Ο τελικός του Ρολάν Γκαρός έμοιαζε με μάχη μέχρις εσχάτων, του παλιού με το νέο. Ο 34χρονος Νόβακ Τζόκοβιτς υπερασπιζόταν το καθεστώς των «Big-3», που την τελευταία 15ετία έχουν «σαρώσει» 60 από τα 67 major τρόπαια στο τένις, ενώ ο (οσονούπω) 23χρονος Στέφανος Τσιτσιπάς εκπροσωπούσε τους επίδοξους διαδόχους τους.
Τα δύο πρώτα σετ τα κέρδισε η ορμή του νέου. Τα υπόλοιπα τρία, η πείρα του παλιού. Η «κλάση» του Σέρβου νίκησε, στο τέλος, το ταλέντο και την ενέργεια του κορυφαίου έλληνα τενίστα όλων των εποχών. Ο «Νόλε» θριάμβευσε, παρά τον αρχικό του αιφνιδιασμό, αποδεικνύοντας –για άλλη μια φορά– ότι είναι ένας «μάγος» των κορτ. Μπορεί να σε κερδίσει, ακόμη και… με δεμένα χέρια. Αλλά και ο «Τσιτσιφάστ» δεν είχε κανένα λόγο να κρύψει το πρόσωπό του στην πετσέτα του, αμέσως μετά τη λήξη του συναρπαστικού αγώνα. Οσο κι αν απογοητεύθηκε, που έμεινε μόλις ένα σετ μακριά από τον πρώτο του τίτλο σε γκραν-σλαμ τουρνουά, μόνο περηφάνια θα ‘πρεπε να νιώθει για τα κατορθώματά του.
Το ξημέρωμα της Δευτέρας τον βρήκε στο Νο 4 της παγκόσμιας κατάταξης, σε ένα άθλημα στο οποίο η Ελλάδα δεν είχε καμαρώσει, ποτέ, ένα δικό της παιδί, ούτε καν στο Τop 100. Η πρόκρισή του στον τελικό του Γαλλικού Οπεν γράφτηκε στο βιβλίο με τις κορυφαίες στιγμές του ελληνικού αθλητισμού. Με την υποσημείωση, μάλιστα, ότι μπάσκετ είχαμε και πριν από το «θαύμα» του 1987 (σαν σήμερα), ποδόσφαιρο και πριν από το «έπος» του 2004, άρση βαρών και πριν από τον Πύρρο, γυμναστική και πριν από τον Λευτέρη Πετρούνια, επί κοντώ και πριν από την Κατερίνα Στεφανίδη, κολύμβηση και πριν από τον Σπύρο Γιαννιώτη, και πάει λέγοντας. Ενώ το τένις δεν «υπήρχε» στα μέρη μας. Οχι προτού ο Στέφανος μας υποχρεώσει να το παρακολουθήσουμε για χάρη του, χωρίς καλά καλά να γνωρίζουμε την ορολογία του, ή το πώς κερδίζεται ένα γκέιμ.
Στον ξαφνικό μας «έρωτα» για το τένις έπαιξε σπουδαίο ρόλο, βεβαίως, και η φοβερή πορεία της Μαρίας Σάκκαρη στο Ρολάν Γκαρός, η οποία απέκλεισε την περσινή θριαμβεύτρια (Σβιόντεκ) και την περσινή φιναλίστ (Κένιν), κι έφτασε έναν πόντο μακριά από την πρόκρισή της στον τελικό. «Τέλεια αθλήτρια» χαρακτήρισε η Equipe την 25χρονη Ελληνίδα, η οποία μέσα στον Ιούνιο… μας ξανασυστήθηκε. Οχι ως κόρη της Αγγελικής Κανελλοπούλου, πλέον –την ξεπέρασε σε κατορθώματα–, αλλά ως Μαρία Σάκκαρη.
Το ελληνικό τένις έφτασε αυτόν τον μήνα, «από το πουθενά», να καμαρώσει έναν αθλητή και μια αθλήτριά του στους ημιτελικούς ενός γκραν-σλαμ (κάτι που και το US Open σχολίασε με έκπληξη στον επίσημο λογαριασμό του στα social media). Ο Στέφανος και η Μαρία θα συνεχίσουν να μας προσφέρουν χαρές για πολλά χρόνια ακόμη – αυτό είναι βέβαιο. Αλλά το μέγα ερώτημα είναι αν οι επιτυχίες τους μπορούν να αλλάξουν τη μοίρα του τένις στη χώρα.
Συνέβη, κάποτε, με το μπάσκετ. Σπουδαίοι παίκτες των τριών τελευταίων δεκαετιών έχουν ομολογήσει ότι οι άθλοι του Γκάλη, του Φασούλα ή του Γιαννάκη, τους ενέπνευσαν να γίνουν οι διάδοχοί τους. Αλλά σε σχέση με το τένις, υπάρχουν δύο σημαντικές διαφορές.
Η πρώτη είναι ότι δυνατότητες παραγωγής παικτών διεθνούς βεληνεκούς δεν υπάρχουν στην Ελλάδα. Ενα παιδί μπορεί, άνετα, να γραφτεί σε έναν όμιλο αντισφαίρισης για να μάθει τένις, να αθληθεί και να διασκεδάσει, όμως για να γίνει επαγγελματίας υψηλών προδιαγραφών, θα πρέπει να ξενιτευτεί. Επίσης, να επενδύσει πολλά χρήματα –και για πολύ καιρό–, τα οποία δεν είναι βέβαιο ότι θα πάρει πίσω.
Ο Τσιτσιπάς ευτύχησε να βρει «χορηγούς» στα πρόσωπα της θείας του, αδελφής της μητέρας του, και του Θωμά Χρηστίδη, ενός γιατρού που λάτρευε το τένις και ήταν μέλος στον όμιλο της Γλυφάδας. Εκεί έτυχε να συναντήσει έναν πιτσιρικά με ξανθές μπούκλες, τον Στέφανο, που του φάνηκε σπουδαίο ταλέντο, και προθυμοποιήθηκε να βοηθήσει. Δυστυχώς, ο γιατρός δεν πρόλαβε να χαρεί τη δικαίωσή του. «Εφυγε» από τη ζωή το 2017, προτού ο Τσιτσιπάς κερδίσει το πρώτο του σημαντικό τρόπαιο (το 2018 στην Στοκχόλμη). Μέχρι πριν από λίγα χρόνια ο «Στεφ» πλήρωνε από την τσέπη του τα έξοδα της συμμετοχής του σε διάφορα τουρνουά, και χωρίς την οικονομική υποστήριξη της θείας και του γιατρού, τα πράγματα θα ήταν πολύ δύσκολα. Οι γονείς του δεν ήταν εύποροι, και είχαν κι άλλα παιδιά να φροντίσουν. Από κρατικό φορέα, η οικογένεια Τσιτσιπά δεν έχει λάβει ούτε ένα ευρώ.
Το ίδιο και η οικογένεια Σάκκαρη. Ευτυχώς για τη Μαρία, είχε εύπορους γονείς. Αλλά, σε αντίθεση με τον Απόστολο και την Τζούλια Τσιτσιπά, ο Κώστας Σάκκαρης και η Αγγελική Κανελλοπούλου δεν μπορούσαν να προπονήσουν το παιδί τους μόνοι τους. Ετσι, εκτός από τα ταξίδια της Μαρίας στις ΗΠΑ, την Αυστραλία και την Ασία, όπου έπρεπε να πηγαίνει συχνά για να δίνει αγώνες, χρειάστηκε να πληρώσουν και την παραμονή της, για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, στη Βαρκελώνη, όπου έκανε τη μετεκπαίδευσή της στο τένις.
Ο Στέφανος και η Μαρία εκπροσωπούν την Ελλάδα, όμως δεν είναι αθλητές ελληνικής παραγωγής. Δεν θα μπορούσαν να είναι, σε μια χώρα στην οποία οι ολυμπιακές εγκαταστάσεις του τένις έχουν εγκαταλειφθεί στο έλεος του χρόνου, δεν διοργανώνονται τουρνουά ATP και WTA, αλλά και δεν υπάρχουν πόροι για τη χρηματοδότηση ούτε των πολλά υποσχόμενων ταλέντων. Οι ίδιοι οι προπονητές που εργάζονται στους ομίλους αντισφαίρισης προσπαθούν, όσο πιο διακριτικά γίνεται, να πείσουν τους γονείς τους να τα στείλουν σε σχολές του εξωτερικού, για να μη χαθούν.
Οσα Ελληνόπουλα δεν μπορούν να εξασφαλίσουν τα απαραίτητα χρήματα, είτε εγκαταλείπουν τον πρωταθλητισμό είτε αποδέχονται τις υποτροφίες που τους προσφέρουν ξένες αθλητικές ακαδημίες. Αλλά σε αυτήν την περίπτωση, τα παιδιά είναι υποχρεωμένα να αγωνίζονται με τη σημαία της χώρας που αναλαμβάνει την πρόοδό τους. Ευτυχώς, η οικογένεια Τσιτσιπά είχε αρνηθεί μια τέτοια πρόταση στο παρελθόν. Και στη συνέχεια, στάθηκε τυχερή όταν η διάσημη σχολή του Πατρίκ Μουράτογλου κάλεσε τον Στέφανο να προπονείται στις εγκαταστάσεις της στη Γαλλία.
Η δεύτερη μεγάλη διαφορά είναι ότι το μπάσκετ ταιριάζει με την ιδιοσυγκρασία του Ελληνα. Το τένις, όχι και τόσο. Παραείναι ήσυχο και… πολιτισμένο. Μοναχικό. Και απαιτεί απόλυτη συγκέντρωση και πειθαρχία. Ας μη γελιόμαστε: τον Στέφανο και τη Μαρία αγαπήσαμε, τις επιτυχίες τους, τη διεθνή τους απήχηση, όχι το συγκεκριμένο σπορ. Αν αυτά τα δύο παιδιά εξαφανίζονταν με έναν μαγικό τρόπο, οι νεόκοποι οπαδοί τού τένις θα του γύριζαν, πάλι, την πλάτη. Οπως συνέβη με την άρση βαρών μετά τη διάλυση της «ντριμ-τιμ» του Πύρρου και του Κάχι. Ο Τσιτσιπάς δινόταν εξ αρχής ως το Νο 2 φαβορί για να φτάσει στον τελικό, όμως στο Παρίσι υπήρχαν έλληνες απεσταλμένοι μόνον από την ΕΡΤ και ένα αθλητικό site – κάτι δείχνει αυτό.
Οι όμιλοι αντισφαίρισης θα γεμίσουν, προσεχώς, από «Τσιτσιπάκια» και «Σακκαρίτσες». Από παιδιά που θα θελήσουν να μιμηθούν τους νέους «ήρωες» του ελληνικού αθλητισμού. Ιδίως από κορίτσια, που η εναλλακτική τους είναι το βόλεϊ και το πόλο, κι όχι το ποδόσφαιρο και το μπάσκετ. Αλλά είναι μάλλον απίθανο ο επόμενος Τσιτσιπάς, ή η επόμενη Σάκκαρη, να είναι κάποιο από αυτά.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News