Πώς κατάφερε να αναδειχθεί νικητής των γερμανικών εκλογών ο Ολαφ Σολτς; Κερδίζοντας πάρα πολλούς από τους εκατομμύρια ψηφοφόρους που στις προηγούμενες τέσσερις εκλογικές αναμετρήσεις επέλεξαν να στηρίξουν με την ψήφο τους όχι τόσο τη Χριστιανοδημοκρατική Ενωση (
«Είναι άνθρωποι που εκτιμούν την ανεπιτήδευτη στάση της, την ιδιαίτερη αίσθηση του χιούμορ που έχει, την ηρεμία της – και διακρίνουν ακριβώς τις ίδιες ιδιότητες στον Ολαφ», εξήγησε στον Γκάι Τσέζαν των Financial Times, στενός συνεργάτης του σοσιαλδημοκράτη πολιτικού. Επί μήνες στις δημοσκοπήσεις το SPD, μόλις και μετά βίας ξεπερνούσε το 15%, ενώ την περασμένη Κυριακή αναδείχθηκε πρώτο κόμμα με 25,7%, χάρη και σε αυτούς τους ανθρώπους, τους υποστηρικτές όχι του CDU αλλά της γυναίκας που κρατούσε τα ηνία της πατρίδας τους από τον Νοέμβριο του 2005.
Υπέρ του Ολαφ Σολτς λειτούργησε και το γεγονός πως η Ανγκελα Μέρκελ δεν επρόκειτο να διεκδικήσει την επανεκλογή της, γεγονός πρωτοφανές στη μεταπολεμική Γερμανία. Πεποίθησή του ήταν ότι, δεδομένης της αποχώρησής της από τον στίβο της πολιτικής, οι ψηφοφόροι θα επέλεγαν τον πιο κατάλληλο να την αντικαταστήσει, ανεξάρτητα από το κόμμα του.
Μιλώντας στους Financial Times τον περασμένο Ιούνιο είχε υποστηρίξει πως στις εκλογές της περασμένης Κυριακής οι γερμανοί πολίτες καλούνταν να επιλέξουν όχι τις καλύτερες πολιτικές αλλά τον άνθρωπο που θα ήθελαν να κυβερνήσει την πατρίδα τους. Τότε ο Σολτς είχε προβλέψει πως θα επέλεγαν τον ίδιο και οι ψηφοφόροι τελικά τον δικαίωσαν. «Κατάφερε να αυτοσυστηθεί ως ο φυσικός διάδοχος της Μέρκελ, παρότι προέρχεται από ένα άλλο κόμμα. Οι αρετές που παραδοσιακά αποδίδονται στη Μέρκελ –ο πραγματισμός, η νηφαλιότητα, η αξιοπιστία και η πλούσια εμπειρία σε πολιτικά αξιώματα– φάνηκαν σαν να μεταβιβάζονται μαγικά από την καγκελάριο στον υπουργό (Οικονομικών) της», συ
Τελείωσε η εποχή του… 40%
Ο Σολτς προέβλεψε επίσης σωστά πως οι αλλαγές στην πολιτική σκηνή της Γερμανίας θα ευνοούσαν περισσότερο τον ίδιο και το κόμμα του παρά τους Χριστιανοδημοκράτες. «Η εποχή που ένα κόμμα λάμβανε 40% ή και παραπάνω έχει τελειώσει. Εχουμε ένα πολυκομματικό σύστημα στο πλαίσιο του οποίου τα μεγάλα κόμματα έχουν πολύ λιγότερες έδρες σε σχέση με το παρελθόν και αυτό σημαίνει ότι μικρές αλλαγές στην εκλογική συμπεριφορά των ψηφοφόρων μπορούν να δημιουργήσουν εντελώς νέους συσχετισμούς», είχε σημειώσει τον Ιούνιο ο Ολαφ Σολτς, ενώ σήμερα εργάζεται για τον σχηματισμό μιας τρικομματικής κυβέρνησης (της πρώτης στη Γερμανία από τη δεκαετία του 1950) υπό τη δική του ηγεσία.
Σημαντικό ρόλο στην επικράτηση του Ολαφ Σολτς διαδραμάτισε και το ότι έλαβε το χρίσμα του SPD για την καγκελαρία πολύ νωρίς, πέρυσι τον Αύγουστο, περισσότερο από έναν χρόνο πριν από τις εκλογές, και «αυτό σήμαινε ότι μπορούσαμε να καταστρώσουμε μία προεκλογική εκστρατεία κομμένη και ραμμένη ακριβώς στα μέτρα του», σημείωσε σχετικά ο Γενς Ζίμερμαν, βουλευτής του SPD. Σε αυτό το πλαίσιο, οπότε, ο Ολαφ Σολτς κατάφερε να προσεγγίσει τους γερμανούς πολίτες και να τους πείσει ότι είναι ο καταλληλότερος για την καγκελαρία, υποσχόμενος απλά πράγματα – αύξηση του κατώτατου μισθού, σταθερές συντάξεις, προσιτή στέγαση και μετάβαση σε μια πράσινη οικονομία.
Το σύνθημα που έπεισε…
Γράφοντας ειδικά για την προεκλογική εκστρατεία του, η Γιασμίν Σερχάν, ανταποκρίτρια του αμερικανικού The Atlantic στο Λονδίνο, υπογραμμίζει πως τόσο ο υποψήφιος καγκελάριος των Σοσιαλδημοκρατών όσο και τα υπόλοιπα στελέχη του κόμματος εστίασαν ιδιαίτερα την προσοχή τους στην ανάδειξη της έννοιας του σεβασμού.
Σεβασμός για σένα, «Respect für dich», ήταν ένα από τα τελευταία συνθήματα του Ολαφ Σολτς, ο οποίος στην ομιλία με την οποία ολοκλήρωσε την προεκλογική εκστρατεία του, υπογράμμισε πως υπό την ηγεσία του θα αναγνωριστεί η συνεισφορά όλων των πολιτών στην κοινωνία, ανεξάρτητα από την κοινωνική θέση τους ή την επαγγελματική τους κατάσταση.
«Δουλεύουμε πολύ σκληρά για τον σεβασμό. Η αναγνώριση αφορά το πώς ζούμε όλοι μαζί στις κοινωνίες μας», εξήγησε ο ίδιος ο Σολτς στη δημοσιογράφο του Atlantic και άλλους ξένους ανταποκριτές, μετά την ολοκλήρωση της τελευταίας του προεκλογικής συγκέντρωσης στην Κολωνία. Κανένας δεν πρέπει να θεωρεί ότι είναι «καλύτερος από τους άλλους», πρόσθεσε.
Στόχος του ήταν να πείσει τους ψηφοφόρους ότι σε αντίθεση με το δημοφιλές λαϊκιστικό αφήγημα που θέλει τα παραδοσιακά κόμματα, όπως το SPD, να αγνοούν τις επιθυμίες και τις ανάγκες των απλών, κοινών, «πραγματικών» ανθρώπων, υπό τη δική του ηγεσία ο κάθε Γερμανός θα είναι εξίσου σεβαστός.
Το λάθος της Χίλαρι και το Brexit
Οι Σοσιαλδημοκράτες επέλεξαν να εστιάσουν στον σεβασμό, έχοντας αντλήσει τα κατάλληλα μαθήματα από αποτυχίες άλλων κεντροαριστερών/προοδευτικών κομμάτων. Στενοί συνεργάτες του Ολαφ Σολτς ανέφεραν πως πριν καταστρώσει την προεκλογική εκστρατεία του και συνθέσει το κύριο πολιτικό μήνυμά του «μελέτησε δύο από τις μεγαλύτερες πολιτικές αποτυχίες της Αριστεράς τα τελευταία χρόνια», σύμφωνα με τη Γιασμίν Σερχάν: τις προεδρικές εκλογές του 2016 στις ΗΠΑ και το δημοψήφισμα για το Brexit.
Το πρώτο που αντιλήφθηκε ήταν ότι «πρέπει να είμαστε, ως προοδευτικοί, ιδιαίτερα προσεκτικοί ούτως ώστε να αναγνωρίζουμε όλες τις διαφορετικές επιλογές που κάνουν οι άνθρωποι για τη ζωή τους», εξήγησε ο Βόλφγκανγκ Σμιτ, ένας από τους πιο στενούς συνεργάτες του Ολαφ Σολτς. «Για αυτόν τον λόγο αναφέρθηκε εκτενώς στον σεβασμό. Κάποιος ή κάποια χωρίς πτυχίο πανεπιστημίου δεν πρέπει να έχει την εντύπωση ότι ανήκει στο “καλάθι των αξιοθρήνητων”», συμπλήρωσε, αναφερόμενος στη Χίλαρι Κλίντον και το διαβόητο σχόλιό της για τους υποστηρικτές του Ντόναλντ Τραμπ.
Κοινωνική ανασφάλεια
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στον Guardian, λιγότερο από τρεις εβδομάδες πριν από την εκλογική αναμέτρηση της περασμένης Κυριακής, ο Σολτς υποστήριξε ότι οι Βρετανοί ψήφισαν υπέρ του Brexit και οι Αμερικανοί τον Τραμπ λόγω της κοινωνικής ανασφάλειας που βιώνουν αλλά και γιατί αισθάνονται πως κανένας δεν εκτιμά το ό,τι κάνουν. Και στην τελευταία προεκλογική ομιλία του εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για την τάση των σύγχρονων κοινωνιών να καθορίζουν την αξία του καθενός με κριτήριο τη μόρφωση, το επάγγελμα ή το εισόδημά του. Σημείωσε επίσης ότι οι δικηγόροι (μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και ο ίδιος) δεν είναι πιο σημαντικοί για την κοινωνία από τους εργάτες ή τους τεχνίτες.
Ωστόσο, άλλο πράγμα είναι η επικράτηση σε μία εκλογική αναμέτρηση και άλλο η διακυβέρνηση μιας χώρας, «και ο σεβασμός πρέπει να είναι κάτι παραπάνω από ένα σλόγκαν ούτως ώστε να είναι αποτελεσματικός», υπενθυμίζει η Γιασμίν Σερχάν. Οι Σοσιαλδημοκράτες και ο Ολαφ Σολτς έχουν δεσμευτεί όχι μόνο για αύξηση του κατώτατου μισθού, αλλά και για υψηλότερη φορολόγηση των πλουσίων και οι φιλελεύθεροι του Ελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος, με τους οποίους οι νικητές των εκλογών επιδιώκουν να συγκυβερνήσουν (μαζί με τους Πράσινους) έχουν δυσανεξία στις αυξήσεις, ειδικά των φόρων.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News