«Αυτά τα χρόνια, με την παρούσα κυβέρνηση, είναι τα καλύτερα για την ομογένεια εδώ και δεκαετίες. Κατά καιρούς υπάρχουν περίοδοι που εμείς αποκαλούμε “καλά χρόνια”. Και αυτή είναι μια τέτοια περίοδος». Τα λόγια ανήκουν σε Ρωμιό της Πόλης και εκστομίστηκαν λίγα χρόνια μετά τη στροφή του αιώνα. Λίγο μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες και πριν από την οικονομική κρίση που χτύπησε την Ελλάδα. Τότε που και στις δυο ακτές του Αιγαίου όλα ήταν ρόδινα, στήνονταν κουμπαριές και ερχόντουσαν τα πεσκέσια…
Το να ζει κάποιος Kostas ή Yianis ή Υiorgos στην Κωνσταντινούπολη, ουδέποτε ήταν εύκολο πράγμα. Ειδικά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα. Τα Σεπτεμβριανά το ’55, η κρίση στην Κύπρο και οι απελάσεις το ’64, η εισβολή δέκα χρόνια αργότερα, το «Βυθίσατε το Χόρα», το μιλιταριστικό καθεστώς Εβρέν που ακολούθησε, το Σισμίκ, η κρίση των Ιμίων, πλήγωσαν βαθιά μια κοινότητα που σήμερα δεν αριθμεί περισσότερα από 2.000 μέλη. «Εκλεινα το στόμα του παιδιού μου στο ταξί για να μην μιλήσει ελληνικά και μας κατεβάσει ο οδηγός» έχει πει ο αείμνηστος Δημήτρης Φραγκόπουλος, διευθυντής του Ζωγραφείου Λυκείου από το 1958 έως το 1993, σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στη Μάγια Τσόκλη πολλά χρόνια πριν.
Η εποχή Ερντογάν ξεκίνησε, πράγματι, με τους καλύτερους οιωνούς. Οι Ρωμιοί απόλαυσαν ελευθερίες που δεν είχαν δει ούτε στα όνειρά τους. Οι έλληνες τουρίστες πλημμύριζαν τα παζάρια και τις τουριστικές ζώνες της Πόλης, οι έμποροι φώναζαν «Ελένη», «Γιάννη», «Γιώργο» στους φωνακλάδες περαστικούς για να τους προσελκύσουν, ποτήρια (και ποτέ φλιτζάνια!) με τσάι ερχόντουσαν σε μπακιρένιους δίσκους, γινόταν αλισβερίσι…
Πώς, όμως, από αυτήν την εποχή φτάσαμε στη σημερινή κατάσταση που ελάχιστα απέχει από αυτό που μάθαμε να λέμε χαριτωμένα «θερμό επεισόδιο»; Η απάντηση είναι σύνθετη και απλή, ταυτόχρονα…
Τα χρόνια της μεταρρύθμισης
Η τουρκική κοινωνία άλλαξε. Θεαματικά. Και προφανώς προς το καλύτερο. Ανισότητες δεκαετιών αμβλύνθηκαν. Το κυριότερο; Γεννήθηκε μεσαία τάξη. Εμποροι, βιοτέχνες, στελέχη επιχειρήσεων που στο παρελθόν συμπιέζονταν από την αρβύλα, βρήκαν χώρο να αναπνεύσουν. Ο Στρατός, που από το κεμαλικό Σύνταγμα είχε οριστεί ως θεματοφύλακας του αστικού πολιτεύματος, άρχισε σταδιακά να χάνει την ισχύ του μέσω ενός εκτεταμένου εισοδισμού.
Η αρχή έγινε από τη Δικαιοσύνη και τα Σώματα Ασφαλείας και με τη βοήθεια του Γκιουλενικού μηχανισμού που με τα σχολεία του πρόσφερε δωρεάν υψηλού επιπέδου μόρφωση, διακριτικά μπολιασμένη με θεοκρατία. Ακολούθησαν οι μαντήλες. Αυτό που για τους Δυτικούς αποτελεί σύμβολο καταπίεσης και για τους κεμαλιστές ό,τι η σβάστικα για τους Ισραηλινούς, άρχισε να εμφανίζεται παντού. Δειλά στην αρχή, με περισσότερη ζέση αργότερα. Μέχρι το 2010 στις αστικές περιοχές μόνο το 10/100 των γυναικών κάλυπτε το κεφάλι της. Σε μια δεκαετία ήταν η πλειοψηφία… Προφανώς ήταν προτιμότερη από την αρβύλα που κρατούσε τα προνόμια για τον εαυτό της και μοίραζε τη φτώχεια στην κοινωνία. Οταν μιλάει το χρήμα…
Η νεολαία άνθισε. Σπούδασε. Το όραμα της Δύσης ήταν σχεδόν χειροπιαστό. Μόνο που οι νέοι έχουν ένα «ελάττωμα». Διεκδικούν. Ονειρεύονται. Και δεν κάνουν παζάρια. Οι ισλαμιστές δεν μπορούσαν να αντιληφθούν πως τα παιδιά δεν θα αρκούνταν στα καθρεφτάκια και τις χάντρες. Ηθελαν ελευθερίες που οι γονείς τους δεν ήξεραν καν ότι υπήρχαν. Και όσο περνούσαν τα χρόνια, και τα παιδιά αυτά μεγάλωναν και αποκτούσαν δικαίωμα ψήφου, η εκλογική παλάντζα άρχισε να γέρνει όλο και λιγότερο προς τη μεριά του Ερντογάν. Το άφθονο χρήμα δεν ήταν πλέον αρκετό. Ο ισλαμικός «κορσές» άρχισε να γίνεται αφόρητος. Κι αυτό αποτυπώθηκε στις κάλπες…
«Τι θα γίνει τώρα, καρντάση; Θα συνεργαστεί ο Ερντογάν με τον Μπαχτσελί;». Το ερώτημα ακουγόταν σε κάθε μαχαλά της Πόλης, από τους καφενέδες μέχρι τα παζάρια…
«Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα. Ποτέ ο Ερντογάν δεν θα συνεργαστεί με τον Μπαχτσελί. Είναι δύο διαφορετικοί κόσμοι» έλεγαν όσοι υποτίθεται πως είχαν μια σφαιρικότερη αντίληψη περί πολιτικής. Αποδείχτηκε ότι έπεσαν έξω. Δεν συνυπολόγισαν τον παράγοντα «εξουσία», μια από τις ισχυρότερες βαρυτικές δυνάμεις στο σύμπαν. Η οποία στην προκειμένη περίπτωση δεν τράβηξε τον Μπαχτσελί, αλλά τον Ερντογάν.
Η ανίερη συμμαχία
Ο «σουλτάνος» κατάλαβε ότι για να παραμείνει στη θέση του έπρεπε να συνεργαστεί με τον διάβολο. Μια ευκαιριακή συνεργασία που θα του έδινε τον χρόνο που ήθελε για να ολοκληρώσει το σχέδιό του. Είχε φτάσει κοντά. Τα μεγάλα έργα που ολοκλήρωσε είχαν μεταμορφώσει την Κωνσταντινούπολη – τη βιτρίνα της χώρας – σε μια υπερσύγχρονη μητρόπολη και τα κονδύλια που διοχετεύτηκαν σε φίλους του επιχειρηματίες είχαν χτίσει μια οικονομική ασπίδα γύρω του. Ηταν τα νέα «τζάκια». Οι δικοί του «ολιγάρχες»…
Επρεπε, όμως, να κάνει τα χατίρια του συνεταίρου που τον κρατούσε στην εξουσία. Και άλλαξε τροπάριο…
Πώς όμως θα συγκεράσει το Ισλάμ με το εθνικιστικό όραμα; Εκείνος που είχε εξοργιστεί με το τηλεοπτικό σίριαλ «Σουλεϊμάν» (σάρωσε και τις ελληνικές οθόνες…) επειδή έδειχνε τον πατισάχ να πίνει αλκοόλ και να ερωτεύεται αλλόθρησκες, βρέθηκε να μιλάει για τον Κανούνι (Νομοθέτης και όχι Μεγαλοπρεπής) Σουλτάν Σουλεϊμάν, τον Φατίχ Σουλτάν Μεχμέτ, τον Μωάμεθ τον Πορθητή δηλαδή και άλλους σημαντικούς ηγεμόνες της οθωμανικής περιόδου. Ο Κεμάλ, ο διαμορφωτής της σύγχρονης Τουρκίας, άλλωστε, έπρεπε να εξοβελιστεί.
Η προεδρική φρουρά έβγαλε το χακί. Ντύθηκε τη φορεσιά των Γενιτσάρων και πανοπλίες πολεμιστών που παραπέμπουν στον Σαλαντίν, τον ήρωα που έδιωξε τους Σταυροφόρους από τους Αγίους Τόπους. Το παχύ, μακρύ μουστάκι απαραίτητο αξεσουάρ, παρότι απροκάλυπτα ψεύτικο. Σημειολογικά ικανοποιούσε τους πάντες.
Το «πραξικόπημα»
Το όραμα του Ερντογάν, πλέον, δεν περιοριζόταν στο Κοράνι και τις διδαχές του σουνιτικού Ισλάμ. Ηταν κοσμικό και θρησκευτικό ταυτόχρονα. Η οικονομία έτρεχε με ρυθμούς εξπρές. Τι θα πείραζε ένα μεσονύχτιο δρομολόγιο; Και φτάσαμε στο πραξικόπημα. Ή, μήπως, «πραξικόπημα»;
Κάποιοι που ζούσαν στην Πόλη τον Ιούλιο του 2016 λένε ότι όλο αυτό ήταν κομμάτι περίεργο. Ο στρατός κατέλαβε το Αεροδρόμιο Ατατούρκ και, όπως ισχυρίζεται ο ίδιος ο πρόεδρος της Τουρκίας, προσπάθησε να τον συλλάβει. Τι τον εμπόδισε; Ο λαός; Μοιάζει πολύ απλοϊκό εάν όχι αστείο… Ο Ερντογάν επέστρεψε στην Πόλη σαν κύριος. Και πιο ισχυρός από ποτέ…
Τα γεγονότα από αυτό το σημείο και μετά πήραν έναν άλλο δρόμο. Ο Ερντογάν εκμεταλλεύτηκε την ισχύ του για να πείσει τη μεσαία τάξη που ο ίδιος δημιούργησε ότι οι δυνάμεις του παρελθόντος επιχείρησαν να επιστρέψουν για να επαναφέρουν το παλαιό καθεστώς, της διαφθοράς, της στρατιωτικο-πολιτικής νομενκλατούρας που θα οδηγούσε ξανά τον λαό στην εξαθλίωση. Στο εξής, όποιος τολμούσε να αρθρώσει διαφωνία είχε εξασφαλισμένη μια θέση στα μπουντρούμια της ΜΙΤ και από εκεί στο Σιλιβρί, τη Σηλυβρία, στη Θάλασσα του Μαρμαρά, όπου λειτουργεί μεγάλο κέντρο «φιλοξενίας» αντιφρονούντων…
Αν τα πράγματα πήγαιναν καλά, πιθανώς να τελείωναν κάπου εκεί. Ομως δεν πήγαν. Η οικονομία άρχισε να διολισθαίνει, μαζί και το εθνικό νόμισμα. Η τουρκική λίρα έχασε μέσα σε πέντε χρόνια το 90% της αξίας της. Κι αυτό έφερε ακρίβεια. Πληθωρισμό. Φτώχεια. Το δυνατό χαρτί του Ερντογάν κάηκε. Η μεσαία τάξη, αυτή που ο ίδιος δημιούργησε, του γύρισε την πλάτη. Χρειαζόταν επειγόντως κάτι μεγάλο. Κάτι εντυπωσιακό. Μια επίδειξη εθνικού μεγαλείου. Και δεν υπήρχε καλύτερο «εργαλείο» από το σημαντικότερο ανθρώπινο δημιούργημα για περίπου 1.000 χρόνια…
Η Αγία Σοφία
Ο Ερντογάν επί χρόνια αντιστεκόταν στις πιέσεις των φανατικών οπαδών του να μετατρέψει την Αγία Σοφία σε τέμενος. «Εχουμε 18.000 τζαμιά στην Κωνσταντινούπολη. Αν τα γεμίσετε όλα, τότε θα κάνουμε τζαμί και την Αγιά Σοφιά», έλεγε. Δεν ήθελε να προκαλέσει τη Δύση και τον πολιτισμένο Κόσμο. Ενα μνημείο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς που επί 80 χρόνια φροντίζει η UNESCO και εκατοντάδες επιστήμονες προσπαθούν να επαναφέρουν στην προ Αλώσεως κατάσταση, δεν ενδείκνυται για πολιτικά παιχνίδια.
Από την άλλη, ποιος το έκανε μουσείο; Ο Ατατούρκ. Ενας λόγος παραπάνω. Ή και όχι…
Η Αγία Σοφία ήταν για τον πρόεδρο της Τουρκίας ό,τι ο Ρουβίκωνας για τον Ιούλιο Καίσαρα. Το σημείο που δεν έχει επιστροφή. Το μόνο που έπρεπε να διαφυλάξει ήταν η σχέση με τον Πούτιν. Δεν ήταν δύσκολο. Αλλωστε μιλούν την ίδια γλώσσα. Και ο ευλαβής προσκυνητής του Αγίου Ορους δεν είχε αντίρρηση. Αρκεί να συνεχίζονταν οι μπίζνες. Το πυρηνικό εργοστάσιο στο Ακουγιού είχε ήδη ξεκινήσει, άλλωστε, οι S-400 είχαν ανοίξει έναν κύκλο στρατιωτικής συνεργασίας παρά τις σοβαρές ενστάσεις του ΝΑΤΟ, κάποια μικροπροβλήματα στη Συρία και στη Λιβύη είχαν ξεπεραστεί… Ναι, οι μπίζνες θα συνεχίζονταν κανονικά. Η μόνη αντίδραση της Μόσχας για την Αγία Σοφία ήρθε από τα χείλη του εκπροσώπου του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ: «Καλύτερα. Ετσι οι ρώσοι τουρίστες δεν θα πληρώνουν και εισιτήριο…», είπε.
Και τώρα, τι;
Τον ωφέλησε όμως αυτό τον Ερντογάν; Μάλλον όχι. Πέρα από την μετατροπή της Τουρκίας σε χώρα-παρία του Δυτικού Κόσμου, ουδέν νεώτερο.
Και το κυριότερο; Η οικονομία συνέχισε να διολισθαίνει, αγκαζέ με τη δημοφιλία του.
Στη συνείδηση της κοινής γνώμης οι επιλογές της ηγεσίας είναι μάλλον ακατανόητες και, όπως φαίνεται, το εμβληματικό 2023, η εκατοστή επέτειος από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας, θα φέρει νέο ένοικο στο Ακσαράι, το Λευκό Παλάτι της Αγκυρας…
Ο Ερντογάν στο Αιγαίο παίζει το τελευταίο του χαρτί. Θέλει να συσπειρώσει τους πολίτες γύρω του, δείχνοντας μια απειλή για το τουρκικό έθνος. Μόνο που απειλή δεν υπάρχει. Και πρέπει να την φτιάξει μόνος του. Εχει ανάγκη από ένα θερμό επεισόδιο. Ανάγκη επιβίωσης. Οχι μονάχα πολιτικής…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News