Ο πρόεδρος της Τυνησίας Κάις Σάγεντ αποφάσισε το βράδυ της Κυριακής να αναστείλει τη λειτουργία του κοινοβουλίου για 30 ημέρες και να αναλάβει ο ίδιος την άσκηση της εκτελεστικής εξουσίας.
Η ανακοίνωση έγινε έπειτα από μια ημέρα που σημαδεύτηκε από μαζικές κινητοποιήσεις στη χώρα εναντίον κυρίως της βασικής συνιστώσας της κυβέρνησης, του ισλαμικού κόμματος Κίνημα Αναγέννησης, ή Ενάχντα, το οποίο κατήγγειλε «πραξικόπημα» από τον αρχηγό του κράτους.
Οι ραγδαίες εξελίξεις συνταράσσουν τη νεαρή τυνησιακή δημοκρατία, η λειτουργία της οποίας βασίζεται από το 2014 σ’ ένα Σύνταγμα που αποτέλεσε προϊόν συμβιβασμού, με μεικτό κοινοβουλευτικό σύστημα, βάσει του οποίου ο πρόεδρος θεωρητικά δεν διατηρούσε παρά μόνο μερικά προνόμια στους τομείς της διπλωματίας και της εθνικής ασφάλειας.
Πολλοί Τυνήσιοι, εξοργισμένοι από τις ατέρμονες συγκρούσεις για εξουσία και την αμφιλεγόμενη διαχείριση από την κυβέρνηση της πανδημίας, βγήκαν στους δρόμους παρά την απαγόρευση νυχτερινής κυκλοφορίας, εκτοξεύοντας πυροτεχνήματα και ηχώντας τα κλάξον των αυτοκινήτων τους με ενθουσιασμό στην Τύνιδα και σε αρκετές άλλες πόλεις.
«Εν δυνάμει του Συνάγματος, έλαβα αποφάσεις που καθιστούσε απαραίτητες η κατάσταση προκειμένου να σωθεί η Τυνησία, το τυνησιακό κράτος και ο τυνησιακός λαός», είπε ο Σάγεντ έπειτα από συνεδρίαση στο παλάτι της Καρχηδόνας με αξιωματούχους των δυνάμεων ασφαλείας.
«Περνάμε τις πιο κρίσιμες στιγμές στην ιστορία της Τυνησίας», πρόσθεσε ο αρχηγός του κράτους, που έχει εμπλακεί εδώ και μήνες σε μπραντεφέρ με το Ενάχντα, το μεγαλύτερο κόμμα της Βουλής.
«Δεν πρόκειται ούτε για αναστολή της ισχύος του Συντάγματος ούτε για εκτροπή από τη συνταγματική νομιμότητα, εργαζόμαστε εντός του πλαισίου του νόμου», διευκρινίζοντας ότι οι αποφάσεις του θα δημοσιοποιηθούν με μορφή διατάγματος.
Με ανακοίνωσή της στο Facebook, η προεδρία διευκρίνισε ότι η αναστολή της λειτουργίας του τυνησιακού κοινοβουλίου θα διαρκέσει 30 ημέρες.
Το Ενάχντα κατήγγειλε «πραξικόπημα εναντίον της επανάστασης και του Συντάγματος», με ανακοίνωσή του που αναρτήθηκε στον ίδιο ιστότοπο κοινωνικής δικτύωσης. Η ισλαμιστική παράταξη κάλεσε τους «υποστηρικτές της» όπως και «τον τυνησιακό λαό» να «υπερασπιστούν την επανάσταση».
Η επανάσταση του 2011, η πρώτη της λεγόμενης Αραβικής Ανοιξης, είχε οδηγήσει στον διωγμό από την εξουσία του Ζιν ελ Αμπιντίν Μπεν Αλί, βάζοντας την Τυνησία στον δρόμο του εκδημοκρατισμού, που συνέχισε να ακολουθεί παρά τις πολλές προκλήσεις, κοινωνικές, αλλά και ως προς την ασφάλεια.
Ομως, μετά την ανάδειξη το 2019 ενός κοινοβουλίου με την ισχύ κατακερματισμένη κι ενός ακκομάτιστου προέδρου, που εκλέχθηκε εξαιτίας της δυσαρέσκειας έναντι της πολιτικής τάξης που βρέθηκε στην εξουσία από το 2011 κι έπειτα, η χώρα βυθίστηκε σε μεγάλη πολιτική κρίση.
Ο Σάγεντ, που τασσόταν στην προεκλογική του εκστρατεία υπέρ νέας επανάστασης στο πλαίσιο του νόμου και υπέρ ριζοσπαστικών αλλαγών στο νέο καθεστώς, ανακοίνωσε πως απαλλάσσει από τα καθήκοντά του τον πρωθυπουργό Χισάμ Μασίσι.
Ο πρόεδρος «θα ασκεί την εκτελεστική εξουσία με τη βοήθεια μιας κυβέρνησης ο επικεφαλής της οποίας θα οριστεί από τον αρχηγό του κράτους», πρόσθεσε.
«Το Σύνταγμα δεν επιτρέπει τη διάλυση του κοινοβουλίου, επιτρέπει όμως την αναστολή των δραστηριοτήτων του», εξήγησε ο Σάγεντ, επικαλούμενος το άρθρο 80 του θεμελιώδους νόμου, που προβλέπει τη λήψη τέτοιου μέτρου σε περίπτωση «άμεσου κινδύνου» για τη χώρα.
Ακόμη, ο πρόεδρος ανήγγειλε την άρση της ασυλίας των βουλευτών και υποσχέθηκε ότι θα ασκηθούν διώξεις σε όσους εμπλέκονται σε ποινικές υποθέσεις.
Οι υπηρεσίες του πρωθυπουργού Μασίσι δεν είχαν αντιδράσει ως αργά το βράδυ της Κυριακής στις αποφάσεις του προέδρου. Μέλη του Ενάχντα είπαν πως δεν γνώριζαν πού βρίσκεται ο επικεφαλής της κυβέρνησης μετά τη συνάντησή του με τον Σάγεντ χθες το απόγευμα.
Οι ραγδαίες εξελίξεις ακολούθησαν τις μαζικές κινητοποιήσεις σε αρκετές πόλεις της Τυνησίας παρά την ανάπτυξη μεγάλων δυνάμεων της αστυνομίας για να περιοριστούν οι μετακινήσεις και οι συναθροίσεις.
Χιλιάδες διαδηλωτές απαίτησαν κυρίως τη «διάλυση του κοινοβουλίου».
Ο ίδιος ο πρόεδρος κατέβηκε στον δρόμο για να συναντηθεί με διαδηλωτές, εν μέσω κλίματος αγαλλίασης, στους ίδιους δρόμους όπου γίνονταν οι διαδηλώσεις του 2011.
Οχήματα του στρατού περικύκλωσαν το κοινοβούλιο και ο Ρασίντ Γανούσι, πρόεδρος του κοινοβουλίου, συνοδευόμενος από βουλευτές της παράταξής του, εμποδίστηκε να μπει στο κτίριο από άνδρες του στρατού.
«Ο στρατός οφείλει να προστατεύει τη χώρα και τη θρησκεία», είπε ο Γανούσι, ζητώντας να ανοίξει η πύλη του κοινοβουλίου. «Είμαστε στρατιώτες, υπακούμε σε διαταγές. Διαταχθήκαμε να κλείσουμε το κοινοβούλιο», απάντησε στρατιωτικός. «Στρατιώτες, αξιωματικοί, σας ζητούμε να ταχθείτε στο πλευρό του λαού», επέμεινε ο Γανούσι.
Αμέσως μετά, μιλώντας σε δημοσιογράφους, τόνισε πως εναντιώνεται στη συγκέντρωση «όλης της εξουσίας στα χέρια ενός άνδρα».
Την οργή των Τυνήσιων επέτειναν οι συγκρούσεις ανάμεσα σε κόμματα και το μπρα ντε φερ ανάμεσα στον Γανούσι και στον Σάγεντ, που προκάλεσε παράλυση του κρατικού μηχανισμού.
Πολλοί προσάπτουν επίσης στην κυβέρνηση ότι ήταν εντελώς απροετοίμαστη και επέδειξε παντελή έλλειψη συντονισμού μπροστά στην υγειονομική κρίση· η Τυνησία είναι πλέον αντιμέτωπη με τεράστιες ελλείψεις, ιδίως οξυγόνου.
Με 18.600 θανάτους λόγω COVID-19 επί συνόλου σχεδόν 570.000 κρουσμάτων, η αραβική χώρα των 12 εκατομμυρίων κατοίκων καταγράφει έναν από τους χειρότερους επίσημους δείκτες θνητότητας στον κόσμο.
Διαδηλωτές φώναξαν χθες συνθήματα εναντίον του Ενάχντα και του πρωθυπουργού Μασίσι και «ο λαός θέλει να διαλυθεί το κοινοβούλιο». «Αλλαγή καθεστώτος», έγραφαν πλακάτ.
Γραφεία τοπικών οργανώσεων του Ενάχντα και σύμβολα του κόμματος έγιναν στόχοι.
Μέσω Facebook γίνονταν καλέσματα σε διαδηλώσεις την 25η Ιουλίου, ημέρα που εορτάζεται η εγκαθίδρυση της δημοκρατίας, από άγνωστες οργανώσεις. Περιλάμβαναν, μεταξύ άλλων, αιτήματα για την αναθεώρηση του Συντάγματος και μεταβατική κυβέρνηση με μεγαλύτερο ρόλο του στρατού και με τη διατήρηση του προέδρου Σάγεντ στο αξίωμά του.
Η πολυδιάστατη κρίση χαρακτηρίζεται η σοβαρότερη δοκιμασία για την Τυνησία μετά τον ξεσηκωμό του 2011, που δεν έφερε σταθερή δημοκρατική κυβέρνηση ούτε μείωση των ανισοτήτων. Η απογείωση του πληθωρισμού, ο οικονομικός και δημοσιονομικός μαρασμός –ο Μασίσι διαπραγματευόταν τελευταία νέο δάνειο από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για να αναχρηματοδοτήσει το δημόσιο χρέος– και οι διενέξεις για τις μεταρρυθμίσεις, είχαν ήδη φέρει την κυβέρνηση στα πρόθυρα κατάρρευσης.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News