Οταν τελείωνε το «Breaking Bad», ένα μαύρο βράδυ του 2013, έπεσα σε μια πρωτόγνωρη κατάθλιψη. Δεν είχα νιώσει ξανά τέτοιο πράγμα, να στενοχωριέμαι τόσο πολύ, σαν να βίωνα ένα μικρό πένθος, επειδή τελείωσε η αγαπημένη μου σειρά. Τέλος οριστικό, μιας και ο θάνατος του πρωταγωνιστή δεν άφηνε περιθώρια ελπίδας για έναν νέο κύκλο.
Πολύς κόσμος ένιωσε το ίδιο μάλλον. Το «Breaking Bad» ήταν μια σειρά που έκανε την αρχή για να νιώσει ο τηλεθεατής πρωτόγνωρα συναισθήματα και να έχει περίεργες αντιδράσεις, όπως το λεγόμενο «binge watching», το να βλέπεις δηλαδή συνεχόμενα επεισόδια ή κύκλους μέσα σε λίγες ημέρες.
Το να τελειώσει οριστικά και αμετάκλητα μια τόσο επιτυχημένη σειρά, φαντάζομαι ότι θα είναι μια απόφαση που πήραν αργά και βασανιστικά εκείνοι που βρίσκονται στο τιμόνι της. Πόσο εύκολο είναι να κόψεις το νήμα σε κάτι που πάει με χίλια; Βέβαια, ένα φινάλε εκεί που πρέπει, όπως πρέπει, αφήνει μια δυνατή επίγευση στο κοινό. Οσο και αν χτυπιόμαστε και αν θέλουμε κι άλλο, οι πιθανότητες μιας συνέχειας δεν είναι πάντα υπέρ της ποιότητας την οποία περιμένουμε να δούμε. Οι «κοιλιές» δεν αρέσουν σε κανέναν και ξενερώνουν και τον πιο φανατικό θαυμαστή.
Υπάρχουν όμως κι άλλοι δρόμοι. Οταν φοιτούσα στη δραματική σχολή, θυμάμαι ότι πολλές φορές οι καθηγητές μας ζητούσαν, κατά την προετοιμασία ενός ρόλου, να φανταστούμε το πριν και το μετά του. Ηταν μια άσκηση εμβάθυνσης για να υποδυθείς έναν χαρακτήρα. Και σίγουρα, ήταν και μια άσκηση της φαντασίας, μιας και ο καθένας μπορούσε να δώσει τις δικές του, πριν και μετά, διαδρομές. Μερικές ήταν εξαιρετικές, καλύτερες και από το υπάρχον κείμενο στο οποίο στηριζόταν ο ρόλος.
Δεν ξέρω αν το «Better Call Saul» είναι καλύτερο από το «Breaking Bad», σίγουρα όμως στάθηκε ισάξια απέναντί του, δίνοντας στο κοινό εκείνο το «κι άλλο» που ήθελε, μέσα από έναν διαφορετικό δρόμο. Ενα νέο μονοπάτι, που απλώς διασταυρωνόταν με την κεντρική οδό, συνέχιζε μόνο του, αλλά σταδιακά μετατρεπόταν σε λεωφόρο.
Τα spin off δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Πολλές φορές ένας χαρακτήρας από μια ταινία ή σειρά έχει δώσει έμπνευση για να χτιστεί επάνω του μια νέα ταινία ή σειρά. Νομίζω, όμως, ότι το spin off (και prequel μαζί) του Τζίμι Μαγκίλ ή Σολ Γκούντμαν ή Τζιν Τάκoβιτς είναι ένα από τα πιο επιτυχημένα της βιομηχανίας του θεάματος, σίγουρα το καλύτερο δείγμα της κινηματογραφικής μικρής οθόνης, αυτής που μάθαμε από τις πλατφόρμες.
Είναι μια χαρτογράφηση του παρελθόντος και του μέλλοντος ενός ρόλου που δεν έμοιαζε να είναι ο βασικός στη σειρά στην οποία τον πρωτοείδαμε. Είναι μαζί κι ένα αριστοτεχνικό ψυχογράφημα, τέτοιο που δεν σου αφήνει περιθώρια να μην τον λατρέψεις.
Δίπλα στο spin off του Σολ, γίνονται και μερικά ακόμα των δευτεραγωνιστών του «Breaking Bad», με κορυφαίο αυτό του Μάικ Ερμαντράουντ, του αξιαγάπητου «καλού κακού» που είναι το δεξί χέρι του βαρόνου ναρκωτικών Φρινγκ. Και βέβαια, η μεγάλη αποκάλυψη της Κιμ Γουέξλερ, ενός χαρακτήρα που μπαίνει στο κέντημα της προϊστορίας του πρωταγωνιστή και σχεδόν βαίνει ισάξια μαζί του ως το τέλος. Για να μην αναφέρω ότι σε ορισμένα σημεία, ειδικά των τελευταίων δύο κύκλων, τον ξεπερνάει.
Το φινάλε, μάλιστα, της σειράς δίνει και κάποιες ελπίδες για συνέχεια. Είναι οπωσδήποτε ένα μικρό τυράκι προσμονής, ίσως για έναν νέο κύκλο, όπου η Κιμ Γουέξλερ θα κινήσει τα νήματα. Βέβαια, ο δημιουργός της σειράς, Βινς Γκίλιγκαν, είναι έτοιμος για το επόμενο βήμα και από όσα έχει πει, καμία σχέση δεν θα έχει με spin off και prequel. Θα είναι κάτι εντελώς διαφορετικό, μακριά από καρτέλ και απατεώνες δικηγόρους.
Αναμένουμε με προσμονή και ελπίζουμε σε κάτι που θα μας πάρει το μυαλό, όπως συνέβη και με τις δύο σειρές που αγαπήσαμε.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News