Ενας υπέργηρος Γερμανός, ο ηλικίας 101 ετών Γιόζεφ Σουτζ δικάστηκε και καταδικάστηκε σε 5 χρόνια φυλάκιση επειδή υπήρξε φρουρός στο γερμανικό στρατόπεδο συγκέντρωσης Ζάξενχαουζεν, δηλαδή επειδή ήταν στην υπηρεσία των Ες Ες. Από το 1936 και κατά τη διάρκεια του Β’ ΠΠ εκεί φυλακίστηκαν περί τα 200.000 άτομα διαφόρων εθνικοτήτων, είτε επειδή ήταν εβραίοι ή τσιγγάνοι είτε επειδή ήταν πολιτικοί κρατούμενοι ή αιχμάλωτοι πολέμου. Τους επιζήσαντες απελευθέρωσε ο σοβιετικός Κόκκινος Στρατός, τον Μάιο του 1945.
Ηταν η τελευταία δίκη αυτού του είδους, και η ποινή που επεβλήθη στον γέροντα αφορά «συμβολή στη δολοφονία περίπου 3.518 κρατουμένων». Πλέον Σουτζ είναι ο γηραιότερος άνθρωπος που έχει καταδικαστεί για συνέργεια στο Ολοκαύτωμα. Στη δίκη ήταν, φυσικά, καταβεβλημένος και επί αμαξιδίου, ενώ φορούσε ένα ριγωτό παντελόνι που στο ακροατήριο θύμισε τις στολές των φυλακισμένων. Καθ’ όλη τη διάρκεια της δίκης ο Σουτζ έκρυβε με ένα ντοσιέ το πρόσωπό του, ενώ τον βοηθούσε σε αυτό το έργο και ένας δικαστικός υπάλληλος. Αυτή η τακτική απόκρυψης εξελήφθη από τους παράγοντες της δίκης σαν ένδειξη ότι ο γέροντας έχει σώας τας φρένας.
Ο Σουτζ υποστήριξε ότι δεν ήταν δυνατόν να ανήκει στα Ες Ες, καθώς δεν έχει γεννηθεί στη Γερμανία αλλά στη Λιθουανία. Ούτε, βέβαια, στα Βάφεν Ες Ες ανήκε, καθώς σε αυτήν την περίπτωση δεν θα ήταν φρουρός σε στρατόπεδο αλλά φαντάρος στο Ανατολικό Μέτωπο, ενταγμένος σε κάποια από τις ναζιστικές ταξιαρχίες των βαλτικών χωρών. Στο δικαστήριο απευθύνθηκε μιλώντας Γερμανικά με τη βαριά προφορά των γερμανόφωνων της Βαλτικής. Δήλωσε ότι δεν έκανε κανέναν φόνο ο ίδιος, μάλιστα είπε ότι αγνοούσε πως διαπράττονταν εγκλήματα στο στρατόπεδο συγκέντρωσης όπου αυτός απλώς εργαζόταν «στα χωράφια, κυρίως».
Η κατηγορούσα αρχή απέδειξε ότι υπηρέτησε σε έξι διαφορετικά πόστα των Ες Ε, επί τέσσερα χρόνια, από το 1941 μέχρι και το 1945. Οι φρουροί του στρατοπέδου, όπως ο Σουτζ, φρουρούσαν έναν συγκεκριμένο χώρο εκτελέσεων όπου συνέβησαν οι γνωστές και από άλλα στρατόπεδα φρικαλέες μαζικές εκτελέσεις πριν από τη σκύλευση των πτωμάτων (αφαίρεση χρυσών δοντιών, κ.λπ.) και το κάψιμό τους. Οι μάρτυρες κατηγορίας περιέγραψαν τα πάντα με λεπτομέρειες, όμως κάποιος Αλφονς Στουντζίσκι, Πολωνός από το Γκντανσκ, φυλακισμένος στο στρατόπεδο, δεν αναγνώρισε τον Σουτζ.
Η προσωπική ζωή του καταδικασθέντος όλα αυτά τα χρόνια ήταν ομαλή: έζησε στην Ανατολική Γερμανία, και φυσικά η Στάζι γνώριζε τα πάντα για αυτόν: η μυστική αστυνομία της ΛΔΓ δεν είχε ενδείξεις ότι συμμετείχε σε εγκληματικές πράξεις, πιθανώς όμως και να μην ήθελε να προκαλέσει σκάνδαλο καθώς μία κόρη του υπήρξε ανατολικογερμανίδα ολυμπιονίκης – το σχόλιο αυτό ανήκει στην εφημερίδα Süddeutsche Zeitung.
Γεγονός είναι πάντως ότι η ποινή επεβλήθη έπειτα από 80 έτη και χωρίς επαρκή στοιχεία. Στο ερώτημα τι νόημα έχει η καταδίκη ενός ανθρώπου που αναμένει την τελευτή του βίου του, το γερμανικό Μέσο είναι άτεγκτο: «Υπάρχουν και θύματα που είναι υπέργηροι. Ο Σουλτς δεν έδειξε να έχει τύψεις, ούτε ζήτησε κάποια συγγνώμη. Για τους επιζήσαντες δεν τίθεται θέμα εκδίκησης».
Ο Σουτζ θα πεθάνει μόνος, αφού και οι δύο κόρες του τον εγκατέλειψαν ήδη από το 2019, όταν έμαθαν τις κατηγορίες εναντίον του.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News