Αν δεν είστε προετοιμασμένοι, καλό είναι να μη ρωτήσετε τον σκηνοθέτη Βασίλη Παπαβασιλείου το τετριμμένο «Ηθοποιός σημαίνει φως;». Μπορεί η απάντησή του να σας φτάσει στο μη παρέκει.
Ομως, θα είναι τόσο γοητευτική η πορεία, η κουβέντα μαζί του (πάντα…), που θα αξίζει τον κόπο ακόμη και το «μη παρέκει» του.
Σας το λέω από προσωπική εμπειρία (και τι εμπειρία, τόσες και τόσες φορές που βρέθηκα απέναντί του). Η αφορμή, τούτη τη φορά, ήταν η «Ελένη» του Ευριπίδη, που με το ΚΘΒΕ –του οποίου χρημάτισε παλαιότερα και διευθυντής– έφερε τελικά, με έναν χρόνο καθυστέρησης, στην Επίδαυρο.
Αλλο αν στην «Ελένη» αυτή, που πολύ συζητήθηκε, το Φεστιβάλ επιφύλασσε τις πιο «δύσκολες» ημέρες, στον Δεκαπενταύγουστο.
Μιλάμε για την ξεκαρδιστική, ελέω Παπαβασιλείου, «Ελένη», πατημένη σταθερά πάνω στον ευριπίδειο λόγο, συναρμοσμένο αρμονικά στη νέα ελληνική από τον μάστορα των λέξεων και των σκέψεων, εξαίρετο συγγραφέα, συζητητή (επίσης), αρθρογράφο στην «Καθημερινή», ερευνητή δεινό Παντελή Μπουκάλα.
Την «Ελένη» που θα παρασταθεί την Παρασκευή 2 Σεπτεμβρίου στα Ιωάννινα, την Παρασκευή 9 Σεπτεμβρίου στο Θέατρο Βράχων «Μελίνα Μερκούρη» του Βύρωνα και, καταληκτικά, την Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου στο Παλαιό Ελαιουργείο της Ελευσίνας.
Αυτή ήταν η αφορμή, αλλά έλα που σαν έτοιμος από καιρό ο Βασίλης Παπαβασιλείου βούτηξε κατευθείαν στο Φως (που μπορεί και να σημαίνει Ηθοποιός) κι άντε να τον σταματήσεις.
«Αντίθετα με τον κινηματογράφο, όπου ο ηθοποιός φωτίζεται π.χ. με 3 KW και ακτινοβολεί, στη σκηνή του θεάτρου είναι φωτιστικό σώμα. Αν του ρίξεις 3 KW φως, πρέπει ο ίδιος να εκπέμπει 4 KW». Πριν το προσπεράσετε, σκεφθείτε το ξανά. Διαβάστε το ξανά. Πόσα λέει αυτή η φράση και για το θέατρο και για τον ηθοποιό και για τον σκηνοθέτη. Η «έλευση» του οποίου, όπως θα μάθετε παρακάτω, συνδέεται ακριβώς με το φως.
Το ανέκδοτο «νέο ελληνικό κράτος»
Το κρατάμε αυτό και πάμε παρακάτω. Στο αγαπημένο του Βασίλη Παπαβασιλείου ελληνικό κράτος. Πάντα αγαπημένο. Σε όλες τις κουβέντες μας:
«Αυτό το ανέκδοτο, που λέγεται νέο ελληνικό κράτος, είναι κάτι πρωτότυπο και κάτι αστείο. Το ανέκδοτο Ελλάς, αν σκεφθείς τι σήμαινε η δημιουργία νέου ελληνικού κράτους το 1830, είχε στην αρχή το Μωριά και τη Ρούμελη. Επειτα μπαίνουν τα Επτάνησα, ως δώρο των Αγγλων στον Γεώργιο Α’ και η Θεσσαλία, κ.λπ. Μέχρι το 1947 που ολοκληρώνεται το παζλ.
»Αν θελήσει κάποιος να κάνει μια σχηματική διάκριση (σ.σ.: ή στάση), στους δύο αιώνες, στον 20ό και στον 21ο, θα σταματήσει στις δύο αρχικές δεκαετίες του πρώτου, με την Εκστρατεία και κατάληξη τη Μικρασιατική Καταστροφή. Στον επόμενο αιώνα θα σταματήσει στη χρεοκοπία του 2010 και στην ανατοποθέτηση της Ελλάδας μέσα στο διεθνές σύστημα.
»Στη δική μας περιοχή, ο γεωπολιτικός παράγοντας έχει για επίκεντρο τα… Δαρδανέλια. Η υπόθεση “Αλεξανδρούπολη” είναι, ουσιαστικά, η παράκαμψη των Δαρδανελίων και αναδεικνύεται στη νέα Σούδα. Επανατοποθετώντας την Ελλάδα μέσα στο νέο γεωπολιτικό σύστημα».
Και να που εδώ, ο σκηνοθέτης και πολίτης Βασίλης Παπαβασιλείου έρχεται να δέσει πολλά άλλα: «Τα πολιτιστικά ιδρύματα είναι παιδιά αυτής της δεκαετίας. Ουσιαστικά έγινε η πολιτιστική εκχώρηση “της ερήμου της στεριάς” στους κληρονόμους των δύο μεγάλων εφοπλιστών. Και από αυτή την άποψη έχει πολύ ενδιαφέρον η εξέλιξη των πραγμάτων.
Από τη μια πλευρά, προσθέτει ο Βασίλης Παπαβασιλείου, έχουμε την Εθνική Λυρική Σκηνή που περνάει στη σφαίρα επιρροής του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος (στο Φάληρο).
Από την άλλη, τη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, που «έχει υιοθετήσει κάποιους νέους καλλιτέχνες του θεάτρου, τους οποίους στηρίζει. Βλέποντας τη φοβερή αμηχανία που επικρατεί στην κρατική πολιτική για τα κρατικά θέατρα και τη χαμηλή χρηματοδότηση, η οποία διανοίγει πόρτες και παράθυρα στις έκτακτες επιχορηγήσεις και στις προσωπικές σχέσεις.
»Η έκτακτη ενίσχυση επαφίεται στον πατριωτισμό του πολιτικού παράγοντα. Οταν σε μια κρατική σκηνή δίνεις 6 εκατ. ευρώ, ενώ μόνον για το πολυσέλιδο των ιδρυτικών σκοπών της χρειάζεται τουλάχιστον τα διπλά, αυτό σημαίνει αδυναμία προγραμματισμού και άσκησης ουσιαστικής πολιτικής.
Ενα τοπίο εξισωτικού λαϊκισμού
»Εκ μέρους των ιδρυμάτων, όλα οδηγούν στο τοπίο του εξισωτικού λαϊκισμού: θα δώσω ευκαιρία στους νεότερους. Που σημαίνει νεότεροι ληξιαρχικά. Δεν σημαίνει νεότεροι πνευματικά.
»Αν λειτουργούσαν έτσι τα πράγματα στην Ιστορία, δεν θα είχαμε τα τελευταία έργα του Σαίξπηρ ή του Ιψεν. Το ληξιαρχείο θα είχε φροντίσει να μας απαλλάξει από την ώριμη “Τρικυμία” του πρώτου και από το “Οταν ξυπνήσουμε εμείς οι νεκροί” του δεύτερου».
Μια πληροφορία, που κρατάμε και αυτή. Στην εποχή της πληροφορίας, εκείνος αναρωτιέται: το θέμα είναι να έχεις μόνον την πληροφορία; Τι την κάνεις; Η πληροφορία είναι το ισόγειο, ενώ το οίκημα έχει κι άλλους ορόφους. Μέχρι, ίσως, το ρετιρέ που είναι η σκέψη πάνω σε αυτή την πληροφορία, η επαγωγή και η πραγματική χρήση της.
Αυτή η διαδικασία, ως το ρετιρέ, είναι –ίσως– που χάνεται μέσα στην πληθώρα και στην ταχύτητα της πληροφορίας, στις μέρες μας.
Για να πάρουμε, έτσι ως παράδειγμα, μία πληροφορία, τον πόλεμο, μέσα από την ευριπίδεια «Ελένη» του. Την Ελένη που δεν βρίσκεται στην Τροία και στην αγκαλιά του Πάρη (ίσως μόνον το φάντασμά της), αλλά στην Αίγυπτο. Και ο Τρωικός Πόλεμος γίνεται «για ένα πουκάμισο αδειανό, για μιαν Ελένη». Για μια φαντασίωση.
Πόλεμος… για ένα πουκάμισο αδειανό;
Ετσι, λοιπόν, γίνονται οι πόλεμοι, Βασίλη Παπαβασιλείου; Για μία φαντασίωση;
«Υπάρχει η ανάγκη ενός προσχήματος, δηλαδή η μεταμφίεση του πραγματικού λόγου. Ο οποίος έχει να κάνει με την προαιώνια κατάσταση, που λέμε Δίκιο του Ισχυροτέρου. Μεταξύ δικαίου και ισχύος, που λέμε και για τον πόλεμο στην Ουκρανία.
»Μια σύμβαση που ορίζει την ανθρώπινη συνθήκη από καταβολής κόσμου. Και η οποία ανακαλείται μέσω του μυθικού χρόνου (π.χ. Τρωικός Πόλεμος), ανακαλώντας και τα κακά του αθηναϊκού ιμπεριαλισμού.
» Η “Ελένη” γράφτηκε την επομένη της καταστροφής του αθηναϊκού στόλου στη Σικελία. Ενα αντίστοιχο της Μικρασιατικής Καταστροφής. Και ήταν η ολοκλήρωση της αποτυχίας αυτού του μοντέλου επέκτασης.
» Πρέπει να καταναλωθεί αυτή η ήττα, με έναν τρόπο που δεν θα καταλύσει τους Αθηναίους από την αθηναϊκή σύναξη. Βλέπουν στην ιστορία του φαντάσματος της Ελένης την αντιστροφή του τραγικού αποτελέσματος.
» Ο Ευριπίδης, γράφοντας την “Ελένη”, θυμάται το μάθημα του Φρυνίχου, που είχε τιμωρηθεί έναν αιώνα πριν με πρόστιμο χιλίων ταλάντων, επειδή θύμισε “οικεία κακά”».
Κάτι σαν την υποχώρηση των ελληνικών στρατευμάτων στη Μικρά Ασία, που μέχρι σήμερα, εκατό χρόνια μετά την Καταστροφή, δεν είχε ουσιαστικά παρασταθεί στη σκηνή.
Πώς αντέχεται να παρασταθεί η ήττα;
«Πώς αντέχεται να παρασταθεί αυτή η ήττα; Ετσι, οι ποιητής φρόντισε να προοικονομήσει το αντίθετο του πράγματος. Κάνοντας αυτή τη μετατόπιση και οδηγώντας στην ήττα τους ανθρώπους του Βασιλιά της Αιγύπτου, Θεοκλύμενου».
Στα χέρια του σκηνοθέτη, η «Ελένη» έγινε κωμωδία. Σε πολλά σημεία ξεκαρδιστική. Γιατί, αλήθεια; «Διότι ήταν πιο έξυπνοι από μας οι αρχαίοι, που είχαν βρει την τραγικωμωδία και την κωμικοτραγωδία. Εκεί πάνω πέφτουν και συναντιούνται οι δύο μεγάλοι ποιητές, ο Ευριπίδης και ο Αριστοφάνης.
»Αυτοί οι δύο είχαν κοινά συμφέροντα σε ότι αφορά στη συζήτηση για τη Δημοκρατία. Τότε καθιερώνεται ένα απαρέμφατο, που τα λέει όλα: ευριπιδαριστοφανίζειν. Και αυτό εφεύρημα του (σ.σ.: κωμωδιογράφου) Κρατίνου.
»Ο Αριστοφάνης εισέρχεται στην αθηναϊκή σκηνή με τους “Αχαρνής”, μιλώντας για το δικαίωμα της κωμωδίας να ασχολείται με θέματα που αφορούν στη δίκαιη τάξη των πραγμάτων».
Παύση για μια προσωπική αίσθηση. Ξέρετε πώς είναι να έχεις την απόλαυση να τα ακούς όλα αυτά, με θέα σε ένα οδόσημο που μνημονεύει, στο σήμερα, το όνομα του Θεοπόμπου του Χίου, δεινού ρήτορα και κωμικού ποιητή;
Πάμε παραπέρα, όμως. Δίκαιη τάξη πραγμάτων, είπαμε. Κι αυτό το «κοινό περί δικαίου αίσθημα», που επιχειρήθηκε ως ανάχωμα (και πολυσυζητήθηκε) σε άδικα των ημερών;
«Κοινή γνώμη; Ποια είναι η κυρία; Δεν την ξέρω»
«Είναι μια συζήτηση για τις μορφές του δικαίου. Είπαν στον Μαρξ “Ξέρετε, η κοινή γνώμη προσανατολίζεται με τον τάδε τρόπο”. Και κείνος απάντησε: “Δεν την ξέρω την κυρία”.
»Στην αρχαία Αθήνα ήταν πρόσφατη η εγκαθίδρυση του δικαστηριακού θεσμού. Ο Περικλής πολλαπλασίασε τους μετέχοντες, φέρνοντας πληθωρισμό κωπηλατών και δικαστών μαζί. Όπως έχουμε εμείς πληθωρισμό ηθοποιών.
»Στον αρχαίο κόσμο γιατί να θέλεις να γίνεις ηθοποιός; Να κρύβεις το πρόσωπό σου πίσω από μια μάσκα και, όπως έλεγε ο Γιάννης Τσαρούχης, να σού πετάνε ντομάτες και αγγούρια.
Η θεμελιώδης επιπολαιότητα των Ελλήνων
»Η αναζήτηση αυτής της δόξας και της γνώμης του άλλου είναι το συστατικό της θεμελιώδους επιπολαιότητας των Ελλήνων».
Των Νεοελλήνων; «Ο Νίτσε έλεγε ότι οι Ελληνες έγιναν επιπόλαιοι λόγω μεγάλου βάθους. Οταν στήνεις μια σκηνή εδώ και παρακάτω άλλη μία και άλλη μία… [Παύση]. Η Δημοκρατία είναι το πολίτευμα των πολλών σκηνών. Ο πρόγονος της διάκρισης των εξουσιών. Στήνοντας κάθε σκηνή έχεις το θέμα του πώς θα διακριθείς.
»Η δικομανία των αρχαίων Ελλήνων είναι ιστορική. Πρέπει να πάω στο δικαστήριο, να μην έχω δίκιο και να κερδίσω. Αυτό δεν είναι το θέμα των “Νεφελών” του Αριστοφάνη;». Με τη «μάχη» του Δίκαιου και του Αδικου Λόγου.
Και κάπου γύρω από όλα, η θάλασσα. Σημαντική. Εμβληματική. «Οταν η αθηναϊκή δημοκρατία αρχίζει να δοκιμάζεται, κάτω από την πίεση των Σπαρτιατών και των συμμάχων τους, έρχεται ο Αλκιβιάδης και λέει: “Παιδιά, θα πάμε απέναντι”». Στην αντίπερα θαλασσινή όχθη. Ο Βενιζέλος της εποχής, ας πούμε.
«Η θάλασσα είναι η μήτρα μας. Και η νέα Ελλάδα είναι παιδί της θάλασσας. Ενα τσαμπί σταφύλι που κρέμεται από την κληματαριά της Ευρώπης στα νερά της Μεσογείου.
»Δυόμισι χιλιάδες χρόνια αντιμέτωποι με το θέμα ότι είμαστε θαλασσοπαίδια. Διαφορετικά. Αλλη παράμετρος, το εθνοκοσμοπολίτικο στοιχείο που λέγεται εφοπλισμός. Είναι δυνατόν αυτό το τσαμπί να είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός στόλος του κόσμου; Είναι τυχαίο ότι συνδέεται με αυτή τη μήτρα (σ.σ.: τη θάλασσα) η διαπάλη του ριζώματος και της κίνησης των Ελλήνων;
»Ο Κολοκοτρώνης έλεγε ότι ένα από τα καλά της Επανάστασης ήταν ότι οι Ελληνες γνώρισαν άλλους ανθρώπους.
Το σύνδρομο της απέναντι ραχούλας
»Μέχρι τότε είχαν το σύνδρομο της απέναντι ραχούλας. Εβλεπαν ως εκεί. Και αυτό αφορούσε όλα τα Βαλκάνια. Σωστά ειπώθηκε: Πώς να επεκτείνεις και εδώ το πνεύμα της (σ.σ.: ειρηνευτικής, ευρωπαϊκής) Συνθήκης της Βεστφαλίας, του 1648, όταν είχε υπογραφτεί μεταξύ χωρών πεδινών;
»Υπάρχει το θέμα: πώς γίνεται ένας πληθυσμός ορεσίβιος να χωροθετήσει και να οριοθετήσει τα βουνά; Ή τη θάλασσα; Τα φυσικά στοιχεία αντιστέκονται. Είναι τυχαίο ότι η Τουρκία δεν έχει υπογράψει το Δίκαιο της Θάλασσας;».
Δεν θα το πιστέψετε, αλλά με το Βασίλη Παπαβασιλείου, σε μία βαθιά απολαυστική κουβέντα κοντά έξι ωρών (!), υπό το βλέμμα του Θεοπόμπου, φτάσαμε να μιλάμε ακόμη και για ανθρωπολογικές επαναστάσεις.
Σαν αυτές που –σκεφθείτε το– μεσολάβησαν από τη μανιβέλα του πρώτου τηλεφώνου, στο καντράν και στα πλήκτρα.
«Χρειαζόμαστε τους 90άρηδες»
Εκεί μού πετάει μια «βόμβα»:
«Χρειαζόμαστε τους 90άρηδες. Χέλμουτ Σμιτ, Χένρι Κίσινγκερ, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης. Αυτοί έφτιαξαν έναν πόλο σκέψης στα προηγούμενα χρόνια. Η αιχμή του δόρατος είναι οι 90ρηδες. Κι έπειτα πάμε στους 80ρηδες και πάει λέγοντας.
» Ως φρέσκο μέλος του κλαμπ των 70ρηδων, μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι δεν είμαστε οι χειρότεροι. Απλώς, κρατάμε ζωντανή τη φλόγα των ερωτήσεων για το πως και τι των πραγμάτων στον κόσμο.
»Στην εποχή που καλπάζει και επέρχεται η μορφή νοημοσύνης που αποκαλούμε τεχνητή, η άσκηση της φυσικής νοημοσύνης φαντάζει τόσο κοπιώδης, ώστε να υπαγορεύει την έλευση της τεχνητής αδελφής της. Σ’ αυτό το κλαμπ, λοιπόν, έχουμε ασκηθεί στο πεδίο της φυσικής νοημοσύνης και σκέψης.
»Εχουμε ενδιαφέρον ως τυχαία δείγματα ενός πολιτισμού που απέρχεται και γι’ αυτό, ίσως, μπορούμε να διεκδικήσουμε καλύτερη θέση στον Παράδεισο».
Το πηγαίνει ακόμη παραπέρα.
«Ενας άνθρωπος που κάνει τη δική μου τη δουλειά, που βρίσκει και λέει τι είναι αυτό που διαβάζει και το θέτει στη σκηνή (σ.σ.: σκηνο-θέτης), μπαίνει στο πλαίσιο μιας συζήτησης για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης». Ναι, σωστά διαβάσατε, της κλιματικής κρίσης.
Το θέατρο είναι οικολογική τέχνη
«Πρέπει αυτό να θεωρηθεί στοιχείο μιας άλλης πραγματικότητας, που θα την ονόμαζα οικολογική. Το θέατρο είναι οικολογική τέχνη. Είχα πει σε μια παλαιότερη συνέντευξή μου (σ.σ.: στα πάλαι ποτέ ιστορικά «ΝΕΑ» και στον Γιώργο Δ. Κ. Σαρηγιάννη) και εμμένω: Το Θέατρο είναι το 2% του πρασίνου, που εγγυάται την αναπνοή του υπόλοιπου 98%»!
Δεν είναι τυχαίο που στη μαγεία του θεάτρου στρέφεται ξανά και ξανά ο Βασίλης Παπαβασιλείου. Η νέα σεζόν θα τον βρει να σκηνοθετεί, στο Θέατρο Αλάμπρα (πρεμιέρα στις 13 Οκτωβρίου), το εμβληματικό έργο «Η μεγάλη μαγεία» του Εντουάρντο ντε Φιλίπο (της «Φιλουμένας Μαρτουράνο»).
Με πρωταγωνιστές τον Αντώνη Καφετζόπουλο και τον Νίκο Ψαρρά, αλλά και ένα λαμπρό καστ: Αλίκη Αλεξανδράκη, Νίκη Βακάλη, Γιάννης Βασιλώττος, Αντρη Θεοδότου, Γιάννης Λατουσάκης, Δανάη Λουκάκη, Αγγελος Μπούρας, Αμαλία Νίνου, Κώστας Φλωκατούλας.
Βέβαια, έχει κάνει και μια «ανήθικη πρόταση» (γελάει) στον Παντελή Μπουκάλα και για τη… συνέχεια της «Ελένης». Αλλά αυτά, μου λέει, «θα τα πούμε σε άλλη κουβέντα».
Αλήθεια, μήπως σκοπεύει να «αποδομήσει», που είναι και πολύ της μόδας τελευταία (να, σαν την Επίδαυρο, που πήγε και η ευριπίδεια «Ελένη» του), τον ρωτάω γελώντας κι εγώ.
«Εγώ είμαι της μετα-δόμησης»
«Προκαλούμενος από την κατάχρηση του όρου αποδόμηση, αναρωτιέμαι τι ρόλο παίζω ερμηνεύοντας κείμενα του κλασικού δράματος, όπως οι τραγωδίες. Αποφάνθηκα ότι η αποδόμηση δεν μου ανήκει. Εγώ είμαι της μετα-δόμησης».
Οι σκηνοθέτες είναι που έχουν κάνει… μόδα την «αποδόμηση». Κι ας μη δομούν πρώτα τα κείμενα και το λόγο και το συμφραζόμενο, προτού… αποδομήσουν, θα προσθέσω.
Πάλι καταφέρνει να με εκπλήξει με τη ροή της σκέψης του:
«Αν δει κάποιος την ιστορία της σκηνοθεσίας, της αναγνωρίζεται ως λίκνο η χρονολογία 1887, με την ίδρυση του πρώτου Théâtre-Libre από τον Αντρέ Αντουάν, στο Παρίσι.
»Η γέννηση του σκηνοθέτη συνδέεται με την είσοδο ενός σημαντικού παράγοντα στο θέατρο: του ηλεκτροφωτισμού. Οι άνθρωποι της σκηνής διαθέτουν εφεξής μια φωτιστική πηγή ανεξάντλητη. Το φυσικό φως έχει την ανατολή και τη δύση. Το φως του κεριού κρατούσε πάνω κάτω 20 λεπτά, όσο και μια Πράξη του Ρακίνα, που γράφτηκε με διάρκεια όση κρατούσε ένα κερί.
»Με τον ηλεκτροφωτισμό έχουμε πλέον το ανεξάντλητο φως. Αρα προκύπτει το θέμα ευθύνης του πόσο φως θα υπάρξει, πόσο θα χρησιμοποιηθεί, που θα ενισχυθεί κ.ο.κ. Αυτός ο παράγοντας καθόρισε τον νεότατο τομέα της σκηνοθεσίας από το 1887. Και είναι πανευρωπαϊκή υπόθεση, από γεννησιμιού της.
»Υπάρχουν τέσσερις γενιές σκηνοθετών, στον χρονοτόπο που ορίζεται και διαρκεί ως τις μέρες μας. Και στην εξέλιξη έπαιξαν ρόλο τεχνολογικές εξελίξεις, όπως ο σιδηρόδρομος, που έδινε τη δυνατότητα στον ένα σκηνοθέτη να ταξιδέψει και να δει τη δουλειά του άλλου, σε άλλον τόπο.
»Ομως, στον πυρήνα της, η σχέση του σκηνοθέτη με τη σκηνή είναι αυτή: πού αρχίζει και πού τελειώνει το φως. Η τελευταία γενιά σκηνοθετών είναι αυτή των μετα-στρελικών (σ.σ.: μετά τον Τζόρτζιο Στρέλερ και το Πίκολο Τεάτρο του) και των μετα-μπρουκικών (μετά τον Πίτερ Μπρουκ). Ο Κλάους Μίκαελ Γκρίμπερ, ο Πατρίς Σερό… Γεννημένοι κοντά στο ’40.
»Φεύγοντας και αυτοί, είμαστε μπροστά σε κάτι που έχει έναν χαρακτήρα κενού. Επειδή το θέατρο δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί ως τέχνη με όρους μουσείου, καθώς καθοριστική είναι η ζωντανή εμπειρία, εμείς της τελευταίας γενιάς είμαστε οι άνθρωποι που γνωρίσαμε ζωντανό το έργο του Στρέλερ ή του Μπρουκ.
Σε καιρούς παγκόσμιας εκφραστικής δημοκρατίας
»Είμαστε σε καιρούς παγκόσμιας εκφραστικής δημοκρατίας. Είναι το βασίλειο του πάσα ένα. Η κυρίαρχη μορφή της είναι η ανέξοδη έκφραση γνώμης. Ο φιλόσοφος Σέρεν Κίρκεγκορ, όταν του έλεγαν “ο τάδε έχει τη δείνα άποψη”, απαντούσε: “Να τον ρωτήσετε τι πλήρωσε για να τη σχηματίσει”».
Ε, ναι, απόψεις που παράγονται άνευ κόπου, καταλήγει ο Βασίλης Παπαβασιλείου στη μαραθώνια, γοητευτικότατη, για ευήκοα ώτα, κουβέντα μας. Και, σιβυλλικά: «Η λειτουργία που έχει να κάνει με τη μάχη του πνεύματος με την ύλη, η οποία είναι ο ορισμός της σκηνοθεσίας, έχει να αντιμετωπίσει τους ανέμους και τα κύματα του καιρού».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News