Ο πληθωρισμός στην Τουρκία εκτινάχθηκε στο 36,08% τον Δεκέμβριο, σε ετήσια βάση, στο υψηλότερο επίπεδό του από τον Σεπτέμβριο του 2002, λόγω της βουτιάς της λίρας, όμως ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, 18 μήνες πριν από τις προεδρικές εκλογές, συνεχίζει να υπερασπίζεται τις επιλογές του.
Η αύξηση των τιμών καταναλωτή, σχεδόν επτά φορές πάνω από τον αρχικό στόχο που είχε θέσει η κυβέρνηση, εξηγείται από την πτώση κατά 45% της λίρας έναντι του δολαρίου μέσα σε έναν χρόνο, παρά τα κατεπείγοντα μέτρα που ανακοίνωσε ο Ερντογάν στα μέσα Δεκεμβρίου, τα οποία διέσωσαν τη λίρα από ακόμη μεγαλύτερη πτώση.
Αντιλαμβανόμενος τη ζημιά που προκαλείται στην οικονομία αλλά πρωτίστως ίσως και στη δημοτικότητά του, ο τούρκος πρόεδρος δεσμεύτηκε τη Δευτέρασ, μετά τη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, ότι θα ρίξει τον πληθωρισμό σε μονοψήφιο νούμερο «το συντομότερο δυνατόν», προσθέτοντας ότι το έχει κάνει ήδη στο παρελθόν και θα το ξανακάνει τώρα.
Ο Ερντογάν εξέφρασε τη λύπη του για το επίπεδο που κατέγραψε ο πληθωρισμός το 2021 και υποσχέθηκε ότι θα «ερευνηθούν» οι υπερβολικές αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων. Απέδωσε την αύξηση του πληθωρισμού στις τιμές των εμπορευμάτων και την ισοτιμία, ενώ υποσχέθηκε επίσης ότι θα παρασχεθεί πρόσθετη στήριξη στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων.
Η αντιπολίτευση και ένα μέρος των πολιτών κατηγορούν το Εθνικό Γραφείο Στατιστικής (Tüik) ότι υποβαθμίζει ηθελημένα τις αυξήσεις των τιμών, λόγω της οικονομικής πολιτικής που ακολουθεί ο Ερντογάν, στο πλαίσιο της οποίας η Κεντρική Τράπεζα μειώνει συστηματικά τα επιτόκια τους τελευταίους μήνες, αντίθετα από κάθε οικονομική ορθοδοξία. Σε αντίθεση με τις κλασικές οικονομικές θεωρίες, ο τούρκος πρόεδρος υποστηρίζει ότι τα υψηλά επιτόκια ευνοούν τον πληθωρισμό, αλλά η νομισματική πολιτική του είχε ως αποτέλεσμα την κατακρήμνιση της λίρας.
Ο Ερντογάν αρνείται κάθε παρέκκλιση από την οικονομική πολιτική του, στην οποία αποδίδει τις πολιτικές επιτυχίες του, και φαίνεται ότι βασίζεται στην ανάπτυξη, η οποία έφτασε το 7,4% κατά το τρίτο τρίμηνο του έτους. Η ανάπτυξη ωστόσο οφείλεται στο γεγονός ότι οι εξαγωγές έγιναν φτηνότερες και ως εκ τούτου αυξήθηκαν κατά 32,9% σε ετήσια βάση, φτάνοντας τα 225,37 δισ. δολάρια, αριθμός-ρεκόρ, όπως είπε ο ίδιος, χαιρετίζοντας αυτά τα καλά αποτελέσματα.
Για να στηρίξουν το νόμισμα απέναντι στο δολάριο, οι αρχές κάλεσαν τη Δευτέρα τους εξαγωγείς να μεταφέρουν το 25% του ύψους των εξαγωγών τους σε ευρώ, δολάρια ή στερλίνες στη Νομισματική Αρχή της Τουρκίας.
Για τα νοικοκυριά, η κατάρρευση του νομίσματος μεταφράζεται σε ολοένα και μεγαλύτερους λογαριασμούς, αφού η χώρα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές πρώτων υλών και ενέργειας. Σύμφωνα με επίσημα στατιστικά στοιχεία, το αλεύρι και το κοτόπουλο αυξήθηκαν κατά 86% μέσα σε έναν χρόνο, το ηλιέλαιο κατά 76% και το ψωμί κατά 54%.
Σε αυτό το δυνητικά εκρηκτικό πολιτικά πλαίσιο, ο πρόεδρος Ερντογάν αύξησε από την 1η Ιανουαρίου τον κατώτατο μισθό, από τις 2.825.90 λίρες στις 4.253,40 (περίπου 275 ευρώ), αύξηση 50% που ήδη εν μέρει έχει εξανεμιστεί από τον πληθωρισμό. «Φοβάμαι πως όλες οι αυξήσεις μισθών θα εξανεμιστούν μέσα σε δύο μήνες», σχολίασε στο Twitter ο Γκιζέμ Εζτόκ Αλτινσάτζ, ο επικεφαλής οικονομολόγος της ομοσπονδίας εργοδοτικών οργανώσεων Tüsiad.
«Ποσοστά πληθωρισμού φρικτά για την Τουρκία τον Δεκέμβριο. Το αποτέλεσμα των καταστροφικών οικονομικών πολιτικών», σχολίασε από την πλευρά του ο οικονομολόγος Τίμοθι Ας, ειδικός σε θέματα που αφορούν την Τουρκία στην εταιρεία BlueBay Asset Management, για τον οποίο η χώρα βρίσκεται τώρα αντιμέτωπη με ένα «σπιράλ πληθωρισμού/υποτίμησης» σαν αυτά που καταγράφηκαν στην Αργεντινή και τη Βενεζουέλα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News