Το ότι βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εδώ και αρκετούς μήνες είναι γνωστό. Γνωστό είναι επίσης ότι όσο περισσότερο πιέζεται, τόσο πιο σπασμωδικά και οργισμένα αντιδρά, είτε καταστέλλοντας τους επικριτές και τους πολιτικούς αντιπάλους του, είτε απειλώντας να απελάσει από την Τουρκία διπλωμάτες των ΗΠΑ και άλλων χωρών-μελών του NATO, είτε εμμένοντας στις θεωρίες του περί χαμηλών επιτοκίων παρά τον υψηλό πληθωρισμό.
Αρκετοί, ωστόσο, υποστηρίζουν πως τα χειρότερα για την Τουρκία ενδέχεται να μην ανήκουν στο παρελθόν αλλά στο απώτερο μέλλον. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγεται και ο Σονέρ Τσαπτάι, ανώτερος συνεργάτης του Washington Institute for Near East Policy και συγγραφέας του βιβλίου «Το φθινόπωρο ενός Σουλτάνου: ο Ερντογάν αντιμέτωπος με τις ασυγκράτητες δυνάμεις της Τουρκίας».
Σε ανάλυσή του που δημοσιεύτηκε στο Foreign Affairs o τούρκος ιστορικός και πολιτικός επιστήμονας με ειδίκευση στη σύγχρονη Τουρκία, επισημαίνει καταρχάς πως έχοντας απολέσει την ευρεία υποστήριξη που απολάμβανε πριν λίγα χρόνια, «ο ηγέτης της πιο παλιάς δημοκρατίας και της μεγαλύτερης οικονομίας που υπάρχει ανάμεσα στην Ιταλία και στην Ινδία, βρίσκεται αντιμέτωπος με μια απόδοση λογαριασμού και ευθυνών: σε δεκαοχτώ μήνες στην Τουρκία θα διεξαχθούν προεδρικές εκλογές στις οποίες ο Ερντογάν είναι πολύ απίθανο να επικρατήσει. Και, δεδομένης της μακράς παράδοσής του στη διαφθορά και στην κατάχρηση εξουσίας, θα μπορούσε να δικαστεί στην περίπτωση που χάσει την εξουσία. Φαίνεται ξεκάθαρα πως ο Ερντογάν θα αποπειραθεί να κάνει τα πάντα για να παραμείνει στη θέση του, ακόμη και να σαμποτάρει την ομαλότητα της εκλογικής διαδικασίας, να μην αναγνωρίσει το αποτέλεσμα ή να υποκινήσει μια εξέγερση τύπου 6ης Ιανουαρίου», ακολουθώντας το παράδειγμα του Ντόναλντ Τραμπ, προειδοποιεί ο Σόνερ Τσαπτάι.
Από μεταρρυθμιστής… σουλτάνος
Ο τούρκος ειδικός ανατρέχει στο πολιτικό παρελθόν του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, από την ανάδειξή του στην κεντρική πολιτική σκηνή το 2003, χρονιά κατά την οποία κέρδισε την πρωθυπουργία ως μεταρρυθμιστής της πολιτικής και της οικονομίας, έως την παραφροσύνη και την ακραία καταστολή που ακολούθησε μετά την αιματηρή και αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος του 2016.
Ο Τσαπτάι θεωρεί πως το μοιραίο λάθος του τούρκου ηγέτη ήταν η συνταγματική αναθεώρηση του 2017 μέσω της οποίας σχεδίαζε να εδραιώσει ακόμη περισσότερο τη θέση του στην εξουσία. Είναι αλήθεια πως καταργώντας τον ρόλο του πρωθυπουργού, ο Ερντογάν κατέστη αυτομάτως επικεφαλής του κράτους, επικεφαλής της κυβέρνησης, επικεφαλής του κύριου κόμματος της Τουρκίας και επικεφαλής της Αστυνομίας.
Ωστόσο, ενώ στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού συστήματος το δικό του Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) θα είχε πολλές πιθανότητες να επικρατήσει έναντι μίας διχασμένης και εριστικής αντιπολίτευσης, στο πλαίσιο του προεδρικού συστήματος η όλη διαδικασία περιορίζεται στο τέλος σε μία αναμέτρηση για δύο. Και στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών θεωρείται βέβαιο πως τα κόμματα της αντιπολίτευσης θα συσπειρωθούν γύρω από τον όποιο αντίπαλο του Ερντογάν, όπως έγινε το 2019 στις δημοτικές εκλογές, με τον τούρκο ηγέτη και το AKP να χάνουν τη δημαρχία και της Κωνσταντινούπολης και της Αγκυρας.
Δεν έχει συνηθίσει να χάνει
Η επανάληψη των εκλογών στην Κωνσταντινούπολη την οποία επέβαλε ο Ερντογάν μετά την ήττα του υποψηφίου του από τον Εκρέμ Ιμάμογλου (ο οποίος επικράτησε και τη δεύτερη φορά), αποδεικνύει πόσο ελάχιστα διατεθειμένος είναι ο τούρκος πρόεδρος να αποδεχθεί ένα αρνητικό αποτέλεσμα για τον ίδιο και το κόμμα αλλά και πόσο αποφασισμένος είναι να κάνει ό,τι μπορεί ούτως ώστε να αποπειραθεί να το ανατρέψει εάν χρειαστεί.
Δεδομένου ότι η ήδη τραγική κατάσταση της τουρκικής οικονομίας (η οποία αποτελεί σε μεγάλο βαθμό απόρροια λανθασμένων κατευθυντήριων γραμμών που χάραξε ο ίδιος ο Ερντογάν) επιδεινώνεται περαιτέρω, η ήττα του στις εκλογές της επόμενης χρονιάς θεωρείται πολύ πιθανή.
Οπότε για να αποτρέψει την «εκθρόνισή» του από την προεδρία, θα μπορούσε – σύμφωνα, τουλάχιστον, με τον Σόνερ Τσαπτάι – είτε να υιοθετήσει τη «γραμμή Τραμπ» της 6ης Ιανουαρίου, είτε να αποπειραθεί να αλλοιώσει το εκλογικό αποτέλεσμα, το οποίο, ωστόσο, κάθε άλλο παρά εύκολο είναι πλέον, καθώς οι αντιπολιτευόμενες δυνάμεις διαθέτουν τους δικούς τους μηχανισμούς επιτήρησης της εκλογικής διαδικασίας. Αλλά σε αμφότερες τις περιπτώσεις ενδέχεται ο Ερντογάν να παρατάξει την Αστυνομία στις μεγάλες πόλεις της Τουρκίας με στόχο να μην εγκαταλείψει τη θέση του. Και μία επικράτηση της Αστυνομίας «θα τερμάτιζε τη δημοκρατία στην Τουρκία».
«Προληπτική» αμνηστία
Για να αποφευχθεί τον εν λόγω δραματικό σενάριο, ενώπιον ενός Ερντογάν αποφασισμένου να μην αποδεχθεί ενδεχόμενη ήττα του, η αντιπολίτευση θα μπορούσε να προτείνει μια συμβιβαστική λύση, μία «προληπτική» αμνηστία για τον τούρκο πρόεδρο και τους συγγενείς του που κινδυνεύουν να διωχθούν και να καταδικαστούν για διάφορα εγκλήματα, με αντάλλαγμα την αποδοχή του όποιου αρνητικού για τον Ερντογάν εκλογικού αποτελέσματος.
Στο πλαίσιο ενός τέτοιου τύπου συμβιβασμού – τον οποίο δύσκολα θα αποδεχτούν κάποια από τα κόμματα της αντιπολίτευσης – χρέη εγγυητή θα μπορούσε να αναλάβει ο τουρκικός στρατός, ενδεχομένως υπό την επιτήρηση των ΗΠΑ και της ΕΕ. Ο Σόνερ Τσαπτάι αναγνωρίζει, φυσικά, πως η εν λόγω λύση είναι ριψοκίνδυνη: «Δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι μια τέτοια στρατηγική θα αποδώσει – ειδικά εάν ο στρατός μπει στον πειρασμό να επανενταχθεί στην πολιτική ηγεσία της χώρας- αλλά θα μπορούσε να είναι η καλύτερη διαθέσιμη επιλογή για να αποτραπεί μία ευρύτερη και πιο άμεση κατάρρευση της δημοκρατίας στη χώρα», υποστηρίζει.
Ανεξάρτητα, όμως, από το τι μέλλει γενέσθαι στην Τουρκία ενόψει των προεδρικών και βουλευτικών εκλογών που θα διεξαχθούν (εκτός απροόπτου) το αργότερο την 18η Ιουνίου του 2023, ο Σόνερ Τσαπτάι θεωρεί πως η Ιστορία έχει ήδη αποφανθεί όσον αφορά τα πεπραγμένα του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν: «Εάν είχε εγκαταλείψει τη σκηνή μετά την πρώτη του δεκαετία στην εξουσία, έχοντας στο ενεργητικό του μια ισχυρή οικονομική ανάπτυξη και ευρεία λαϊκή υποστήριξη, θα θεωρούταν σήμερα ένας από τους πιο επιτυχημένους ηγέτες της Τουρκίας. Επιδιώκοντας, ωστόσο, μια ανεξέλεγκτη εξουσία τα τελευταία χρόνια, έβαλε τον εαυτό του και την Τουρκία σε μία πολύ πιο επικίνδυνη πορεία. Και εάν δεν εφαρμοστεί τώρα μια αποτελεσματική στρατηγική ούτως ώστε να του επιτραπεί να αποχωρήσει, θα μπορούσε να καταλήξει να μνημονεύεται ως ο τούρκος ηγέτης που “υποδύθηκε τον Τραμπ”, υποστηρίζοντας πως του έκλεψαν τη νίκη και καταδικάζοντας στο χάος τη χώρα του και τους συμπατριώτες του».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News