Φωτογραφία προφίλ. Τραβηγμένη, περίπου, το 1920. Μια γυναίκα έχει κλείσει τα μάτια, το κεφάλι της γέρνει ελαφρώς προς τα πίσω. Από το αυτί της κρέμεται ένα μακρύ θερμόμετρο. Την πόζα έχει πάρει για τον φωτογράφο Μαν Ρέι και το ενσταντανέ τοποθετείται χρονικά λίγο μετά την πανδημία γρίπης του 1918.
Εκατό χρόνια αργότερα, στα τέλη του 2021, μια άλλη γυναίκα κρεμάει στο αυτί της ένα αρνητικό rapid test Covid-19. Είναι διακοσμημένο με στρας και μια χρυσή καρδιά.
Αυτές οι εικόνες θα μπορούσαν να είναι δουλειά της, ιταλικής καταγωγής, σχεδιάστριας μόδας Ελσα Σκιαπαρέλι που έζησε στην αρχή του 20ου αιώνα και ίδρυσε την εταιρεία της το 1927.
Γιατί όμως το πρώτο πράγμα που σου έρχεται στο μυαλό όταν βλέπεις παράξενα αξεσουάρ και εκκεντρικές ενδυμασίες είναι η γυναίκα αυτή; Διότι, όπως λέει και η συντάκτρια των New York Times Τζέσικα Τέστα, «η Σκιαπαρέλι ήταν μια σχεδιάστρια που έβαζε τα πράγματα εκεί που δεν έπρεπε: τα χέρια στις ζώνες, τις ασπιρίνες στα κολιέ, τα τζιτζίκια στα κουμπιά, τα νύχια στις άκρες των γαντιών. Αλλά αυτά τα «μικρά αστεία», όπως έγραψε το αμερικανικό περιοδικό The New Yorker για το στυλ της το 1932, «αποδείχθηκαν μεγάλες επιρροές». (Τα αστεία της, μάλιστα, ήταν μερικές φορές, τόσο πρακτικά που, σχεδόν, έχαναν το χιούμορ τους: Κατά τη διάρκεια της ποτοαπαγόρευσης, η Σκιαπαρέλι πούλησε ένα βραδινό παλτό έχοντας κρύψει μέσα μια φιάλη με αλκοόλ και λίγο αργότερα, έφτιαξε μια ολόσωμη φόρμα που μπορούσε κάποιος να φορέσει σε καταφύγια αεροπορικών επιδρομών).
Η σχεδιάστρια είναι λίγο υποτιμημένη», λέει ο Ολιβιέ Γκαμπέ, διευθυντής του παρισινού Musée des Arts Décoratifs, στο οποίο γίνεται η έκθεση με τίτλο «Shocking! The Surreal World of Elsa Schiaparelli» (Σοκαριστικό! Ο σουρεαλστικός κόσμος της Ελσα Σκιαπαρέλι).
«Τέτοιες γυναίκες, σαν την περίπτωση της Σκιαπαρέλι συχνά βρίσκονται στην αφάνεια», σχολιάζει ο Γκαμπέ, τονίζοντας ότι «μπορεί κάποια μουσεία να έχουν οργανώσει αφιερωματικές εκθέσεις για εκείνη τα τελευταία 20 χρόνια, όμως, είναι σίγουρα λιγότερο αναγνωρισμένη στην ιστορία της σουρεαλιστικής τέχνης, παρά το γεγονός ότι είχε στενές σχέσεις με τον Σαλβαντόρ Νταλί, τον Ζαν Κοκτό και τον Μαν Ρέι, το έργο του οποίου είναι τοποθετημένο δίπλα στο δικό της στη νέα έκθεση».
Στον χώρο της μόδας όλοι κάτι «έκλεψαν» από εκείνη, βοηθώντας τη δική τους δουλειά. Οταν η Σκιαπαρέλι έκλεισε τον οίκο μόδας της το 1954 είχε ήδη κάνει «προχωρημένα» πράγματα που είδαμε αργότερα από άλλους. Είχε φτιάξει ύφασμα από αποκόμματα εφημερίδων πριν από τον Τζον Γκαλιάνο και μπουκάλι για άρωμα σε σχήμα γυναίκας, πριν από τον Ζαν Πολ Γκοτιέ. Ακόμη και σήμερα, με το ανανεωμένο brand name της και το ανακαινισμένο διαμέρισμα που χρησιμοποιούσε ως οίκο ραπτικής στην πλατεία Βαντόμ να βρίσκει νέο κοινό, το όνομά της δεν είναι τόσο γνωστό όσο εκείνο των ανδρών που επηρέασε, όπως ο Ιβ Σεν Λοράν και ο Ιμπέρ Ζιβανσί.
Η έκθεση λοιπόν έρχεται ως μια άλλη προσπάθεια να το διορθώσει αυτό: όχι απλώς να εντυπωσιάσει τους θεατές με τις πρωτότυπες δημιουργίες της, αλλά και να τους μεταφέρει τη γνώση για το πόσο μακριά το περίεργο μυαλό και τα καλοδουλεμένα της χέρια έχουν φτάσει στη σύγχρονη μόδα. Κοιτάξτε γύρω σας και η Schiap (Σκιάπ), όπως ήταν γνωστή, είναι παντού. Ακόμη και σε ένα ζευγάρι σκουλαρίκια για τεστ αντιγόνου, που έφτιαξε σχεδόν 50 χρόνια μετά τον θάνατό της, μια ισπανίδα φοιτήτρια με D.I.Y. χόμπι, γράφουν οι New York Times.
Γύρω από το όνομά της έχουν γεννηθεί πολλοί θρύλοι. Στην αυτοβιογραφία της, η Σκιαπαρέλι έγραψε ότι ήταν ένα άσχημο παιδί που φύτεψε σπόρους στο λαιμό, τα αυτιά και το στόμα της, με την ελπίδα να φυτρώσει «ένα πρόσωπο καλυμμένο με λουλούδια σαν ένας παραδεισένιος κήπος».
Η έκθεση του Παρισιού είναι «όλα τα λεφτά»
Ενα μαύρο καπέλο της Σκιαπαρέλι μέσα σε γυαλί που φοριέται σαν ανάποδο ψηλοτάκουνο παπούτσι. Μια εκδοχή του εκρού φορέματος από μεταξωτή οργάντζα που φορούσε η Ουόλις Σίμπσον για τη Vogue το 1937, την ίδια χρονιά που παντρεύτηκε τον πρίγκιπα Εδουάρδο της Αγγλίας και του στέρησε τον θρόνο: ένας τεράστιος αστακός πέφτει στο μπροστινό και στο πίσω μέρος της φούστας. Και τα δύο κομμάτια σχεδιάστηκαν από εκείνη και τον Νταλί.
Η εικόνα θυμίζει το μεταμορφωτικό μακιγιάζ προσώπου και σώματος και την ενδυμασία με θάμνους που ξεκινούσαν από πάνω κι έφταναν μέχρι κάτω στο πάτωμα σαν μακριές κάπες, στην έκθεση του σχεδιαστή Τομ Μπράουν. Ή την πιο πρόσφατη συλλογή Loewe με παλτό, τζιν και αθλητικά παπούτσια καλυμμένα με αληθινό γρασίδι από τον Τζόναθαν Αντερσον και την Πάουλα Ουλαργκούι Εσκαλόνα.
Ο τρόπος με τον οποίο παρουσίασε και η Σκιαπαρέλι τη δουλειά της εξακολουθεί να την κρατά επίκαιρη.
Από νωρίς επέλεγε θέματα όπως η μουσική, η αστρολογία, η παγανιστική (συχνά έκανε τις γυναίκες να μοιάζουν με πίνακες του Μποτιτσέλι) και το τσίρκο.
Οι χορευτές και οι κλόουν της παράστασης τού τσίρκου που βρέθηκε στο Παρίσι το 1938, έδωσαν έμπνευση στη Σκιαπαρέλι, η οποία νιώθοντας την απειλή τού επερχόμενου πολέμου, περιέγραψε την παράσταση «ταραχώδη και φασαριόζικη» και άδραξε την ευκαιρία να δημιουργήσει πολυτελή κεντήματα εμπνευσμένα από τους ακροβάτες, καθώς και αξεσουάρ, όπως τσάντες με μπαλόνια και καπέλα από παγωτό χωνάκι. Είχε χαρά η δημιουργία της, αλλά κυρίως την αίσθηση ότι δραπετεύεις από τον θάνατο που «μύριζε» η εποχή. Πάλι σε συνεργασία με τον Νταλί έφτιαξε ένα μακρύ μαύρο φόρεμα με ραβδώσεις που θύμιζαν σκελετό.
Ενα μήνα μετά το σόου του τσίρκου, ο Χίτλερ εισέβαλε στην Αυστρία. Κι ενώ οι αποκριάτικες στολές έχουν επανέλθει στη μόδα –και περιλαμβάνουν και σκελετούς- λίγοι σχεδιαστές βρέθηκαν σε εκείνο το σημείο της ιστορίας που δίνει τη δυνατότητα να συνδέσεις τον σουρεαλισμό με την δυσοίωνη επικαιρότητα.
Gilt without guilt- Επίχρυσο, αλλά χωρίς ενοχή
Ισως με μία πρόσφατη εξαίρεση, τον σχεδιαστή Τζέρεμι Σκοτ, ο οποίος εμπνεύστηκε από το «Beauty and the Beast» (Η πεντάμορφη και το τέρας) και το «2001: A Space Odyssey», ντύνοντας τα μοντέλα για την πασαρέλα του Moschino σαν ξύλινα ρολόγια ή βάζοντάς τους κηροπήγια στο κεφάλι. Το φθινοπωρινό σόου του 2022 παρουσιάστηκε την ημέρα που η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία. Στα παρασκήνια, ο Σκοτ φορούσε ένα πουκάμισο που έγραφε «Gilt without guilt», επίχρυσο χωρίς ενοχή, δηλαδή, εξηγώντας ότι είχε σχεδιάσει αυτές τις συλλογές έξι μήνες νωρίτερα.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
«Δεν είμαι ο Νοστράδαμος», είπε τηλεφωνικά στους New York Times. «Αλλά πιστεύω ότι, είτε πρόκειται για τον πόλεμο στην Ουκρανία, είτε απλώς για πράγματα που συμβαίνουν στην καθημερινή μας ζωή και μπορεί να φαίνονται ασήμαντα σε σύγκριση με έναν πόλεμο, εξακολουθούν να βιώνονται δυνατά και δραματικά για εμάς, τον καθένα ξεχωριστά και γι’ αυτό έχουμε πάντα ανάγκη από χαρά και λίγη εκκεντρικότητα. Χρειαζόμαστε τον τρόπο που η μόδα μπορεί να μας μεταφέρει κάπου αλλού, τουλάχιστον συναισθηματικά».
Από το έργο της Σκιαπαρέλι, ο σχεδιαστής είπε ότι εμπνεύστηκε περισσότερο από τις συνεργασίες της με τον Νταλί, συμπεριλαμβανομένου του κοστουμιού που φορούσε στο γραφείο με τσέπες-συρτάρια και πλαστικά πόμολα -η συλλογή του Moschino περιλάμβανε τρία φορέματα με χερούλια και περίτεχνα χρυσά τελειώματα.
Για την Σκιαπαρέλι ένα αρνάκι γινόταν καπέλο. Γι’ αυτόν, ένα μπουκάλι σαμπάνιας έγινε τσάντα. Και οι δύο μεταμόρφωσαν τις γυναίκες σε θάμνους, νομίσματα, γελωτοποιούς, προειδοποιητικές πινακίδες, πιάτα με φαγητό -όλα κομψά μικρά τέρατα. (Το 1937 ο Κοκτό είχε αποκαλέσει τον οίκο μόδας της σχεδιάστριας «εργαστήριο του διαβόλου»).
Πέρα από την ανάγκη να ξεφύγουμε από την πραγματικότητα, οι σχεδιαστές αναγνωρίζουν ότι η σουρεαλιστική μόδα ικανοποιεί επίσης την επιθυμία για προσοχή που είναι μεγαλύτερο ζητούμενο σήμερα, από ό,τι στον 20ο αιώνα. «Οι άνθρωποι πεινάνε για να ξεχωρίσουν, ειδικά τώρα που οι πληροφορίες από τη μικρή οθόνη του κινητού μας στην παλάμη των χεριών μας είναι τόσο πολλές και διαφορετικές».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News