσεις μεταξύ της Βρετανίας και της Ρωσίας», πρόσθεσε. Πλέον, όμως, η ορχήστρα έχει αναστείλει τις δραστηριότητές της.
Από τότε που η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία, πολλές δυτικές σκηνές έπαψαν να προσκαλούν ορχήστρες, όπερες και μπαλέτα από χώρα, αν και ορισμένες από αυτές, για νομικούς λόγους, τήρησαν τις προηγούμενες δεσμεύσεις τους, καθώς τα συμβόλαια που υπογράφηκαν πριν από την εισβολή, δεν περιείχαν κανέναν όρο περί εναντίωσης σε έναν μελλοντικό πόλεμο.
«Το ότι καλούνται να βγάλουν άκρη με τη γεωπολιτική είναι μια καινούργια εμπειρία για τους κλασικούς μουσικούς, όπως και για τους επιχειρηματίες, που πέρασαν τρεις δεκαετίες, χωρίς να χρειάζεται να το πολυσκέφτονται. Πράγματι, με την εισβολή της, τον Φεβρουάριο, στην Ουκρανία, η Ρωσία άρχισε να απομονώνεται πολιτιστικά με τρόπο που ήταν αδιανόητος ακόμη και κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Τότε η κλασική μουσική θεωρούνταν μια τόσο ουσιαστική (και μη πολιτική) μορφή ανταλλαγής μεταξύ των δύο μπλοκ που της επέτρεψαν να περνάει το Σιδηρούν Παραπέτασμα», γράφει σε άρθρο της η Ελίζαμπεθ Μπρο του Foreign Policy.
«Ειδικά μετά την άνοδο του Χρουστσόφ στην εξουσία, οι Σοβιετικοί εργάστηκαν σκληρά για τη μουσική αριστεία και τις μορφωτικές ανταλλαγές με τη Δύση. Οι Σοβιετικοί υπέφεραν από κόμπλεξ κατωτερότητας, αλλά ήξεραν ότι ήταν παγκόσμιας κλάσης στη μουσική», εξήγησε ο Ρενέ Νίμπεργκ, πρέσβης της Φινλανδίας στη Ρωσία κατά δεκαετία του 2010.
Κορυφαίοι σοβιετικοί μουσικοί, ο Σβιατοσλάβ Ρίχτερ, για παράδειγμα, και το περίφημο Κουαρτέτο Μποροντίν, εμφανίζονταν συχνά στη Δύση ενώ το 1958 ο αμερικανός πιανίστας Βαν Κλάιμπερν αναδείχθηκε νικητής στον πρώτο Διεθνή Διαγωνισμό Τσαϊκόφσκι στην ΕΣΣΔ. «Ο διαγωνισμός είχε κηρυχθεί για να αποδείξει τη σοβιετική μουσική ανωτερότητα […] Αυτή η φιλοδοξία έφερε τον Ρίχτερ και τους άλλους κριτές σε δύσκολη θέση, όταν αποφάσισαν ότι ο Κλάιμπερν είχε προσφέρει την καλύτερη απόδοση. Ρώτησαν νευρικά το Κρεμλίνο πώς να κινηθούν και πληροφορήθηκαν ότι δεν υπήρχε πρόβλημα να του απονείμουν το πρώτο βραβείο. Σήμερα τέτοια μουσική αριστεία και ανταλλαγή είναι αδιανόητες», αναφέρει στο κείμενό της η αρθρογράφος του Foreign Policy. Αρκετοί στη Ρωσία υποστηρίζουν πως πλέον η κατάσταση είναι χειρότερη σε σχέση με την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου.
«Η χώρα δεν χάνει μόνο καλλιτέχνες. χάνει όλη τη μουσική ανταλλαγή με τη Δύση. Σήμερα, η Ρωσία είναι σαν ένα κρυφό μέρος. Κανείς δεν πηγαίνει εκεί, τίποτα δεν βγαίνει από εκεί», είπε ο φινλανδός πρώην πρέσβης στη Μόσχα. Και όλα δείχνουν πως η απομόνωση θα συνεχιστεί. «Δεν θα δούμε μια επιστροφή στην κανονικότητα. Δεν θα ήταν δυνατή γιατί ενώ ο Ψυχρός Πόλεμος παρέμεινε ψυχρός, τώρα βλέπουμε τη Ρωσία να διεξάγει έναν θερμό πόλεμο στην Ευρώπη», πρόσθεσε.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News