Δύο οικονομίες: η μεγαλύτερη της Ευρώπης, η Γερμανία, και τρίτη μεγαλύτερη, η Ιταλία, που εξαρτώνται από τη ρωσική ενέργεια. Δύο πρωθυπουργοί, ο Ολαφ Σολτς και ο Μάριο Ντράγκι, επικεφαλής κυβερνητικών συνασπισμών με ευαίσθητες ισορροπίες. Κι όμως, η αντίδρασή τους στην ανάγκη επείγουσας αλλαγής πολιτικής για την απεξάρτηση από τους ενεργειακούς εκβιασμούς του Πούτιν είναι δραματικά διαφορετική. Αυτό διαπιστώνει σε άρθρο της στους Financial Times η επικεφαλής του τμήματος διεθνών ειδήσεων, Αν-Σιλβέν Σασανί, υπογραμμίζοντας ότι η αποφασιστικότητα του Ντράγκι τού δίνει κρίσιμους πόντους στο παιχνίδι των εσωτερικών ισορροπιών της ΕΕ έναντι του Σολτς.
Και την ώρα που ο Ντράγκι προτείνει την αλλαγή των Συνθηκών και την κατάργηση του βέτο για την περαιτέρω ενοποίηση της Ευρώπης, στην κατεύθυνση του πραγματιστικού φεντεραλισμού (pragmatic federalism), προκύπτει ασφαλώς ένα ζήτημα που δημιουργεί νέα δεδομένα και για την Ελλάδα. Ας δούμε πρώτα πώς σχολιάζουν οι FT την αυξανόμενη επιρροή του Ντράγκι στην ΕΕ έναντι των δυσκολιών που αντιμετωπίζει ο Σολτς.
Η πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν η Γερμανία και η Ιταλία δεν είναι απλή. Οι προκάτοχοι του Σολτς και του Ντράγκι ανέπτυξαν οικονομικούς δεσμούς με τον Πούτιν, που έγιναν τελικά δεσμοί εξάρτησης. Και η απότομη διάρρηξη αυτών των δεσμών θα βλάψει σοβαρά τις δύο μεγάλες οικονομίες, πολύ περισσότερο από ό,τι άλλες χώρες της ΕΕ. Παρότι, όμως, Σολτς και Ντράγκι ακολουθούν κοινό δρόμο, όπως σημειώνουν οι FT, «ο ένας αμφιταλαντεύεται, την ώρα που άλλος δείχνει αποφασιστικότητα. Και αυτό θα έχει συνέπειες για την ισορροπία δυνάμεων εντός του ευρωπαϊκού μπλοκ».
Δισταγμοί που κοστίζουν
Η επιφυλακτικότητα και οι δισταγμοί του Σολτς, ακόμη και για ζητήματα που αναγκάστηκε τελικά να δεχτεί, όπως το εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο και η διακοπή του Nord Stream 2, έπληξαν τη εικόνα του. Η Σασανί θυμίζει ότι ακόμη και η ανακοίνωση του πολυετούς εξοπλιστικού προγράμματος, ύψους 100 δισ. ευρώ, για τον εκσυγχρονισμό των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων, επισκιάστηκε τελικά από την αναποφασιστικότητα του Σολτς για την αποστολή βαρέος οπλισμού στην Ουκρανία. «Σε συνέντευξή του στο Der Spiegel, τόνιζε τον κίνδυνο πυρηνικής κλιμάκωσης αν προχωρούσε σε αυτή την κίνηση, για να στείλει τελικά, λίγες μέρες μετά, τεθωρακισμένα και συστήματα αντιαεροπορικής άμυνας» σχολιάζει η επικεφαλής του τμήματος διεθνών ειδήσεων των Financial Times.
Στον αντίποδα, ο Ντράγκι είπε ξεκάθαρα στους ιταλούς πολίτες ότι θα πρέπει να διαλέξουν ανάμεσα στην ειρήνη και το air condition, θέτοντας με τρόπο κάπως ωμό, αλλά εξαιρετικά σαφή, το ηθικό δίλημμα που αντιμετωπίζουν οι ευρωπαϊκές κοινωνίες. Και, ασφαλώς, ο Ντράγκι στήριξε το πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου για να μειωθούν τα έσοδα του Πούτιν, εξέφρασε σοβαρές αμφιβολίες για την αξία που θα είχε η απευθείας επικοινωνία με τον πρόεδρο της Ρωσίας και τάσσεται σταθερά υπέρ της μεταρρύθμισης της ΕΕ, στην κατεύθυνση της περαιτέρω ενοποίησης.
Οπως εξήγησε πριν από λίγες ημέρες, μιλώντας στο Ευρωκοινοβούλιο, αυτό σημαίνει ότι «όχι απλώς θα χρηματοδοτούμε μαζί, αλλά θα υλοποιούμε και μαζί». Σημαίνει επίσης, κατά τον Ντράγκι, ότι η Ευρώπη θα πρέπει να προχωρήσει στη μεταρρύθμιση των Συνθηκών και ότι θα πρέπει να καταργηθεί η αρχή της ομοφωνίας, δηλαδή των «βέτο» που μπλοκάρουν τη λήψη αποφάσεων στην ΕΕ.
Κίνδυνοι και ευκαιρίες
Να ένα ζήτημα που αφορά μας ιδιαίτερα, που είναι σίγουρα δύσκολο, που κρύβει κινδύνους για την Ελλάδα, αλλά ενδεχομένως και ευκαιρίες, και είναι βέβαιο ότι θα πρέπει να απασχολήσει σοβαρά τη εγχώρια πολιτική σκηνή. Ο Μάριο Ντράγκι, 74 ετών πια, απελευθερωμένος από πολιτικές φιλοδοξίες με τη στενή έννοια, και με το κύρος του πρώην επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που πιστώνεται τη διάσωση της ευρωζώνης, μπορεί να μετατρέψει μια στιγμή αδυναμίας της Ευρώπης (υπό τους εκβιασμούς του Πούτιν) σε έναυσμα για περαιτέρω ενδυνάμωση και ενοποίηση.
Η Ελλάδα έχει κοινά συμφέροντα με την Ιταλία και διατηρεί πολύ στενές σχέσεις με τη Γαλλία του Μακρόν. Και οι δύο χώρες, Ιταλία και Ελλάδα, έχουν υψηλό χρέος και πιέζουν (από κοινού με τη Γαλλία) για την κοινή στήριξη σε ευρωπαϊκό επίπεδο των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων που πλήττονται από το πληθωριστικό κύμα, χωρίς όμως να επιβαρύνονται υπέρμετρα τα δημοσιονομικά τους και ειδικά το χρέος. Μπορεί άραγε η χώρα μας, μέσα από τη σχέση με τον Μακρόν και τον Ντράγκι, να βρει τον δρόμο για μια ακόμη πιο επωφελή σχέση με την Ευρώπη;
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News