Πώς αυτό το ευφυέστατο πλάσμα ενώνει γενιές! Πώς αυτό το μοναχικό πλάσμα πετάει ανάμεσά μας σαν μικροσκοπικό έντομο και με ευαίσθητες κεραίες αγγίζει κάθε εποχή! Και με τρυφερό βόμβο, τρυφερά μας πειράζει «Δες το κι έτσι», «Μπορεί να είναι κι έτσι».
Στο τρίτο κουδούνι η παράσταση ξεκινάει και από την αρχή, σε ένα ντουέτο με τον Θ. Αθερίδη που σκηνοθετεί και την παράσταση, η Δήμητρα Παπαδοπούλου έντιμα απλώνει λεκτικά την αμηχανία της για την επιθεώρηση στις μέρες μας. Και πόσο δίκιο έχει! Είναι σαν να μην συνεννοούμαστε πια το γέλιο αφού μας ενώνει μεν κοινό δράμα αλλά είναι ανεπεξέργαστο, ανολοκλήρωτο ακόμα. Τόσο, μα τόσο που ήμαστε όλοι μπερδεμένοι. Ακαταστάλαχτοι. Με ταχύρρυθμη μάθηση ενός «μέσα» και ενός «μόνος». Ασυντρόφευτοι. Σκέψου, ζήσαμε μέχρι ασυντρόφευτους θανάτους. Μα το γέλιο είναι εξωστρεφές! Δεν θες να γελάσεις μόνο εσύ αλλά -το έχετε προσέξει;- πάντα νοιαζόμαστε αν γέλασε και ο διπλανός μας.
Είναι γενναιόδωρο πράγμα το γέλιο. Είναι ιερή υπόθεση. Η Δήμητρα καταφέρνει κάτι μαγικό. Σε πάει βόλτα συγχρόνως σε παρελθόν, σε παρόν και σε μέλλον… Ενώ στέκεσαι σε έναν τόπο. Οπου «τόπος» το Πάρκο του Οικονομίδη. «Φίλοι μου, αγαπημένοι! Γειά σας και χαρά σας!». Τον θυμάστε; Και έγινα αυτόματα «μικρή». Το πάρκο έχει αποτυπώματα μου. Παντού! Ταξίδεψα στο διαμέρισμα της Λεωφόρου Αλεξάνδρας. Είδα, μπροστά στα μάτια μου ξανά, αφίξεις κυριών με μαλλιά κομμωτηρίου, με κραγιόν, με βεντάλιες, εσάρπες, πούλμαν, πούλμαν να κατεβάζουν κόσμο και κοσμάκη, μύρισε ο τόπος αρώματα. Πού ήταν κρυμμένοι όλοι αυτοί; Ο αστικός ιστός κατέφθασε. Ολοι παρόντες στο μυστικό σύνθημα «Να γελάσουμε!». Σαν χρωστούμενο στην ψυχούλα μας.
Πλούσια παράσταση. Ο Ηλίας Μαροσούλης, παραγωγός παλιάς κοπής, αποτίνει στο θεατρικό είδος όσα τού «πρέπουν». Σκηνικό εντυπωσιακό, και με τη βοήθεια της τεχνολογίας ακόμα πιο ενδιαφέρον, κοστούμια, μουσική, πλειάδα ηθοποιών, συγχρονισμένο μπαλέτο. Όλοι, οι καλύτεροι στο είδος τους! Ατσιγγούνευτα. Φωκάς Ευαγγελινός, Μανώλης Παντελιδάκης, Μαρίζα Ρίζου, Εβελυν Σιούπη. Και οι ηθοποιοί, ένας κι ένας. Μια συντονισμένη παρέα που όλοι δίνουν το καλύτερό τους. Αλλά, πίσω από όλα αυτά, ένα μοναδικό, σπινθηροβόλο πολυταλέντο. Αυτό της Δήμητρας Παπαδοπούλου.
Ξέρετε, υπάρχει μια χοντρή αδικία. Την έχουμε καταγραμμένη στην καρδιά μας ως «Δημητρούλα» και αυτό μας «παρασύρει». Η Δημητρούλα είναι Δήμητρα Παπαδοπούλου στον επαγγελματισμό της. Κρυφακούστε πίσω από τα γέλια, πόσα στοιχεία απαιτούνται για τη διαχρονική επιτυχία της και πόσα «όχι» τιμάνε την καριέρα της. Η Δήμητρα είναι το πιο ενδιαφέρον «χύμα», γιατί ενώ λυσσαλέα διατηρεί το χύμα της, είναι το πιο σοβαρό, υπεύθυνο, συντηρητικό χύμα που έχω συναντήσει. Δείτε πίσω από τα γέλια την ανάληψη μιας θηριώδους ευθύνης. Κάθε σκετς είναι γραμμένο από εκείνη. Σηκώνει στην πλάτη της την τύχη ενός τεράστιου θιάσου. Ξεχειλίζει ένα θέατρο 2.000 θέσεων (και στέκονται και όρθιοι στο βάθος… Τίγκα στη νεολαία!). Σου ελαφρώνει την ψυχή χωρίς να γίνεται ελαφριά, φθηνή.
Στο «Τι ζούμε, ρε» η Δήμητρα Παπαδοπούλου εκθέτει στα μάτια μας όλα μας τα «θέματα». Αλλοτε σκας στο γέλιο… Οταν, ας πούμε, υποδύεται την Κυπραία ξεδιπλώνεται κάθε πτυχή του ταλέντου της (πόσα θέματα θίγει χωρίς να θίγει!… Μέχρι τον Τζόνυ Κλεοπάτρα, η άτιμη)! Αλλοτε χαμογελάς πικρά, όταν για παράδειγμα ο Κρατερός Κατσούλης αναπτύσσει, ως έρμος δάσκαλος, την αγωνία και τον πόνο του για την αμορφωσιά των νέων. Αλλοτε νοιώθεις μια «παλιομοδίτικη» σύμπλευση-ένωση με το κοινό, όπως κατορθωνόταν στην «παλιά επιθεώρηση», με την Παρθένα Χοροζίδου ως «γυναίκα με πιασίματα» εναντίον μιας «κοκαλόσουπας». Αλλοτε χαζεύεις «κατά συρροή» ταλέντα επί σκηνής! Θανάσης Αλευράς… Τον λατρεύω καθώς ενέχει όλα τα φύλα. Αρα ον-«γοητεία». Ο Λουδάρος που ενώ πατάει σε ασταθές κείμενο, κάνει το καλύτερο του. Ο Κώστας Κόκλας, ο Λευτέρης Ελευθερίου, ο Αποστολάκης, η Ελένη Κοκκίδου… Ο Μουζουράκης που δεν σου φτάνει ως «ολίγον και από τραγούδι» και παρακαλάς «να ήταν κι άλλο!» ως φωνή.
Οχι, δεν είναι όλα τα σκετς επιτυχημένα σε μια μακρά παράσταση. Φεύγοντας όμως θα έχετε όλα, μα όλα τα «θέματα». (Και τη Δημητρούλα πάντα στην καρδιά του σπιτιού σας, πλην όχι οικεία. Εκτιμώ βαθιά τις δοσολογίες της Δήμητρας).
ΥΓ. Παρεμπιπτόντως, αν θέλετε ένα καλοκαιρινό ανάγνωσμα από αυτά που γεμίζουν οι σελίδες άμμο κάτω από τις ομπρέλες και κρυφογελάτε στη σκιά, αν θέλετε ένα έντιμο αποτύπωμα μιας γενιάς και την «ατμόσφαιρα» της γενιάς του Πολυτεχνείου, όπως κανένας άλλος δεν κατόρθωσε να την «ξεσκεπάσει» και να την ξεμπροστιάσει, χαρίστε στον εαυτό σας το βιβλίο της Δήμητρας Παπαδοπούλου «Ο έρωτας είναι παιχνίδι, μωρό μου». (Σιγά μην είναι παιχνίδι, Δημητρούλα μου… Πώς γλιτώσαμε, η ψυχή μας το ξέρει! Ουφ!.. Ευτυχώς μας πήραν όμορφα τα χρόνια. Να μας φυλάει ο Θεός να μη μας πετύχει στα πίσω πίσω. Μεγάλος μπελάς ψυχής ο έρωτας! Δεν τον βγάζω πλέον πέρα).
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News