Πολλά στοιχεία δείχνουν ότι ο Ντόναλντ Τραμπ επιχείρησε να ανατρέψει βίαια το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών του 2020. Ωστόσο οι περισσότεροι Ρεπουμπλικάνοι εξακολουθούν να πιστεύουν ότι ο Μπάιντεν δεν είναι ο νόμιμος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών ενώ το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας ακυρώνει συνταγματικά δικαιώματα που το ίδιο είχε αναγνωρίσει στο παρελθόν. Οπότε, «δεν υπήρχαν πολλοί λόγοι για να γιορτάσουν οι Αμερικανοί την 4η Ιουλίου, την Ημέρα της Ανεξαρτησίας», σχολίασε ο Μάσιμο Γκάτζι, ανταποκριτής της Corriere della Sera, στις ΗΠΑ, συνομιλώντας με τον Ντέιβιντ Φραμ.
«Είναι αλήθεια, η κατάσταση είναι δύσκολη αλλά όχι απελπιστική», του λέει o μετριοπαθής συντηρητικός πολιτικός σχολιαστής, πρώην λογογράφος του προέδρου Τζορτζ Μπους του νεότερου (αυτός εμπνεύστηκε τον διαβόητο «Αξονα του Κακού») και νυν σφοδρός επικριτής του τραμπισμού από το βήμα του The Atlantic, ενός από τα πιο έγκριτα και προοδευτικά ΜΜΕ των ΗΠΑ.
«Το να διογκώνουμε τα προβλήματα δεν βοηθάει. Φυσικά θα πρέπει να συνηθίσουμε πως θα έχουμε επί δεκαετίες ένα Ανώτατο Δικαστήριο πιο συντηρητικό από τον αμερικανικό λαό ενώ υπάρχουν πολλοί, στη Δεξιά, που προσπαθούν να αλλάξουν τους εκλογικούς κανόνες υπέρ των συντηρητικών. Αλλά σήμερα πρέπει να επικεντρωθούμε στον παράγοντα Τραμπ που είναι πραγματικά κρίσιμος για τη δημοκρατία μας», πρόσθεσε.
Ο Μπάιντεν και το ρίσκο
Σύμφωνα με τον Ντέιβιντ Φραμ ο Τζο Μπάιντεν θα μπορούσε υπό συνθήκες να επανεκλεγεί στον Λευκό Οίκο. Ωστόσο ο αμερικανός πρόεδρος «όπως όλοι οι δημοκρατικοί δυτικοί ηγέτες, αντιμετωπίζει μεγάλες δυσκολίες λόγω του πληθωρισμού και της καταστροφής του συστήματος παραγωγής μετά την πανδημία: από τη Γερμανία έως την Αυστραλία, όσοι βρίσκονταν στην κυβέρνηση το 2020 αντιμετωπίζουν προβλήματα το 2022. Ο Μπάιντεν μπορεί να κερδίσει έναν αποδυναμωμένο Τραμπ, αλλά δεν χρειάζεται να ρισκάρουμε: οι κρίσεις που προκαλούνται από τις τιμές των τροφίμων και της βενζίνης είναι θανατηφόρες», προειδοποιεί ο αμερικανός αναλυτής.
Από την άλλη πλευρά, «οι Ρεπουμπλικάνοι γνωρίζουν ότι ο Τραμπ δεν είναι δημοφιλής και γνωρίζουν ότι έχουν άλλους υποψηφίους που μπορούν να κερδίσουν το 2024: εάν μπορέσουν, θα τον ξεφορτωθούν. Με τον Τραμπ υποψήφιο, οι Ρεπουμπλικάνοι θα διεξάγουν μια προεκλογική εκστρατεία, μιλώντας για τις εκλογές του 2020 αντί για τις άδειες τσέπες των χειμαζόμενων από τον πληθωρισμό Αμερικανών. Ανασφαλείς και φοβισμένοι, οι ηγέτες της Δεξιάς σιωπούσαν μέχρι στιγμής. Εδώ μπαίνει στο παιχνίδι η έρευνα για την εισβολή στο Κογκρέσο», συμπλήρωσε.
Αρχικά φαινόταν πως επρόκειτο για μια διαδικασία ήσσονος σημασίας, για μια έρευνα σχεδόν μεροληπτική που διεξήγαγε μια επιτροπή που αποτελούταν κυρίως από Δημοκρατικούς. «Αντιθέτως κατέστη μείζον ζήτημα: έχουν αποκαλυφθεί πραγματικά γεγονότα, σοβαρά. Η επίθεση στο Κογκρέσο δεν ήταν αυθόρμητη, αλλά προσχεδιασμένη. Ο Τραμπ γνώριζε ότι πολλοί από τους οπαδούς του ήταν οπλισμένοι. Ηθελε να ανατρέψει το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας και χαιρέτισε την επίθεση κατά της ασφάλειας του ίδιου του αντιπροέδρου του, του Μάικ Πενς. Η Λιζ Τσέινι, η Ρεπουμπλικανή αντιπρόεδρος της εξεταστικής επιτροπής που στο παρελθόν είχε χλευαστεί από τη Δεξιά, είναι, πλέον, σεβαστή. Οι δύο εφημερίδες του Μέρντοκ, η Wall Street Journal και η New York Post, ζητούν έναν διαφορετικό υποψήφιο. Το τηλεοπτικό του δίκτυο, το Fox, επιτίθεται στην επιτροπή, αλλά επαινεί τον κυβερνήτη της Φλόριντα, Ρον ΝτεΣάντις, τον εν δυνάμει αντικαταστάτη του Τραμπ. Κάτω από την επιφάνεια του νερού κινείται το παγόβουνο», εξήγησε ο Ντέιβιντ Φραμ.
Ο Τραμπ, ο Πούτιν και το ΝΑΤΟ
Παρατηρώντας ο Μάσιμο Γκάτζι, πως ένας άλλος υπερσυντηρητικός
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News