Μου αφιέρωσε μετά βίας μισή ώρα. Ο Τζον Μ. Μπάρι, αυτός ο περίεργος τύπος που πριν 18 χρόνια κυκλοφόρησε ένα βιβλίο με την «Ιστορία της πιο φονικής πανδημίας στην Iστορία»– μια πανδημία που ελάχιστοι γνώριζαν– είναι ένας celebrity των σκοτεινών καιρών μας.
Από τον Μάρτιο του 2020 το βιβλίο του– μπεστσέλερ των New York Times– έχει γίνει περιζήτητο. Ο Μπιλ Γκέιτς το καταβρόχθισε και έγραψε εκτενώς γι΄αυτό. Κορυφαία αμερικανικά έντυπα (New York Times, Washington Post, New Yorker, κοκ) διαγκωνίζονται συχνά για μια δήλωση ή ένα άρθρο του. Δεν είναι φυσικά μόνο η ενδελεχής ιστορική έρευνά του για τη «Μεγάλη Γρίπη» του 20ού αιώνα (τη λεγόμενη «Ισπανική Γρίπη»), που ήρθε εκ νέου στο φως όταν εμφανίστηκε ο Corona. Ο Μπάρι έχει διατελέσει, μεταξύ άλλων, σύμβουλος στον εθνικό σχεδιασμό για την απόκριση σε υγειονομικές κρίσεις (των κυβερνήσεων Τζορτζ Μπους και Ομπάμα). Το ξέρει, με λίγα λόγια, καλά το «σπορ».
Μιλήσαμε μέσω Zoom. Εκείνος μέσα από το φωτεινό σαλόνι του στο French Quarter της Νέας Ορλεάνης, εγώ μέσα από το σκοτεινό γραφείο μου στο κέντρο της Αθήνας. Τόσο μακριά αλλά και τόσο κοντά, χάρη στον αστερισμό της Ομικρον (και νέων λοιπών παραλλαγών).
Για κάποιο μυστηριώδη λόγο, η πανδημία του 1918 είναι μια απλή υποσημείωση στην Ιστορία του 20ού αιώνα. Αναρωτιέμαι, τι υποδοχής έτυχε το βιβλίο σας «Τhe Great Influenza» όταν πρωτοκυκλοφόρησε, το 2004;
Εχετε δίκιο… Η «Μεγάλη Γρίπη» (κατά το «ο Μεγάλος Πόλεμος», όπως αποκάλεσαν τον Α΄Παγκόσμιο) είναι μια απλή υποσημείωση στην Ιστορία του 20ού αιώνα. Μου είχε κάνει μάλιστα εντύπωση πώς μετά την έκδοσή του δεν εκδηλώθηκε κανένα αυξημένο ενδιαφέρον για τη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο. Μέχρι πολύ πρόσφατα, αν μιλούσες σε έναν μέσο άνθρωπο για την Ισπανική Γρίπη (ο όρος «Μεγάλη Γρίπη» είναι δικής μου επινόησης), η οποία σκότωσε από 50 έως 100 εκατομμύρια ανθρώπους, δεν θα είχε ιδέα σε τι αναφέρεσαι. Το βέβαιο πάντως είναι ότι έτυχε θερμής αποδοχής από την κοινότητα της δημόσιας υγείας και της επιστήμης. Επιπλέον, το διάβασε ο Μπους και πολλοί υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της τότε κυβέρνησης. Χάρη σε αυτό μου ζητήθηκε να μετάσχω στον εθνικό σχεδιασμό για το ενδεχόμενο μιας νέας πανδημίας. Η δε επανεμφάνιση της Η5Ν1 («γρίπης των πτηνών»), το 2003-4, η οποία συνέπεσε με την έκδοσή του, αύξησε σημαντικά το αναγνωστικό ενδιαφέρον.
Ποια μαθήματα αντλήσατε ως ιστορικός από την γρίπη του 1918, όταν κληθήκατε να βοηθήσετε στην ετοιμότητα για μιας επόμενη πανδημία;
Δύο είναι τα μαθήματα. Το πρώτο και πιο σημαντικό, αυτό που δεν έχω πάψει να επαναλαμβάνω με κάθε ευκαιρία από τότε που ξέσπασε η Covid -19, είναι η επιτακτική ανάγκη να λες την αλήθεια. Αυτό έχει τεράστια επίπτωση στην αντίδραση του κόσμου. Δεν είναι μόνο να βγάζεις μια ντιρεκτίβα. Από τη στιγμή που δεν διαθέτεις φάρμακα ή εμβόλια, η συμμόρφωση του κόσμου είναι το μόνο που έχεις στα χέρια σου. Και δεν μπορείς να πείσεις τους πολίτες να συμμορφωθούν με τις συμβουλές των ειδικών, παρά μόνο αν πεις την αλήθεια.
Πότε πρέπει να την πεις;
Ιδιαίτερα στις αρχές της κρίσης, η διαφάνεια είναι καίριας σημασίας. Θυμάμαι σε μια σύσκεψη ένας υφυπουργός Υγείας αντιδρούσε έντονα: «Δεν πρέπει να τρομάζουμε τον κόσμο». Και η δική μου απάντηση ήταν: «Κι όμως αν υπάρχει κάτι το οποίο πρέπει να φοβούνται, τότε ναι, πρέπει να τον τρομάξουμε». Το ξεκίνημα της κρίσης είναι καθοριστικό. Γιατί άπαξ και χάσεις την αξιοπιστία σου, μετά απλά δεν μπορείς να την ξανακερδίσεις. Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος που πολλές χώρες – σύμφωνα με τα γραφήματα όλες οι αναπτυγμένες χώρες- τα έχουν πάει πολύ καλύτερα από τις Η.Π.Α. στον χειρισμό της πανδημίας.
Και το δεύτερο μάθημα;
Το δεύτερο μάθημα, που πρακτικά δεν γίνεται εμφανές παρά μόνο όταν ξεκινήσεις τις στατιστικές αναλύσεις, είναι ότι οι μη- φαρμακευτικές παρεμβάσεις (π.χ. οι μάσκες), λειτουργούν. Μάλιστα τα τελευταία χρόνια ξεπέρασαν τις προσδοκίες ακόμα και των πιο ένθερμων υπερασπιστών τους. Με αυτές και με την ανταπόκριση, πάντα, του κόσμου, μπορείς να επιτύχεις σημαντική μείωση των θανάτων. Ομως, σας είπα, η αλήθεια και η υπακοή στα μέτρα είναι αλληλένδετες. Μόνο αν πεις την αλήθεια στους πολίτες, εκείνοι θα ανταποκριθούν. Και χωρίς την ανταπόκριση του κόσμου, τα μέτρα από μόνα τους δεν καταφέρνουν τίποτα σημαντικό.
Ωστόσο, επιτρέψτε μου να πω ότι το πρόβλημα με πολλούς ηγέτες σήμερα δεν είναι μόνο το πώς να πουν την αλήθεια αλλά πώς να τη χειριστούν.
(γελάει) Ξέρετε, η Ιστορία δεν συμβαίνει απλά, οι άνθρωποι τη γράφουν. Και ο ρόλος του ατόμου σε εποχές κρίσης, όταν μπορεί να επηρεάζει τα πράγματα, είναι πολύ σημαντικός. Οπωσδήποτε πολλά εξαρτώνται από την πολιτική ηγεσία της κάθε χώρας. Ευελπιστώ ότι ένα από τα μαθήματα της σημερινής πανδημίας είναι ότι οι μελλοντικοί πολιτικοί ηγέτες, εκείνοι που θα βρεθούν αντιμέτωποι με την επόμενη πανδημία, θα συνειδητοποιήσουν ότι το να κάνεις το σωστό είναι η καλύτερη δυνατή πολιτική. O Τραμπ έχασε την ευκαιρία να επανεκλεγεί, εξαιτίας του εσφαλμένου τρόπου με τον οποίο χειρίστηκε την πανδημία και επειδή απλά δεν είπε την αλήθεια γι΄αυτήν. Αυτά τα δύο είχαν ως αποτέλεσμα να πληγωθεί ανεπανόρθωτα το κύρος του. Πιστέψτε με, θα εξυπηρετούσε πολύ περισσότερο τα πολιτικά του συμφέροντα αν ήταν περισσότερο ευθύς. Εκείνος όμως δεν το είδε έτσι. Προτίμησε μια πολύ πιο κοντόφθαλμη οπτική –στάση που υιοθετεί σχεδόν στα πάντα- και πλήρωσε το τίμημα. Ας ελπίσουμε λοιπόν ότι εκείνοι που μελλοντικά θα έχουν στα χέρια τους τις καίριες αποφάσεις, θα βλέπουν αυτό που βιώνουμε εμείς σήμερα και θα κατανοούν ότι το να κάνεις το σωστό είναι το καλύτερο για το πολιτικό σου μέλλον.
Ποιες είναι οι διαφορές ανάμεσα στην πανδημία του 1918 και του 2020;
Η πρώτη είναι οι ηλικιακές ομάδες που επλήγησαν από τον ιό. Το 1918 πέθαναν πολύ νέοι άνθρωποι. Η πιο ευάλωτη ηλικιακή ομάδα ήταν τα παιδιά κάτω των 10 ετών. Η δεύτερη πιο ευπαθής ομάδα ήταν οι κατά τα άλλα υγιείς νεαροί ενήλικες- με τους θανάτους να κορυφώνονται στην ηλικία των 28 ετών. Οι αμερικανοί στρατιώτες στα στρατόπεδα εκπαίδευσης αποδεκατίστηκαν. Πάνω από το 90% της μη αναμενόμενης θνησιμότητας αφορούσε ανθρώπους νεότερους των 65 ετών. Ο δε ιός ήταν πολύ πιο θανατηφόρος…
Ποιο ήταν το ποσοστό θνησιμότητας;
Στις ανεπτυγμένες χώρες άγγιζε πάνω κάτω το 2%, στον λιγότερο αναπτυγμένο κόσμο είναι σημαντικά μεγαλύτερο- γύρω στο 6-7%-, αλλά σε συγκεκριμένες δημογραφικές ομάδες που μελετήθηκαν το ποσοστό ήταν σαφώς υψηλότερο. Για παράδειγμα, οι συνολικά 13 μελέτες που εγώ ο ίδιος μελέτησα, καταδεικνύουν ότι στις εγκύους που νοσηλεύτηκαν, τα ποσοστά θνητότητας κυμαινόταν από 21% έως 71%! Εδώ πρέπει κανείς να τονίσει ότι όλα αυτά συμπιέστηκαν σε ένα πολύ μικρότερο χρονικό διάστημα σε σχέση με την δική μας κρίση σήμερα. Εκτιμάται δηλαδή ότι τα 2/3 των θανάτων σημειώθηκαν σε μία περίοδο μόλις 14 ή 15 εβδομάδων, το φθινόπωρο του 1918.
Επομένως, οι άνθρωποι που έζησαν τη «Μεγάλη Γρίπη» βίωσαν μια εντελώς διαφορετική εμπειρία…
Ναι, πολύ πιο σαρωτική, πολύ πιο τρομακτική. Για να καταλάβετε τι εννοώ, θυμηθείτε τον πρώτο καιρό της τωρινής κρίσης, όταν ακόμη δεν γνωρίζαμε ακόμη με το τι έχουμε να κάνουμε, όταν οι δρόμοι ήταν εντελώς έρημοι εξαιτίας του φόβου. Αυτός ο φόβος ήταν πολύ πιο παραλυτικός το 1918 και κάθε μέρα που περνούσε, δεδομένου ότι δεν υπήρχε καμία απολύτως θωράκιση απέναντι στον ιό, γινόταν σφοδρότερος. Ηταν ένας ιός πολύ πιο θανατηφόρος, με πολύ πιο τρομακτικά συμπτώματα π.χ αιμορραγία από τα αφτιά και τα μάτια.
Στο βιβλίο σας οι περιγραφές τρομάζουν.
Στο βιβλίο παραθέτω και μια αναφορά των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών (Αύγουστος 1918): «Την αποκαλούν “γρίπη” αλλά στην πραγματικότητα είναι ο Μαύρος Θάνατος του Μεσαίωνα». Αυτό οφειλόταν κυρίως στην μελανή χροιά που προσέδιδε η κυάνωση στο σώμα. Σύμφωνα με έναν γιατρό στο στρατόπεδο Ντέβενς της Μασαχουσέτης: «Η κυάνωση ήταν τόσο έντονη που δεν μπορούσες να ξεχωρίσεις έναν αφροαμερικανό στρατιώτη από έναν λευκό». Εμείς δεν μπορούμε να πούμε ότι ζήσαμε κάτι παρόμοιο σε κανένα μέρος του κόσμου. Με εξαίρεση ίσως την πόλη Μανάους της Βραζιλίας, η οποία χτυπήθηκε με ιδιαίτερη σφοδρότητα από τον κορονοϊό. Ο κόσμος μιλούσε για άψυχα κορμιά στους δρόμους. Το μεγαλύτερο κομμάτι του πλανήτη δεν βίωσε τίποτα παρόμοιο.
Η τρίτη διαφορά ανάμεσα στην παλιά πανδημία και τη δική μας είναι η διάρκειά της;
Ναι. Σε εκείνη την πανδημία μετά από λίγους μήνες όλα είχαν τελειώσει. Η γρίπη επισκεπτόταν μια πόλη και στην συνέχεια εξαπλωνόταν στην επόμενη μέσα σε μόλις 6 με 10 εβδομάδες, ούτε καν τρεις μήνες δηλαδή.
Και όμως και στην Ισπανική Γρίπη υπήρχαν κύματα…
Τότε υπήρξαν τρία κύματα, το καθένα πιο μικρό από το προηγούμενα. Το πρώτο κύμα ήταν τόσο ήπιο που σχεδόν δεν έγινε αντιληπτό στα περισσότερα σημεία του πλανήτη, ούτε εξαπλώθηκε ιδιαίτερα. Ακολούθως, υψώθηκε το δεύτερο κύμα που ήταν πολύ πιο μεταδοτικό και θανατηφόρο. Αυτό που παρουσίαζε ενδιαφέρον είναι πως αν νοσούσες στη διάρκεια του πρώτου κύματος, είχες μέχρι και 94% προστασία από θάνατο στη διάρκεια του δεύτερου! Αυτό συνιστά μεγαλύτερη προστασία από οποιοδήποτε εμβόλιο κατά της γρίπης έχει ποτέ αναπτυχθεί. Αν όμως ασθενούσες είτε στο πρώτο είτε στο δεύτερο κύμα, δεν είχες καμία διασταυρούμενη ανοσία απέναντι στο επόμενο, τρίτο κύμα. Ηταν περίπου όπως τώρα η Oμικρον!
Ηταν όμως και αυτό λιγότερο φονικό, όπως ελπίζουμε ότι θα είναι τώρα η Ομικρον;
Ναι, το τρίτο κύμα που ενέσκηψε στις αρχές Μαρτίου του 1919 ήταν λιγότερο θανατηφόρο. Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε αν οφειλόταν στη συγκεκριμένη μετάλλαξη ή στο ότι ο ίδιος ο ιός είχε γίνει λιγότερο επιθετικός ή επειδή όλοι είχαν κάποια ανοσία από προηγούμενη έκθεση. Κάποιοι μάλιστα υποστηρίζουν ότι το 1920-21 έκανε την εμφάνισή του ένα τέταρτο κύμα. Κατ΄εμέ δεν ήταν παρά ένα κύμα εποχικής γρίπης, αλλά αυτό είναι μόνο σημασιολογία. Αναμφίβολα, το 1920 δεν ήταν μια καλή χρονιά αλλά δεν είχε καμία απολύτως σχέση με τα δύο προηγούμενα έτη. Και το 1921 είχαμε πάλι επιστρέψει στην εποχική γρίπη. Και μια που λέμε αυτό… Σύμφωνα με μια θεωρία, η πανδημία «Ρωσικής Γρίπης» το 1889, που σκότωσε παγκοσμίως ένα εκατομμύριο ανθρώπους, προκλήθηκε από έναν κορονοϊό με το όνομα OC43. Σήμερα ο OC43 δεν σκοτώνει κανέναν. Είναι σα το κοινό κρυολόγημα. Δεν μας μένει λοιπόν παρά να ελπίζουμε.
Πώς βλέπετε αλήθεια τον κοινωνικό αντίκτυπο της σημερινής πανδημίας;
Εδώ είναι αυτό λέγαμε στην αρχή της κουβέντας μας. Η Ισπανική Γρίπη του 1918 δεν ήταν παρά μια υποσημείωση στην Ιστορία παρά την φονικότητά της, η οποία ήταν απείρως μεγαλύτερη από της Covid-19. Εξυπακούεται ότι σε αυτό συνέβαλε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Μην ξεχνάτε ότι οι κυβερνήσεις και ο Τύπος στις εμπόλεμες χώρες ψεύδονταν ασύστολα σχετικά με την σοβαρότητα της πανδημίας. «Μη φοβάστε!» καθησύχαζαν οι αμερικανικές εφημερίδες για να κρατήσουν ψηλά το πατριωτικό φρόνημα. Δεν είναι τυχαίο ότι ονομάστηκε «Ισπανική Γρίπη», όχι γιατί ξεκίνησε στην Ισπανία αλλά γιατί η Ισπανία δεν ήταν σε πόλεμο και ο Τύπος της έλεγε την αλήθεια στους πολίτες. Ιδιαίτερα αφότου αρρώστησε ο βασιλιάς (σ.σ. ο Αλφόνσος ΙΓ΄).
Σίγουρα η πανδημία της Covid-19 θα έχει δικό της ολόκληρο κεφάλαιο, αφού διαρκεί σχεδόν δύο χρόνια.
Ναι, και τα δύο αυτά χρόνια είχαν τεράστιο αντίκτυπο στην καθημερινή μας ζωή. Αυτό αναμφίβολα θα διαμορφώσει την κοινωνία και τον τρόπο που αυτή θα προχωρήσει στο μέλλον. Αναλογιστείστε αλήθεια τι αναγκάστηκαν να υποστούν π.χ. τα παιδιά ηλικίας 13 έως 15 ετών. Είδαν την εκπαίδευσή τους να διακόπτεται βίαια, να χάνουν τους φίλους τους, να μην μπορούν να έρθουν σε επαφή με κανέναν. Ολο αυτό θα τους αφήσει πολύ βαθιά σημάδια, για όλη τους τη ζωή. Δεν θα το ξεχάσουν ποτέ! Επομένως, ο αντίκτυπος της Covid-19 για την κοινωνία θα είναι αδιαμφισβήτητα μεγαλύτερος από αυτόν της Μεγάλης Γρίπης.
Πολλοί ειδικοί σήμερα προαναγγέλουν μια παγκόσμια κρίση ψυχικής υγείας. Το παρελθόν έχει τίποτα μαθήματα να μας δώσει;
Αυτό που έχουμε σήμερα βαφτίσει «Long Covid» είχε δώσει σημάδια και το 1918. Δεν υπάρχει ουδεμία απολύτως αμφιβολία ότι και ο τότε ιός προκαλούσε νευρολογικές επιπλοκές. Πιθανώς μάλιστα πιο σοβαρές και από αυτές της Covid-19. Ξέρετε, ακόμα και η απλή, η «εποχική» γρίπη ενοχοποιείται για την πρόκληση νευρολογικών προβλημάτων. Επίσης, τη δεκαετία του ΄20 έκανε την εμφάνισή της στην Δύση μια εντελώς εντελώς καινούργια ασθένεια: η encephalitis lethargica. Παρότι δεν έχει επιστημονικά αποδειχθεί, θεωρήθηκε παρενέργεια του ιού του 1918. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι εξαφανίστηκε μερικά χρόνια αργότερα. Οσο για την ψυχική υγεία αυτή καθαυτή, δεν είναι σαφές τι συνέβη τότε. Μια μεγάλη διαφορά είναι ότι το 1918 οι άνθρωποι ήταν συνηθισμένοι στις μεταδοτικές ασθένειες, σε αντίθεση με σήμερα, που, τουλάχιστον στον αναπτυγμένο κόσμο, είχαν φτάσει να είναι κάτι πολύ σπάνιο.
Στο βιβλίο σας υπαινίσσεσθε, αν δεν απατώμαι, ότι η γρίπη του 1918 άλλαξε τον ρου της Ιστορίας. Γιατί αν ο αμερικανός πρόεδρος Γούντροου Γουίλσον δεν είχε κολλήσει, μπορεί να είχαμε γλυτώσει τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο!
Σωστά. Οπως σας ανέφερα ήδη, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για την παρουσία νευρολογικών επιπλοκών σε πολλούς από τους πάσχοντες. Αυτό συνέβη και στον 28ο πρόεδρο των ΗΠΑ. Ο Γούντροου Γουίλσον κόλλησε γρίπη στο πιο κρίσιμο σημείο των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων για τη λήξη του Μεγάλου Πολέμου. Η ασθένεια αναμφισβήτητα επηρέασε το μυαλό του. Υπάρχουν πολλές μαρτυρίες από το περιβάλλον του. Ο ίδιος ο βρετανός πρωθυπουργός Λόιντ Τζωρτζ θα αναφερθεί στην «νευρική και πνευματική κατάρρευσή του στη διάρκεια της Διάσκεψης (Ειρήνης του Παρισιού, 1918)». Θυμίζω ότι προτού νοσήσει, ο Γουίλσον ήταν υπέρμαχος μια δίκαιης και διαρκούς ειρήνης βασισμένης στα «Δεκατέσσερα Σημεία» του. Εμφανιζόταν ανένδοτος ως προς την υπεράσπιση των βασικών αρχών, στο όνομα των οποίων οι ΗΠΑ είχαν δεχτεί να εμπλακούν στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Σε έναν ιό δηλαδή οφείλεται η υποχώρηση από τις αρχικές δεσμεύεις του και οι επονείδιστοι όροι τελικά της ειρήνης για τη Γερμανία; Αυτοί που προλείαναν το έδαφος για τον Χίτλερ;
Θα είχε υποχωρήσει αν δεν είχε νοσήσει; Αδύνατον σήμερα να το απαντήσει κανείς. Το βέβαιο είναι ότι ο αμερικανός πρόεδρος όντως προσβλήθηκε από την ισπανική γρίπη και ότι αμέσως μετά τη νόσησή του υποχώρησε σχεδόν σε διάφορες αξιώσεις των νικητών. Το αποτέλεσμα ήταν να χαθεί η ευκαιρία για μια «άνευ νίκης ειρήνη».
Επιφανείς κοινωνιολόγοι προφητεύουν ότι μετά το τέλος αυτού του συλλογικού εφιάλτη θα ζήσουμε τα νέα «ξέφρενα ’20s». Εσείς τι λέτε;
Δεν το βλέπω να συμβαίνει! Μην ξεχνάτε ότι πριν φτάσουμε στα «ξέφρενα ’20s» περάσαμε από μια οξεία οικονομική ύφεση το 1920- 1921. Πιστεύω ότι μεγαλύτερος ήταν ο αντίκτυπος του πολέμου στην ψυχολογία (με όλη εκείνη τη μεσοπολεμική δίψα για ελευθεριότητα και πάρτι) παρά ο αντίκτυπος της πανδημίας. Αυτό φαίνεται και στα ελάχιστα ίχνη που άφησε η Μεγάλη Γρίπη στη λογοτεχνία.
Ο κόσμος επέλεξε δηλαδή να την ξεχάσει;
Οι άνθρωποι τείνουν να λησμονούν την οδύνη που τους προκαλεί η φύση. Αντιθέτως, είναι πολυγραφότατοι όταν πρόκειται να εκφράσουν την οδύνη που προκαλούν οι ίδιοι ο ένας στον άλλο, έτσι γράφουν π.χ. για τον πόλεμο ή για το Ολοκαύτωμα. Παρόλα αυτά, δεν μπορεί κανείς να μην διακρίνει την αντανάκλαση της πανδημίας του 1918 στα μεταγενέστερα χρόνια. Ιδού π.χ. πώς περιγράφει ο συγγραφέας του βιβλίου «Αντίο Βερολίνο» Κρίστοφερ Ισεργουντ την «επέλαση» των Ναζί στο Βερολίνο το 1933, δεκαπέντε δηλαδή χρόνια μετά το ξέσπασμα της Ισπανικής Γρίπης: «Ολόκληρη η πόλη βρισκόταν υπό το κράτος μιας επιδημίας ενός αδιόρατου, μεταδοτικού φόβου. Μπορούσα να τον νιώσω, σαν τη γρίπη, στα κόκαλά μου».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News