Στο βιογραφία του Ένζο, που έγραψε ο Ρίτσαρντ Γουίλιαμς, υπάρχει μία φράση-κλειδί για το πώς έβλεπε ο Φεράρι τους πελάτες του: «Από αυτήν την πύλη (σ.σ. του Μαρανέλο) πέρασαν πελάτες που τα μετέπειτα χρόνια ο Ένζο ανερυθρίαστα κατέτασσε σε τρεις κατηγορίες. Στους σπόρτσμεν, τους πενηντάρηδες και τους επιδειξίες». Είναι γνωστό πως ο ιδρυτής της πιο ποθητής, ίσως, μάρκας στον ταπεινό αυτό κόσμο δε μάσαγε τα λόγια του. Για την ακρίβεια; Δεν χαμπάριαζε και πολύ για το ποιοι θα οδηγούν τα αυτοκίνητά του στο δρόμο. Τον ενδιέφεραν οι αγώνες. Τα αυτοκίνητα παραγωγής -όσο «παραγωγής μπορεί να θεωρούνταν, ειδικά οι Ferrari της εποχής- ήταν το μέσο. Όχι ο σκοπός.
Παρόλα αυτά, είτε σπόρτσμεν είτε πενηντάρηδες (και φεύγα…) είτε επιδειξιομανείς που ζούσαν για να τους δουν να περιφέρονται μέσα σε μια τέτοια, ο Ένζο είχε καταφέρει να θρέψει για τα καλά το «κτήνος» της κοινωνικής ματαιοδοξίας. Για παράδειγμα, ο Μπρους Κάνινχαμ, γόνος της αυτοκρατορίας της γνωστής Procter & Gamble και του οποίου η φαμίλια, με έδρα το Σινσινάτι των ΗΠΑ, είχε συστήσει μια χρυσοφόρα αλυσίδα επιχειρήσεων -από ποταμόπλοια, συσκευασία κρέατος μέχρι τράπεζες και σιδηρόδρομους- ήταν ένας από τους πρώτους αγοραστές μιας Ferrari 166, σαν κι αυτήν που βλέπετε επάνω.
Α, ναι, ξέχασα και τις συστάσεις. Η κυρία με τα κόκκινα απ’ έξω και το κρεμ-μπεζ μέσα -τελείως all time classic συνδυασμός για ένα άτι απ’ το Μαρανέλο- είχε αυτό το ονοματεπώνυμο: Ferrari 166 Inter. Γεννημένη το ’48, λίγο μετά τα συντρίμμια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, με μια Ιταλία να προσπαθεί να σταθεί στα ποδια της, μόλις τρία χρόνια με μια δημοκρατική κυβέρνηση στο πόστο και άρτι αφιχθείσα στις αγκάλες του ΝΑΤΟ. Το ότι ο Ένζο είχε καταφέρει να συμπυκνώσει τόσο know-how, τόσο γρήγορα, ανήκει στη σφαίρα ενός εξαιρετικά αποτελεσματικού ανθρώπου-πολυεργαλείου.
Και, σύμφωνοι, η 166 Inter μπορεί να μη μοιάζει σε μας σήμερα τόσο εντυπωσιακή αισθητικά. Οι αισθητικές αναλογίες αλλάζουν αμείλικτα. Ήταν, ωστόσο, ό,τι πιο πολυτελές μπορούσε να δώσει ο μεγάλος Ένζο στους αποδέκτες του κυνισμού του. Κάτω δε από το καπό βρισκόταν ένας V12 κινητήρας με μόλις 2 λίτρα. Σωστά διαβάσατε. Δώδεκα κύλινδροι, ολογράφως, τροφοδοτούσαν χαλαρά μόλις δύο χιλιάδες κυβικά εκατοστά.
Πώς ήταν οδηγικά; Οι λίγοι που είχαν την τύχη να έχουν την εμπειρία σήμερον, όπως ο δημοσιογράφος Άντριου Ίνγκλις της Telegraph, λένε πως δεν είναι ιδιαίτερα γρήγορη, ότι έχει ένα 5άρι κιβώτιο που απαιτεί ασκήσεις ακρίβειας με διπλό συμπλεκτάρισμα ελλείψει συγχρονιζέ, δεξί πεντάλ με ‘’on-off’’ απόκριση (κοινώς, με ελάχιστη γραμμικότητα), βαρύ χειρόφρενο ιδανικό για νταλικέρηδες και ένα ακόμα πιο βαρύ, μπρούτο και άκρως ερεθιστικό ήχο να βγαίνει, σαν τέρας της Αποκάλυψης, απ’ το μπροστινό καπό.
Στα χέρια τους οι σταρ και οι πάμπλουτοι της εποχής κρατούσαν αυτό το λεπτό, ξύλινο τιμόνι. Αίσθηση; Εννοείται. Ό,τι πιο αναλυτικό, ευκρινές και ανάγλυφο υπήρχε μεταξύ σύνδεσης τροχών και απολήξεων των δαχτύλων σου. Μεγάλη κουβέντα, συχνά για πολλούς μπερδεμένη, η λεγόμενη «αίσθηση τιμονιού». Οι ιδρυματικοί ίσως βρουν ενδιαφέρον την τέρμα-insiders σπουδή για αυτό το στρογγυλό πράμα που κρατάμε στα χέρια.
Επανέρχομαι, όμως, στην 166 Inter και στο λεγόμενο ‘’sweet spot’’ του μοτέρ της. Εκεί, γύρω στις 3,500-4,500 rpm, με τα διπλά καρμπιρατέρ της Weber να ανακατεύουν τον αέρα, εκεί όπου νιώθεις πως αυτό το κλασάτο κουπέ μπορεί να γυρνοβολάει αγόγγυστα πάνω-κάτω την ιταλική Ριβιέρα επί βδομάδες. Στο εσωτερικό κυριαρχεί δέρμα σε απόχρωση ‘’Pelle Beige’’ ενώ στο βιογραφικό του το διαπίστευμα ότι, συνολικά, έχουν κατασκευαστεί 38 αντίτυπα. Μόνο. Και το καλούπι έκλεισε. Τέλος.
Αυτή, λοιπόν, που βλέπετε είναι η παλαιότερη Φεράρι στη Μεγάλη Βρετανία και η μόλις ένατη Inter που φτιάχτηκε ποτέ. Για να ολοκληρώσουμε με γκόσιπ, η λίστα της κοινωνικής αφρόκρεμας που κάθισε σε μια τέτοια δεν έχει τελειωμό. Από τον μεγαλύτερο πλέι μπόι της εποχής, τον Αργεντίνο Πορφίριο Ρουμπιρόζα, στον οποίο, ως γράφεται, η σύζυγός του, γοητευμένη από τα προσόντα του, γενναιόδωρα του χάρισε πέντε Φεράρι, μέχρι τον πρίγκιπα Ιγκόρ Τρουμπετσκόι , αριστοκράτη και αθλητή της εποχής, που είχε, ομοίως, ανάλογη τύχη. Η γυναίκα του, η Μπάρμπαρα Χάτον, το «φτωχό, μικρό, πλούσιο κορίτσι» και μία από τις πλουσιότερες γυναίκες στον κόσμο, του δώρισε μια τέτοια. Εκείνες ήταν οι εποχές, αυτό ήταν το στόρι της 166 Inter και έτσι έχουν τα πράγματα όταν μια κλασική Φεράρι έχει πιο λαλίστατο τιμόνι από το μη υδραυλικό μιας σημερινής. True story.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News