Εφ’όλης της ύλης συνέντευξη, διάρκειας τριών ωρών, παραχώρησε την Κυριακή ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στο πλαίσιο της 86ης ΔΕΘ, από όπου και έστειλε πολλαπλά μηνύματα τόσο προς το εσωτερικό –στο τέλος της τετραετίας οι εκλογές, επανέλαβε, απορρίπτοντας, παράλληλα, τα σενάρια περί αλλαγής του εκλογικού νόμου– όσο και εκτός συνόρων, με τον ίδιο να καταδικάζει μεν τις προκλήσεις της Τουρκίας αλλά και να δηλώνει ότι είναι ανοιχτός στο διάλογο με τον Ερντογάν.
Στήριξη της κοινωνίας
Η πρώτη απάντηση που κλήθηκε να δώσει ο Πρωθυπουργός αφορούσε στα μέτρα που είχε εξαγγείλει την προηγούμενη ημέρα, σε αντιδιαστολή με τα «πακέτα» που ανακοινώθηκαν στο παρελθόν στη Θεσσαλονίκη αλλά «αποδείχθηκαν προεκλογικά πυροτεχνήματα». «Πιστεύω ότι εδώ μιλάει το έργο μας. Ημασταν απολύτως συνεπείς σε ό,τι έχουμε εξαγγείλει από το βήμα αυτό της Διεθνούς Εκθεσης Θεσσαλονίκης. Και δεν νομίζω ότι υπάρχουν πολίτες οι οποίοι αμφισβητούν ότι και το πακέτο μέτρων το οποίο εξαγγέλθηκε χθες θα υλοποιηθεί στο ακέραιο και για το 2022 αλλά και για το 2023», σημείωσε.
Ο λόγος που η χώρα βρίσκεται σε θέση να μπορεί να στηρίζει «την κοινωνία και την οικονομία με ένα γενναιόδωρο πακέτο μέτρων έχει ακριβώς να κάνει με το γεγονός ότι μπορούμε να επιτυγχάνουμε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης είναι αυτοί οι οποίοι δημιουργούν τον δημοσιονομικό χώρο ο οποίος μας επιτρέπει, χωρίς να ξεφεύγουμε από τους στόχους τους οποίους έχουμε αναλάβει, να μπορούμε ακριβώς να στηρίζουμε την κοινωνία και την οικονομία σε μία εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία», προσέθεσε.
Τη Δευτέρα, διευκρίνισε, «θα υπάρξει συνέντευξη Τύπου των συναρμόδιων υπουργείων προκειμένου να εξειδικεύσουν περισσότερο» τα εν λόγω μέτρα, ωστόσο ο ίδιος έδωσε ορισμένες επεξηγήσεις επ’αυτών, καθώς κλήθηκε να απαντήσει αν η στήριξη για το ρεύμα στους πολίτες θα συνεχιστεί με οριζόντιο τρόπο καθώς και ποια μορφή θα έχει η ενίσχυση των νοικοκυριών που χρησιμοποιούν φυσικό αέριο.
Ως προς το πρώτο από αυτά τα ερωτήματα, δήλωσε ότι η κυβέρνηση εξετάζει «έναν τρόπο στήριξης έναντι των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος ο οποίος θα δίνει κίνητρα στους πολίτες προκειμένου να προχωρούν σε εξοικονόμηση ενέργειας», κάτι που στην παρούσα συγκυρία ο ίδιος θεωρεί επιβεβλημένο, όπως είπε, διότι ο σκοπός δεν είναι μόνο να κρατηθούν οι τιμές χαμηλές, αλλά και η μείωση της συνολικής κατανάλωσης. «Σε κάθε περίπτωση, κάθε ελληνικό νοικοκυριό –ασχέτως κατανάλωσης– θα λάβει σημαντική στήριξη», συμπλήρωσε.
Επισήμανε, με την ευκαιρία, ότι «ως αποτέλεσμα αυτής ακριβώς της στήριξης την οποία παρέχουμε η Ελλάδα έχει από τις χαμηλότερες τιμές ηλεκτρικού ρεύματος, συμπεριλαμβανομένου και του ΦΠΑ, σε ολόκληρη την Ευρώπη (…). Η Ελλάδα είναι ουσιαστικά προτελευταία, από το τέλος, στις τιμές ηλεκτρικού ρεύματος για τον μήνα Αύγουστο του 2022, όταν πόλεις όπως η Ρώμη έχουν σχεδόν διπλάσιες τιμές για το νοικοκυριό σε σχέση με τις τιμές που έχει η Αθήνα και κατά συνέπεια και ολόκληρη η Ελλάδα, διότι δεν υπάρχουν ουσιαστικές διαφοροποιήσεις», γεγονός που θέλησε να αναδείξει «διότι εξακολουθεί να υπάρχει μία απόλυτη διαστρέβλωση της πραγματικότητας από πλευράς της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η οποία ισχυρίζεται ότι έχουμε το ακριβότερο ρεύμα στην Ευρώπη. Είναι ψέμα αυτό. Ενα ακόμα ψέμα. Και νομίζω ότι τα στοιχεία το αποδεικνύουν χωρίς να μπορούν καθ’ οποιοδήποτε τρόπο να αμφισβητηθούν».
Ερχόμενος στο ζήτημα του φυσικού αερίου, υπογράμμισε ότι «εκεί είναι το μεγάλο πρόβλημα» καθώς «οι τιμές του φυσικού αερίου είναι 10 φορές πάνω σε σχέση με αυτές οι οποίες ήταν πριν από δύο χρόνια». Η κυβέρνηση θα απαντήσει με μία «διπλή παρέμβαση». «Αφενός θα επεκτείνουμε το επίδομα θέρμανσης στα 300 εκατ. ευρώ και αφετέρου θα επιχειρήσουμε –και θα είμαστε έτοιμοι να το εξαγγείλουμε εντός των επόμενων εβδομάδων– να κάνουμε μια παρέμβαση στην αντλία, έτσι ώστε σε πρώτη φάση να μπορούμε να μειώσουμε την τιμή του πετρελαίου θέρμανσης, για να μπορέσουμε να ενθαρρύνουμε περισσότερα νοικοκυριά –αυτά τα οποία έχουν την δυνατότητα- να κάνουν μετάπτωση από το φυσικό αέριο στο πετρέλαιο θέρμανσης.
Και βεβαίως, θα υπάρχει και επιδότηση στην τιμή του φυσικού αερίου. Δεν θα φτάσει η τιμή την οποία βλέπετε σήμερα στον τελικό καταναλωτή. Θα υπάρχει λοιπόν μια γενναία επιδότηση στην τιμή του φυσικού αερίου, η οποία θα καλύπτεται και από τις εταιρείες αλλά και από τον κρατικό προϋπολογισμό, ώστε η τιμή να είναι σχετικά λογική. Και τι εννοώ «σχετικά λογική»; Είναι δεδομένο ότι θα υπάρχει αύξηση στην τιμή του φυσικού αερίου, αλλά σίγουρα η τελική τιμή δεν θα έχει καμία απολύτως σχέση με την εμπορική τιμή του φυσικού αερίου, εκεί που βρίσκεται σήμερα», εξήγησε.
Θύμισε, σε αυτό το σημείο, ότι η Αθήνα προσβλέπει και στις ευρωπαϊκές αποφάσεις επί του θέματος: «Η Ελλάδα υπήρξε μία από τις πρώτες χώρες που εισηγήθηκε, μαζί με την Ιταλία, μαζί με Βέλγιο, εδώ και επτά μήνες, την επιβολή ενός πλαφόν συνολικά στην τιμή του φυσικού αερίου. Οχι μόνο στο ρωσικό φυσικό αέριο. Πλαφόν –γίνομαι λίγο τεχνικός, αλλά νομίζω ότι αντιλαμβάνεστε σε τι αναφέρομαι– πλαφόν στον δείκτη του TTF και όχι μόνο πλαφόν στο εισαγόμενο ρωσικό φυσικό αέριο.
Δεν ξέρω αν αυτή η πρόταση θα γίνει αποδεκτή. Αυτό, όμως, που είναι περίπου βέβαιο είναι ότι η Ευρώπη θα εισηγηθεί και για τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες έναν μηχανισμό ανάκτησης των υπερκερδών των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας, παρεμφερή με τον μηχανισμό τον οποίον έχουμε ήδη εφαρμόσει».
Εκλογικός νόμος
Σε ερώτηση σχετικά με τους βουλευτές της συμπολίτευσης οι οποίοι εμφανίζονται να ζητούν από το Μαξίμου να αλλάξει ο εκλογικός νόμος, ζήτημα που έχει απασχολήσει έντονα την επικαιρότητα τον τελευταίο καιρό, ο Πρωθυπουργός παραδέχθηκε ότι έχουν κατατεθεί τέτοιες προτάσεις στον ίδιο. «Είναι αλήθεια ότι έχω δεχθεί τέτοιες εισηγήσεις», είπε, για να προσθέσει, ωστόσο:
«Δεν είμαι κωλοτούμπας. Εχω πει πολλές φορές ότι οι κανόνες του παιχνιδιού είναι σταθεροί και δεν νοείται να αλλάξουν λίγους μήνες πριν από τις εθνικές εκλογές. Θα πορευτούμε στις εκλογές με τον ψηφισμένο εκλογικό νόμο. Ο νόμος αυτός είναι ένας νόμος ο οποίος αυξάνει λίγο τον πήχη της αυτοδυναμίας σε σχέση με τον προηγούμενο νόμο -πιο δίκαια κατά την άποψή μου, διότι δίνει το bonus με έναν πιο κλιμακωτό τρόπο- και θέτει τον πήχη της αυτοδυναμίας περίπου στο 37 με 38%».
Περαιτέρω, «θα ήταν θεσμικά ανεύθυνο να έρθω και να πω ότι αλλάζω τον εκλογικό νόμο, κατεβάζοντας κατά λίγο τον πήχη της αυτοδυναμίας, επειδή με αυτόν τον τρόπο θα εξασφαλίσουμε μεγαλύτερες πιθανότητες για επίτευξη πολιτικής σταθερότητας. Προτιμώ να αναλώσω την ενέργειά μου, από το να κατεβάζω εκλογικούς πήχεις, στο να πείθω τους πολίτες γιατί στις μεθεπόμενες εκλογές πρέπει η χώρα να πετύχει μία ισχυρή κυβέρνηση μέσα από μία αυτοδύναμη Νέα Δημοκρατία», όπως ανέφερε.
Κατά συνέπεια, «δεν τίθεται κανένα ζήτημα αλλαγής του εκλογικού νόμου», τόνισε ο κ. Μητσοτάκης, «εκτός από μία περίπτωση: αν έρθει ο ΣΥΡΙΖΑ και δεχθεί ότι η κάλπη της απλής αναλογικής είναι μία βόμβα στα θεμέλια της πολιτικής σταθερότητας και συμφωνήσουμε από κοινού να αλλάξουμε τον εκλογικό νόμο, έτσι ώστε να αποφύγουμε την αχρείαστη κάλπη της απλής αναλογικής». Εκτίμησε ότι «αυτό δεν θα συμβεί», όμως, και δήλωσε «περίπου βέβαιος ότι θα πορευτούμε στις επόμενες εκλογές με τον υφιστάμενο εκλογικό νόμο, χωρίς να χρειαστεί να κάνουμε καμία απολύτως αλλαγή ή προσαρμογή».
Κλείνοντας την πρώτη απάντησή του επί του θέματος αυτού, επισήμανε: «Εχω χτίσει μία σχέση εμπιστοσύνης με τους πολίτες. Μέσα από τα καλά που έχουμε κάνει, μέσα από τα λάθη μας, μέσα από την ειλικρινή μου διάθεση, πάντα, να προσπαθώ κάθε μέρα να γίνομαι καλύτερος. Αυτήν τη σχέση εμπιστοσύνης δεν είμαι διατεθειμένος να την υποθηκεύσω για κανέναν απολύτως λόγο».
Αργότερα, επ’αφορμής άλλου ερωτήματος, ο Πρωθυπουργός ανέπτυξε παραπέρα τη σκέψη του: «Η άποψή μου για το ζήτημα του εκλογικού νόμου είναι καταγεγραμμένη. Θεωρώ ότι η απλή αναλογική είναι ένα καταστροφικό σύστημα για τη χώρα, θεωρώ ότι οδηγεί σε ασταθείς κυβερνήσεις, σε ετερόκλητες συμμαχίες και σε μία προοπτική μειωμένης αποτελεσματικότητας στην κυβερνησιμότητα, ειδικά σε μια εποχή όπου η χώρα πρέπει να παίρνει γρήγορες αποφάσεις και πρέπει να δίνει έμφαση στην αποτελεσματικότητα και την ταχύτητα.
Η εκτίμησή μου ότι θα οδηγηθούμε σε δεύτερες εκλογές προκύπτει από τα απλά μαθηματικά της κάλπης της απλής αναλογικής. Ομως, θέλω να είμαι απολύτως σαφής και ξεκάθαρος με τους Ελληνες πολίτες. Αριθμητικά, εάν επιχειρούσαμε να προβάλουμε στον κοινοβουλευτικό συσχετισμό της κάλπης της απλής αναλογικής τα σημερινά δεδομένα των δημοσκοπήσεων, θεωρητικά υπάρχει η δυνατότητα να σχηματιστεί κυβέρνηση χωρίς το πρώτο κόμμα.
Υπάρχει, δηλαδή, η περίπτωση –και θέλω να το γνωρίζουν αυτό οι Έλληνες πολίτες– το πρώτο κόμμα να προηγείται σημαντικά του δεύτερου και να σχηματίσει κυβέρνηση ο κ. Τσίπρας, ο κ. Ανδρουλάκης, ο κ. Βαρουφάκης και ο κ. Κουτσούμπας. Αριθμητικά αυτό μπορεί να συμβεί». Και κάτι τέτοιο «θα συνιστά “πολιτική τερατογένεση” (…) και γι’ αυτό και η πρώτη κάλπη έχει εξαιρετικά μεγάλη σημασία. Διότι μπορεί μεν να μην οδηγηθούμε σε κυβέρνηση, αλλά θα πρέπει να είναι το σκαλοπάτι το οποίο θα μας επιτρέψει στη συνέχεια να διεκδικήσουμε την αυτοδυναμία την οποία επιθυμούμε και να εξηγήσουμε στον ελληνικό λαό γιατί μία αυτοδύναμη κυβέρνηση (…) είναι απαραίτητη για να οδηγήσει τη χώρα στην επόμενη τετραετία με συνέχεια και σταθερότητα».
Κληθείς να αποσαφηνίσει την παραπάνω φράση του, περί «πολιτικής τερατογένεσης», ο Πρωθυπουργός επανέλαβε εμφατικά: «Θέλω να γνωρίζουν οι Ελληνες πολίτες ότι μετά την πρώτη κάλπη υπάρχει πιθανότητα συγκρότησης κυβέρνησης με Πρωθυπουργό τον κ. Τσίπρα, με τη στήριξη του κ. Ανδρουλάκη, με τη συμμετοχή του κ. Βαρουφάκη και με τη στήριξη ή ανοχή του κ. Κουτσούμπα. Θέλω να το φανταστούν αυτό οι Ελληνες πολίτες, να γνωρίζουν ότι αυτό είναι μία πιθανότητα η οποία μπορεί να προκύψει μετά τις επόμενες εκλογές, με τη Νέα Δημοκρατία μακράν πρώτο κόμμα. Εάν αυτό σήμερα απηχεί τη βούληση του ελληνικού λαού, έχω πολύ σοβαρές επιφυλάξεις για αυτό. Αλλά να γνωρίζουν επίσης ποιες θα ήταν οι ενδεχόμενες συνέπειες από το σχηματισμό μίας τέτοιας κυβέρνησης».
Ο λόγος που θέλησε να τονίσει τα παραπάνω, συνέχισε στην απάντησή του ο κ. Μητσοτάκης, είναι, επίσης, η εκτίμησή του ότι ο κ. Ανδρουλάκης «είναι εξαιρετικά κοντά στο ΣΥΡΙΖΑ».
Σε άλλο σημείο των απαντήσεών του στους εκπροσώπους των ΜΜΕ, ο κ. Μητσοτάκης συνόψισε: «Τρία όχι. Οχι (σ.σ. πρόωρες) εκλογές, όχι αλλαγή του εκλογικού νόμου, όχι ανασχηματισμός. Και το λέω αυτό διότι όταν απέχουμε κάποιους μήνες από τις εκλογές, το έχω πει πολλές φορές, θεωρώ ότι μία οποιαδήποτε αλλαγή αυτή τη στιγμή θα κάλυπτε επικοινωνιακές ανάγκες και όχι ουσιαστικές».
Μετεκλογικές συνεργασίες
Υπό το δεδομένο ότι οι επόμενες κάλπες θα στηθούν με τον ίδιο εκλογικό νόμο, ο Πρωθυπουργός δέχθηκε ερώτηση και για το αν θα συζητούσε με όλα τα κόμματα για το ενδεχόμενο μίας μετεκλογικής συνεργασίας ή αν αποκλείει κάποιο.
Απάντησε λέγοντας αρχικά ότι «η πρόθεση της Νέας Δημοκρατίας είναι στη δεύτερη κάλπη να διεκδικήσει τη δυνατότητα να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση» αλλά και ότι «αυτοδύναμη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκη μονοκομματική κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας».
«Εχω αποδείξει ότι έχουμε τη δυνατότητα, ως Νέα Δημοκρατία, να εντάσσουμε στελέχη στην κυβέρνησή μας που δεν προέρχονται ιστορικά από τη Νέα Δημοκρατία. Αρα η σημερινή κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας μπορεί μεν να είναι μονοκομματική, είναι όμως πολύ διευρυμένη ως προς το στελεχιακό δυναμικό το οποίο έχει αξιοποιήσει. Και πρόθεσή μου θα είναι να κάνω το ίδιο και μετά τις δεύτερες εκλογές», εξήγησε.
«Από εκεί και πέρα», όμως, «ο ελληνικός λαός θα κρίνει τελικά και θα επιλέξει αν θέλει να δώσει τη δυνατότητα στη Νέα Δημοκρατία να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση ή αν θα αναγκαστούμε μετά τις δεύτερες εκλογές να διερευνήσουμε το σενάριο μιας εκλογικής συνεργασίας», για το οποίο σενάριο ανέφερε:
«Δεν είμαι έτοιμος αυτή τη στιγμή να απαντήσω για το ποιες θα είναι οι επιλογές μου σε αυτό το σενάριο, διότι εξακολουθώ να διεκδικώ για το κόμμα για το οποίο ηγούμαι τη δυνατότητα να εξηγήσω στον ελληνικό λαό ποιο είναι το πραγματικό ζητούμενο των δεύτερων εκλογών. Κι αν ο ελληνικός λαός είναι ικανοποιημένος από αυτό το οποίο έχει δει αυτή την τετραετία, να μας δώσει μία δεύτερη εντολή. Μια δεύτερη εντολή προόδου, ώστε να μην φλερτάρουμε ξανά με τη συμφορά.
Αυτό εννοούσα “δεύτερη ευκαιρία” (σ.σ. αναφορά στην ομιλία του το Σάββατο), δεύτερη εντολή –ο πιο ακριβής ο όρος– προόδου και όχι δεύτερη φορά στη συμφορά. Αυτό θεωρώ ότι θα είναι το πραγματικό ζητούμενο των επόμενων εκλογών και βέβαια η τελική επιλογή του Πρωθυπουργού».
«Με τα καλά μας, τα στραβά μας, μας ξέρει ο κόσμος. Αν όχι εμείς, ποιοι; Ποια είναι η εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης σήμερα; Δεν την έχω ακούσει από κανέναν. Ακούω κάποια για “προοδευτική συμμαχία”, την παρουσίασα λίγο, ένα ενδεχόμενο σενάριο, προσωπικά το χαρακτήρισα. Αλλά κανείς άλλος δεν έχει εκφραστεί ξεκάθαρα, να προτείνει εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης για τη χώρα (…) Εμείς κυβερνήσαμε. Θα κυβερνήσουμε τέσσερα χρόνια. Πριν από εμάς έχει προηγηθεί και μια άλλη κυβέρνηση, του κ. Τσίπρα. Αρα το δίλημμα Μητσοτάκης ή Τσίπρας –για να το πω πολύ απλά– είναι κάτι το οποίο ο πολίτης το καταλαβαίνει», επέμεινε.
Υποκλοπές
Σε ερώτημα που ακολούθησε για την υπόθεση της παρακολούθησης του κινητού τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη ο κ. Μητσοτάκης απάντησε εκτενώς: «Με πολύ μεγάλη ταχύτητα κινήθηκαν όλες οι θεσμικές διαδικασίες προκειμένου να διαλευκανθεί αυτή η υπόθεση η οποία, πράγματι, είναι σοβαρή και λογικά εγείρει εύλογα ερωτηματικά σε όλους τους πολίτες. Με θάρρος ανέλαβα πολιτική ευθύνη, δέχτηκα παραιτήσεις, του Διοικητή της ΕΥΠ και του Γενικού Γραμματέα της κυβέρνησης. Ανοίξαμε τη Βουλή μία εβδομάδα νωρίτερα για να μπορέσουμε να κάνουμε μία εφ όλης της ύλης συζήτηση σε επίπεδο αρχηγών κομμάτων. Εξι ώρες συζητούσαμε τα θέματα αυτά. Κινήθηκαν οι σχετικές κοινοβουλευτικές θεσμικές διαδικασίες, συνεδρίασε η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, με λίγα σχετικά ευτράπελα, σχετικά με τη δυνατότητα να τηρηθεί η μυστικότητα της διαδικασίας».
Επιπλέον, «έχει ήδη εκκινήσει η διαδικασία της Εξεταστικής Επιτροπής, η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί –και ελπίζω να καταλήξει και σε κάποια χρήσιμα συμπεράσματα– εντός των επόμενων μηνών. Ταυτόχρονα, τις επόμενες μέρες, αύριο και μεθαύριο, θα έρθει προς κύρωση στη Βουλή η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου με την οποία προσθέτουμε μία ακόμα δικλίδα ασφαλείας στις νόμιμες επισυνδέσεις, έτσι ώστε να αντιμετωπίσουμε ένα πρόβλημα το οποίο εντοπίστηκε και το οποίο έχει να κάνει με το γεγονός ότι για μία νόμιμη επισύνδεση, ειδικά όταν πρόκειται για ένα πρόσωπο αυξημένης ευαισθησίας, όπως ένα προβεβλημένο πολιτικό πρόσωπο, χρειάζονται πρόσθετα πολιτικά φίλτρα.
Αυτή ήταν, λοιπόν, η αντίδραση της κυβέρνησης και εμού προσωπικά τον τελευταίο μήνα. Κατά συνέπεια δεν υπήρξε ποτέ καμία διάθεση για συγκάλυψη».
Συνέχισε λέγοντας ότι κατανοεί τον θυμό και την οργή του προέδρου του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ για το ζήτημα, αλλά και ότι ο τελευταίος «επιχειρεί μία συνεχή εργαλειοποίηση ενός πραγματικού προβλήματος το οποίο ανεδείχθη τον τελευταίο μήνα». «Εχει πάντα τη δυνατότητα να πάει στην Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών και στο πλαίσιο του νόμου να λάβει τις απαντήσεις που η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών είναι σε θέση να του δώσει», υποστήριξε.
Ως προς το αν η υπόθεση αυτή «δηλητηριάζει» καθοριστικά και μόνιμα τις σχέσεις μεταξύ της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ, ο κ. Μητσοτάκης απάντησε ως εξής: «Από την πρώτη στιγμή που ο κ. Ανδρουλάκης εκλέχτηκε πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ απέφυγε επιμελώς οποιαδήποτε συνάντηση μαζί μου. Δυο φορές του ζήτησα να συναντηθούμε. Αυτονόητο αίτημα, μιας συνάντησης γνωριμίας μεταξύ Πρωθυπουργού και Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας και ενός νέου αρχηγού. Τι πιο φυσιολογικό να βρεθούμε, να συζητήσουμε, να αντιληφθούμε λίγο το πώς σκέφτεται ο ένας και το πώς σκέφτεται ο άλλος. Ο κ. Ανδρουλάκης το απέφυγε επιμελώς.
Εχει πει πολλές φορές ότι δεν δέχεται καθ’ οποιονδήποτε τρόπο να είμαι εγώ Πρωθυπουργός σε μία ενδεχόμενη κυβέρνηση συνεργασίας. Του απάντησα νομίζω με πολύ μεγάλη ευπρέπεια ότι τον Πρωθυπουργό τον επιλέγει ο ελληνικός λαός κι όχι ο κ. Ανδρουλάκης.
Κατά συνέπεια πιστεύω ότι αυτό το πραγματικό σφάλμα το οποίο έγινε ήταν “βούτυρο στο ψωμί” του κ. Ανδρουλάκη. Τον βοήθησε να πορευτεί σε μία γραμμή η οποία ήταν, κατά την άποψή μου, ήδη προαποφασισμένη. Είναι μία γραμμή ρήξης με τη Νέα Δημοκρατία. Μία γραμμή η οποία προσωπικά εμένα μου κάνει και αρκετή εντύπωση, διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι με το ΚΙΝΑΛ έχουμε συγκυβερνήσει. Και επίσης δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πολλοί ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ θεωρώ ότι βλέπουν θετικά τις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης.
Με άλλα λόγια, νομίζω ότι ο κ. Ανδρουλάκης ακολουθεί μία πολιτική η οποία τον φέρνει σε μία απόσταση από το δικό του κοινό, από το δικό του εκλεκτορικό σώμα. Είναι δικό του θέμα βέβαια και ο ίδιος θα απαντήσει στο πώς αντιλαμβάνεται τον δικό του ρόλο και πώς θα αντιμετωπίσει τα διλήμματα στα οποία εκ των πραγμάτων θα χρειαστεί να απαντήσει μετά τις επόμενες εκλογές».
Σε τοποθέτηση του που ακολούθησε, ο Κυριάκος Μητσοτάκης υποστήριξε ότι είναι λανθασμένη η σύγχυση μεταξύ των νόμιμων επισυνδέσεων και της χρήσης παράνομων λογισμικών. Με αφορμή ερώτηση που δέχθηκε σχετικά με το σύστημα Predator, ο ίδιος προσέθεσε: «Δεν είναι το μόνο. Υπάρχουν πολλά παράνομα λογισμικά, τα οποία δυστυχώς διακινούνται στην παγκόσμια αγορά. Υπάρχει το Pegasus, για το οποίο δεν είμαστε καθόλου σίγουροι ότι δεν έχει χρησιμοποιηθεί στην Ελλάδα πριν κάνει την εμφάνισή του το Predator».
«Για ένα είμαστε απολύτως βέβαιοι: ότι το λογισμικό αυτό δεν χρησιμοποιείται από ελληνικές κρατικές υπηρεσίες», ξεκαθάρισε στη συνέχεια και εντόπισε το πρόβλημα προς συζήτηση στο ότι «η τεχνολογία, δυστυχώς, τρέχει πολύ πιο γρήγορα από τις κυβερνήσεις και στο ότι τα λογισμικά αυτά είναι διαθέσιμα σε άλλες χώρες, σε αυταρχικά καθεστώτα, ενδεχομένως σε ανθρώπους οι οποίοι έχουν διάθεση να πληρώσουν για να τα αποκτήσουν».
«Μέχρι σήμερα δεν υπάρχει τεχνολογική γραμμή άμυνας, εύκολη, απέναντι σε τέτοια λογισμικά. Και αυτό δεν είναι μόνο ελληνικό πρόβλημα -το γνωρίζετε πολύ καλά- είναι ευρωπαϊκό πρόβλημα. Ομόλογοί μου έχουν τύχει αντικείμενο παρακολούθησης, πάρα πολλοί πολιτικοί, ενδεχομένως επιχειρηματίες, δημοσιογράφοι», προσέθεσε και εξέφρασε τη φιλοδοξία η Ελλάδα να πρωταγωνιστήσει «σε μία ευρωπαϊκή πρωτοβουλία ώστε να τεθεί ξεκάθαρη απαγόρευση διακίνησης, πώλησης, εξαγωγής τέτοιων λογισμικών, τουλάχιστον όσον αφορά στη χώρα μας».
Ελληνοτουρκικά
Ερχόμενος στα των σχέσεων με τη γειτονική χώρα, ο Πρωθυπουργός χαρακτήρισε «απαράδεκτες» τις πρόσφατες δηλώσεις του τούρκου προέδρου σε βάρος της χώρας μας, ενώ έκρινε ότι αυτή η διαρκής επιθετικότητα, η οποία δεν εκπέμπεται μόνο από τον Ερντογάν αλλά «συνολικά από το τουρκικό πολιτικό κατεστημένο» είναι «εξαιρετικά προβληματική».
Κατηγόρησε, μάλιστα, τα τουρκικά κόμματα εκείνα που «υπερθεματίζουν ως προς τον τουρκικό εθνικισμό», ιδιαίτερα λίγο πριν από μία εκλογική αναμέτρηση, για τη δηλητηρίαση της τουρκικής κοινωνίας και την υπονόμευση των σχέσεων καλής γειτονίας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξεκαθάρισε, δε, ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να ακολουθήσει την Τουρκία «σε ένα μπαράζ σκληρών δηλώσεων, όπου κάθε μέρα θα ανεβάζουμε περισσότερο το θερμόμετρο της επικοινωνίας. Κάτι τέτοιο θα ήταν και ανεύθυνο». «Από την άλλη», συνέχισε, «θα επιμένουμε πάντα να δίνουμε σαφείς απαντήσεις και να αναδεικνύουμε εντός, αλλά κυρίως εκτός Ελλάδος, αυτήν την απόλυτη διαστρέβλωση η οποία επιχειρείται σήμερα από την Τουρκία, η οποία ενώ είναι αυτή η οποία προκαλεί την ένταση, θέλει να παρουσιάσει την Ελλάδα ως δήθεν επιτιθέμενη».
Υπογράμμισε έπειτα ότι δεν είναι ο ίδιος εκείνος ο οποίος «ανατίναξε» τις γέφυρες επικοινωνίας με τη γείτονα, όπως και ότι δεν είπε «Ερντογάν γιοκ» ως προς την επικοινωνία μεταξύ των δύο χωρών σε επίπεδο αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων –την αντίστοιχη φράση είχε πει ο Ερντογάν πριν λίγο καιρό.
«Θα επιδιώκουμε πάντα να έχουμε διαύλους επικοινωνίας ανοιχτούς με την Τουρκία. Είμαι πάντοτε ανοιχτός να συναντήσω τον κ. Ενρτογάν. Αυτός είναι ο οποίος αυτή τη στιγμή δεν επιθυμεί κάποια συζήτηση μαζί μου. Αν και, όπως σας έχω ξαναπεί, τα έχω ξανακούσει στο παρελθόν αυτά και βεβαίως και ξανασυναντήθηκαμε. Και εκτιμώ ότι θα συναντηθούμε και πάλι», σημείωσε.
Ερωτηθείς, αργότερα, αν οι απειλές, η αύξηση των παραβιάσεων, των εναέριων παραβιάσεων, η αλλαγή στάσης και στις στρατιωτικές ασκήσεις της Τουρκίας αλλά και τα γεγονότα στον Εβρο συνιστούν προκαταρκτικές πολεμικές κινήσεις, ο Πρωθυπουργός απάντησε αρνητικά. «Η απάντηση είναι πως όχι. Γιατί δεν μπορώ να διανοηθώ, δεν μπορώ να διανοηθώ, μία σύρραξη μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας με την Τουρκία επιτιθέμενη εις βάρος της ελληνικής εθνικής κυριαρχίας. Δεν πιστεύω ότι αυτό πρόκειται ποτέ να συμβεί. Και αν ο μη γένοιτο συνέβαινε, η Τουρκία θα έπαιρνε απάντηση η οποία θα ήταν απολύτως καταλυτική και νομίζω το γνωρίζει πάρα πολύ καλά. Γνωρίζει πολύ καλά την επάρκεια των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων και το βαθμό ετοιμότητάς τους», προσέθεσε.
Εξάλλου, ο κ. Μητσοτάκης έκανε λόγο για «μεγάλο προβληματισμό, ο οποίος υφίσταται σήμερα σε πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες αλλά και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, για τη στάση μιας χώρας η οποία τυπικά είναι μέλος του ΝΑΤΟ πλην όμως εξακολουθεί και έχει μία στρατηγική συνεργασία με τη Ρωσία. Η μόνη χώρα του ΝΑΤΟ η οποία δεν εφαρμόζει κυρώσεις έναντι της Ρωσίας, με σημαντικό οικονομικό όφελος. Μία χώρα η οποία προμηθεύεται αμυντικό εξοπλισμό από τη Ρωσία. Εξοπλισμό ο οποίος είναι απολύτως κρίσιμος προκειμένου να διασφαλιστεί η ασφάλεια σημαντικών οπλικών συστημάτων του ΝΑΤΟ. Μίας χώρας η οποία υιοθετεί μία ρητορική νεο-επεκτατική, νεο-αυτοκρατορική, η οποία σήμερα, ειδικά μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, φαντάζει τελείως ξένη προς τις αρχές και τις αξίες της Συμμαχίας του ΝΑΤΟ, της Ευρωπαϊκής Ενωσης αλλά και του δυτικού κόσμου ένθεν και ένθεν των δύο όχθεων του Ατλαντικού».
Από εκεί και πέρα, όμως, «το ΝΑΤΟ κατά τη διάρκεια όλης της ιστορίας του έχει επιδιώξει αυτό το ρόλο του επιτήδειου ουδέτερου. Τον έχουμε στηλιτεύσει πολλές φορές», ανέφερε.
Μεταναστευτικό – Προσφυγικό
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναφέρθηκε ξανά στην Αγκυρα, αυτή τη φορά με αφορμή τις ερωτήσεις που δέχθηκε σχετικά με το Μεταναστευτικό – Προσφυγικό.
Διαβεβαίωσε ότι «η χώρα είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε πρόκληση στο μέτωπο των μεταναστευτικών ροών» και θύμισε ότι η κυβέρνηση έχει αποδείξει, όπως είπε, ότι όταν λέει ότι φυλάσσει τα σύνορά μας με αποτελεσματικότητα αλλά και με σεβασμό στα θεμελιώδη δικαιώματα, είναι σε θέση πράγματι αν το κάνει.
Αφότου ευχαρίστησε τα Σώματα Ασφαλείας που συμμετέχουν στην ασφάλεια των συνόρων, διευκρίνισε, δε, ότι δε μίλησε για την προστασία των συνόρων από «από πρόσφυγες οι οποίοι έρχονται κατατρεγμένοι και απελπισμένοι αναζητώντας καθεστώς προστασίας, αλλά από ανθρώπους οι οποίοι δυστυχώς πέφτουν θύματα εργαλειοποίησης, πολιτικής εργαλειοποίησης από τη γείτονα χώρα αλλά και εργαλειοποίησης από τα άθλια δίκτυα των διακινητών ανθρώπων, οι οποίοι εκμεταλλεύονται τον ανθρώπινο πόνο για να αποκομίσουν σημαντικά οικονομικά οφέλη».
«Θα συνεχίσουμε, λοιπόν, αταλάντευτοι στην πολιτική την οποία ακολουθούμε. Ενισχύοντας ακόμα περισσότερο τα χερσαία σύνορά μας με φυσικό φράχτη, όπου αυτό είναι απαραίτητο, με επιπλέον μέτρα επιτήρησης. Κάποια από αυτά μάλιστα παρουσιάστηκαν χθες από τον Υπουργό Μεταναστευτικής Πολιτικής στην ΔΕΘ. Και θα εξακολουθούμε να στέλνουμε αυτό το μήνυμα της ενεργητικής αποτροπής απέναντι σε όσους πιστεύουν ότι μπορούν να χρησιμοποιήσουν μεταναστευτικές ροές για να μας ασκήσουν οποιαδήποτε γεωπολιτική πίεση», διαβεβαίωσε.
Δεν έλειψε από την απάντησή του σε σχετική ερώτηση και η σκληρή κριτική σε ορισμένες ΜΚΟ: «Εκτιμώ και σέβομαι πάρα πολύ τον ρόλο των περισσότερων Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων στην αντιμετώπιση του προσφυγικού ζητήματος. Εχουμε συνεργαστεί με πολλές –και οι πιο πολλές είναι εξαιρετικά αξιόπιστες– και πραγματικά νοιάζονται να απαλύνουν τον ανθρώπινο πόνο. Οχι όλες όμως. Υπάρχουν κάποιες για τις οποίες το Προσφυγικό είναι μπίζνα, για να το πω πολύ απλά. Και οι οποίες επιδιώκουν συνέχιση αυτών των ροών προκειμένου να αποκομίζουν οι ίδιες οικονομικά οφέλη».
Απαντώντας σε ερώτηση για την «έντονη κριτική από μεγάλα ξένα ειδησεογραφικά πρακτορεία», ο Πρωθυπουργός σχολίασε ότι «η κριτική είναι καλοδεχούμενη και επιβεβλημένη. Οπως και η γνώμη είναι καλοδεχούμενη, έστω και αν δεν μας αρέσει ή αν έχει ιδεολογικές αναφορές. Λογικό είναι αυτό, δεν είναι κάτι το οποίο είναι ασυνήθιστο. Αυτό που δεν μπορεί να είναι αποδεκτό είναι η διαστρέβλωση των στοιχείων».
«Και εκεί θα επιμείνουμε πάρα πολύ», ανέφερε, και παρέπεμψε στα πρόσφατα γεγονότα με τους μετανάστες στη νησίδα του Εβρου, για τα οποία είπε: «Στήθηκε μία ολόκληρη “φάμπρικα” επικοινωνιακή και δεχθήκαμε πολύ ισχυρή κριτική από συγκεκριμένα Μέσα του εξωτερικού με αφορμή το περιστατικό με τους “38 μετανάστες και το νεκρό παιδί”. Αμφισβητείται σοβαρά ότι έχει υπάρξει ποτέ τέτοιο περιστατικό. Δεν είδα όμως κάποιοι να ανασκευάζουν αυτά τα οποία έγραψαν για την Ελλάδα. Η εικόνα που μπορεί να έχει μείνει στο εξωτερικό είναι ότι υπήρχε πράγματι ένα νεκρό παιδί το οποίο θάφτηκε σε μία νησίδα, κάτι το οποίο μέχρι στιγμής δεν επιβεβαιώνεται από κανέναν.
Κατά συνέπεια, εμείς θα είμαστε πάντα πολύ ανοιχτοί και ανεκτικοί στο να δεχόμαστε κάθε κριτική. Και λογικό είναι όταν γίνεται ένα λάθος να δεχόμαστε κριτική. Αλλά δεν θα δεχτούμε τη διαστρέβλωση των πραγματικών γεγονότων. Και νομίζω ότι η χώρα έχει κάνει πάρα πολλά βήματα προόδου και η εικόνα της χώρας στο εξωτερικό σήμερα δεν είναι αυτή η οποία ήταν πριν από τρία χρόνια».
Η ερώτηση του Protagon και η απάντηση του Πρωθυπουργού
«Νομίζω για πρώτη φορά η χώρα μας έχει μία Εθνική Στρατηγική για την Ισότητα όσων συμμετέχουν στη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα, η οποία απλώνεται σε πολλά διαφορετικά πεδία και ήδη έχουμε τα πρώτα απτά αποτελέσματα μιας κυβέρνησης η οποία δείχνει ιδιαίτερη ευαισθησία για τα ζητήματα αυτά», σχολίασε σε άλλο σημείο της συνέντευξης Τύπου ο Πρωθυπουργός, απαντώντας στην ερώτηση του Protagon και του Κώστα Γιαννακίδη για τα επόμενα βήματα σε ό,τι αφορά την κατοχύρωση των δικαιωμάτων των ΛΟΑΤΚΙ+ προσώπων.
«Καταργήθηκε παραδείγματος χάρη η απαγόρευση αιμοδοσίας για πολίτες οι οποίοι είχαν μια ερωτική σχέση, μια επαφή με άτομα του ίδιου φύλου. Εξαιρετικά σημαντικό ότι καταργήσαμε με νόμο τις περιβόητες θεραπείες μεταστροφής. Μια, τολμώ να πω, πρωτόγνωρη πρακτική η οποία έθετε εφήβους οι οποίοι αναζητούσαν ακόμα τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό σε μια εξαιρετικά δύσκολη θέση, χωρίς καμία απολύτως επιστημονική τεκμηρίωση. Το ζήτημα των επεμβάσεων που γίνονται στα intersex βρέφη ρυθμίστηκε νομοθετικά, έτσι ώστε οι επεμβάσεις αυτές να μπορούν να γίνονται μόνο όταν το παιδί φτάνει σε μια συγκεκριμένη ηλικία και κατόπιν δικής του απόφασης. Συμμετοχή της κοινότητας σε προγράμματα του ΟΑΕΔ», απαρίθμησε ο κ. Μητσοτάκης.
Συνέχισε λέγοντας, έπειτα, ότι «για πρώτη φορά άτομα τα οποία ανοιχτά προσδιορίζονται ως ομοφυλόφιλα και δεν κρύβουν τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό συμμετέχουν σε μία ελληνική κυβέρνηση, και στη θέση ενός πολύ στενού μου συνεργάτη αλλά και Υφυπουργού στο Υπουργείο Πολιτισμού. Και είναι σημαντικό ότι αυτό γίνεται από μια κεντροδεξιά κυβέρνηση. Δεν έγινε από κάποιους άλλους οι οποίοι υποτίθεται ότι είναι προοδευτικοί».
Ως προς τις προθέσεις του σχετικά με την καθιέρωση του πολιτικού γάμου για τα ομόφυλα ζευγάρια, όπως προβλέπει η Εθνική Στρατηγική, ο κ. Μητσοτάκης εμφανίστηκε μεν θετικός, ωστόσο δεν έδωσε κάποιο χρονοδιάγραμμα: «Αυτή τη στιγμή υπάρχει ήδη η νομική κατοχύρωση του συμφώνου συμβίωσης. Είμαι υπερήφανος διότι και εγώ είχα στηρίξει αυτή την επιλογή όταν η Νέα Δημοκρατία -και προς τιμήν της- άφησε τους βουλευτές της ελεύθερους να τοποθετηθούν στη Βουλή επ’ αφορμή της ψήφισης της σχετικής ρύθμισης. Και για το ζήτημα του πολιτικού γάμου θα σας έλεγα κάθε πράγμα στον καιρό του».
Απαντώντας στο δεύτερο σκέλος της ερώτησης του Protagon, για το αν υπάρχει πρόθεση από την κυβέρνηση να αποκτήσει και νομική υπόσταση ο όρος «γυναικοκτονία», ο Πρωθυπουργός σημείωσε, αρχικά, ότι αποδέχεται τον όρο, ωστόσο έκρινε επαρκές το υπάρχον νομοθετικό οπλοστάσιο για την αντιμετώπιση του φαινομένου/
«Αποδέχομαι τον όρο γιατί θέλω να προσδιορίσω με αυτό τον τρόπο ότι τα εγκλήματα αυτά τα οποία τα χαρακτηρίζαμε “εγκλήματα πάθους” και τα κρύβαμε κάτω από το χαλί –θεωρούσαμε ότι λίγο-πολύ ήταν μέρος της εγκληματικής δραστηριότητας η οποία μπορεί να υπήρχε στη χώρα, ότι μπορεί να “έφταιγε και λίγο η γυναίκα που το προκάλεσε”– πρέπει να αποκτήσουν έναν ιδιαίτερο χαρακτηρισμό, ο οποίος όμως δεν πρέπει να αποκτήσει ιδιαίτερη και ξεχωριστή νομική κατοχύρωση.
Εχουμε ήδη ένα εξαιρετικά αυστηρό νομικό πλαίσιο για τις ανθρωποκτονίες και δεν μπορώ να δεχτώ ότι μία γυναικοκτονία, δηλαδή μία δολοφονία μιας γυναίκας η οποία έχει ως αιτία το ίδιο της το φύλο είναι πιο απεχθής από τη δολοφονία ενός παιδιού ή από τη δολοφονία ενός ηλικιωμένου.
Κατά συνέπεια, ναι στον όρο “γυναικοκτονία” για τον δημόσιο διάλογο, για την αύξηση της ευαισθητοποίησης για ένα πραγματικό πρόβλημα το οποίο υπήρχε πάντα στην ελληνική κοινωνία αλλά το κρύβαμε κάτω από το χαλί. Ναι, σε όλες τις δράσεις εκείνες που δίνουν τη δυνατότητα στις γυναίκες να καταφύγουν σε κάποιον ο οποίος να τους υποστηρίξει, αν αισθάνονται ότι είναι αντικείμενα άσκησης βίαιων συμπεριφορών ή εάν υποψιάζονται ότι αυτό μπορεί να συμβεί. Ναι σε όλα τα τμήματα τα οποία αναπτύσσονται στην Ελληνική Αστυνομία.
Εχουμε εδώ στη Θεσσαλονίκη τμήματα υποστήριξης κατά της οικογενειακής βίας. Είναι μία νέα ενασχόληση για την Ελληνική Αστυνομία. Θα χρειαστεί χρόνο να εκπαιδεύσουμε τους αστυνομικούς μας ότι και αυτή η εγκληματικότητα χρειάζεται μία ξεχωριστή αντιμετώπιση.
Και ναι, να μιλάμε και να χρησιμοποιούμε τον όρο “γυναικοκτονία” δημόσια, στο δημόσιο διάλογο, διότι αυτό επιβάλλει το σπάσιμο της ομερτά, της σιωπής γύρω από μία σειρά από εγκλήματα τα οποία έχουν αυτά τα πολύ ιδιαίτερα χαρακτηριστικά».
Ουκρανία
«Η στάση μας στην Ουκρανία δεν αποσκοπεί μόνο στο να στηρίξουμε μία χώρα η οποία είναι αμυνόμενη. Είναι μία στάση η οποία θέτει μία διαχωριστική γραμμή, μία τομή θα έλεγα, μεταξύ των χωρών εκείνων που σέβονται το απαραβίαστο των συνόρων, τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, και αυτών οι οποίες πιστεύουν ότι με βάση τον νόμο του ισχυρού μπορούν πάντα να επιβουλεύονται χώρες που νομίζουν ότι είναι πιο αδύναμες και να αλλάζουν τα σύνορα κατά το δοκούν», απάντησε ο Πρωθυπουργός, κληθείς να σχολιάσει εάν υπάρχει κίνδυνος να «ανοίξει η όρεξη» και άλλων χωρών εάν δεν ηττηθεί η Ρωσία, όπως εκτιμούν ορισμένοι πολιτικοί αναλυτές ότι θα συμβεί.
«Αρα, είναι πάρα πολύ σημαντικό αυτό το οποίο θα συμβεί στην Ουκρανία. Είναι πάρα πολύ σημαντικό να δώσουμε τη δυνατότητα στην Ουκρανία να μπορέσει τελικά να διαπραγματευτεί μία ειρήνη με τη Ρωσία με τους δικούς της όρους, και σίγουρα όχι έχοντας χάσει αυτό τον πόλεμο. Γι’ αυτό και έχει τόσο μεγάλη σημασία για την Ελλάδα αυτή η στήριξη την οποία δίνουμε στην Ουκρανία.
Και, να το πω πολύ απλά και πολύ λαϊκά: ναι, για όποιον μπορεί να φαντασιώνεται ότι μία τέτοια πολιτική τελικά μπορεί να του βγει –για να το πω πολύ απλά– πρέπει να κοπεί ο βήχας. Και ο τρόπος για να γίνει αυτό είναι να είμαστε απολύτως συγκροτημένοι και σταθεροί στη στήριξη την οποία παρέχουμε στην Ουκρανία», υπογράμμισε.
Κληθείς να σχολιάσει τις πληροφορίες περί αποστολής των S-300 στην Ουκρανία, πάντως, ο κ. Μητσοτάκης ήταν κατηγορηματικός: «Δεν υφίσταται κανένα τέτοιο ζήτημα».
«Εχουμε πει πολλές φορές ότι η στήριξη την οποία παρέχουμε στην Ουκρανία δεν πρόκειται να είναι εις βάρος της άμυνας της χώρας», απάντησε στο ερώτημα της δημοσιογράφου του «Ριζοσπάστη» ο Πρωθυπουργός, προσθέτοντας ότι αυτή η στάση «απαντά» και στο έτερο ερώτημα του ίδιου Μέσου για το αν κυβέρνηση θα στείλει τεθωρακισμένα οχήματα στην εμπόλεμη χώρα.
«Εχουμε συμφωνήσει να αποστείλουμε κάποια παλαιότερα θωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού, υπό την προϋπόθεση ότι αυτά θα αντικατασταθούν αμέσως από πιο σύγχρονα γερμανικά οχήματα και οι διαπραγματεύσεις γι’ αυτή μας την απόφαση εξακολουθούν να συνεχίζονται», συμπλήρωσε.
Μπορείτε να παρακολουθήσετε ολόκληρη τη συνέντευξη Τύπου στο παρακάτω βίντεο ή να τη διαβάσετε αναλυτικά εδώ
Πώς «είδε» η αντιπολίτευση τη συνέντευξη του Πρωθυπουργού
«Σε πλήρη απομόνωση, ο κ. Μητσοτάκης πρωταγωνίστησε σήμερα σε ένα κακόγουστο σόου κράτους που παραπέμπει σε καθεστώτα ελέω Θεού μοναρχών», σχολίασε ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος εκτίμησε, παράλληλα, ότι τα όσα είπε ο Πρωθυπουργός «δεν αφορούν τους πολίτες, που θα βρεθούν αντιμέτωποι με ακόμα μεγαλύτερη αφαίμαξη των εισοδημάτων τους».
«Στην τρίωρη συνέντευξη Τύπου του πρωθυπουργού καταδείχθηκε από την αφωνία του για τον κ. Τσίπρα και τις συνεχείς επιθέσεις του στο ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, ποιος είναι ο στρατηγικός του αντίπαλος», δήλωσε από την πλευρά του το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ. Η Χαρ. Τρικούπη προσέθεσε ότι «η κυβέρνηση της ΝΔ και η προηγούμενη των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ εκπροσωπούν πρακτικές του χθες και δύο μοντέλα διακυβέρνησης, που διαπνέονται από καθεστωτισμό και συσσώρευσαν στους πολίτες περισσότερα προβλήματα από όσα υποσχέθηκαν να λύσουν».
Το ΚΚΕ στάθηκε στα μετεκλογικά σενάρια για τα οποία μίλησε ο Πρωθυπουργός. «Ο κύριος Μητσοτάκης, στην προσπάθεια του να θέσει στο λαό κάλπικες διαχωριστικές γραμμές κι εκβιαστικά διλήμματα, φτάνει στο σημείο να εμπλέκει το ΚΚΕ σε ανυπόστατα σενάρια κυβερνήσεων συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ/ ΚΙΝΑΛ και το ΜέΡΑ25. Βεβαίως γνωρίζει πολύ καλά ότι οι στρατηγικές επιλογές αυτών των κομμάτων, οι δεσμεύσεις τους απέναντι στην ΕΕ, το ΝΑΤΟ, το κεφαλαίο δημιουργούν αντικειμενικά τη δυνατότητα για άλλου είδους πολιτική εξέλιξη: Η ίδια η ΝΔ, με ή χωρίς τον κύριο Μητσοτάκη, να συνεργαστεί με κάποιο από αυτά τα κόμματα αν αυτό απαιτηθεί από τις ανάγκες σταθερότητας του σάπιου συστήματος», δήλωσε ο Περισσός.
«Οι πολίτες κ. Μητσοτάκη δεν θα σας δώσουν καμία δεύτερη εντολή δήθεν προόδου, καθώς γνωρίζουν καλά πως μόνο η πρώτη φορά ρήξη που προτείνει το ΜέΡΑ25 είναι η πραγματική απάντηση στην διαρκή και πολυεπίπεδη κρίση που βιώνει η χώρα, η οικονομία και η κοινωνία με όλες τις προεκτάσεις ακόμα και στην ίδια την λειτουργία της δημοκρατίας, τους θεσμούς (όπως η Δικαιοσύνη, η ΕΥΠ κ.α.), τον Τύπο κ.λπ.», σημείωσε, μεταξύ άλλων, το κόμμα του κ. Βαρουφάκη.
Σκληρή επίθεση στον Πρωθυπουργό εξαπέλυσε και ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος απηύθυνε ομιλία στο φεστιβάλ της Νεολαίας του ΣΥΡΙΖΑ αργότερα την ίδια ημέρα, καταλόγισε στον κ. Μητσοτάκη ότι επιχειρεί να εγκαθιδρύσει καθεστώς με «παρακρατικές μεθόδους» και έβαλε το δικό του εκλογικό δίλημμα: «Εφιάλτης τέλος ή εφιάλτης δίχως τέλος».
Του επέστρεψε, δε, την κατηγορία περί «τερατογένεσης» λέγοντας ότι «τέρατα είναι αυτά που γέννησε και εξέθρεψε ο κ. Μητσοτάκης» και μίλησε για «πολιτική αλλαγή και δημοκρατική προοδευτική κυβέρνηση, που θα συγκροτηθεί από τις πρώτες κάλπες, τις κάλπες της απλής αναλογικής».
«Στη ΔΕΘ ο Πρωθυπουργός παρουσίασε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο, το οποίο ανταποκρίνεται πλήρως στην κρισιμότητα της διεθνούς συγκυρίας, στην ανάγκη διασφάλισης της πατρίδας, στην απαίτηση των πολιτών για συνέχιση και εμβάθυνση της ουσιαστικής στήριξής τους απέναντι στην εισαγόμενη ακρίβεια, και στην ανάγκη κάλυψης των στεγαστικών αναγκών των νέων», ανέφερε στη δήλωσή του για την ομιλία του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γιάννης Οικονόμου.
«Με γνώση, με ενσυναίσθηση και πατριωτισμό ο Πρωθυπουργός έδειξε το δρόμο εξόδου από τις κρίσεις και τα μέσα που θα χρησιμοποιήσουμε στην πορεία αυτή. Αντίθετα, ο κ. Τσίπρας, όπως επιβεβαίωσε κι απόψε, δεν έχει κανένα σχέδιο και καμιά γνώση. Μόνο παρωχημένα συνθήματα, ψέματα και εύκολες αερολογίες. Οι πολίτες, συγκρίνοντας τους λόγους και τα έργα του Κυριάκου Μητσοτάκη και του Αλέξη Τσίπρα, έχουν μια λογική επιλογή: τη σταθερότητα, τη συνέπεια και τη συνέχεια», κατέληξε.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News