Στο Μπαρμπέιντος, το νησιωτικό κράτος της Καραϊβικής, βρίσκεται από το βράδυ της Κυριακής ο πρίγκιπας Κάρολος, για να παραστεί σε μία όχι και τόσο ευχάριστη τελετή για τη βασιλική οικογένεια: την ανεξαρτητοποίηση της χώρας από το βρετανικό στέμμα.
Αναλυτές εκτιμούν ότι το παράδειγμα του Μπαρμπέιντος θα ακολουθήσουν και άλλες χώρες που έχουν ως αρχηγό τους τη βασίλισσα Ελισάβετ Β’, συνολικά ακόμα 15.
Το 1997, ο Κάρολος είχε μεταφέρει στο Χονγκ Κονγκ μήνυμα της μητέρας του, στην τελετή που σφράγισε την επιστροφή της παλιάς βρετανικής αποικίας στην Κίνα έπειτα από περισσότερο από 150 χρόνια.
Μετά από 24 χρόνια, ο 73χρονος πρίγκιπας θα είναι παρών σε μια νέα μεταβίβαση κυριαρχίας. Το Μπαρμπέιντος, ανεξάρτητο κράτος από το 1966, εξέλεξε στα μέσα Οκτωβρίου την πρώτη πρόεδρό του, τη Σάντρα Μέισον, αφού είχε ανακοινώσει 13 μήνες νωρίτερα πως γίνεται συνταγματική Δημοκρατία.
«Την ώρα που το συνταγματικό καθεστώς σας αλλάζει, ήταν σημαντικό για εμένα να είμαι μαζί σας για να υπογραμμίσω και πάλι τα πράγματα που δεν αλλάζουν. Οπως τη σύμπραξη ανάμεσα στο Μπαρμπέιντος και το Ηνωμένο Βασίλειο ως ζωτικής σημασίας μέλη της Κοινοπολιτείας», πρόκειται να πει ο πρίγκιπας Κάρολος στην ομιλία του, το περιεχόμενο της οποίας δόθηκε εκ των προτέρων στη δημοσιότητα από τις υπηρεσίες του.
Ωστόσο, στο λυκόφως της βασιλείας της 95χρονης Ελισάβετ Β’, ο γιος της κινδυνεύει να κληρονομήσει μια βρετανική μοναρχία με μειωμένη παγκόσμια εμβέλεια, καθώς ορισμένοι ειδικοί εκτιμούν ότι το Μπαρμπέιντος μπορεί να παρασύρει και άλλα βασίλεια.
Για τον Τζο Λιτλ, διευθυντή του περιοδικού Majesty Magazine, η αλλαγή πορείας του Μπαρμπέιντος αποτελεί στην πραγματικότητα μια «φυσική πρόοδο», καθώς ακολουθεί μια τάση η οποία άρχισε λίγο αφότου η βασίλισσα ανέβηκε στον θρόνο, το 1952.
«Είναι μια τάση η οποία αναπόφευκτα θα συνεχιστεί», εκτιμά ο ειδικός, «όχι απαραίτητα υπό τη σημερινή βασιλεία, αλλά υπό την επόμενη, και αυτό πιθανόν θα επιταχυνθεί».
Το 1947, πέντε χρόνια πριν η Ελισάβετ Β’ γίνει βασίλισσα, το Ηνωμένο Βασίλειο έβλεπε ήδη την Ινδία, «το πετράδι του στέμματος», να μετατρέπεται σε ανεξάρτητη Δημοκρατία.
Μετά την ενθρόνισή της, το 1952, πολυάριθμα κινήματα ανεξαρτησίας σάρωσαν τις παλιές βρετανικές αποικίες, οι οποίες διέκοψαν με το Στέμμα δεσμούς που συχνά βασίζονταν σε μια αιματηρή κατάκτηση και το δουλεμπόριο.
Ορισμένες παρέμειναν πιστές στο Στέμμα και από την Τρίτη, η βασίλισσα παραμένει επίσημα η αρχηγός κράτους 15 χωρών.
Το Μπαρμπέιντος, με τους περίπου 300.000 κατοίκους του, ακολουθεί τα παραδείγματα των Φίτζι (1987) και του Μαυρίκιου (1992), που έγιναν δημοκρατίες έπειτα από χώρες της Καραϊβικής όπως ο Δομίνικος, η Γουϊάνα και το Τρινιντάντ και Τομπάγκο, στα χρόνια του ’70.
Η αποψινή τελετή, η οποία πραγματοποιείται την παραμονή της 55ης επετείου της ανεξαρτησίας της χώρας, θα σηματοδοτήσει «μια ιστορική στιγμή» σημαντικής εμβέλειας, εκτιμά ο καθηγητής Χίλαρι Μπεκλς, ο οποίος κατάγεται από το Μπαρμπέιντος.
Αυτό θα συμβολίσει για τη χώρα, αλλά και για άλλα έθνη που ήταν άλλοτε αποικίες, την απελευθέρωση από «την τυραννία της αυτοκρατορικής και αποικιοκρατικής αρχής», καθώς και από «τη βίαιη κληρονομιά» της δουλείας, προσθέτει ο ερευνητής.
Η Ελισάβετ Β’ είναι το πιο δημοφιλές μέλος της βασιλικής οικογένειας και ενσαρκώνει για πολλούς τον τελευταίο ζωντανό δεσμό της χώρας με το αυτοκρατορικό παρελθόν της.
Οταν τη διαδεχθεί ο Κάρολος, πολλοί ειδικοί θεωρούν ότι το ζήτημα της μετατροπής σε αβασίλευτη Δημοκρατία θα γίνει πιο πιεστικό για πολλά από τα εναπομείναντα βασίλεια.
Ο Τζο Λιτλ εκτιμά επίσης ότι είναι πολύ πιθανό η Αυστραλία, και σε μικρότερο βαθμό ο Καναδάς, να επιλέξουν έναν τοπικό αρχηγό του κράτος. Το 1999, οι Αυστραλοί πήγαν στις κάλπες για να αποφασίσουν αν η χώρα τους θα έπρεπε να γίνει Δημοκρατία με τοπικά εκλεγόμενο πρόεδρο, όμως η πρόταση τελικά δεν υιοθετήθηκε.
Για τον Γκρέιαμ Σμιθ της βρετανικής αντιμοναρχικής ομάδας πίεσης Republic, το παράδειγμα του Μπαρμπέιντος είναι «χρήσιμο», επειδή δείχνει ότι μπορεί μια χώρα να εγκαταλείψει «εύκολα» τη μοναρχία.
«Αυτό θα έχει σημαντικό αντίκτυπο», προβλέπει, ειδικά στην Τζαμάικα.
Στη Βρετανία, το τέλος της μοναρχίας δεν βρίσκει μεγάλη υποστήριξη στις παλιότερες γενιές, καθώς μόνο το 13% των 65 ετών και άνω θέλουν να γίνει η χώρα αβασίλευτη δημοκρατία, σύμφωνα με δημοσκόπηση του ινστιτούτου YouGov που πραγματοποιήθηκε τον Μάιο.
Αντίθετα, 41% των ηλικίας 18-24 ετών τάσσονται υπέρ ενός εκλεγμένου αρχηγού του κράτους.
Σύμφωνα με τον Σμιθ, αυτό εξηγείται από τη μεγάλη ευαισθητοποίηση των νέων στους αντιαποικιακούς και αντιρατσιστικούς αγώνες.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News