Για να ξέρετε πότε ένας ηγέτης κράτους βγαίνει εκτός της επίσημης γραμμής στις δηλώσεις του, να κοιτάτε τους συμβούλους του. Οποιος το έκανε στη χθεσινή συνέντευξη Τύπου του Τζο Μπάιντεν, στο Τόκιο, λίγο πριν το τέλος της, θα πρόσεξε ότι οι σύμβουλοι εθνικής ασφάλειας του αμερικανού προέδρου προσπαθούσαν να κρύψουν την έκπληξή τους και έκαναν νευρικές κινήσεις κοιτώντας τα παπούτσια τους.
Το διαπίστωσε ο δημοσιογράφος του Time, που βρισκόταν στην αίθουσα, τη στιγμή που ο αμερικανός πρόεδρος είπε αυτό που οι προκάτοχοί του απέφευγαν, όπως ο διάβολος το λιβάνι, από το 1979: ότι οι ΗΠΑ θα υπερασπιστούν στρατιωτικά την Ταϊβάν, αν εισβάλει η Κίνα.
Μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου στην Κίνα, το 1949, η Ταϊβάν κυβερνάται από μια δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση. Το Πεκίνο εξακολουθεί να έχει στόχο «να επανενώσει» το νησί με «τη μητέρα πατρίδα». Δεν έχει αποκλείσει μάλιστα το ενδεχόμενο να χρησιμοποιήσει βία, κυρίως στην περίπτωση που οι ταϊβανέζικες αρχές κηρύξουν επισήμως την ανεξαρτησία του αυτοδιοικούμενου νησιού.
Τα τελευταία 43 χρόνια, η θεμελιώδης βάση των σινοαμερικανικών σχέσεων είναι η πολιτική της Μίας Κίνας, κατά την οποία η Ουάσινγκτον αναγνωρίζει μεν την Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας ως την μοναδική νόμιμη κινεζική κυβέρνηση, και την Ταϊβάν ως μέρος της Κίνας και είναι σκόπιμα ασαφής για τις προθέσεις της σε περίπτωση κινεζικής εισβολής με σκοπό την προώθηση της ειρηνικής επίλυσης του ζητήματος. Ετσι, χωρίς να διευκρινίζουν ότι θα παρέμβουν ή δεν θα παρέμβουν στρατιωτικά σε περίπτωση εισβολής, οι ΗΠΑ μπόρεσαν να διατηρήσουν επίσημες διπλωματικές σχέσεις με την Κίνα και ανεπίσημες με την Ταϊβάν.
Σύμφωνα με αρκετούς αναλυτές, αυτή η αποκαλούμενη ως «στρατηγική αμφισημία» των ΗΠΑ, αποτρέπει μία κινεζική εισβολή στο νησί. Παράλληλα, η Ουάσινγκτον δεσμεύεται να προσφέρει στο αυτόνομο νησί στρατιωτικά μέσα για να υπερασπιστεί τον εαυτό του σε περίπτωση εισβολής, χωρίς ωστόσο να υπόσχεται ξεκάθαρα ότι θα παρέμβει.
Ηδη από χθες, τόσο ο Λευκός Οίκος όσο και το Πεντάγωνο, αλλά και ο ίδιος ο Μπάιντεν, έσπευσαν να διαβεβαιώσουν ότι το δόγμα αυτό δεν έχει αλλάξει.
Ηταν όμως οι δηλώσεις του αμερικανού προέδρου ένδειξη μεγαλύτερης αυστηρότητας απέναντι στο Πεκίνο ή μία νέα γκάφα;
Ο Μπάιντεν είναι γνωστό πως δεν διστάζει να μην χρησιμοποιήσει διπλωματικά φίλτρα στις δηλώσεις του. Στην περίπτωση της Ταϊβάν, σημειώνει ο Guardian, ο αμερικανός πρόεδρος φαίνεται πως ασπάζεται την αυστηρότερη στάση απέναντι στο Πεκίνο, καθώς είναι η τρίτη φορά από τότε που ανέλαβε την προεδρία, που αναφέρεται σε άμεση αντίδραση των ΗΠΑ αν επιτεθεί η Κίνα.
Οι ειδικοί επισημαίνουν όμως, ότι η στροφή προς τη «στρατηγική σαφήνεια» -που φαίνεται πως επιχείρησε ο Μπάιντεν- μπορεί να αποφέρει τα αντίθετα αποτελέσματα και είναι επικίνδυνη για την ασφάλεια της Ταϊβάν. Επισημαίνουν επίσης ότι ο Λευκός Οίκος πρέπει να αποφασίσει τι θέλει.
Ο Ρίτσαρντ Χάας, πρόεδρος της δεξαμενής σκέψης Council on Foreign Relations, που εδρεύει στην Ουάσινγκτον, έγραψε στο Twitter, τη Δευτέρα: «Είναι η τρίτη φορά που ο πρόεδρος μιλά υπέρ της στρατηγικής σαφήνειας για την Ταϊβάν και η τρίτη φορά που αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου προσπαθούν να το μαζέψουν. Καλύτερα να την στηρίξουν ως τη νέα θέση των ΗΠΑ, η οποία είναι απόλυτα σύμφωνη με την πολιτική της Μίας Κίνας, αλλά αλλάζει το πώς οι ΗΠΑ θα την εφαρμόσουν».
Αντίστοιχα, η Μπόνι Γκλέιζερ, ειδική σε θέματα Ταϊβάν για τη δεξαμενή σκέψης German Marshall Fund, υπογράμμισε: «Ενας ανώτερος αξιωματούχος της κυβέρνησης Μπάιντεν πρέπει να δώσει μία ολοκληρωμένη ομιλία πάνω στην αμερικανική πολιτική για την Ταϊβάν. Η σύγχυση και οι λανθασμένες δηλώσεις είναι πιθανότερο να υπονομεύσουν την αποφυγή σύγκρουσης παρά να την ενισχύσουν».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News