Ο Ντόναλντ Τραμπ δίπλα στον Αλέξη Τσίπρα, στον Λευκό Οίκο το 2017, κόμπαζε ότι ο άγνωστος —πχ στους οπαδούς του στη Νότια Ντακότα— κύριος φέρνει δουλειές στα αμερικανικά εργοστάσια. Και εξηγούσε ότι ο ευγενέστατος επισκέπτης του Λευκού Οίκου θα χρηματοδοτούσε ένα «project» όπως το ονόμασε, ύψους 2,4 δισ. δολαρίων (αυτό της αναβάθμισης των ελληνικών F-16) που θα δημιουργούσε πολλές νέες θέσεις εργασίας στην Αμερική.
Αυτό ήταν το συμφέρον των ΗΠΑ και η οπτική του Τραμπ. Εκείνη τη ημέρα, για τις ανάγκες της πολιτικής επικοινωνίας του αμερικανού προέδρου, η Ελλάδα δεν ήταν ο διαβόητος μνημονιακός μπατίρης, αλλά ένας επενδυτής με φράγκα. Και σαν σε σουρεαλιστική αντιστροφή ρόλων ο Τσίπρας (και όχι ο Τραμπ) ήταν ο… «θείος από την Αμερική».
Γιατί θυμήθηκα αυτό το περιστατικό; Γιατί αυτά που άκουσε ο Τσίπρας μετά την επίσκεψη στον Λευκό Οίκο είναι ακριβώς τα ίδια που λέει σήμερα στον Μητσοτάκη πριν συναντήσει τον Μπάιντεν: ότι τον θεωρούν δεδομένο, ότι τα έδωσε όλα και δεν πήρε τίποτα.
Γιατί είναι άραγε κακό να σε «θεωρούν δεδομένο», δηλαδή να σε εμπιστεύονται; Και πού είναι το πρόβλημα όταν το δικό σου συμφέρον συμπίπτει με αυτό ενός άλλου;
Η πεπατημένη αυτής της κλάψας, πάνω στην εσφαλμένη υπόθεση ότι δεν θα πετύχουμε ποτέ τίποτα διευρύνοντας μεθοδικά τον ρόλο, τις συμμαχίες και την ισχύ μας στην περιοχή, άρα αναγκαστικά πρέπει να μας λυπηθούν οι Αμερικανοί γιατί έχουμε δίκιο, δεν διαφέρει από αυτό που ακούει κάθε αμερικανός πρόεδρος από τους ηγέτες μικρών και αδύναμων χωρών. Ακόμη και από αυτόχθονες της Αφρικής.
Στην Ελλάδα, το μικροπολιτικό «ματς» της επίσκεψης Μητσοτάκη στις ΗΠΑ -που αρχίζει την Κυριακή- ξεκίνησε ήδη και ο χορός της κλάψας έπιασε δουλειά. Οι φράσεις κλειδιά που ακούμε εκατέρωθεν είναι «τι περιμένουμε να πάρουμε;», «θα του πει για την αναβάθμιση των F-16 του Ερντογάν;», «και γιατί ο Τσίπρας δεν είχε πει για τα F-35 της Τουρκίας», «γιατί έδωσε 2,6 δισ. ευρώ για τα δικά μας F-16 και δεν πήρε τίποτα»;
Η λογική αυτή είναι ταυτόσημη του «ξέρουμε ότι η ομάδα δεν τραβάει, δεν έχουμε σχέδιο και οργάνωση, άρα η μόνη ελπίδα είναι να τραβήξει ένας μια σουτάρα από μακριά μπας και πάει μέσα. Και βάλε μετά να μας λυπηθεί ο διαιτητής μπας και το λήξει γρήγορα να τελειώνουμε». Είναι όλη λάθος.
Ας κρατήσουμε όσα υπερβαίνουν, ευτυχώς, αυτή τη μίζερη ποδοσφαιρική λογική.
Οι σχέσεις της Ελλάδας με τις ΗΠΑ βρίσκονται στο καλύτερο επίπεδο «όλων των εποχών» όπως λένε διπλωμάτες και από τις δύο χώρες. Την προηγούμενη δεκαετία, ο Ομπάμα ασχολήθηκε προσωπικά με την αποτροπή της χρεοκοπίας της Ελλάδας, όπως γράφει ο ίδιος στο βιβλίο του, και ο Τραμπ, παρά τη σχέση του με τον Ερντογάν, δεν μας έκανε -χάρη στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ- καμία ζημιά. Αντιθέτως, προς το τέλος της θητείας του, η σχέση της κυβέρνησής του με τη χώρα μας βελτιώθηκε κι άλλο -βλέπε επισκέψεις Πομπέο- και η Αμερική ανέστειλε τη συμμετοχή της Αγκυρας στο πρόγραμμα των μαχητικών αεροσκαφών F-35.
Η Αμυντική Συμφωνία με τις ΗΠΑ που συμπεριέλαβε τελικά και την Αλεξανδρούπολη (και μπήκε στο μάτι του Ερντογάν) άρχισε να συζητείται μετά τη στροφή του ΣΥΡΙΖΑ από τον αντιαμερικανισμό στον φιλοαμερικανισμό σχεδόν αμέσως μετά την ανάληψη της εξουσίας το 2015 φτάνοντας έως τα εγκώμια Τσίπρα για τον Τραμπ, πριν ξαναγυρίσει στον αντιαμερικανισμό για ψηφοθηρικούς λόγους.
«Τα τέσσερα μέρη που συνεχίζουμε να αναπτύσσουμε ως τμήμα της αμυντικής συμφωνίας, είναι μέρη που εντοπίστηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ. Ξεκινήσαμε να λειτουργούμε στη Λάρισα, στην Αλεξανδρούπολη και στο Στεφανοβίκειο κατά τη διάρκεια της περιόδου ΣΥΡΙΖΑ» ανέφερε τον περασμένο Οκτώβριο ο πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στη χώρα μας Τζέφρι Πάιατ, αποσβολωμένος με την καταγγελία της Αμυντικής Συμφωνίας από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Του έκανε εντύπωση ότι οι ίδιοι άνθρωποι που συμφωνούσαν μαζί του σε κάτι, μόλις έφυγαν από την εξουσία κατήγγειλαν ακριβώς το ίδιο ως ξεπούλημα στους Αμερικανούς. (Κακώς του έκανε, θα έλεγε κανείς. Στους υπόλοιπους δεν έκανε καμία εντύπωση.)
Το διαχρονικό αφήγημα «τα δίνουμε όλα και δεν παίρνουμε τίποτα» επανήλθε και την Πέμπτη στη Βουλή, όπου ο ΣΥΡΙΖΑ καταψήφισε ασφαλώς την Αμυντική Συμφωνία. Το αφήγημα επανήλθε με αφορμή τη διαρροή στην αμερικανική εφημερίδα Wall Street Journal της πληροφορίας για συζητήσεις ανάμεσα στην κυβέρνηση Μπάιντεν και στο Κογκρέσο για το ενδεχόμενο αναβάθμισης των υφιστάμενων μαχητικών F-16 της τουρκικής αεροπορίας.
Με την πρώτη διαρροή… η πανωλεθρία για την Ελλάδα θεωρήθηκε δεδομένη, όπως επιβάλλει το διαχρονικό δόγμα της κλάψας. Το ίδιο δεδομένη ήταν και η προτροπή του αρχηγού της αντιπολίτευσης προς τον Πρωθυπουργό να διαμαρτυρηθεί, σαν να πρόκειται για το μοναδικό θέμα συζήτησης στο πλέγμα των σχέσεων με τις ΗΠΑ, για αυτά που γράφει η διαρροή της Wall Street Journal. Υπάρχει δηλαδή περίπτωση έλληνας πρωθυπουργός να μην θέσει την επιθετικότητα της Τουρκίας και το Κυπριακό;
Οι σπασμωδικές αντιδράσεις για τη σχέση ΗΠΑ – Τουρκίας παραβλέπουν ορισμένα δεδομένα. Για παράδειγμα, ότι υπάρχουν λόμπι που προωθούν τα συμφέροντα της Τουρκίας και ότι οι γείτονές μας, λόγω γεωγραφικής θέσης, συμμετοχής στο ΝΑΤΟ αλλά και του γεγονότος ότι οι Αμερικανοί έχουν παρκάρει πυρηνικές βόμβες στην αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ, είναι μια χώρα που ενδιαφέρει τις ΗΠΑ.
Αυτό είναι το ένα δεδομένο: η Τουρκία είναι μια σημαντική χώρα για τις ΗΠΑ. Το δεύτερο δεδομένο όμως είναι ότι το γυαλί με τον Ερντογάν έχει ραγίσει και όποιος υποτιμά τον ρόλο του Κογκρέσου δεν γνωρίζει πώς λειτουργούν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Τα βιαστικά συμπεράσματα του τύπου, «είδες πώς το χειρίστηκε ο Ερντογάν με την Ουκρανία, του δίνουν F-16 οι Αμερικανοί -μάγκας» μπορούν να ανατραπούν, όπως συνέβη λίγες ώρες μετά, μόλις εκδηλώθηκε το νέο παιχνίδι του Ερντογάν με τις «αμφιβολίες» για την ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ.
Ευτυχώς, η Ελλάδα είναι σήμερα για τις ΗΠΑ και την Ευρώπη μια σημαντική, σοβαρή και προβλέψιμη χώρα – γέφυρα μεταξύ Ανατολής και Δύσης, με συμμαχίες στη Μέση Ανατολή και ισχυρή άμυνα. Είναι ένας πυλώνας σταθερότητας στο ανατολικό άκρο της Ευρώπης (του πιο δημοκρατικού κλαμπ χωρών στον κόσμο) που μπορεί να αποτελέσει πύλη εισόδου για τις πηγές ενέργειας που διψάει να προμηθευτεί η Γηραιά Ήπειρος τώρα που ξεκόβει από τον Πούτιν. Πάνω σε αυτή τη βάση πρέπει να συνεχίσει ο Πρωθυπουργός στις ΗΠΑ αφήνοντας την μικροπολιτική και την τριτοκοσμική κλάψα των άλλων στην Αθήνα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News