Από τις αλλαγές που φέρνει το νομοσχέδιο που κατατέθηκε στη Βουλή προ ημερών και αναμένεται να ψηφιστεί μέσα στον Ιούλιο για την Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή, εντύπωση προκαλεί η αύξηση του επιτρεπτού ορίου ηλικίας για τις γυναίκες. Είναι άραγε μια νομοθετική αλλαγή ικανή να αλλάξει το χρόνο και το τρόπο που θα κάνουμε οικογένειες στο μέλλον; Θα αποκτούμε παιδιά που θα πηγαίνουν ακόμα σχολείο όταν οι γονείς τους είναι πια 70;
Για τους γυναικολόγους, αυτό το σοκαριστικό για το ευρύ κοινό 54, δεν είναι και τόσο επαναστατικό ή καινούργιο.
Σε πολλές χώρες, δεν υφίσταται ηλικιακό όριο. Σε άλλες, τα 54 έτη αποτελούν εδώ και καιρό κατάκτηση, χωρίς αυτό να σημαίνει πως συμβαίνει κάτι συγκεκριμένο από επιστημονικής πλευράς σε αυτή την ηλικία. Για εκείνους που προβληματίζονται, η πειστικότερη απάντηση είναι πως τα 54 είναι κοντά στα 50 όπου θεωρητικώς η φύση επιτρέπει σε μια γυναίκα να μείνει έγκυος και 4 χρόνια επέκτασης, είναι λίγα σε σχέση με την αύξηση του προσδόκιμου ζωής. Μια μαμά που έκανε παιδί στα 50 θα είναι 80 ετών και σύμφωνα με τις στατιστικές κοντά στο τέλος της ζωής της, όταν εκείνο θα είναι ήδη 30.
Στην Ελλάδα, το όριο ήταν τα 50 έτη και μέσα στην πανδημία αυξήθηκε στα 52 καθώς πολλές γυναίκες έχασαν πολύτιμο χρόνο λόγω lockdown. Οι γυναικολόγοι πιστεύουν πως η αύξηση του ορίου στα 54 έτη, δεν αναμένεται να φέρει τεράστια αλλαγή. Δεν θα σχηματιστούν ουρές έξω από ιατρεία και κλινικές εξωσωματικών από γυναίκες που θέλουν για δικούς τους λόγους να κάνουν παιδί μετά τα 50, αν και πρόκειται για εξέλιξη που θα μας κάνει πιο ανταγωνιστικούς στον ιατρικό τουρισμό.
Η Ελλάδα σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, διατηρεί χαμηλές τιμές και καλά επίπεδα αν και η Βουλγαρία είναι βασικός ανταγωνιστής και μέχρι σήμερα είχε ευνοϊκότερο νομικό πλαίσιο για συγκεκριμένες περιπτώσεις. Στη Βουλγαρία για παράδειγμα μπορεί σήμερα, μια γυναίκα να επιλέξει αν θέλει τη δότρια ωαρίων, μπορεί για παράδειγμα να είναι αδελφή της ή φίλη της. Αυτό ήταν νόμιμο στην Ελλάδα μέχρι το 2002 και έπειτα απαγορεύθηκε, ίσως επειδή η ελληνική οικογένεια δεν θεωρήθηκε έτοιμη για περίπλοκες συγγένειες. Ο νέος νόμος επαναφέρει τη δυνατότητα η δότρια να είναι γνωστή διατηρώντας την επιλογή της άγνωστης.
Ας επιστρέψουμε όμως στο νομικό όριο ηλικίας. Γυναίκες άνω των 50 χρόνων, κατάφερναν να περάσουν τη διαδικασία της εξωσωματικής και να φέρουν παιδιά στον κόσμο εδώ και δεκαετίες, βρίσκοντας γιατρούς που τις κάλυπταν ή λέγοντας ψέματα για την ηλικία τους. Σήμερα, με την εξέλιξη της επιστήμης μια γυναίκα σε αυτή την ηλικία έχει ακόμη περισσότερες πιθανότητες να μείνει έγκυος (ακόμη και 50-60%) απαραιτήτως με ωάριο δότριας. Η διαδικασία έγινε ασφαλέστερη για την ίδια αν και είναι αυξημένος ο κίνδυνος επιπλοκών και προωρότητας για το έμβρυο, η συζήτηση όμως για ένα μωρό που ίσως χρειαστεί να περάσει μήνες σε μια θερμοκοιτίδα, είναι απείρως πιο δύσκολη και απομακρυσμένη από τους διαδεδομένους κοινωνικούς προβληματισμούς, από εκείνον πχ για τα δικαιώματα των μαμάδων που λαχταρούν ένα παιδί.
Ωάριο εναντίον σπέρματος
Στο επικαιροποιημένο νομοσχέδιο, δεν προβλέπεται όριο ηλικίας για τον άντρα που δίνει σπέρμα ώστε η σύντροφος του να μείνει έγκυος μέσω εξωσωματικής. Αν διαθέτει σπέρμα, με τα βασικά χαρακτηριστικά που κάνουν δυνατή τη σύλληψη, μπορεί να το δώσει χωρίς ιδιαίτερες ερωτήσεις για την ηλικία του ή την κατάσταση της υγείας του. Σε λίγες χώρες διεθνώς, υπάρχει ηλικιακός περιορισμός για τους άνδρες στις εξωσωματικές, αν και είναι επιστημονικώς αποδεδειγμένο πως το σπέρμα ανδρών σε προχωρημένη ηλικία, ευθύνεται για προβλήματα υγείας που παρουσιάζονται στους απογόνους τους, περιέργως επιμένουμε μέχρι σήμερα, να θεωρούμε υπεύθυνη κυρίως την προχωρημένη ηλικία της μητέρας.
Το νομοσχέδιο, αποκαλύπτει την ανισότητα σε νόμους πολύ βασικούς για την οικογένεια και έρχεται να καταργήσει την απαιτούμενη συναίνεση του συζύγου για την κρυοσυντήρηση ωαρίων της γυναίκας. Αν και οι εξωσωματικές μετράνε λίγες δεκαετίες, είναι απορίας άξιο, πως μια τέτοια προϋπόθεση αναφερόταν στον νόμο, ο παραλογισμός μάλιστα, δεν σταματούσε εδώ.
Η «ιδιοκτησία» των ωαρίων της γυναίκας από τον σύζυγο της μέχρι σήμερα, ίσχυε και μετά το διαζύγιο! Η διαζευγμένη δεν μπορούσε να κάνει χρήση των κρυοσυντηρημένων ωαρίων της, που είχε καταψύξει ενώ ήταν παντρεμένη χωρίς τη συναίνεση, του πρώην !
Το τέλος της γεροντοκόρης
Η ίσως επαναστατικότερη εξέλιξη που αποτυπώνεται στο νομοσχέδιο, είναι απελευθέρωση της γυναίκας από την σκλαβιά του βιολογικού ρολογιού με το social freezing όπως είναι ο διεθνής όρος, την κατάψυξη δηλαδή ωαρίων για λόγους κοινωνικούς, που καθιστά δυνατή τη διατήρηση της γυναικείας γονιμότητας, όχι μόνο για ιατρικούς λόγους αλλά επειδή η νέα γυναίκα επιλέγει να μην αποκτήσει το άγχος πως τα χρόνια περνάνε.
Τι γίνεται με τα γκέι ζευγάρια ;
Η ίδρυση Μονάδας Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής (Μ.Ι.Υ.Α.) και Τράπεζας Κρυοσυντήρησης, αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση προσώπων οροθετικών στον ιό της ανθρώπινης ανοσοποιητικής ανεπαρκείας, που περιγράφεται στο εν λόγω νομοσχέδιο ακούγεται προς τη σωστή κατεύθυνση. Λιγότερο προοδευτική είναι η παράλειψη σχετικά με τα ομόφυλα ζευγάρια. Γυναίκες, που βρίσκονται σε ομόφυλη σχέση μπορούν να εκπληρώσουν το όνειρο της ζωής τους να γίνουν μητέρες χρησιμοποιώντας δότη σπέρματος, υπάρχει όμως ένα νομικό κενό, στην σχέση της γυναίκας που δεν γέννησε, με το παιδί που γέννησε η σύντροφος της. Το νέο νομοσχέδιο, δεν σπάει αυγά. Η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή είναι σαν να παραμένει επιλογή όχι για τα ομόφυλα ζευγάρια αλλά μόνο για τα ετερόφυλα, αυτά που είναι παντρεμένα ή σε σύμφωνο συμβίωσης, και σε μόνες γυναίκες και έτσι συνεχίζεται το νομικό κώλυμα στην νομοθεσία για την αναγνώριση του παιδιού από το ομόφυλο ζευγάρι καθώς αυτή εξακολουθεί να κατοχυρώνεται, μόνο στην βιολογική του μητέρα.
Τα εγκαταλειμμένα έμβρυα
Ένα από τα κενά που γιατροί και εισηγητές αναφέρουν στο νομοθέτημα που θα ψηφιστεί σύντομα, είναι το πρόβλημα των κατεψυγμένων εμβρύων που καταλήγουν στα αζήτητα. Πρόκειται για έμβρυα που τελικά δεν χρειάστηκαν στους γονείς τους, που μπορεί να κατάφεραν μια εγκυμοσύνη με ένα από τα κατεψυγμένα «αδέλφια» τους ή δεν προχωρήσαν στην εξωσωματική. Τα έμβρυα που εγκαταλείπονται στην κατάψυξη, υπολογίζονται σε δεκάδες χιλιάδες σε κάθε κλινική και μένουν εκεί για το προβλεπόμενο ανώτατο όριο των 25 χρόνων. Έπειτα οι κλινικές, με αίτημα στην Εθνική Αρχή μπορούν να τα πετάξουν. Επιστήμονες του κλάδου υποστηρίζουν πως θα έπρεπε να προβλεφθεί μια διαδικασία «υιοθεσίας» και να γίνεται στα ζευγάρια η ανάλογη ενημέρωση, ώστε να επιλέγουν τι θα γίνουν τα ωάρια τους στο μέλλον και έτσι να αποφασίζουν αν θεωρούν προτιμότερο να καταψύξουν τελικά ωάρια και όχι ζώντα έμβρυα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News