Αποτελεί γεγονός ότι οι περισσότεροι δεν θα σκεφτόμασταν τoν Ιωσήφ Στάλιν, εάν μας ζητούνταν να αναφέρουμε έναν «σοβαρό διανοούμενο» του 20ού αιώνα που διέθετε επίσης «υψηλή συναισθηματική νοημοσύνη». Ετσι, ωστόσο, περιγράφεται στο «Stalin’s Library», το νέο βιβλίο του βρετανού ιστορικού, καθηγητή στο Πανεπιστημιακό Κολέγιο του Κορκ, Τζέφρι Ρόμπερτς που θεωρείται παγκόσμια αυθεντία στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στην εξωτερική πολιτική της ΕΣΣΔ και στον Στάλιν.
Σε προηγούμενα έργα του, όπως το «Stalin’s Wars» και το «Stalin’s General», ο Τζέφρι Ρόμπερτς επιδίωξε να αναδείξει την «θετική πλευρά» του σοβιετικού ηγέτη, σκιαγραφώντας τον ως τον άνθρωπο που έσωσε τον κόσμο από τον Χίτλερ. «Τώρα διευρύνει την προσέγγισή του σημαντικά ούτως ώστε να μας παρουσιάσει κάποιον του οποίου η ευρυμάθεια και η πνευματική περιέργεια έχουν δυστυχώς αγνοηθεί», αναφέρει σε άρθρο του ο Τζέιμς Γουόλτον, βιβλιοκριτικός της Telegraph.
Οι γνωστές «στερεοτυπικές» περιγραφές του Στάλιν ως «αιματηρού δικτάτορα» και «παρανοϊκής προσωπικότητας» είναι «έως έναν βαθμό» ακριβείς. Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι πρέπει να ξεχνάμε πως ο σοβιετικός ηγέτης έδωσε «μαθήματα καθαρής σκέψης και κοινής λογικής», υποστηρίζει ο συγγραφέας.
25.000 βιβλία
Οπως μαρτυρά και ο τίτλος του βιβλίου, σημείο αναφοράς αποτελεί η τεράστια βιβλιοθήκη –περίπου 25.000 τίτλοι βιβλίων, επιθεωρήσεις και μπροσούρες– που δημιούργησε ο Στάλιν κατά τη διάρκεια της ζωής του. Μετά τον θάνατό του το 1953, το αρχικό πλάνο προέβλεπε τη μεταφορά των χιλιάδων τόμων του σε ένα μουσείο που επρόκειτο να ιδρυθεί στη μνήμη του. Αφότου, ωστόσο, τον αποκήρυξε ο Νικίτα Χρουστσόφ, η ιδέα του μουσείου εγκαταλείφθηκε και η τεράστια συλλογή του σκορπίστηκε, με τα χιλιάδες βιβλία του να καταλήγουν σε διάφορες βιβλιοθήκες.
Ομως στα αρχεία του ΚΚΣΕ καταγράφηκαν όλα τα βιβλία που έφεραν τη σφραγίδα του ή την υπογραφή του, ενώ αρχειοθετήθηκαν και τα 391 βιβλία με προσωπικές σημειώσεις του Στάλιν στο περιθώριο, μέσω των οποίων ενέκρινε ή απέρριπτε το περιεχόμενό τους.
Ποιες, ήταν, οπότε οι αναγνωστικές προτιμήσεις του; Ο Σαίξπηρ συγκαταλεγόταν σταθερά μεταξύ των αγαπημένων του συγγραφέων, ενώ είχε δωρίσει στα παιδιά του τον «Ροβινσώνα Κρούσο» και «Το Βιβλίο της Ζούγκλας». Ηταν γνώστης της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, εκτιμούσε ιδιαίτερα τον Εμίλ Ζολά, ενώ λάτρευε και την παγκόσμια Ιστορία.
Το ότι είχε μανία με τη μαρξιστική θεωρία, ειδικά με τη σκέψη του Λένιν, σίγουρα δεν προκαλεί έκπληξη. Μάλιστα τα έργα του ρώσου επαναστάτη ο Στάλιν τα επικαλούνταν και τα συμβουλευόταν πολύ συχνά κατά τη διάρκεια συσκέψεων, αναφέροντας χαρακτηριστικά, «ας ρίξουμε μια ματιά σε ό,τι ο Βλαντίμιρ Ιλιτς έχει να πει».
Ομως, αναγνωρίζοντας ότι μέσω του βιβλίου ο Τζέφρι Ρόμπερτς καθιστά σαφές πως ο σοβιετικός ηγέτης ήταν ένας αχόρταγος βιβλιοφάγος που ενδιαφερόταν και για τις απόψεις ανθρώπων με τους οποίους δεν συμφωνούσε, όσον αφορά το βιβλίο αυτό καθαυτό, ο βιβλιοκριτικής της Telegraph το επικρίνει, κάνοντας λόγο για «ψυχαναγκαστικό ρεβιζιονισμό» και κατηγορώντας τον συγγραφέα ότι διάκειται υπέρ το δέον ευνοϊκά απέναντι στον Στάλιν.
Τον ψέγει για τη συνήθειά του να μην επιστρέφει τα βιβλία που δανειζόταν, όμως κατά τα άλλα είναι ιδιαίτερα επιεικής μαζί του. Αναγνωρίζει, λόγου χάρη, ότι ο Στάλιν άρχισε τις εκκαθαρίσεις που οδήγησαν σε ενάμισι εκατομμύριο συλλήψεις και εκατοντάδες χιλιάδες εκτελέσεις, αλλά σημειώνει επίσης ότι ο Στάλιν ήταν εκείνος που τις τερμάτισε.
Ο «Πατερούλης», οι Εβραίοι και η ελευθερία έκφρασης
Ο Τζέφρι Ρόμπερτς στο βιβλίο του γράφει και ότι «ο βαθμός στον οποίο ο Στάλιν ήταν αντισημίτης παραμένει αμφιλεγόμενος». Γιατί μπορεί να κατηγόρησε του εβραίους στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού για δειλία και μετά τον πόλεμο, «να χρησιμοποίησε ή να συμφώνησε με τον αντισημιτισμό για να προωθήσει την αντικοσμοπολιτική εκστρατεία του», αλλά αυτό δεν αλλάζει το γεγονός ότι μερικοί από τους κορυφαίους αξιωματούχους του ήταν Εβραίοι.
Ομως η προάσπιση του σοβιετικού ηγέτη σχεδόν αγγίζει τα όρια της κωμικότητας –σύμφωνα, πάντα, με τον βρετανό βιβλιοκριτικό– στο κεφάλαιο που καταγράφει τις απόψεις του για τη λογοτεχνία και τις τέχνες στην ΕΣΣΔ. «Πρέπει να αφήνετε τους ανθρώπους να εκφράζονται. Δεν μπορώ να απαιτώ από έναν λογοτέχνη να είναι κομμουνιστής και να συμμερίζεται την κομματική κοσμοθεωρία… Ο Τολστόι, ο Θερβάντες και ο Σαίξπηρ δεν ήταν οπαδοί της διαλεκτικής [με τον εγκεκριμένο μαρξιστικό τρόπο] αλλά αυτό δεν τους εμπόδισε να είναι σπουδαίοι καλλιτέχνες… Ενας καλλιτέχνης πρέπει πάνω από όλα να απεικονίζει τη ζωή με ειλικρίνεια», φέρεται να είχε πει ο Στάλιν.
Ωστόσο, για να είναι ειλικρινής η απεικόνιση της ζωής, έπρεπε πάση θυσία να οδηγεί στον σοσιαλισμό. Ο Στάλιν «προτιμούσε γραπτά που μπορούσαν να συλλάβουν την πολυπλοκότητα, τη σύγκρουση και την αντίφαση και ήταν απρόθυμος να επιβάλει μια κομματική γραμμή στη λογοτεχνία, αλλά μόνον η μυθοπλασία που απεικόνιζε τη σοσιαλιστική πρόοδο θεωρούσε ότι ανταποκρινόταν “αληθινά στη ζωή”», σύμφωνα με τα λόγια του βρετανού ιστορικού.
Ο οποίος, όμως, στο βιβλίο του δεν αναφέρει το παραμικρό ούτε για τη δίωξη του Μαντελστάμ, του Σοστακόβιτς και τόσων άλλων εκπροσώπων των Γραμμάτων και των Τεχνών, ούτε για τα θύματα της αποκαλούμενης «Νύχτας των Δολοφονημένων Ποιητών», εκ των οποίων όλοι ήταν «όλως τυχαίως» Εβραίοι. Μεγάλη εντύπωση στον Τζέιμς Γουόλτον προκάλεσε και το ότι στις πυκνογραμμένες σελίδες της «Βιβλιοθήκης του Στάλιν» δεν εντόπισε ούτε μία φορά τη λέξη «γκουλάγκ».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News