Στη θάλασσα της Μάγχης, μερικές δεκάδες γαλλικές ψαρόβαρκες διεκδικούν δικαιώματα αλιείας γύρω από τις Αγγλονορμανδικές Νήσους στα ανοικτά των ακτών της Νορμανδίας, οι οποίες αποτελούν Κτήση του Βρετανικού Στέμματος. Από την άλλη πλευρά, η βρετανική τράτα Cornelis Gert Jan συνελήφθη από το γαλλικό λιμενικό και συνοδεύτηκε στη Χάβρη, κατηγορούμενη ότι είχε ρίξει τα δίχτυα της εκεί που δεν έπρεπε. Με άλλα λόγια, Βρετανοί και Γάλλοι ψαράδες συνεχίζουν ακάθεκτοι τις αψιμαχίες τους, αν και βέβαια όχι με την ένταση της ναυμαχίας του Τραφάλγκαρ.
Σε πολιτικό επίπεδο, όμως, οι αντιπαραθέσεις είναι άγριες, γράφει στην Telegraph ο Χάρι ντε Κετβίλ. Το μήνυμα της Ντάουνινγκ Στριτ λέει ότι η Βρετανία περιμένει από κάθε υπουργό της να κάνει το καθήκον του. Η υπουργός Εξωτερικών Λιζ Τρας και ο υπουργός του Brexit λόρδος Φροστ ανταποκρίθηκαν αμέσως εξαπολύοντας ρητορικές ομοβροντίες πάνω από τη Μάγχη.
Αλλά η φωτιά, που έρχεται από την αντίθετη κατεύθυνση, είναι πολύ πιο δυνατή. Ενοχλημένος από έναν Μπόρις Τζόνσον ανίκανο να αντισταθεί σε υποτιμητικές παρατηρήσεις διατυπωμένες στα αγγλογαλλικά («prenez un grip», «donnez-moi un break»), ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν φαίνεται ότι έχει κυριευτεί από μιαν απέχθεια για όλα όσα αντιπροσωπεύει η Γηραιά Αλβιώνα.
Και όμως, πριν από λίγα χρόνια, το 2017, όταν ανέλαβε την εξουσία σε ηλικία μόλις 39 ετών, ο Μακρόν χαιρετίστηκε όχι απλώς ως ο νεότερος, αλλά και ως ο πιο αγγλόφιλος πρόεδρος στην ιστορία της Γαλλίας. Ωστόσο αυτή η ιστορία αγάπης τελείωσε πολύ νωρίς. «Τι πήγε στραβά;» αναρωτιέται το βρετανικό Μέσο.
Κάποιοι λένε ότι πρόκειται για την πικρία του «εγκαταλειμμένου εραστή», σημειώνει. Οταν εμφανίστηκε στην πολιτική σκηνή, ο Μακρόν συμπεριφέρθηκε άψογα στην αγγλοσαξονική ηγεμονία και μάλιστα με τον πιο μη γαλλικό τρόπο, όχι μόνο μιλώντας άπταιστα αγγλικά, αλλά επίσης κάνοντας πράξη τα λόγια του. Αντί να κατακρίνει ως «άρπαγες» τους επενδυτές στο Λονδίνο, προσπάθησε να τους προσελκύσει στο Παρίσι (ο Μακρόν, άλλωστε, πριν πολιτευτεί, είχε κάνει πολύ επιτυχημένη καριέρα σαν στέλεχος στο τμήμα επενδύσεων της τράπεζας Rothschild).
Αντί να «επιχρυσώσει» τους εργατικούς νόμους της Γαλλίας, ο Μακρόν αποφάσισε να τους κάνει πιο φιλελεύθερους. Αντί να επικεντρωθεί στις εξαγωγές της γαλλικής βιομηχανίας, αποφάσισε να προσελκύσει ξένες πολυεθνικές στη Γαλλία. «Ηταν πάντα ανοιχτός θαυμαστής του επιχειρηματικού πνεύματος του αγγλοαμερικανικού καπιταλισμού», λέει στην Telegraph ο βρετανός βιογράφος του Μακρόν, Ανταμ Πλόουραιτ.
Ο γάλλος πρόεδρος έκανε διακοπές στο Λονδίνο με τη σύζυγό του, Μπριζίτ. Στις πρώτες ημέρες της θητείας του απάντησε ακόμη και σε μια 13χρονη αγγλίδα μαθήτρια με ένα ποίημα, το οποίο εξυμνούσε τα θαύματα του Πύργου του Αϊφελ: «Μπορείς να βασιστείς σε μένα!» έλεγε ένας στίχος. Οχι πια, επισημαίνει ο Χάρι ντε Κετβίλ στην Telegraph.
Νωρίτερα φέτος, ο Εμανουέλ Μακρόν θρηνούσε γιατί έγινε ο άνθρωπος που λατρεύουν να μισούν οι Βρετανοί: «Οποτε υπάρχει πρόβλημα με την ΕΕ, οι Βρετανοί απλώς λατρεύουν να απεχθάνονται τους Γάλλους –και εμένα– και λένε ότι είμαστε υπεύθυνοι», δήλωσε. Και πρόσθεσε «Εχω αποδεχτεί αυτόν τον ρόλο», για να επιβεβαιώσει ωστόσο αμέσως μετά ότι δεν το έκανε: «Μερικές φορές, όταν υπάρχουν εντάσεις, ρωτάω “Γιατί εγώ;”»
Πάνε τα ποιήματα. Αντ’ αυτού ήρθαν τα σημειώματα χωρισμού, που δημοσιεύτηκαν στην επίσημη ιστοσελίδα του: «Αγαπητοί βρετανοί φίλοι», έγραψε πέρυσι, όταν επισημοποιήθηκε το Brexit, «πρέπει να σας πω, ως σύμμαχος και, ακόμη περισσότερο, ως φίλος και αληθινός Ευρωπαίος, πόσο βαθιά λυπάμαι για αυτήν την αποχώρηση».
Γαλατική οργή
Σήμερα, όμως, εκείνος ο λυπημένος τόνος έχει ξεθωριάσει. Οπως συμβαίνει σε έναν άνθρωπο που περνά από διάφορα στάδια πένθους, η εγκαρτέρηση του Μακρόν φαίνεται να έχει δώσει τη θέση της σε μια ατσάλινη γαλατική οργή, η οποία εύκολα ερμηνεύεται ως οργή απόρριψης. «Η πλειονότητα της γαλλικής ελίτ ήταν κατά του Brexit, ήθελε αυτή τη σύνδεση με τη Βρετανία», λέει στην Telegraph ο επιχειρηματίας Νικολά Κολέν, συμφοιτητής του Μακρόν στην ENA (Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης της Γαλλίας, η οποία υπήρξε κοιτίδα εκπαίδευσης υψηλά ιστάμενων πολιτικών) και στη συνέχεια συνεργάστηκαν ως επιθεωρητές στο γαλλικό υπουργείο Οικονομίας: «Το να μη συνδεόμαστε είναι ακόμη πιο εκνευριστικό τώρα που το Ηνωμένο Βασίλειο έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν μας χρειάζεται», λέει.
Ωστόσο, πέρα από το Brexit και τις μηχανότρατες που κατασχέθηκαν στη Χάβρη, κοντά στις ακτές της βόρειας Γαλλίας, έχει συμβεί άλλη μια βρετανική προδοσία, που έχει πληγώσει βαθιά τον Εμανουέλ Μακρόν.
Στον κόλπο του Σομ, μόλις μία ώρα οδικώς νότια του Καλαί, τεράστιες παλίρροιες σαρώνουν την περιοχή και αμέτρητες ταμπέλες προειδοποιούν τους περιπατητές για τους κινδύνους. Τη μια στιγμή, πουλιά περπατούν ήρεμα στην άμμο και την άλλη τα νερά γυρίζουν με καταστροφική ταχύτητα, παρασύροντας ό,τι βρίσκουν μπροστά τους. Είναι μια γρήγορη εναλλαγή από την ειρήνη στην αναταραχή, που αποτελεί την επιτομή των αγγλο-γαλλικών σχέσεων. Σαν εκκρεμές. «Μισείς κάποιον και ξαφνικά τον αγαπάς. Και μετά πας στο άλλο άκρο. Το ίδιο συμβαίνει και με τον Μακρόν», λέει ο Κολίν στην Telegraph.
Η ταλάντωση αυτή τη φορά μάς πάει πάνω από έναν αιώνα πίσω, στην Αμιέν, την πατρίδα του Μακρόν, που είναι χτισμένη στην ενδοχώρα λίγο πιο πάνω από τις εκβολές του ποταμού Σομ, και λίγο πιο βόρεια, στο Μοντρέιγ-συρ-Μερ με τα όμορφα λιθόστρωτα σοκάκια, όπου στέκεται το άγαλμα του στρατάρχη Ντάγκλας Χέιγκ. Ο Χέιγκ είχε εκεί το αρχηγείο του, όταν διοικούσε τη Βρετανική Εκστρατευτική Δύναμη στο Δυτικό Μέτωπο, η οποία, την ώρα της πιο θρυλικής επίθεσής της, το 1916, αριθμούσε περισσότερους από δύο εκατομμύρια άνδρες.
Ανάμεσά τους ήταν και ένας 29χρονος κρεοπώλης από το Μπρίστολ, ονόματι Τζορτζ Γουίλιαμ Ρόμπερτσον. Ο Ρόμπερτσον ήταν από φτωχή οικογένεια. Ο πατέρας του, Γουίλιαμ, ήταν επιπλοποιός και η μητέρα του, Μέρι-Αν, παραδουλεύτρα. Ο Τζορτζ είχε δύο μεγαλύτερες αδερφές και έναν μικρότερο αδελφό.
Εν τω μεταξύ, απέναντι στη Γαλλία, γεννήθηκε, σε κάπως καλύτερες συνθήκες, η Σουζάν Ζουλιά Αμελί Λεμπλόν. Ηταν κόρη της Αλίς και του Εζέν Λεμπλόν, που είχαν ένα μικρό πανδοχείο και έμεναν ακριβώς απέναντι από το νοσοκομείο της Αμπεβίλ, μιας πόλης 20.000 κατοίκων, μεταξύ της Αμιέν και της Θάλασσας της Μάγχης.
Ο βρετανός κρεοπώλης και η κόρη του γάλλου ξενοδόχου γνωρίστηκαν κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά το πώς δεν είναι γνωστό. Ωστόσο κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων, η Αμπεβίλ βρισκόταν πίσω από την πρώτη γραμμή, με χιλιάδες τραυματίες στρατιώτες, Νοτιοαφρικανούς, Αυστραλούς και Βρετανούς, να νοσηλεύονται σε πολλά νοσοκομεία. Μάλιστα, περίπου 774 από αυτούς, που δεν τα κατάφεραν, είναι θαμμένοι στο νεκροταφείο της πόλης. Ηταν και ο Ρόμπερτσον ένας από τους τραυματίες; Βρέθηκε εκεί μετά την υποχώρηση;
Το μόνο σίγουρο είναι ότι η Σουζάν ήταν 24 ετών και ο Τζορτζ 31 ετών, όταν παντρεύτηκαν στις 20 Μαΐου 1919 στο δημαρχείο της Αμπεβίλ, το υπέροχο πέτρινο καμπαναριό του οποίου θα ισοπεδωνόταν, δύο δεκαετίες αργότερα, από τη Luftwaffe.
Δύο χρόνια αργότερα, γεννήθηκε η πρώτη τους κόρη, η Σιμόν, και ακολούθησαν ανά ένα χρόνο η Ζακλίν και η Οντέτ. Από τις τρεις αδελφές μόνο η μεσαία, η Ζακλίν, παντρεύτηκε όταν ήταν 27 ετών. Οπως συνέβη με τους γονείς της, ο γάμος της έγινε στη σκιά του πολέμου, το 1949. Το όνομα του συζύγου της ήταν Αντρέ Ανρί Γκαστόν Μακρόν. Εναν χρόνο αργότερα, το 1950, γεννήθηκε ο γιος τους Ζαν-Μισέλ, ο οποίος, σε αντίθεση με τον πατέρα του, που εργαζόταν στους σιδηρόδρομους, επέλεξε την ιατρική καριέρα, μέσω της οποίας γνώρισε τη γιατρό Φρανσουάζ Νογκές. Και το 1977 γεννήθηκε ο δικός τους γιος, ο Εμανουέλ, ο οποίος θα γινόταν πρόεδρος της Γαλλίας.
Και οι τέσσερις προπάπποι του Εμανουέλ ήταν βετεράνοι του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Φαμπιέν Νογκές, ξυλουργός, που γεννήθηκε το 1886, και ο Ερνέστ Αριμπέ, αγρότης γεννημένος το 1889, ήταν και οι δύο έφεδροι, που κλήθηκαν να πολεμήσουν. Ο πιο ένδοξος είναι ο Αντρέ Ανρί Μακρόν, γεννημένος το 1894, πυροβολητής στο 42ο σύνταγμα πυροβολικού, που πολέμησε στο Βερντέν, το Σομ και το Σεμάν ντε Νταμ, ρεκόρ για το οποίο του απονεμήθηκε ο γαλλικός πολεμικός σταυρός (Croix de guerre).
Η οικογένεια Μακρόν, ωστόσο, αποφεύγει να θυμάται τον Τζορτζ Ρόμπερτσον, γιατί το 1928 εγκατέλειψε τη σύζυγό του και τις τρεις μικρές κόρες τους. Σύμφωνα με τον πατέρα του γάλλου προέδρου, Ζαν-Μισέλ Μακρόν, ο Ρόμπερτσον «εξαφανίστηκε από τη μια μέρα στην άλλη. Κανείς στην οικογένεια δεν άκουσε κάτι, ποτέ, από αυτόν έκτοτε».
Ο Χάρι ντε Κετβίλ μίλησε με τη Λάρα Μάρλοου, την αμερικανίδα συγγραφέα η οποία συνάντησε τον Ζαν-Μισέλ Μακρόν. Συζητώντας, ο πατέρας του Εμανουέλ Μακρόν αναφέρθηκε στο βαθύ τραύμα που άφησε στην οικογένειά του το σοκ της εγκατάλειψης: «Η Σουζάν μεγάλωσε μόνη τις τρεις κόρες της, διατηρώντας ένα μικρό παντοπωλείο στην Αμπεβίλ», είπε στη Λάρα Μάρλοου. Ενιωσε, μάλιστα, ο ίδιος την πίκρα της, όταν ήταν μικρό αγόρι και τον έστειλαν να ζήσει με τη γιαγιά του και τις θείες του για δύο χρόνια. Ο γάμος με τον Ρόμπερτσον «δεν συζητήθηκε ποτέ. Η οικογένεια δεν κράτησε κανένα ίχνος του. Δεν είδα ποτέ φωτογραφία», είπε στην αμερικανίδα συγγραφέα.
Στην παραδοσιακή, καθολική Γαλλία πριν από έναν αιώνα, ο χωρισμός ήταν αιτία κοινωνικής αλλά και οικονομικής καταστροφής. «Για την οικογένεια ήταν πηγή ντροπής», είπε η Μάρλοου στον δημοσιογράφο της Telegraph. «Και ο Ρόμπερτσον θεωρήθηκε παλιοτόμαρο».
Ο γάμος τους λύθηκε επίσημα στις 27 Οκτωβρίου 1928. Αρχικά ο Τζορτζ Ρόμπερτσον πήγε στο Παρίσι, και στη συνέχεια επέστρεψε στην πατρίδα του, όπου οκτώ χρόνια μετά το διαζύγιό του παντρεύτηκε ξανά, αυτή τη φορά με μια χήρα, μια μέρα μεγαλύτερη από αυτόν, την Ελίζαμπεθ Τζέιν Λάκιν, το γένος Πουλ. Το ζευγάρι εγκαταστάθηκε στο Φόρεστ Γκέιτ, στο Εσεξ, μαζί με την 21χρονη Βέρα, κόρη της Ελίζαμπεθ από τον πρώτο της γάμο. Κατά θλιβερή σύμπτωση, ο Τζορτζ είχε εκεί ένα ταπεινό μπακάλικο, όπως και η Σουζάν στην άλλη πλευρά της Μάγχης.
Στο βρετανικό γενεαλογικό παρακλάδι του Μακρόν φύτρωσαν νέοι βλαστοί. Στις αρχές της άνοιξης του 1945, λίγους μήνες πριν από την Ημέρα VE και τη λήξη του πολέμου στην Ευρώπη, η Βέρα παντρεύτηκε τον Μάικλ Τζόζεφ Ο’ Λίρι, σύντομα απέκτησαν δύο κόρες, τη Τζάνετ και τη Μέριλιν, και η οικογένεια στριμώχτηκε στο διαμέρισμα πάνω από το μπακάλικο, μαζί με τον Τζορτζ και την Ελίζαμπεθ.
Σήμερα, η 75χρονη Τζάνετ και η 70χρονη Μέριλιν είναι ίσως οι μόνες που έχουν απομείνει στη ζωή και μπορούν να θυμηθούν τον Τζορτζ Ρόμπερτσον. Ωστόσο, οι αναμνήσεις της Τζάνετ είναι πολύ διαφορετικές από εκείνες της γαλλικής οικογένειάς του. Τον θυμάται ως «έναν αγαπητό και ευγενικό άντρα», μάλιστα, όταν ήταν κοριτσάκι, κρυβόταν παίζοντας κάτω από τη μακριά ποδιά που φορούσε στο μαγαζί. Και τον θυμάται ακόμα να τραγουδάει το «Roses of Picardy», ένα από τα πιο δημοφιλή ερωτικά τραγουδάκια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, 30 χρόνια αφότου είχε αφήσει πίσω του τα χαρακώματα. Με εκείνο το τραγουδάκι ίσως να είχε γοητεύσει και τη Σουζάν στην Αμπεβίλ.
«Αν και δεν υπήρχε πολύς χώρος, ήμασταν ευτυχισμένοι», θυμάται η Τζάνετ. Μόνο ένα θέμα δεν συζητήθηκε ποτέ. «Δεν μας μίλησε ποτέ για τον πόλεμο», λέει. Πράγματι, μέχρι πριν από λίγα χρόνια, δεν γνώριζε καν ότι ο άντρας, που θεωρούσε παππού της και αποκαλούσε «Ποπ», είχε δικά του παιδιά στη Γαλλία. «Ηταν πολύ στοργικός», είπε στον συγγραφέα Τομ Πάρι, «και είναι πολύ περίεργο να πιστεύει κανείς ότι εγκατέλειψε τις κόρες του στη Γαλλία». Αντίθετα, η δική της σχέση με τον Ρόμπερτσον ήταν «πολύ στενή».
Οπως είναι λογικό, λοιπόν, το 1956, η τότε εννιάχρονη Τζάνετ αναστατώθηκε όταν πέθανε ξαφνικά ο Ρόμπερτσον στα 68 του, αφήνοντας πίσω του 1.737 λίρες και 15 σελίνια.
Στην άλλη πλευρά της Μάγχης, η Σουζάν Λεμπλόν έζησε άλλα 17 χρόνια και θάφτηκε εκεί όπου γεννήθηκε, στην Αμπεβίλ, στις 8 Μαΐου 1973, σε ηλικία 78 ετών. Δεν είχε ξαναπαντρευτεί ποτέ.
Τώρα, καθώς ψιθυρίζεται ότι ο πατέρας του Εμανουέλ Μακρόν είναι βαριά άρρωστος, η ιστορία του προπάππου του φαίνεται ακόμη πιο οδυνηρή. «Είναι τελικά η απόδειξη ότι οι Βρετανοί πάντα σε απογοητεύουν», λέει η Μάρλοου.
Σήμερα, πάντως, κανένας παγκόσμιος ηγέτης δεν ενσαρκώνει τη ρομαντική αστάθεια ή τα διπλά μηνύματα της διπλωματίας της «ύπουλης Αλβιώνας» –όπως έλεγαν ανέκαθεν οι Γάλλοι τη Βρετανία–, καλύτερα από τον Μπόρις Τζόνσον. Είναι ένας συνδυασμός από προφανώς προδοτικές απερισκεψίες, που σκοπό έχουν να εξοργίσουν την καρτεσιανή λογική του Μακρόν. Αλλά, όπως αποδεικνύεται, σε τέτοιες προδοσίες βασίζεται η ιστορία της οικογένειας Μακρόν κατά τον 20ό αιώνα.
Αν και είναι δύσκολο να το φανταστεί κανείς, γράφει στην Telegraph ο Χάρι ντε Κετβίλ, αυτοί οι δύο τόσο διαφορετικοί άντρες –ο ένας παχουλός και ο άλλος γωνιώδης, ο ένας με ρητορικό κέφι, και ο άλλος σχεδόν υστερικά ακριβής–, ο Τζόνσον και ο Μακρόν, έχουν πολλά κοινά. Διπλωμάτες λένε ότι και οι δύο είναι βαθιά καλλιεργημένοι, άνθρωποι των γραμμάτων και καλοί γνώστες της Ιστορίας.
Πάνω από όλα, όμως, και οι δύο έχουν δεσμευτεί στον ίδιο ακριβώς πολιτικό στόχο, να αυξήσουν και πάλι τη φθίνουσα δύναμη των άλλοτε πανίσχυρων εθνών τους σε μια εποχή που αυτή η δύναμη φαίνεται να πλήττεται ανελέητα. Ο Μακρόν είναι βέβαιος ότι η προσπάθεια διεξάγεται καλύτερα μέσω της ΕΕ. Αν ο γάλλος πρόεδρος ποντάρει στο κόκκινο, ο βρετανός πρωθυπουργός, με το Brexit, έχει στοιχηματίσει στο μαύρο. Αλλά και οι δύο αναζητούν στρατηγικό αντίβαρο. Και η αλήθεια είναι, τελικά, ότι ο Εμανουέλ Μακρόν μπορεί να μην είναι αγγλόφιλος κληρονόμος της Θάτσερ και του Μπλερ, αλλά ο Τζόνσον είναι μάλλον κληρονόμος του επίμονου, πραγματιστικού, συχνά αντιφατικού γκωλισμού της μεταπολεμικής Γαλλίας.
Σύμφωνα με αυτή την ανάγνωση, το Brexit μπορεί να θεωρηθεί σαν ένα γράμμα αγάπης προς τον εικονοκλαστικό γαλλικό τρόπο συμπεριφοράς. Οπως και το AUKUS, η συμφωνία για τα υποβρύχια, που έκανε μεγάλη αίσθηση στην Ουάσιγκτον, το Λονδίνο και την Καμπέρα, και ολοκληρώθηκε στο Παρίσι. Ο Ντε Γκωλ σίγουρα θα το είχε εγκρίνει.
Για τον Μακρόν, που βρίσκεται ήδη σε προεκλογική εκστρατεία ενόψει των προεδρικών εκλογών της Γαλλίας τον Απρίλιο του 2022, οι ψαράδες είναι ένα χρήσιμο θέατρο. Αλλά το μεγάλο ερώτημα είναι τίνος από τους δύο το μεγάλο στρατηγικό στοίχημα θα αποδώσει. «Ο Μακρόν πιστεύει ότι ο Μπόρις δεν έχει όραμα, λέει ότι του αρέσει να κάνει ομιλίες, αλλά ότι το project του Brexit είναι στρατηγικά ελαττωματικό», λέει ο βιογράφος του γάλλου προέδρου Ανταμ Πλόουραϊτ.
Ωστόσο, υπάρχει η υποψία ότι η Βρετανία έχει ήδη λύσει το αίνιγμα. «Μεταξύ των ελίτ του ENA», λέει ο Κολίν, «τείνει κανείς να θαυμάζει τη Βρετανία και να μαθαίνει ότι η επιρροή της στα παγκόσμια γεγονότα είναι δυσανάλογη του οικονομικού μεγέθους. Η Γαλλία το ζηλεύει αυτό».
Η ιστορία της οικογένειάς του μπορεί να έκανε τον Εμανουέλ Μακρόν επιφυλακτικό απέναντι στην αστάθεια. Ωστόσο η ιστορία της χώρας του, και όλο και περισσότερο, της Βρετανίας επίσης, είναι απόδειξη ότι η πολιτική ασυνέπεια, όπως η παλίρροια στον κόλπο του Σομ, φέρνει συνεχείς αλλαγές αλλά και διαρκή ισχύ, καταλήγει στην Telegraph ο Χάρι ντε Κετβίλ.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News