Οπως το 1965, στο Φολκ Φεστιβάλ του Νιούπορτ, πέρασε με «τρόπο τραχύ» από την ακουστική στην ηλεκτρική κιθάρα, αποξενώνοντας μέρος του κοινού του, έτσι ήθελε να περνάει και τις φάσεις της ζωής του. Οχι μόνον της μουσικής. Αλλά και της ερωτικής. My Way, που λένε. Με το δικό του «τρόπο». Είτε ήταν τραχύς. Είτε ακόμη και άγριος. Πολλές σχέσεις. Πολλοί οδυνηροί –συνήθως για την άλλη πλευρά– χωρισμοί.
Ο νομπελίστας πλέον Μπομπ Ντίλαν είναι, ίσως, το καλύτερο παράδειγμα για να παρακολουθήσει κάποιος αυτό το «my way» στον τρόπο της κάθε αλλαγής πλεύσης, στη μουσική, το στίχο αλλά και στην ερωτική ζωή ενός καλλιτέχνη. Δεν ξέρω αν θα ήθελαν να ασχοληθούν με αυτό οι μουσικοκριτικοί ή οι ψυχολόγοι, όμως το αποτέλεσμα της όποιας μελέτης μάλλον θα είναι το ίδιο. Συνυφασμένο, αν προτιμάτε.
Από τον νεανικό του «τρελούτσικο» έρωτα με την 17χρονη Σουζ Ρότολο (εκείνος ήταν 21) μέχρι τα παιδιά που έσπειρε, αλλά προτίμησε να κρατήσει κρυφά από τα φώτα της δημοσιότητας που τον ακολουθούσε, ο Μπομπ Ντίλαν παραμένει σταθερός σε αυτό το «my way».
Η Σουζ απαθανατίστηκε στο δεύτερο άλμπουμ του, «The Freewheelin’ Bob Dylan», το 1963: «Κάποτε αγάπησα μια γυναίκα, παιδί μού ‘λεγαν ότι είναι, τής έδωσα την καρδιά μου, μα εκείνη ήθελε την ψυχή μου», οι στίχοι του. Από εκεί αρχίζουν όλα; Μουσικολόγοι και ψυχαναλυτές, ακούτε;
«Δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από πάνω της, από την αρχή. Ηταν το πιο ερωτικό πλάσμα που είχα αντικρύσει», έγραφε αργότερα στην αυτοβιογραφία του. «Το βέλος του Ερωτα είχε περάσει ξανά, σφυρίζοντας, δίπλα από τα αφτιά μου και παλαιότερα, όμως αυτή τη φορά με βρήκε κατευθείαν στην καρδιά και με αποσυντόνισε», έγραψε για τη «γυναίκα – κορίτσι», που του άνοιξε την πόρτα στους αγώνες υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Για την ιστορία, η μούσα του Σουζ πέθανε το 2011, σε ηλικία 67 ετών. Στα απομνημονεύματά της, υπό τον τίτλο, «A Freewheelin’ Time: A Memoir of Greenwich Village in the Sixties», το 2009, η ίδια είχε προλάβει να παραδεχτεί: «Ολα αυτά τα χρόνια υποτιμούσα ή απέφευγα τον ρόλο μου στη ζωή του Ντίλαν. Νομίζω ότι τα τραγούδια του τα λένε όλα». Δίνοντας και τίτλους για τον ίδιο τον Ντίλαν στις εφημερίδες. Οπως: «Ηταν φάρος, αλλά και μαύρη τρύπα».
Θα ήταν απολύτως προσωπική του υπόθεση, άλλωστε, οι εκφάνσεις και τα πάνω και τα κάτω στην ερωτική ζωή του Ντίλαν, αν οι μουσικολόγοι δεν πίστευαν ότι ήταν ακριβώς αυτά, σε πολλές περιπτώσεις, που ενέπνευσαν ή σημάδεψαν σημαντικά έργα του.
Αν τώρα σε αυτά προστεθεί και η νεόκοπη κατηγορία σε βάρος του για βιασμό 12χρονης (με χρήση ναρκωτικών και αλκοόλ και σε διάρκεια έξι εβδομάδων), το 1965, η οποία κατά κάποιους ανοίγει το χορό του «μουσικού #MeToo», μπορεί να υπάρχουν πολλά περισσότερα και άγνωστα στην ερωτική ζωή του, τα οποία επηρέασαν τη ζωή και την τέχνη του τοτέμ Ντίλαν.
«Για καμιά δωδεκάδα ροκ σταρ του ’70 δεν θα με εξέπληττε, μη σaς πω θα ήταν αναμενόμενο, να μάθω ότι έκαναν κάτι ανάλογο», ήταν η αντίδραση στελέχους της δισκογραφικής A&R. «Για τον Ντίλαν δεν υπήρχαν όμως μέχρι τώρα ούτε φήμες», δήλωσε στους «Times».
Σε κάθε περίπτωση, φαίνεται πως πέρα από τα προφανή, άπλετα φωτισμένα από τη δημοσιότητα, ο Ντίλαν κρατούσε μυστικά και ντοκουμέντα.
Ο πρώτος του γάμος, το 1956, με τη Σάρα Λάουντς, πρώην μοντέλο και κουνελάκι του «Playboy», βρήκε την αντανάκλασή του – όσο απλός και συνηθισμένος κι αν φαινόταν στους έξω – στο τραγούδι «Sara», στο άλμπουμ του «Desire». Χρόνια μετά. Το 1976, ένα χρόνο πριν το χωρισμό τους και τέσσερα παιδιά μετά. Αλλά και οι στίχοι του στο 11λεπτο έπος του «Sad Eyed Lady of the Lowlands», το 1966 την ίδια Σάρα φώτιζαν. Που τον παντρεύτηκε ενώ κυοφορούσε ήδη το πρώτο τους παιδί. Κι ενώ εκείνος υιοθέτησε την κόρη της από άλλο γάμο.
Τι λέγαμε, όμως; Για τα μυστικά του. Τίποτα δεν έγινε γνωστό για το δεύτερο –ακόμη πιο «κλειστό» και σκοτεινό– γάμο του με την τραγουδίστριά του, στα φωνητικά, Καρολάιν Ντένις, το 1986. Γάμο που κράτησε έξι χρόνια και τού χάρισε ένα ακόμη παιδί, την Ντεζιρέ Γκαμπριέλ. Τόσο ο γάμος όσο και το παιδί έμειναν καλά κρυμμένα μυστικά για 15 ολόκληρα χρόνια (ώς το 2001 που τον αποκάλυψε βιογράφος του), σύμφωνα με το αμερικανικό δίκτυο ABC. Δεν φωτογραφήθηκαν ποτέ μαζί. Πουθενά!
Εκτοτε ο νομπελίστας τροβαδούρος αρνείται πεισματικά να μιλήσει για την ιδιωτική ζωή του ή για τα μέλη των οικογενειών του. Αλλωστε, σπανιότατα δέχεται να δίνει συνεντεύξεις και με όρο απαράβατο να μην μιλήσει για την προσωπική του ζωή. Και το ίδιο έχουν εφαρμόσει και τα παιδιά του. Ελάχιστες φορές έχει ακουστεί από το στόμα τους, σε συνέντευξη, έστω και ότι ο Ντίλαν ήταν καλός πατέρας.
Αν προσπαθούσε κάποιος επισταμένως, ίσως θα μπορούσε να βρει κάποια σχέση ανάμεσα σε δύο μεγάλους τραγουδοποιούς, όπως ο Ντίλαν και η Τζόνι Μίτσελ. Ή του γεννημένου το 1941 στη Μινεσότα των ΗΠΑ Ρόμπερτ Ζίμερμαν και της γεννημένης το 1943 στον Καναδά, Ρομπέρτα Τζόαν Άντερσον.
Ισως πάλι να έμενε στο γεγονός ότι οι δυο τους περιόδευσαν μαζί στα μέσα του ’70 και εκείνη συμμετείχε στο περίφημο Rolling Thunder Revue του, το 1975. Ακριβώς την περίοδο, που σύμφωνα με το «Rolling Stone» εκείνη είχε «πέσει στην κοκαΐνη».
Το 2010 στους «L.A. Times» εκείνη η Ρομπέρτα, η μετέπειτα Τζόνι Μίτσελ, είχε ανοίξει το στόμα της για τον Ντίλαν σε μια συνέντευξη: «Δεν έχει τίποτα το αυθεντικό», είχε πει. «Είναι ένας αντιγραφέας, με ψεύτικη φωνή και ψεύτικο όνομα. Είμαστε η μέρα με τη νύχτα». Πράγματι; Ποιος ξέρει; Ο Ντίλαν δεν μίλησε ποτέ για κείνη, ούτε όταν τον προκάλεσε με τη συνέντευξη.
Να κι ένα ακόμη μυστικό. Αν όχι ότι συνέβη, πάντως το γιατί συνέβη. Είμαστε στο 1969. Τη χρονιά του θρυλικού Γούντστοκ. Ο Ντίλαν μένει πολύ κοντά στα λιβάδια που φιλοξένησαν το Φεστιβάλ. Οι διοργανωτές τον θέλουν. Οπωσδήποτε. Τον ζητούν επίμονα. Τον καταφέρνουν να πει το ναι. Και ενώ είναι εκεί κοντά και βλέπει τις ορδές των «χίπις» να επελαύνουν, τηλεφωνεί την τελευταία στιγμή, ενώ χτενίζουν για τελευταία φορά το χιλιοδιορθωμένο συμβόλαιό του, και ακυρώνει. Ετσι απλά. Δίχως γιατί…
Και τι παράξενο. Στο Γούντστοκ εμφανιζόταν και μια άλλη «μυστική» σχέση του: η Τζόαν Μπαέζ. «Από τη στιγμή που τα μάτια μου την είδαν για πρώτη φορά, δεν μπορούσαν να σταματήσουν να την κοιτούν. Δεν ήθελα να κλείσουν τα βλέφαρά μου», έγραψε στην αυτοβιογραφία του, αργότερα.
Εκείνη έγινε μεγάλη θαυμάστριά του και τον καλούσε συνεχώς, στα χρόνια της ακμής της, να παίζουν μαζί, σε ντουέτο. Εκείνος, όταν πια μεγαλοπιάστηκε, δεν ανταπέδωσε, παρά την υπόσχεσή του, τη χάρη στην περιοδεία του 1965. Παρά μόνον χρόνια μετά, σε μια συνέντευξή του για ένα ντοκιμαντέρ, δήλωνε πως «νιώθει πολύ άσχημα» για τον τρόπο που έληξε η σχέση τους με την «Τζοάνι».
Στη δεκαετία του ’80 το «αχώριστο ταίρι» του ήταν ο δεύτερος μεγάλος έρωτάς του. Η Κλάιντι Κινγκ. Αλλο «μυστικό» και αυτό. Αν πιστέψουμε την σύντροφό του, το 1988, Σούζαν Ρος, που αποκάλυψε με μια σειρά συνεντεύξεων σε εφημερίδες ότι είχε κρυφά παντρευτεί την Κλάιντι και είχαν και δύο παιδιά μαζί. Στην αυτοβιογραφία του και πάλι, πολύ αργότερα, η Κλάιντι περνάει απλώς ως μια ερωτική ιστορία «που ξεπερνούσε την κατανόησή μου».
Εννέα παιδιά, πολλοί «κρυφοί» έρωτες, κάπου 600 τραγούδια, που μιλούν, πέρα από όλα τα άλλα, για την προσωπική του ιστορία και εμπειρία ζωής. Και τώρα, και μια κατηγορία για βιασμό. Κάποιοι επιμένουν με όλα αυτά να συνδυάζουν την πρόσφατη, εν μέσω καραντίνας (το Δεκέμβριο του 2020), πώληση των πνευματικών του δικαιωμάτων στον δισκογραφικό κολοσσό Universal Music, έναντι 225 εκατομμυρίων στερλινών. Θα μείνει και αυτό «μυστικό».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News