Ο Ισίδωρος Ντογιάκος μετράει πάρα ένα 40 χρόνια στον εισαγγελικό σώμα -εισήχθη το 1983- και τόσες πολλές συγκρούσεις, προσωπικές, δικαστικές, πολιτικές, που όχι μόνο τον διαφοροποιούν αισθητά από το τυπικό προφίλ του έλληνα εισαγγελέα, αλλά και τον καθιστούν εμβληματική περίπτωση στον χώρο. «Οι αντιδράσεις, οι απειλές, οι ύβρεις δεν με απογοητεύουν. Αντίθετα με γοητεύουν», έχει ομολογήσει ο ίδιος σε παλαιότερη συνέντευξή του, εξηγώντας και με ιδιοσυγκρασιακούς όρους την ικανότητα χειρισμού καυτών υποθέσεων.
Η ανάδειξή του – από το υπουργικό συμβούλιο της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη, δια περιφοράς – στο ανώτατο αξίωμα του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, έρχεται να επισφραγίσει μια πορεία πολυκύμαντη, καθοριστική για τη δημόσια σφαίρα, με κορυφαία την πρόταση παραπομπής της Χρυσής Αυγής ως εγκληματικής οργάνωσης σε δίκη. Με κείμενο 700 σελίδων – απαιτητική σύνθεση των στοιχείων της ογκώδους ανακριτικής διαδικασίας, ο τότε Εισαγγελέας Εφετών έστειλε 69 πρόσωπα – κατηγορούμενους στην αίθουσα του δικαστηρίου. Με το σκεπτικό Ντογιάκου, το οποίο και έκανε δεκτό το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο, κάθισε στο εδώλιο, δικάστηκε και καταδικάστηκε η Χρυσή Αυγή. Η δική του γραφίδα σκιαγράφησε δικονομικά την υπόθεση του κόμματος που φόρεσε πολιτικό μανδύα για να ασελγήσει σε βάρος της κοινωνίας, να διαγουμίσει τη Δημοκρατία.
Ο ρόλος του δεν έμεινε χωρίς συμπαρομαρτούντα. Από τον καιρό που επόπτευε ακόμη τις έρευνες, και από τις συνομιλίες του πρώην γενικού γραμματέα της κυβέρνησης Τάκη Μπαλτάκου με τον βουλευτή Ηλία Κασιδιάρη, η Χρυσή Αυγή τον χαρακτήριζε ως «υποχείριο του Σαμαρά», ενώ στην ιστοσελίδα της τον αποκαλούσε εισαγγελέα «ειδικών αποστολών». Όταν ήλθε η ώρα της παραπομπής, χρυσαυγίτες του μήνυσαν πως θέλει «κρέμασμα» στην πλατεία Συντάγματος.
Η σημερινή επιλογή του δεν εξέπληξε πάντως κανέναν. Το όνομα του φερόταν ως το επικρατέστερο, ήλθε δε – σύμφωνα με πληροφορίες – «πρώτος» σε θετικές ψήφους και στην – μη δεσμευτική – διαδικασία που έλαβε χώρα ενώπιον της Διάσκεψης των Προέδρων, στο Κοινοβούλιο.
Στο άκουσμα του ονόματός του, ως τελική επιλογή για την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, αίσθημα ανακούφισης κατέκλυσε τον κλάδο: αποτελεί πάγιο αίτημα του η επιλογή για το συγκεκριμένο ανώτατο αξίωμα να γίνεται από τη δεξαμενή των εισαγγελικών λειτουργών και όχι από κείνη των δικαστών του Αρείου Πάγου.
Ο πόλεμος με τη Βασιλική Θάνου και ο εκρηκτικός μηχανισμός
Ο Ισίδωρος Ντογιάκος είχε ήδη εξελιχθεί σε αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου το φθινόπωρο του 2018 (χωρίς στήριξη από την ηγεσία, πλην όμως εντυπωσιακά, με ψήφους 13-2 στους κόλπους του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου), και διένυε μάλλον ήρεμη περίοδο, χωρίς ζέοντες δικαστικούς φακέλους και απειλές για τη ζωή του, όταν το όνομα του είδε ξανά το φως της δημοσιότητας. Αυτή τη φορά με τον πιο βάναυσο τρόπο, αφού η τοποθέτηση εκρηκτικού μηχανισμού έξω από το σπίτι του, που από τύχη δεν εξερράγη, τον ήθελε στόχο της επίθεσης.
Το περιβάλλον του είχε τότε αποδώσει το σκηνικό βίας στα μέτωπα που είχαν ανοιχτεί επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, με τον κ. Ντογιάκο τότε διευθύνοντα την Εισαγγελία Εφετών Αθηνών να έχει ριχτεί στην «πυρά» από την σιδηρά Πρόεδρο του Αρείου Πάγου Βασιλική Θάνου.
Όποιος θυμάται έστω και μία ημέρα του πολέμου που είχε ξεσπάσει στη Δικαιοσύνη από το 2015 και μετά, δεν λησμονεί ασφαλώς ότι στην εμπροσθοφυλακή βρισκόταν ο Ισίδωρος Ντογιάκος. Αφετηρία ήταν η πειθαρχική διαδικασία που είχε κινηθεί σε βάρος του, ως προς τη συνθήκη εκλογής του στην Εισαγγελία Εφετών Αθηνών, με βασικό επιχείρημα ότι δεν είχε το δικαίωμα του εκλέγεσθαι. Η Επιθεώρηση του Αρείου Πάγου και πλείστοι όσοι αντεισαγγελείς είχαν άλλη γνώμη, αποφαινόμενοι ότι η εκλογή Ντογιάκου ήταν καθ’ όλα νόμιμη, η Πρόεδρος όμως επέμενε. Τι πειθαρχικές διαδικασίες, τι ποινές, τι λάβρες επιθέσεις … Στο ζήτημα των ποινών είχε εμπλακεί ακόμη και ο πολιτικός προϊστάμενος της Δικαιοσύνης, τότε αρμόδιος υπουργός Νίκος Παρασκευόπουλος, ζητώντας – δια της εφέσεως – ποινή βαρύτερη από αυτή που είχε επιβληθεί στον κ. Ντογιάκο.
Ο εμφύλιος που μαινόταν ήταν πλέον προφανής και έγινε ακόμη προφανέστερος, όταν σε ένα γύρισμα της τύχης (σσ: δεν του επιδόθηκε εγκαίρως η απόφαση του πειθαρχικού συμβουλίου του Αρείου Πάγου – τυπική αλλά αναγκαία προϋπόθεση ώστε να του δημιουργεί κώλυμα εκλογιμότητας), ο Ισίδωρος Ντογιάκος έθεσε ξανά υποψηφιότητα για τη θέση του προϊσταμένου της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών. Με μια πρωτοβουλία ανατρεπτική, υψηλού συμβολισμού, με χροιά κίνησης ισχύος και όπλο τις θετικές ψήφους 39 συναδέλφων του, ανεδείχθη πρώτος, για να εκπέσει του αξιώματος λίγο αργότερα …
«Η «έκπτωσή» μου από την κ. Θάνου με έκανε να αισθάνομαι μονάρχης, διότι μόνον αυτός κηρύσσεται έκπτωτος», είχε πει στην ίδια συνέντευξη – αποτίμησή του, μάλλον με δόση χιούμορ. «Οι πολιτικοί ηγέτες αποχωρούν και επανέρχονται με την ψήφο του λαού».
Ο Κουφοντίνας και η θητεία
Σε κάθε περίπτωση, η απόπειρα με τον εκρηκτικό μηχανισμό σε βάρος του, τον επηρέασε καταφανώς και καταλυτικά. Το αντελήφθησαν άπαντες, από τον βαθμό αντίδρασής του στην πρωτοβουλία της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων την περίοδο της εξέλιξης της υπόθεσης με την απεργία πείνας του Δημήτρη Κουφοντίνα, να ζητήσει από την Πολιτεία αναθεώρηση της στάσης της. Με επιστολή του, ο Ισίδωρος Ντογιάκος απαρνήθηκε την ιδιότητα του μέλους της, θυμίζοντας ότι επιφανείς δικαστές και εισαγγελείς κάποτε έπεσαν θύματα τρομοκρατικών επιθέσεων.
Εν έτει 2022, κατά την ενιαύσια θητεία του, ο ίδιος έχει να αντιμετωπίσει μια πρόκληση βεληνεκούς: να υπηρετήσει τον θεσμό που κρατάει από το 1828 (και το ψήφισμα της Δ΄ Εθνικής Συνέλευσης του Άργους) σε μια εξαιρετικά κρίσιμη περίοδο, με διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις, σε ασταθές και πολλαπλώς βίαιο κοινωνικά περιβάλλον. Κρατώντας το θάρρος του παρελθόντος και τη μεγάλη πείρα του.
Η βίλα της Εκάλης και το παραδικαστικό
Στα μέσα της δεκαετίας του ’90 ασχολήθηκε με τη βίλα της Εκάλης και την πηγή των χρημάτων ανοικοδόμησής της από τον Ανδρέα Παπανδρέου. Αργότερα, ήταν εκείνος που «ανέλαβε» τις παράνομες ελληνοποιήσεις, υπόθεση που μπήκε στο αρχείο με πολιτική πράξη, αλλά και με το σκάνδαλο που ταλάνισε επί μήνες την κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή, σχετικό με τις άγονες γραμμές και πρωταγωνιστή τον πρώην υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας Αριστοτέλη Παυλίδη και τον στενό του συνεργάτη Παναγιώτη Ζαχαρίου.
Ο Ισίδωρος Ντογιάκος έβαλε και τη δική του υπογραφή στην υπόθεση των ομολόγων των Ταμείων, όπως αυτό των δημοσιογράφων (ΤΣΠΕΑΘ), αλλά και στη σχετική με το Ταμείο Εθνικής Οδοποιίας, στην οποία είχε εμπλακεί ο πρώην γενικός διευθυντής του ΠαΣοΚ Γιάννης Παπακωνσταντίνου.
Από τα χέρια του πέρασε επίσης ο φάκελος που έχει μείνει στη δικαστική αργκό ως «μίνι παραδικαστικό», με ονόματα όπως του αρχιμανδρίτη Ιάκωβου Γιοσάκη, του δικαστή Ευάγγελου Καλούση και του πρώην βουλευτή Πέτρου Μαντούβαλου.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News