Στην απόφαση να βγει δημοσίως και να μιλήσει για τον ομαδικό βιασμό της τον οποίο κατήγγειλε προχώρησε η 24χρονη γυναίκα, κεντρικό πρόσωπο μιας υπόθεσης που έχει αναστατώσει τη Θεσσαλονίκη και όχι μόνο. Ονομάζεται Γεωργία Μπίκα και μίλησε στον ενημερωτικό ιστότοπο zougla.gr για όσα εκτυλίχθηκαν στη σουίτα του πολυτελούς ξενοδοχείου της Θεσσαλονίκης όπου, όπως έχει καταγγείλει, έπεσε θύμα ομαδικού βιασμού, όντας μάλιστα ναρκωμένη.
Τα ευρήματα των τοξικολογικών εξετάσεων φαίνεται να επιβεβαιώνουν, κατά πληροφορίες, όσα έχει ισχυριστεί η 24χρονη, καθώς στο αίμα της φέρεται να εντοπίστηκαν ουσίες που επηρεάζουν το νευρικό σύστημα και οι οποίες μπορούν να οδηγήσουν σε νάρκωση, ιδίως αν συνδυαστούν με αλκοόλ.
Αν τα παραπάνω επαληθευθούν, το κατηγορητήριο θα αλλάξει, με τα εμπλεκόμενα πρόσωπα να βρίσκονται αντιμέτωπα με βαρύτατες κατηγορίες, που επισείουν μέχρι και την ποινή της ισόβιας κάθειρξης.
Επίσημα ο δράστης είναι ένας, η γυναίκα ωστόσο έχει αναγνωρίσει και δεύτερο πρόσωπο.
Η υπόθεση όμως έχει ευρύτερες διαστάσεις, καθώς ημέρα με την ημέρα φαίνεται να έρχονται στο φως και νέα στοιχεία για το κύκλωμα μαστροπείας που δραστηριοποιείται στη Θεσσαλονίκη, με άγνωστο αριθμό κοριτσιών-θυμάτων που πείθονται ή και υποχρεώνονται να εκδίδονται.
«Το κύκλωμα που υπάρχει στη Θεσσαλονίκη ξεφεύγει από τα τοπικά σύνορα, είναι πολύ οργανωμένο και πολύ σοβαρό, πλησιάζει σε άλλες χώρες. Αυτές τις πληροφορίες έχω ως δικηγόρος. Είναι πολύ οργανωμένο κύκλωμα. Δεν έχει να κάνει μόνο με μαστροπεία, αλλά και με διακίνηση ναρκωτικών. Δεν είναι μόνο δύο “τοπικοί παράγοντες” που οργανώνουν κάποια πάρτι και φωνάζουν κοπέλες. Τα στόματα άρχισαν να ανοίγουν. Χθες απευθύνθηκε σε μένα άνθρωπος που μου έδωσε κάποιες σημαντικές πληροφορίες που θα τις μεταφέρω στον Εισαγγελέα Εφετών Θεσσαλονίκης», αποκάλυψε μιλώντας στο Μega ο δικηγόρος Νίκος Διαλυνάς.
Tέσσερα με πέντε άτομα τα ηγετικά στελέχη – πώς «ψαρεύουν» τα θύματά τους
«Σύμφωνα με πληροφορίες, τα ηγετικά στελέχη είναι 4-5 άτομα, ακούστηκαν κάποια ονόματα, κάποια μαγαζιά που μου είπαν χθες. Από την εικόνα που έχω μέχρι στιγμής, δυστυχώς πολλά κορίτσια που έρχονται από την επαρχία, κυρίως φοιτήτριες, παρασύρονται σε αυτά τα πάρτι και ακολουθούν μετά άλλη οδό, με αντάλλαγμα το χρήμα», εξήγησε ο κ. Διαλυνάς.
«Δεν αναφέρομαι στη συγκεκριμένη υπόθεση (σ.σ. του βιασμού της 24χρονης)», διευκρίνισε, «αυτή βρίσκεται σε εξέλιξη. Υπάρχει το γενικό πλάνο που σας είπα για τις φοιτήτριες, αλλά υπάρχουν και άλλα πρόσωπα που έχουν σαν αποστολή το να προσελκύουν κορίτσια και να τα σπρώχνουν σε τέτοιους είδους πάρτι».
Σύμφωνα με πληροφορίες του καναλιού, μέχρι στιγμής στο στόχαστρο της εν εξελίξει (ξεχωριστής) έρευνας έχουν μπει τρία με τέσσερα άτομα.
Στη συνέντευξη που παραχώρησε, η κυρία Μπίκα αναφέρθηκε στα δύσκολα χρόνια της ζωής της, καθώς η ίδια έχει χάσει τους γονείς της και τον αρραβωνιαστικό της σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, ενώ περιέγραψε όσα, λίγα, θυμάται από εκείνη τη νύχτα στη σουίτα του ξενοδοχείου.
«Στο δωμάτιο θυμάμαι δύο άτομα, έχω εικόνα από αυτήν την κατάσταση, από τον έναν άνθρωπο, τη στιγμή που πάει να ξεκουμπώσει το παντελόνι του, ήταν από πάνω μου και εγώ είμαι στο κρεβάτι. Δεν θυμάμαι τίποτε άλλο, δεν θυμάμαι ούτε εγώ να αφαίρεσα κάτι, δεν θυμάμαι καμία απολύτως λειτουργικότητα, δεν είχα καμία απολύτως συνείδηση. Για κάτι τέτοιο δεν υπήρχε περίπτωση να συναινούσα ποτέ, αλλά δεν είχα και τη δύναμη να το αποτρέψω. Αυτό το θυμάμαι πολύ καλά, δεν είχα τη δύναμη να το αποτρέψω».
Η 24χρονη κατονόμασε μάλιστα τον Μ.Π. ως τον άνθρωπο που την προσκάλεσε στο πάρτι του ξενοδοχείου και αποκάλυψε ότι τον γνωρίζει «εδώ και δύο-τρία χρόνια», αρχικά ως πελάτισσα σε καφέ-μπαρ της Θεσσαλονίκης όπου σύχναζε, στη συνέχεια ως φίλοι. «Με τον συγκεκριμένο άνθρωπο –ανέφερε– δεν είχαμε βγει ποτέ, αλλά τον εμπιστευόμουν λόγω της καφετέριας, μας πρόσεχε, μας συμπεριφερόταν σωστά και θεώρησα ότι μπορούσαμε να είμαστε και φίλοι».
«Δεν πήγα στο πάρτι για να βιαστώ»
Μαζί της ήταν μία 17χρονη φίλη της, η οποία κατά δήλωσή της, προσπάθησε να την αποτρέψει τόσο από το να πάνε στο πάρτι όσο και από το να πιει περισσότερο.
Την επόμενη ημέρα, ο εργοδότης, μαζί με έναν φίλο του, σύμφωνα με την καταγγέλλουσα, την παρέλαβαν από το ξενοδοχείο «εμφανώς κακοποιημένη», όπως υποστήριξε.
Αναλυτικά όσα είπε η 24χρονη στο zougla.gr:
«Γενικά, η ζωή μου όλα τα χρόνια κυλούσε ομαλά με την οικογένειά μου. Ξαφνικά υπήρξαν κάποια προβλήματα, τα οποία ξεκίνησαν με το αγόρι μου. Είχα σχέση για πεντέμισι χρόνια μαζί του και, δυστυχώς, ανακαλύψαμε ότι είχε την ανίατη ασθένεια, την οποία και παλέψαμε για ενάμιση χρόνο. Παράλληλα, η μητέρα μου είχε μια χρόνια πάθηση με την καρδιά της και πάλευε για τη ζωή της, χωρίς να θέλει να το δείξει, για να μην υπάρξει μεγαλύτερη στενοχώρια. Ο θάνατός της ήταν αιφνίδιος. (…) Εχασα και τον πατέρα μου ξαφνικά από ένα τροχαίο. Προσπάθησα να το ξεπεράσω, να σταθώ δυνατή, να συνεχίσω τη ζωή μου. Δυστυχώς, κατέληξε και το αγόρι μου ύστερα από έναν χρόνο, με τον οποίο προσπαθήσαμε πάρα πολύ, και ήταν κάτι που με συντάραξε. Επειτα χάνω και τη μητέρα μου, ύστερα από 40 ημέρες», ανέφερε αρχικά.
Η πρόσκληση
Η 24χρονη κατονόμασε τον Μ. Π. ως τον άνθρωπο που την προσκάλεσε στο πάρτι του ξενοδοχείου, τον οποίο κατά δήλωσή της γνωρίζει «εδώ και δύο-τρία χρόνια», αρχικά ως πελάτισσα σε καφέ-μπαρ της Θεσσαλονίκης όπου σύχναζε και, εν συνεχεία, ως φίλο.
«Με τον συγκεκριμένο άνθρωπο δεν είχαμε βγει ποτέ, αλλά τον εμπιστευόμουν λόγω της καφετέριας, μας πρόσεχε, μας συμπεριφερόταν σωστά και θεώρησα ότι μπορούσαμε να είμαστε και φίλοι».
Οπως είπε, είχε προσκληθεί και στο παρελθόν σε πάρτι από τον 27χρονο. Οποτε είχε πάει, δεν είχε παρατηρήσει κάτι περίεργο και γι’ αυτό –όπως τόνισε– «τον εμπιστευόταν».
Οσο για το πάρτι στη σουίτα ξενοδοχείου, υποστήριξε ότι ενώ βρισκόταν στο καφέ «Αχίλλειον», ο Μ.Π. της είπε: «Πάρε μια φίλη σου και να έρθεις».
Ενώ βρισκόταν σε οικογενειακό σπίτι την παραμονή Πρωτοχρονιάς, δέχθηκε πολλές κλήσεις και μηνύματα από τον Μ. Π. και τελικά αποφάσισε να πάει στο πάρτι μαζί με μια 17χρονη φίλη της.
Η καταγγέλλουσα δήλωσε ότι είχε ήδη πιει αλκοόλ, καθώς βρισκόταν στο σπίτι του εργοδότη της.
Οταν τελικά ο συγκεκριμένος επιβεβαίωσε ότι η 24χρονη θα πήγαινε στο πάρτι στο ξενοδοχείο, της είπε, σύμφωνα πάντα με την περιγραφή της: «Θα πεις έναν αριθμό στη ρεσεψιόν και θα έρθεις σε ένα άλλο δωμάτιο». «Ούτε αναρωτήθηκα ούτε τίποτα, και έτσι και έκανα», συμπλήρωσε.
Στο πάρτι «υπήρχαν γύρω στα 15 με 17 άτομα και υπήρχαν κι άλλες κοπέλες. Ηταν περισσότερες οι κοπέλες, λιγότεροι οι άνδρες. Δεν συστηθήκαμε με κανέναν. Δεν γνώριζα κάποιον εκτός από τον Μάνο και ακόμα ένα παιδί, το οποίο ήρθε να γνωριστούμε μέσω μιας γνωστής μου, που βρήκαμε στο πάρτι. Ημασταν μόνες μας, τρία κορίτσια σε μια γωνία, και αποφασίσαμε να απέχουμε από όλο αυτό. Ηταν φανερό ότι δεν ήμασταν και ευχαριστημένες με το πάρτι και είπαμε να καθίσουμε μισή με μια ώρα, να πιούμε ένα ποτό και να φύγουμε», ισχυρίζεται.
Εκείνη ήπιε δύο ποτήρια σαμπάνιας δικής της επιλογής (αφού τα έβαλε η ίδια) και λίγο αργότερα της έφεραν ακόμα ένα, που αν και δεν το είχε βάλει εκείνη, το ήπιε. Μπορεί να ήταν ζαλισμένη από το ποτό, αλλά ξαφνικά, όπως λέει, «έχασε τη γη κάτω από τα πόδια της».
Η 17χρονη φίλη της καταγγέλλουσας αντιλήφθηκε ότι η 24χρονη δεν ήταν καλά, οπότε αποφάσισαν να φύγουν. Ο μόνος που χαιρέτησαν ήταν «ο άνθρωπος που μας κάλεσε στο πάρτι, δηλαδή ο Μάνος».
Αφού έφυγαν οι φίλες και καθώς εκείνη προσπαθούσε να βρει το αυτοκίνητό της χωρίς να τα καταφέρει, μία από τις κοπέλες που ήταν μαζί της στο πάρτι, της τηλεφώνησε για να δει την κατάστασή της.
«Επικοινώνησε με τον Μάνο», φέρεται να της είπε, καθώς, όπως μεταφέρει η ίδια, θα τη βοηθούσε και θα της έλεγε πού να πάει.
Οταν επικοινώνησε με τον Μ. Π. , εκείνος της είπε να επιστρέψει στο ξενοδοχείο για να μπορέσει να τη βοηθήσει, μιας και εκείνη –όπως παραδέχθηκε– δεν ήταν σε θέση ούτε να οδηγήσει ούτε καν να αρχίζει να ψάχνει ταξί, ενώ δεν ήθελε να μιλήσει με κάποιον άλλον, για να μην ανησυχήσει τους δικούς της ανθρώπους.
Στη συνέχεια, η 24χρονη έκλεισε δωμάτιο στο ξενοδοχείο, καθώς, όπως αναφέρει, το μόνο που σκεφτόταν εκείνη τη στιγμή ήταν «να πάει να ξαπλώσει, εφόσον χανόταν η συνείδησή της».
Καθώς πήγαινε στο εν λόγω δωμάτιο, ο Μ. Π. επικοινώνησε μαζί της εκ νέου και τον ενημέρωσε ότι «θα κοιμόταν σε ένα δωμάτιο που είχε κλείσει και είχε πληρώσει», όπως υποστηρίζει.
Αμέσως μετά έγινε ακόμα ένα τηλεφώνημα, το οποίο, όπως είπε η νεαρή κοπέλα, έμαθε την επόμενη ημέρα και ύστερα από την καταγγελία της στην Αστυνομία, πως έγινε «από τον βιαστή της, από το άτομο που παραδέχθηκε την πράξη του, ένας από τους πολλούς».
Κατά την ίδια, το τελευταίο τηλεφώνημα έγινε από έναν άνδρα που δεν γνώριζε «ούτε καν ονομαστικά», όπως υπογράμμισε, και εκείνος πήρε τον αριθμό της από τον 27χρονο που την είχε προσκαλέσει στο πάρτι.
Η συνάντηση με τους τρεις άνδρες στον διάδρομο του ξενοδοχείου και η σουίτα
Σε διάδρομο του ξενοδοχείου η 24χρονη είχε συνάντηση με τρεις άνδρες οι οποίοι –κατά δήλωσή της– προσπάθησαν να την πείσουν να αφήσει το δωμάτιο που είχε κλείσει και να πάει να κοιμηθεί σε άλλο.
Σύμφωνα πάντα με όσα υποστηρίζει, για το δωμάτιο που έκλεισε, πλήρωσε περίπου 130 ευρώ, αν και δεν θυμάται με ακρίβεια, τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι είχε ανάγκη να κοιμηθεί στο δωμάτιο «ακόμη και αν έκανε 600 ευρώ».
Και ακολουθεί η περιγραφή για όσα, λίγα, θυμάται από το δωμάτιο όπου τελικά κατέληξε:
«Στο δωμάτιο θυμάμαι δύο άτομα, έχω εικόνα από αυτήν την κατάσταση, από τον έναν άνθρωπο, τη στιγμή που πάει να ξεκουμπώσει το παντελόνι του, ήταν από πάνω μου και εγώ είμαι στο κρεβάτι. Δεν θυμάμαι τίποτε άλλο, δεν θυμάμαι ούτε εγώ να αφαίρεσα κάτι, δεν θυμάμαι καμία απολύτως λειτουργικότητα, δεν είχα καμία απολύτως συνείδηση. Για κάτι τέτοιο δεν υπήρχε περίπτωση να συναινούσα ποτέ, αλλά δεν είχα και τη δύναμη να το αποτρέψω. Αυτό το θυμάμαι πολύ καλά, δεν είχα τη δύναμη να το αποτρέψω».
«Τότε άρχισα να καταλαβαίνω ότι κάτι δεν πήγαινε καλά»
Το επόμενο πρωί, περιγράφει, ξύπνησε κατά τις 11 παρά και το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να πιάσει το κινητό της. Στο δωμάτιο, «πήγα ντυμένη, αλλά ξύπνησα γυμνή», αναφέρει και υποστηρίζει ότι δέχθηκε τηλεφώνημα από τον άνθρωπο που την είχε προσκαλέσει στο πάρτι, ο οποίος –σύμφωνα με τα λεγόμενά της– της είπε να πάρει τα πράγματά της και να πάει στο μέρος όπου βρισκόταν αυτός για να ξεκουραστεί.
«Δεν είχα κανένα έλεγχο όταν ξύπνησα, η μνήμη μου σταμάτησε τη στιγμή που έκλεισα το δωμάτιο, το πλήρωσα και πήγαινα σ’ αυτό» , επιμένει η καταγγέλλουσα, για να συμπληρώσει στην περιγραφή της:
«Ετσι όπως σηκώθηκα, είδα κάτω το εσώρουχό μου, δεν μπορούσα να το πιστέψω δηλαδή ότι έβλεπα κάτι που δεν θυμάμαι, να το έβγαλα. (…) Ημουν αδιάθετη και δεν μπορούσε να πάει το μυαλό μου τι συνέβη. Καθώς γύρισα στο δωμάτιο, είδα ανδρικά ρούχα, κάλτσες, μια βαλίτσα, κάτι χάπια. Δεν υπήρχε κανένας λόγος να είμαι σε μια σουίτα, γιατί δεν το επέλεξα. Κανένας άλλος δεν ήταν στο δωμάτιο, τότε άρχισα να καταλαβαίνω ότι κάτι δεν πήγαινε καλά».
Μετά, πήρε τηλέφωνο εκ νέου τον άνδρα που την είχε προσκαλέσει στο πάρτι, ο οποίος της επανέλαβε να φύγει από το ξενοδοχείο. Οπως υποστηρίζει, «εκείνος γνώριζε ότι κάτι είχε συμβεί».
Εκείνη δεν ήθελε να πιστέψει ότι είχε πέσει βιασμού και ντρεπόταν να αντικρίσει το σώμα της, αλλά βρήκε τη δύναμη να επικοινωνήσει με τον εργοδότη της και να του εμπιστευτεί ό,τι είχε γίνει.
«Προσπαθώ να βρω μια δικαίωση σε αυτό. Θέλω όποια κοπέλα ήταν σε εκείνο το πάρτι, εκείνη τη βραδιά, να μιλήσει, να πει ότι αυτός ο άνθρωπος, ο Μάνος, ήταν στο πάρτι, γιατί ισχυρίζεται ότι δεν ήταν, και να πουν ότι ήταν καλεσμένες από αυτόν τον άνθρωπο, γιατί έχω μάθει ότι όσες κοπέλες πήγαιναν στα πάρτι, τις καλεί ο συγκεκριμένος, αλλά και η ομάδα αυτή.
»Θεωρώ ότι υπάρχει μια ομάδα που προσπαθεί με έναν τρόπο να εκμεταλλεύεται ή να οδηγεί σε αυτή την κατάσταση κορίτσια ευάλωτα είτε κορίτσια που θέλουν να βγουν και να πάνε στο μαγαζί τους, και έχουν μια γνωριμία μαζί, χωρίς, όμως, να σημαίνει ότι θέλουν ή συναινούν σε κάτι άλλο.
»Δεν πήγα στο πάρτι για να βιαστώ», υπογραμμίζει χαρακτηριστικά, λέγοντας ότι δεν μπορούσε να διαχειριστεί πώς της συνέβη αυτό εκείνη την ιδιαίτερη ημέρα, δηλαδή την Πρωτοχρονιά, μιας και «όλοι ήταν με τις οικογένειές τους».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News