Με αφορμή τη σοβαρή ρήξη στις σχέσεις μεταξύ ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, λόγω των παρακολουθήσεων, δίνουν και παίρνουν εσχάτως οι αναλύσεις σχετικά με πιθανές μετεκλογικές συμμαχίες για τη διακυβέρνηση της χώρας.
Η πιο πιθανή εκδοχή συνεργασίας, η οποία λειτούργησε αποτελεσματικά κατά το πρόσφατο παρελθόν στην κυβέρνηση των «Σαμαροβενιζέλων», φαίνεται πια με τα σημερινά δεδομένα μάλλον απίθανη. Το ίδιο όμως απίθανες –για διαφορετικούς λόγους– φαίνονται και όλες οι άλλες δυνατές συμμαχίες: της ΝΔ με τον ΣΥΡΙΖΑ, του ΣΥΡΙΖΑ με το ΠΑΣΟΚ και το ΜέΡΑ25 και της ΝΔ με την Ελληνική Λύση.
Θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι αυτό το σκηνικό ευνοεί την εκλογική στρατηγική της ΝΔ που επιδιώκει αυτοδυναμία. Εάν πράγματι δεν είναι εφικτή καμία συνεργασία, τότε ουδείς μπορεί να αποκλείσει διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις, μέχρις ότου σχηματιστεί αυτοδύναμη κυβέρνηση! Και μόνο η απειλή της πολύμηνης αστάθειας, με επαναλαμβανόμενες εκλογές, αρκεί για να επιβεβαιώσει τη χρησιμότητα της αυτοδυναμίας, άρα να λειτουργήσει υπέρ του πρώτου κόμματος, που σύμφωνα με τα γκάλοπ παραμένει η ΝΔ.
Υπάρχει, βέβαια, και άλλη «λύση», που εισηγούνται κάποιοι στον Πρωθυπουργό, ο οποίος όμως την απορρίπτει με απαξιωτικά σχόλια: η αλλαγή του εκλογικού νόμου, με πρωτοβουλία της ΝΔ, έτσι ώστε στις μεθεπόμενες εκλογές να μη χρειάζεται σχεδόν 38% το πρώτο κόμμα για να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση, αλλά να του αρκεί ένα 35%. Μιλάμε, ασφαλώς, για σενάρια επί χάρτου, τα οποία πάντως αποδεικνύουν πόσο προβληματικά εξελίσσεται η σχέση ανάμεσα στον σημερινό συσχετισμό των πολιτικών δυνάμεων και στη δυνατότητά τους να συνεννοηθούν για τη διακυβέρνηση της χώρας.
Τα εκλογικά διλήμματα των κομμάτων δύσκολα θα αλλάξουν: η ΝΔ θα επιμένει στην «αυτοδυναμία», ο ΣΥΡΙΖΑ στην «προοδευτική διακυβέρνηση» μαζί με άλλες «προοδευτικές δυνάμεις» και το ΠΑΣΟΚ στην αυτόνομη πορεία με στόχο τη «σοσιαλδημοκρατία». Τι θα γίνει, λοιπόν; Από την ώρα που αυτά είναι τα διλήμματα, πώς μπορεί να προκύψει λύση που να τα υπερβαίνει; Το πιθανότερο είναι ότι η υπέρβαση θα γίνει μέσα από το δίλημμα που θα θέσει όχι το υπάρχον κομματικό σύστημα, αλλά η ίδια η σκληρή πραγματικότητα.
Σε μια χώρα που προετοιμάζεται μαζί με ολόκληρη την Ευρώπη για «τον πιο δύσκολο χειμώνα από το 1945», που βιώνει μια κρίση διαρκείας στις σχέσεις της με την Τουρκία, με στοιχεία έντασης που την καθιστούν απρόβλεπτη, είναι να απορεί κανείς με πόση αλαζονεία οικοδομούνται και προβάλλονται οι εκλογικές στρατηγικές των κομμάτων, σαν να μην έχουν επαφή με την πραγματικότητα. Οσοι πιστεύουν ειλικρινά ότι σε συνθήκες κρίσης έχουν την πολυτέλεια να θέτουν οι ίδιοι τα διλήμματα που τους βολεύουν, μάλλον αυταπατώνται. Ας θυμηθούν τι συνέβη και το 2009, και το 2012 και το 2015, όταν άλλοι το έπαιζαν ανήξεροι, άλλοι μάγοι κι άλλοι αυταπατημένοι. Αλλα πίστευαν, άλλα έλεγαν, άλλα έλπιζαν, άλλα υπόσχονταν κι άλλα έπρατταν… Η πραγματικότητα –ιδιαίτερα σκληρή στην εποχή των μνημονίων– επέβαλε τότε αλλεπάλληλες αλλαγές στρατηγικής σε όλους: το ΠΑΣΟΚ πέρασε από το «λεφτά υπάρχουν» στο πρώτο μνημόνιο, η ΝΔ από «το μνημόνιο δεν είναι μονόδρομος» στη συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ και στο δεύτερο μνημόνιο, ο ΣΥΡΙΖΑ από το «σκίσιμο» των μνημονίων και το «όχι» του δημοψηφίσματος στο τρίτο μνημόνιο, αγκαλιά με τους ΑΝΕΛ.
Με δεδομένο ότι πρέπει κανείς να διδάσκεται από το παρελθόν, που εν προκειμένω είναι και πολύ πρόσφατο, καλό είναι να έχουμε κατά νου ότι η πραγματικότητα δεν υποτάσσεται στα κομματικά, εκλογικά διλήμματα, αλλά είναι αυτή που τα καθορίζει. Επομένως, το εάν και ποιοι θα συνεργαστούν μεταξύ τους θα το κρίνει αρχικά ο λαός και μετά οι συνθήκες που θα έχουν διαμορφωθεί διεθνώς και στη χώρα, όταν φτάσουμε στις κάλπες. Τα υπόλοιπα είναι μόνο για να συζητιούνται σε πρωινούς καφέδες και να διοχετεύονται μέσω non papers προς τέρψιν κομματικών στελεχών και οπαδών.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News