Τι από τα δύο δοκιμάζεται περισσότερο από τον πόλεμο στην Ουκρανία, το ηθικό σθένος ή η οικονομία της Ευρώπης; Το ερώτημα αυτό, που βρίσκεται στο μυαλό κάθε Ευρωπαίου που δεν αποδέχεται και δεν δικαιολογεί την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, διερευνά σε ένα αναλυτικό άρθρο γνώμης ο σχολιαστής των Financial Times Μάρτιν Γουλφ.
Και οι επισημάνσεις του αποτελούν αφορμή για ορισμένες σκέψεις πάνω στην ελληνική πραγματικότητα και στα όρια μιας χώρας που κουβαλάει στην πλάτη της μια υπερδεκαετή κρίση.
«Οι οικονομικές κυρώσεις που έχουμε επιβάλει ως Ενωση στη Ρωσία είναι σημαντικές και ήδη έχουν φέρει αποτελέσματα. Πρέπει, ωστόσο, να είμαστε πολύ προσεκτικοί, ώστε τα μέτρα που λαμβάνουμε να μην καταλήξουν να βλάψουν περισσότερο εμάς, τις χώρες της ΕΕ, από ό,τι βλάπτουν τη Ρωσία», δήλωσε την Κυριακή ο Κυριάκος Μητσοτάκης και έθεσε με μια απλή φράση το πρόβλημα των ημερών: «Η ευρωπαϊκή οικονομία δεν μπορεί να υποκαταστήσει πλήρως και άμεσα το ρωσικό φυσικό αέριο από άλλους προμηθευτές».
Αυτή είναι η αναπόδραστη πραγματικότητα που φοβίζει και διχάζει την Ευρώπη. Γιατί μπορεί στην κινηματογραφική μυθοπλασία (π.χ. στην ταινία «Ερωτας στη χουρμαδιά» του Σταύρου Τσιώλη) να υπάρχει σόμπα που, με μικρές μετατροπές, «καίει και με απλό χώμα της γης», αλλά στην Ευρώπη του 2022, από τα εργοστάσια του Βόλφσμπουργκ έως τα all inclusive ξενοδοχεία στην Κρήτη, το φυσικό αέριο του Πούτιν είναι δυστυχώς ακόμα απαραίτητο.
Η ανακοίνωση της Κομισιόν για εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο, και όχι ασφαλώς το φυσικό αέριο, προκαλεί ήδη προβλήματα και αντιδράσεις σε Σλοβακία, Βουλγαρία, Τσεχία και Ουγγαρία που εξαρτώνται από αυτό. Η Ελλάδα αγοράζει μόλις το 15% του πετρελαίου από τη Ρωσία, άρα μπορεί να αναπληρώσει τις απώλειες, αλλά αν κοβόταν απότομα το ρωσικό φυσικό αέριο, θα μας έλειπε περίπου το μισό. Προμηθευόμαστε το 47% του φυσικού αερίου μας από την Gazprom, δηλαδή από τον Πούτιν. Κλείσιμο της στρόφιγγας ισοδυναμεί με προβλήματα στη βασική βιομηχανία μας, τον τουρισμό. Μπορεί να φανταστεί κανείς τουριστικά ξενοδοχεία χωρίς ρεύμα λόγω έλλειψης φυσικού αερίου για ηλεκτροπαραγωγή, τουριστικές μονάδες χωρίς air condition και φώτα μέσα στο καλοκαίρι; Και ποιες θα ήταν οι συνέπειες για τους εργαζομένους στον τουρισμό που περιμένουν έπειτα από δύο χρόνια πανδημίας μια κανονική σεζόν;
Αν δει κανείς το πράγμα από την άλλη πλευρά, η μικρή συγκριτικά Ελλάδα έχει πληρώσει από την έναρξη του πολέμου, σε διάστημα μόλις δύο μηνών, 1,4 δισ. ευρώ στη Ρωσία για καύσιμα. Εύκολα φαντάζεται κανείς πόσα δισ. έχει δώσει μόλις σε δύο μήνες η Ευρώπη στον Πούτιν. Μπορεί άραγε κάποιος να ισχυριστεί ότι η ΕΕ χρηματοδοτεί με αυτόν τον τρόπο τους βομβαρδισμούς παιδιών, τους βιασμούς αμάχων και την κλοπή της σοδειάς των σιτηρών στην Ουκρανία;
Δύσκολα ερωτήματα. «Αυτός είναι ένας πόλεμος από τον οποίο θα εξαρτηθεί το μέλλον της Ευρώπης, ίσως και της ίδιας της δημοκρατίας» γράφει ο Μάρτιν Γουλφ. «Πώς θα διαχειριστεί η Ευρώπη το οικονομικό κόστος του πολέμου του Πούτιν;» διερωτάται και απαντά: «Οι εφαρμοζόμενες πολιτικές θα πρέπει να έχουν στόχο τη μεγιστοποίηση του κόστους για τον επιτιθέμενο σε σύγκριση με το κόστος που υφίσταται η ΕΕ και ειδικότερα οι πιο ευάλωτοι πολίτες της».
Δύσκολα ερωτήματα, δύσκολες απαντήσεις. Πώς αντιμετωπίζεται η μείωση στο πραγματικό εισόδημα των εργαζομένων που φέρνει ο εισαγόμενος και ασυγκράτητος πληθωρισμός;
Πώς πληρώνει το κράτος τα δισ. που χρειάζονται για να πέσουν σε διαχειρίσιμα επίπεδα οι λογαριασμοί του ρεύματος; Την Πέμπτη η ελληνική κυβέρνηση ανακοινώνει πρόγραμμα στήριξης για να μειωθούν οι λογαριασμοί. Οι στόχοι είναι δύο: τα νοικοκυριά να νιώσουν την ανακούφιση και το κράτος να μη χρεοκοπήσει. Γιατί αν στην προσπάθεια να μη χρεοκοπήσουν τα νοικοκυριά χρεοκοπήσει το κράτος, πέφτουμε όλοι μαζί στον γκρεμό. Κατ’ ελάχιστον θα πρέπει να αντέξουμε μέχρι να έρθει το «ιππικό» –το ευρωπαϊκό σχέδιο στήριξης που έχει ήδη αργήσει.
Πίσω στις κυρώσεις. Ο Γουλφ εξηγεί με στοιχεία ότι παρά τη μείωση της παραγωγής πετρελαίου από τη Ρωσία, η άνοδος της τιμής του θα αυξήσει αντί να μειώσει τα φορολογικά έσοδα του ρωσικού Δημοσίου. Οι κυρώσεις θα φέρουν μεν ύφεση 8,5% το 2022 (σύμφωνα με το ΔΝΤ) αλλά οι ευρωπαίοι καταναλωτές, παρότι υποφέρουν από την ακρίβεια, συνεχίζουν να γεμίζουν άθελά τους (πληρώνοντας τις αυξημένες τιμές ενέργειας) τα δημόσια ταμεία της Ρωσίας, από τα οποία χρηματοδοτείται ο πόλεμος. «Αυτό δεν μπορεί να είναι αποδεκτό» λέει ο Γουλφ.
Επομένως, ο βασικός στόχος πρέπει να είναι η μείωση των εσόδων από τις ρωσικές εξαγωγές, γιατί αυτά τα χρήματα γίνονται βόμβες που πέφτουν στα κεφάλια των αμάχων. Τεχνικές λύσεις για να αλλάξει η σημερινή κατάσταση υπάρχουν, υποστηρίζει ο αρθρογράφος των Financial Times, απαιτούν όμως ενότητα από τους Ευρωπαίους, μεγαλύτερη συμμετοχή στις κυρώσεις και σημαντική ευρωπαϊκή στήριξη στις χώρες που θα υποστούν τις μεγαλύτερες συνέπειες.
Εν τέλει, πολλά θα εξαρτηθούν από το πώς η Ευρώπη θα στηρίξει συλλογικά τα ευάλωτα νοικοκυριά της που σήμερα και υποφέρουν και χρηματοδοτούν (ακούσια) τον πόλεμο του Πούτιν. Ο Γουλφ τάσσεται υπέρ της ενίσχυσης του διαθέσιμου εισοδήματος των ευάλωτων νοικοκυριών με χρήματα που θα προέλθουν από κρατικό δανεισμό. Σε κάθε περίπτωση, το οικονομικό σοκ θα είναι σημαντικό, ωστόσο ο αγώνας να μην επικρατήσει η Ρωσία είναι μια μάχη για να παραμείνει η Ευρώπη μια άγκυρα για την ελευθερία και τα δικαιώματα. Και απαιτεί ηθικό σθένος…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News