Εκεί που ρέουν μεστά ουίσκι, καταβροχθίζονται αιμάσσοντα λουκάνικα και σπλάχνα, λυσσομανά ο βόρειος άνεμος και οι ντόπιοι νομίζουν ότι παίζουν ποδόσφαιρο, ψηλά, στα Χάιλαντς της Σκωτίας, ζει και η ηθοποιός Τίλντα Σουίντον. Ο Σάιμον Χεϊτενστόουν, ο συντάκτης του Guardian που ξεκίνησε από το Λονδίνο και ταξίδεψε μέχρι το Ινβερνές με σκοπό να της πάρει συνέντευξη, πρέπει να πέρασε καλά, εφ’ όσον εκτιμά το κάπως ποιητικό κουλέρ λοκάλ (βρωσίμων και μη).
Το ρεπορτάζ του, όμως, άρχισε με σκυλιά, τα οποία και αυτά καλά είναι, πλάσματα του Θεού. Το «φυσικό τους» βέβαια δεν είναι σαν των σκωτσέζικων προβάτων, να γίνονται τροφή και μεζέδες για τα δίποδα, αλλά να συντροφεύουν τα αφεντικά τους. Ε, η Σουίντον του έδειξε τα δικά της περιχαρής, μόλις ο συντάκτης τη συνάντησε. Τα είχε μαζί της, στο αμάξι με το οποίο τον περίμενε έξω από το αεροδρόμιο: ήταν πέντε σπάνιελ, με το μεγαλύτερο –ένα θηλυκό– να καταλαμβάνει τη θέση του συνοδηγού. Ο Χεϊτενστόουν θυμήθηκε ότι και την τελευταία φορά που είχε μιλήσει με την Σουίντον, το 2008, η σκύλα υπήρχε: τότε ήταν ένα χαριτωμένο κουταβάκι.
Η συζήτησή τους επικεντρώθηκε στην καλλιτεχνική φύση της ηθοποιού και απλώθηκε σε όλη τη διαδρομή της, αρχίζοντας από την εποχή που ήθελε να γίνει ποιήτρια και όχι αρτίστα του θεάματος και φθάνοντας στις μεγάλες στιγμές της καριέρας της, στην καθοριστική συνεργασία με τον σκηνοθέτη Ντέρεκ Τζάρμαν, στις πολλές βραβεύσεις. Για τον Τζάρμαν υπήρξε «μούσα», αυτός την καθιέρωσε με το φιλμ «Caravaggio», το 1986.
Ο Πέδρο Αλμοδόβαρ έκανε μαζί της την πρώτη αγγλόφωνη ταινία του, το φιλμ «The Human Voice» – για τον ισπανό κινηματογραφιστή η Σουίντον είπε στον συντάκτη ότι γνωρίστηκαν στο Χόλιγουντ και ότι πέρασαν υπέροχα μεταξύ τους. Ο Χεϊτενστόουν χαρακτήρισε την Σουίντον «ηθοποιό που έχει συμβάλει περισσότερο από κάθε άλλη στο γκρέμισμα του τείχους των φύλων» με τους (ανδρικούς) ρόλους που ερμήνευσε. Και έδωσε στο κοινό του καινούργιες συστάσεις της, πέραν των καλλιτεχνικών.
“I’m thinking of retraining as a palliative carer.”
Tilda Swinton talks to me about grief, the impact of long covid, and why she is considering a career changehttps://t.co/nUCpKYH1oI— Simon Hattenstone (@shattenstone) January 7, 2022
Ομολογώντας το τίποτα
«Ως γνήσια Σκωτσέζα, από το Λοχ Νες, η Τίλντα παραδέχεται ότι η μεγαλύτερη φιλοδοξία της είναι να έχει ένα σπίτι δίπλα στη θάλασσα και λίγα σκυλιά για να της κάνουν συντροφιά». Ακολούθησαν οι δηλώσεις της, απλές, εξωκαλλιτεχνικές, μάλλον ακομπλεξάριστες: «Είναι περίεργο ότι οι άνθρωποι πιστεύουν πως έχεις κάτι βαθύ να πεις μόνο και μόνο επειδή γυρίζεις ταινίες. Το αντίθετο ισχύει. Δεν έχω τίποτα να πω, δεν ξέρω τίποτα και δεν θέλω καν να προσποιηθώ ότι ξέρω κάτι».
Αυτή η «έλλειψη φιλοδοξίας», όπως είπε η ίδια, την ταλαιπώρησε από παιδί. «Ντρεπόμουν για αυτό. Από μικρή είχα μόνο μία λαχτάρα, να μένω δίπλα στη θάλασσα, να έχω έναν λαχανόκηπο, τα παιδιά μου, τα σκυλιά μου, τους φίλους μου. Πολλούς φίλους. Με αυτούς ήθελα και να δουλεύω. Τέτοιες φιλοδοξίες είχα μονάχα, και δεν άλλαξαν».
Η αναφορά στα παιδικά και εφηβικά χρόνια της Σουίντον έγινε από τον συντάκτη με λεπτομέρειες: «Η Κάθριν Ματίλντα Σουίντον γεννήθηκε στο Λονδίνο και ανατράφηκε στο αριστοκρατικό περιβάλλον της αγγλοσκωτικής οικογενείας της. Δέχτηκε μπούλινγκ στο σχολείο στο οποίο εστάλη να φοιτήσει ως οικότροφος προτού πάει στο Κέιμπριτζ με σκοπό να γίνει ποιήτρια. Εκτοτε δεν έγραψε αράδα». Αυτήν την ανικανότητά της στη στιχουργική, η 61χρονη Σουίντον ακόμη τη φέρει βαρέως: «Είναι η ντροπή της ζωής μου» εξομολογήθηκε στον συντάκτη.
Τρέλες της νιότης
Το Λονδίνο και η εποχή με τις εκκεντρικότητες (συμπεριλαμβανομένης της queer περιόδου) είναι πια μακρινή ανάμνηση για τη Σουίντον. Τώρα τα δίδυμα παιδιά της έχουν γίνει άντρες και ζουν τη δική τους ζωή, μακριά της. Εκείνη μένει στα Χάιλαντς με τον φίλο της, τον «visual artist» Σάντρο Κοπ. Πόσο πίσω στον χρόνο και αραχνιασμένα μοιάζουν τα χρόνια που ζούσε σε μια κατάληψη στο Τσέλσι και συμμετείχε σε διαδηλώσεις κάθε Σαββατοκύριακο, πότε προς υποστήριξη των ανθρακωρύχων, πότε κατά του Πολέμου του Κόλπου… «Μετακόμισα στα Χάιλαντς όταν γεννήθηκαν τα μωρά μου, και δεν γύρισα ποτέ. Τώρα δυσκολεύομαι να επιστρέψω στο Λονδίνο».
Τα σχέδιά της εκτός σινεμά περιορίζονται στην υποστήριξη ασθενούντων και θέλει να λάβει τη σχετική εκπαίδευση της «παρηγορητικής φροντίδας» όπως λέγεται. Αυτή τη στροφή στη ζωή της την ενέπνευσε «η στοργική υποστήριξη που έλαβαν οι γονείς μου από επαγγελματίες βοηθούς στο τέλος της ζωής τους».
Το τσιμπούκι του γέρου
Κατακλείδα στη συνέντευξη δεν θα μπορούσε να είναι κάτι άλλο από τον… κορονοϊό. Και αυτό επειδή η Σουίντον κόλλησε την ίωσή του και νόσησε από Covid το περασμένο καλοκαίρι: «Η ασθένεια μού άδειασε τον εγκέφαλο. Επί τρεις εβδομάδες δεν μπορούσα να σηκωθώ από το κρεβάτι. Εβηχα σαν γέρος, λες και κάπνιζα για εβδομήντα χρόνια τσιμπούκι… Ζαλιζόμουν τρομερά».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News