Διπλό sold out έκανε η παράσταση «Αντιγόνη» στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου. Ήταν, όπως διαβάζω, ένα ιστορικό ρεκόρ προσέλευσης με 18.000 και βάλε θεατές, κάτι που είχε να συμβεί για δέκα χρόνια. Ίσως να ήταν ο Τσέζαρι Γκραουζίνι, που σκηνοθέτησε τη μεταφορά της αρχαίας τραγωδίας του Σοφοκλή στο Αργολικό Θέατρο, ίσως πάλι να έπαιξε ρόλο ότι ο θίασος είχε αρκετούς ηθοποιούς που επί τρία χρόνια το κοινό λάτρεψε σαν ήρωες των «Άγριων Μελισσών». Μεταξύ μας, νομίζω ότι ο τελευταίος παράγοντας, ο τηλεοπτικός, είναι και ο καθοριστικός, όχι μόνο στη συγκεκριμένη παράσταση.
Η τηλεόραση τελευταία, δεν έχει επανέλθει απλώς στη μυθοπλασία δυναμικά, την στελεχώνει με ηθοποιούς που ιδρώνουν τη φανέλα στο θεατρικό σανίδι. Οι τηλεοπτικές σειρές δημιούργησαν έτσι μια γέφυρα γνωριμίας μεταξύ του εξαιρετικού ανθρώπινου δυναμικού της ελληνικής υποκριτικής με τον τηλεθεατή. Και είναι σίγουρο, με βάση τη μέθοδο των πιθανοτήτων, ότι οδήγησαν σε θεατρικές σκηνές της χώρας και ανθρώπους που δεν σηκώνονται εύκολα για να πάνε σε μια παράσταση. Η δύναμη του τηλεοπτικού ήρωα που σε συγκινεί είναι τόση που μπορεί να σε στείλει και στην Επίδαυρο για πρώτη φορά στη ζωή σου.
Γενικώς, το Φεστιβάλ Επιδαύρου φέτος είχε προσέλευση. Δεν έκαναν sold out όλες οι παραστάσεις, αλλά ο κόσμος το αγκάλιασε και ταξίδεψε μέχρι την Επίδαυρο για να παρακολουθήσει κάτι. Άλλωστε, ένα καλοκαιρινό ταξιδάκι στην αργολική ύπαιθρο κανέναν δεν χαλάει μετά από δύο καλοκαίρια πανδημίας. Κι αν βρεις και να μείνεις μια-δυο μέρες στην περιοχή, να κάνεις το μπανάκι σου και να απολαύσεις τα πέριξ, ακόμα καλύτερα.
Θα βρεις όμως να μείνεις; Κι αν βρεις, τι θα είναι αυτό όπου θα μείνεις; Κατάλυμα ή τρύπα της κακιάς ώρας;
Ανήκω στην κατηγορία εκείνων που θέλησαν να κάνουν το ταξιδάκι στην Επίδαυρο με τα όλα του. Μετά από αναζήτηση δωματίου που με έφτασε στα όρια της απελπισίας (ξεκίνησα την αναζήτηση δύο μήνες πριν), βρήκα τελικά δωμάτιο μέσω γνωστού. Ήταν σε απόσταση αναπνοής από το αρχαίο θέατρο, και αισθάνθηκα σαν να είχα κερδίσει λαχείο. Είχε δωμάτια και για την υπόλοιπη παρέα. Τζακ ποτ.
Η αίσθηση νίκης διαλύθηκε όμως μόλις μπήκα στο δωμάτιο. Τρίχες στο πάτωμα, τηλεόραση χαλασμένη, ζεστό νερό δεν είχε για κάποιες ωρες, και κάτι ξέμπαρκα καλώδια ήταν πεταμένα σ’ ένα ντιβάνι του προηγούμενου αιώνα, το οποίο είχαν καλύψει κακήν κακώς μ’ ένα σεντόνι. Σε άλλο δωμάτιο (φίλων), υπήρχε και μια αποθήκη με την πόρτα ανοιχτή (!), όπου μέσα ο ξενοδόχος είχε χαλιά, παπλώματα και ό,τι άλλο δεν χωρούσε (υποθέτω) στα δικά μας δωμάτια. Το σκεπασμένο με σεντόνι ντιβάνι ήταν κοινός τόπος σε όλα τα δωμάτια, ενώ έξω από την μπαλκονόπορτα τα αγριόχορτα θέριευαν.
Προφανώς ήταν ένα κατάλυμα αφημένο στην τύχη του, μ’ έναν ιδιοκτήτη που δεν έχει ιδέα από τουριστική εξυπηρέτηση. Το μόνο που έσωσε την κατάσταση ήταν η ευγένεια του ξενοδόχου και ότι αυτό που μας συνέβαινε το πήραμε στην πλάκα και γελούσαμε ασταμάτητα με τα ξενοδοχειακά φάουλ που βιώναμε. Ένα βράδυ θα ήμασταν εκεί, αλλωστε. Κι επειδή όλα έχουν σχέση με την τιμή, θα σας πω ότι ήταν σχετικά χαμηλή, αλλά όχι τόσο ώστε να δικαιολογεί τέτοιο χάλι.
Φυσικά υπάρχουν και αξιοπρεπή καταλύματα στην Επίδαυρο, και ξενοδόχοι που σέβονται τον πελάτη και την ιδιότητα τους, και μπορεί εγώ να έπεσα στην περίπτωση, αλλά ιστορίες σαν τη δική μου έχουν διηγηθεί και άλλοι. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που έχουν ζήσει παρατράγουδα κατά τη διαμονή τους εκεί, την οποία συνήθως συνδυάζουν με κάποια παράσταση στο αρχαίο θέατρο. Ένα απαράδεκτο δωμάτιο, μια ταβέρνα που δεν δέχεται χρεωστική κάρτα παρά μόνο μετρητά, ένας καφές που κάνει μια ώρα να έρθει κ.ο.κ
Αλήθεια, πώς γίνεται ένας τόπος που επί εξήντα χρόνια φιλοξενεί το μεγαλύτερο πολιτιστικό γεγονός του ελληνικού καλοκαιριού, στο πιο σημαντικό αρχαίο θέατρο του κόσμου, να μην έχει αναπτύξει μια κουλτούρα φιλοξενίας επιπέδου; Μια εξυπηρέτηση όπου τα παρατράγουδα θα είναι τόσο σπάνια, ώστε να μην φτάνουν στα αφτιά σου. Δεν γίνεται να μην το αναρωτιέσαι.
Πάντως, η επίσκεψη στο αρχαίο θέατρο σε κάνει να ξεχνάς τα κακώς κείμενα. Εκεί μπαίνεις και φωτίζεται η ψυχή σου. Και η εξυπηρέτηση είναι υποδειγματική με το που πατήσεις το πόδι σου στο πάρκινγκ. Η εμπειρία εκεί αρκεί για να ξαναπάς και το επόμενο καλοκαίρι.
ΥΓ. Θα πρέπει, απλώς, να τσεκάρεις δύο φορές πού θα μείνεις. Και να κλείσεις το δωμάτιο μισό χρόνο πριν
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News