Το καντόνι Ζουγκ και η ομώνυμη πόλη έχει τη φήμη τόπου που καλωσορίζει τους επενδυτές, μάλιστα αυτοδιαφημίζεται σαν «ασφαλής τόπος για επενδύσεις ξένων κεφαλαίων». Μέχρις εδώ όλα καλά, η μπάλα κυλάει εντός της παγκοσμιοποιημένης οικονομικής παιδιάς και το γήπεδο είναι ελβετικό, κουκλίστικο. Τα λεφτά που εισέρρευσαν εκεί τις τελευταίες δεκαετίες ήταν κατά βάσιν ρωσικά. Οι πλουσιότεροι των Κροίσων που όταν τους δόθηκε η ευκαιρία λεηλάτησαν τη δημόσια περιουσία της Σοβιετικής Ενωσης ίδρυσαν εκεί εταιρείες και έχτισαν βίλες. Ετσι σε αυτή τη μικρή πόλη των Αλπεων τα ελβετικά Μέσα κόλλησαν το παρατσούκλι «Μικρή Μόσχα». Ομως τα προβλήματα παρουσιάστηκαν όταν η Ελβετία ενστερνίστηκε ως κράτος τις αντιρωσικές κυρώσεις της Κομισιόν.
Στην πόλη Ζουγκ έξι τοπικοί αξιωματούχοι επιφορτίστηκαν με το κοπιώδες έργο του εντοπισμού της κινητής και ακίνητης περιουσίας των ρώσων Κροίσων τα ονόματα των οποίων περιλαμβάνονται στις ευρωπαϊκές λίστες προγραφών. Στη Wall Street Journal δημοσιεύτηκε ρεπορτάζ που αναλυτικώς εξιστορεί πόσα προβλήματα συνάντησαν οι ελβετοί διώκτες διαβάζοντας τα κυριλλικά ονόματα στην 300 σελίδων λίστα που μελέτησαν. Δυσκολεύτηκαν να εντοπίσουν τα παλάτια και τις επιχειρήσεις των ολιγαρχών, όπως είπαν οι ίδιοι.
Περισσότερο, όμως, και από το ρωσικό αλφάβητο τους ταλαιπώρησε η σκέψη ότι η επενδυτική φήμη όλου του καντονίου διαλυόταν αυτομάτως με τον διωγμό του ρωσικού κεφαλαίου. Οι επιπτώσεις στην τοπική οικονομία θα είναι τεράστιες, σκέφτηκαν. Ηταν μία πολύ δύσκολη περίοδος για το καντόνι. Τελικά, οι αξιωματούχοι εντόπισαν μία εταιρεία από τις περίπου 30.000 που είναι εγγεγραμμένες στο Επιμελητήριο του καντονίου Ζουγκ, για την οποία θεώρησαν ότι συναρτάται με ένα άτομο που υπόκειται σε κυρώσεις.
Το αμερικανικό Μέσο σχολίασε ότι η βραδυπορία του καντονίου Ζουγκ είναι χαρακτηριστική για όλη την Ελβετία. Ναι μεν η αλπική χώρα των αγελάδων, των ρολογιών και των τραπεζών δεσμεύτηκε να τιμωρήσει τους Ρώσους για την εισβολή στην Ουκρανία, ωστόσο δεν κάνει και σπουδαία πράγματα σε αυτήν την κατεύθυνση. Οι ανησυχίες στις παγκόσμιες πρωτεύουσες υπάρχουν, έγραψε η WSJ, ότι το ελβετικό χρηματοοικονομικό σύστημα δεν βιάζεται καθόλου να κινηθεί κατά των Ρώσων.
Το 80% των εμπορευμάτων της Ρωσίας διακινούνται μέσω της Ελβετίας, κυρίως μέσω του καντονίου Ζουγκ και της Γενεύης. Οι ελβετικές τράπεζες διαχειρίζονται περίπου 150 δισ. δολάρια για ρώσους πελάτες τους, σύμφωνα με τα επίσημα τραπεζικά στοιχεία. Και 32 από τους ολιγάρχες που βρίσκονται πιο κοντά στον Πούτιν έχουν ακίνητα, τραπεζικούς λογαριασμούς ή επιχειρήσεις στην Ελβετία.
Αφ’ ότου οι ελβετικές αρχές ξεκίνησαν να εφαρμόζουν τις κυρώσεις, έχουν «παγώσει» μόνο 6,8 δισ. δολάρια σε ρωσικά χρηματοοικονομικά στοιχεία, συν 15 κατοικίες και άλλα ακίνητα. Αντιθέτως, οι χώρες της ΕΕ έχουν «παγώσει» συλλογικά 14 δισ. δολάρια σε περιουσιακά στοιχεία ολιγαρχών, τα οποία αφορούν κεφάλαια, θαλαμηγούς, ελικόπτερα και ακίνητα, συν τα 20 δισ. δολάρια των αποθεματικών της ρωσικής κεντρικής τράπεζας. Επίσης οι χώρες της Ενωσης έχουν μπλοκάρει χρηματοοικονομικές συναλλαγές 200 δισ. δολαρίων. Η διαφορά στις επιδόσεις είναι μεγάλη.
Ετσι οι αμερικανοί γερουσιαστές έχουν ζητήσει από τους ελβετούς αξιωματούχους να κάνουν περισσότερα ώστε να εντοπίσουν ρωσικά χρήματα και περιουσίες. Βέβαια, η κυβέρνηση της Ελβετίας απέρριψε αυτού του είδους την κριτική, τονίζοντας ότι η υιοθέτηση των κυρώσεων της Κομισιόν σηματοδοτεί ιστορική αλλαγή για τα δεδομένα της χώρας και ότι το ελβετικό κράτος κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να κυνηγήσει περιουσιακά στοιχεία που περιλαμβάνονται στη λίστα των κυρώσεων.
Τα ρεπορτάζ από την Ελβετία αναφέρουν πάντως ότι οι ελβετοί τραπεζίτες ισχυρίζονται πως τα τελευταία χρόνια ρωσικές περιουσίες αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων έχουν μεταφερθεί σε ονόματα συζύγων και παιδιών. Πρόκειται για φαινόμενο που επιταχύνθηκε ενόψει του πολέμου, σχολίασε η WSJ. Κατά τη διάρκεια του πολέμου στην Τσετσενία, το 2002, ο Πούτιν είχε τιμηθεί από τους επιχειρηματίες του καντονίου Ζουγκ με «βραβείο ειρήνης» θυμήθηκαν οι Αμερικανοί. Ηταν το (ειρωνικό, πια) προοίμιο της ρωσικής επενδυτικής εφόδου στην Ελβετία.
Αμπράμοβιτς και Μελνιτσένκο
Πολλοί ολιγάρχες έχουν επιχειρήσεις στο Ζουγκ, οι οποίες παραμένουν ανέγγιχτες από τις κυρώσεις. Ενας από αυτούς είναι και ο Ρομάν Αμπράμοβιτς, ο μεγαλύτερος μέτοχος της ρωσικής χαλυβουργικής Evraz, μιας ρωσικής εταιρείας χαλυβουργίας και εξόρυξης που έχει εμπορικό σκέλος στο καντόνι. Σε αυτήν επέβαλε κυρώσεις η Βρετανία, λόγω συμμετοχής της στο λονδρέζικο χρηματιστήριο, όχι όμως η Ελβετία ή η ΕΕ, παρ’ όλο που έχει στοχοποιηθεί ο ίδιος ο ρώσος Κροίσος.
Αμερικανοί και Ευρωπαίοι αξιωματούχοι δηλώνουν ότι βασίζονται στην ελβετική κυβέρνηση για να βρει ποιες εταιρείες και κατοικίες επί ελβετικού εδάφους ανήκουν σε στοχοποιημένους ρώσους ολιγάρχες ώστε να τις «παγώσει». Πάντως η ιστορία του οικονομικού απορρήτου της Ελβετίας, κατοχυρωμένη από νομικής απόψεως, μπορεί να καταστήσει εξαιρετικά δύσκολο τον εντοπισμό των περιουσιακών στοιχείων των Ρώσων.
Ενα άλλο πρόβλημα είναι ότι τα ελβετικά μητρώα επιχειρήσεων δεν απαιτούν από τις εταιρείες να αναφέρουν τους πραγματικούς ιδιοκτήτες, οι οποίοι συχνά κρύβονται πίσω από αδιαφανείς εταιρείες που κατέχουν καταπιστεύματα σε «οικονομικούς παραδείσους». Αυτό το καθεστώς εκμεταλλεύονται οι ρώσοι (ή όποιοι άλλοι) επιχειρηματίες θέλουν να κρύψουν την πραγματική ιδιοκτησία των περιουσιακών τους στοιχείων.
Τα καταπιστεύματα μπήκαν στο παιχνίδι εφέτος, όταν η Ελβετία, ακολουθώντας το παράδειγμα της Κομισιόν, επέβαλε κυρώσεις στον Αντρέι Μελνιτσένκο, έναν από τους πλουσιότερους ολιγάρχες της Ρωσίας και κάτοικο της Ελβετίας εδώ και πολλά χρόνια. Η Κομισιόν χαρακτήρισε τον Μελνιτσένκο «άνθρωπο του στενού περιβάλλοντος του Πούτιν», μάλιστα ανέφερε και ένα μίτινγκ του Πούτιν στο οποίο συμμετείχε και ο ίδιος μαζί με άλλους 35 ολιγάρχες τις πρώτες ώρες της εισβολής στην Ουκρανία. Στην Ιταλία έχει ήδη κατασχεθεί η θαλαμηγός του Μελνιτσένκο, η μεγαλύτερη στον κόσμο.
Ωστόσο στο Ζουγκ έμεινε ανέγγιχτη από τις κυρώσεις η εταιρεία του Μελνιτσένκο EuroChem AG, η οποία είναι από τις κορυφαίες στον τομέα των λιπασμάτων παγκοσμίως. Η έδρα της είναι «ένας μικρός γυάλινος πύργος» στην πόλη Ζουγκ. Από εκεί οργανώνει τη συνεργασία της με τις αλυσίδες εφοδιασμού των χημικών κολοσσών της Ευρώπης. Πάντως η Credit Suisse, η οποία πρέπει να λογοδοτεί στις ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ λόγω των δραστηριοτήτων της σε δολάρια, «πάγωσε» τους λογαριασμούς της EuroChem.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News