«Οι εξωγήινοι καταφθάνουν σχεδόν κάθε εβδομάδα. Αλλά για να παρατηρήσει κανείς την εισβολή, δεν χρειάζεται να κοιτάξει ψηλά, αναζητώντας ιπτάμενους δίσκους, αλλά κάτω, στα βάθη της θάλασσας», γράφει ο Τζάκομο Ταλινιάνι, στο il venerdi, το εβδομαδιαίο ένθετο περιοδικό της ιταλικής La Repubblica. Ομως σε τι αναφέρεται ακριβώς; Στη «σιωπηλή εισβολή» εξωτικών ψαριών, μαλακίων και άλλων θαλάσσιων οργανισμών στα νερά της Μεσογείου Θάλασσας που ακολουθούν μια συγκεκριμένη πορεία από την ανατολή προς τη δύση.
Η προτιμώμενη πύλη εισόδου τους στο νέο κόσμο της Μεσογείου είναι η Διώρυγα του Σουέζ ενώ με το που εισέλθουν στα ύδατα της Mare Nostrum επωφελούνται από τις ιδανικές, για συγκεκριμένα είδη, συνθήκες (υψηλότερη σε σχέση με το παρελθόν θερμοκρασία θαλάσσης, αλατότητα και οξίνιση των υδάτων, μείωση του πληθυσμού άλλων ειδών λόγω της υπεραλίευσης) ούτως ώστε να εδραιώσουν την παρουσία τους στο νέο περιβάλλον.
Κάπως έτσι απαντώνται συχνά, πλέον, στην Απουλία της Ιταλίας αλλά και στη Ζάκυνθο τα επικίνδυνα και δηλητηριώδη λεοντόψαρα (Pterois volitans), η Αδριατική είναι κατάμεστη με μπλε καβούρια (Callinectes sapidus) ενώ στις τουρκικές ακτές της Μεσογείου προβλήματα προκαλούν εδώ και καιρό οι δηλητηριώδεις λαγοκέφαλοι (Lagocephalus sceleratus).
Δεν είναι ζαργάνες, μοιάζουν…
Πιο πρόσφατα ημίραμφοι (Ηemiramphus Far) εθεάθησαν και στη Σικελία (στην Ελλάδα εντοπίστηκε πρώτη φορά πριν από πολλές δεκαετίες). «Μοιάζουν με ζαργάνες αλλά δεν είναι. Πρόκειται για ένα νέο είδος στην Ιταλία που εντοπιζόταν σπανίως στην Λαμπεντούζα», ανέφερε ο Φραντσέσκο Τιραλόνγκο, ερευνητής στο Πανεπιστήμιο της Κατάνια. «Αυτό που λαμβάνουμε υπόψη είναι πως θα μπορούσε να διαταράξει το οικοσύστημα, θα μπορούσε να ανταγωνιστεί με άλλα είδη, δεν γνωρίζουμε με ποια και με πόσα, για αυτό πρέπει να το παρακολουθούμε. Ευτυχώς είναι ένα βρώσιμο ψάρι: τρώγοντάς το, θα μπορούσαμε να περιορίσουμε την εξάπλωσή του», ανέφερε ο ιταλός ειδικός.
Ωστόσο έως σήμερα στη Μεσόγειο έχει καταγραφεί η παρουσία 280 εξωτικών ειδών, 190 εκ των οποίων είναι ψάρια. Πρόκειται για μια διαρκή εισβολή ειδών, «θα έλεγα σχεδόν εβδομαδιαία», σημείωσε ο Ερνέστο Ατζούρο, ερευνητής στο Εθνικό Συμβούλιο Ερευνών της Ιταλίας (CNR) με ειδίκευση στα ξενικά είδη. Κάποια από αυτά απλά «ρέουν» προς τη Μεσόγειο, κάποια άλλα καταλήγουν εκεί μέσω της διαδικασίας ερματισμού των πλοίων. Ομως στην Ανατολική Μεσόγειο «η βιοποικιλότητα καταρρέει», προειδοποιεί. «Οι πληθυσμοί ορισμένων αφρόψαρων και μαλακίων έχουν μειωθεί έως και κατά 90%». Εξαφανίζονται, για παράδειγμα οι σάλπες, οι οποίες είναι φυτοφάγες, λόγω της μαζικής εισβολής μαύρων αγριόσαλπων (Siganus Luridus) οι οποίες είναι επίσης φυτοφάγες.
Δηλητήριο και… όρεξη για τροφή
Οι επιπτώσεις της άφιξης νέων ειδών δύσκολα μπορούν να προβλεφθούν ενώ η μετέπειτα αντιμετώπισή τους είναι ιδιαίτερα περίπλοκη. Ενδεικτική είναι η περίπτωση του λεοντόψαρου. Πέρα από τις δηλητηριώδεις άκανθες που διαθέτει, είναι επίσης εξαιρετικά αδηφάγο. «Οπου αναπαράγεται μπορεί να προκαλέσει την κατάρρευση των πληθυσμών των μικρών ψαριών έως και κατά 95%. Εδώ και δέκα χρόνια απαντάται ολοένα πιο συχνά στη Μεσόγειο, από την Κύπρο έως την Ιταλία ενώ στην κοντινή Ζάκυνθο έχει καταστεί σχεδόν γηγενές», αναφέρει ο ιταλός δημοσιογράφος.
Δεδομένης της περιορισμένης αποτελεσματικότητας των όποιων στρατηγικών έχουν δοκιμαστεί έως σήμερα με στόχο τον περιορισμό της εξάπλωσής του, πλέον εφαρμόζονται ειδικά προγράμματα (όπως το RedLionMed που χρηματοδοτείται από την ΕΕ) μέσω των οποίων καλούνται και οι πολίτες να αναλάβουν δράση για την αντιμετώπιση του προβλήματος, αρχίζοντας απλά να τρώνε λεοντόψαρα. «Στην πραγματικότητα μπορούμε να καταναλώνουμε πολλά από αυτά τα είδη, την μαύρη αγριόσαλπα ή το ψάρι-κορνέτα, όπως και οστρακοειδή που είναι άγνωστα σε εμάς. Πρέπει όμως να εκπονηθούν μελέτες και να εφαρμοστούν προγράμματα ευαισθητοποίησης του κοινού», ανέφερε σχετικά ο Ερνέστο Ατζούρο.
Βασική πηγή ενημέρωσης όσον αφορά την παρουσία ξενικών ειδών στη Μεσόγειο Θάλασσα είναι ο Ατλαντας Εξωτικών Ψαριών της Διεθνούς Επιτροπής για την Επιστημονική Εξερεύνηση της Μεσογείου (CIESM). Φέτος, μόνον, εντοπίστηκαν για πρώτη φορά και μελετήθηκαν έξι νέα είδη, με τα περισσότερα να προέρχονται από τον Ινδό-Ειρηνικό, όπου ζουν σε κοραλλιογενείς υφάλους.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News