Oχι ότι πρόκειται να γίνει τίποτα. Ετσι, για το γαμώτο.
Τα μόνα που μπορούν να κάνουν οι ομάδες για να πολεμήσουν τον χουλιγκανισμό είναι να σταματήσουν να δίνουν εισιτήρια στους συνδέσμους και να παρέχουν υπεράσπιση σε αυτούς που συλλαμβάνονται. Κάτι που θα γίνει δύσκολα, αφού θα το πληρώσουν με επεισόδια που επιφέρουν τιμωρίες.
Πάμε λοιπόν στο δεύτερο, τις τιμωρίες των ομάδων από το κράτος. Οι ομάδες μπορεί να έχουν την ευθύνη για αυτά που συμβαίνουν στην κερκίδα αλλά δεν μπορούν να κάνουν απολύτως τίποτα για αυτά που συμβαίνουν έξω από το γήπεδο. Το κράτος όμως έχει βρει την εύκολη λύση να τιμωρεί για επεισόδια που γίνονται και έξω από τα γήπεδα.
Γιατί το κράτος πρέπει να φαίνεται ότι κάνει κάτι. Οπότε πάμε σε μια άλλη σαχλαμάρα: τις προσαγωγές. Την προηγούμενη εβδομάδα ήμουν στην τηλεόραση με έναν εκπρόσωπο των αστυνομικών της Θεσσαλονίκης που έλεγε ότι τον περασμένο χρόνο έγιναν 400 προσαγωγές. Oταν τον ρώτησα πόσες δίκες έγιναν, δεν μπορούσε να απαντήσει. Πιθανότατα επειδή ελάχιστοι από τους προσαχθέντες είχαν σχέση με επεισόδια. Το θέμα είναι να ακούγεται ένας μεγάλος αριθμός προσαχθέντων, να γίνεται ο προβλεπόμενος ντόρος και μετά, αν δεν υπάρξει καταδίκη, πάντα μπορεί να πέσουν τα βάρη στη Δικαιοσύνη.
Το ίδιο και με τα «οπλοστάσια» που αποκαλύπτονται στα clubs οργανωμένων μετά από κάθε θανατηφόρο επεισόδιο. Βγάζει μια φωτογραφία η αστυνομία με μερικά στειλιάρια, κράνη, και κάνα δύο μαχαίρια και περιμένει τον κόσμο να εντυπωσιαστεί «Κοίτα που βρήκανε το μυστικό οπλοστάσιο Hooligan XYZ 19. Τώρα πώς θα συνεχίσουν να είναι χούλιγκαν χωρίς τα 10 κράνη και τα 12 στειλιάρια;».
Γιατί το θέμα είναι να φαινόμαστε σκληροί. Οχι μόνο οι αστυνομικοί αλλά και οι πολιτικοί. Τη δεκαετία του ’80 το ΠΑΣΟΚ είχε περάσει νόμο που τιμωρούσε το ντοπάρισμα με δύο χρόνια μη εξαγοράσιμα. «Πω, πω κυβερνησάρα που ψηφίσαμε. Εκτός από την εμπορευματοποίηση, αυτοί θα εξαλείψουν και το ντόπινγκ» σκέφτηκε ο κόσμος. Μέχρι την πρώτη φορά που ελληνίδα πρωταθλήτρια πήγε δικαστήριο για υπόθεση ντόπινγκ και ακόμη και ο δικαστής κόντεψε να κατέβει από την έδρα για να καταθέσει σαν μάρτυρας υπεράσπισης. Το γνωστό, που μερικές δεκάδες έλληνες πρωταθλητές τιμωρήθηκαν από την Παγκόσμια Ομοσπονδία Στίβου, αλλά αθωώθηκαν στα δικαστήρια, για να λένε μετά οι συνήγοροι: «Τα λέγαμε ότι είμαστε αθώοι».
Οσο είχε λειτουργήσει ο νόμος Ορφανού που προέβλεπε μικρές ποινές, μη εξαγοράσιμες, τα πράγματα είχαν βελτιωθεί. Με το που καταργήθηκε, γυρίσαμε στα ίδια. Και χειρότερα. Γιατί για να έχει νόημα ένας νόμος, πρέπει να είναι νόμος και όχι ευχή «τι ωραία που θα ήτανε αν…». Και οι νόμοι κρίνονται όταν θίγονται συμφέροντα πολιτικών στην περιφέρειά τους.
Τα «κοίτα τι έκανε η Θάτσερ» έχουν σχέση με τη σημερινή πραγματικότητα όση σχέση έχει για την Αγγλία το τι έκανε το ’21 ο Κολοκοτρώνης. Η Αγγλία είχε περάσει τη μεγαλύτερη μεταπολεμική οικονομική κρίση, ο IRA τίναζε στρατιώτες και άλογα στον αέρα, το πρόβλημα με τους άγγλους χούλιγκαν ήταν κυρίως στην Ευρώπη και η κοινωνία ήταν λιγότερο ευαίσθητη και δικαιωματιστική από όσο σήμερα. Το τι έκανε η Θάτσερ είναι λιγότερο επίκαιρο από την έκθεση που είχε συντάξει πριν από 20+ χρόνια ένας επιθεωρητής της Σκότλαντ Γιάρντ για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν στην Ελλάδα.
Να μη γίνουν αγώνες, να σταματήσουν τα πρωταθλήματα του ποδοσφαίρου και τα σχετικά, μπορεί να ικανοποιούν σαν κινήσεις ενσυναίσθησης, αλλά αποτέλεσμα δεν πρόκειται να φέρουν.
Οι αγώνες έχουν δύο φορές διακοπεί λόγω κορονοϊού, σήμερα γίνονται με όριο τους χίλιους θεατές και αποτέλεσμα δεν υπήρξε. Για τους χούλιγκαν το ποδόσφαιρο είναι ένας χώρος για να πλακωθούν. Αν δεν υπάρχει, δεν έχουν πρόβλημα να βρουν άλλους, όπως με τα περσινά επεισόδια στη Νέα Σμύρνη.
Eίναι κουταμάρα να πιστεύουμε ότι οι χούλιγκαν είναι κάτι σαν ηθοποιοί στο «Fight Club». Οτι τις καθημερινές έχουν κάποιες νορμάλ δουλειές και τα Σαββατοκύριακα πηγαίνουν στα γήπεδα να πλακωθούν. Δεν δουλεύουν και, αν δουλεύουν, στην καλύτερη περίπτωση κάνουν πόρτα σε μαγαζιά και συναυλίες. Στη χειρότερη, πουλάνε προστασία.
Δεν μπορεί λοιπόν να γίνει τίποτα; Προφανώς μπορεί. Μόνο που δεν θα γίνει. Και με την ευκαιρία όμως, δεν υπάρχει πιο άχαρο πράγμα από το να γράφεις κείμενα που γράφτηκαν, ξαναγράφτηκαν και θα ξαναγραφτούν.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News