Εκφράζοντας την τάση της νέας αμερικανικής διοίκησης υπέρ της επίτευξης μιας λιγότερο ανισόμετρης παγκοσμιοποίησης, δηλαδή πιο εξισορροπημένης καπιταλιστικής ανάπτυξης σε πλανητικό επίπεδο, η υπουργός Οικονομικών του Τζο Μπάιντεν, η Tζάνετ Γιέλεν, άλλοτε «κεντρική τραπεζίτης» των ΗΠΑ, διατύπωσε τον περασμένο Απρίλιο την πρόταση να επιβληθεί ένας παγκόσμιος φόρος στις πολυεθνικές εταιρείες.
Βασικός και διακηρυγμένος στόχος της Γιέλεν είναι η αποδυνάμωση των διάσπαρτων στον χάρτη φορολογικών παραδείσων, με παράλληλη ενίσχυση των δημοσίων επενδύσεων σε όλα τα κράτη. Αυτές οι δημόσιες επενδύσεις, βέβαια, οι οποίες θα χρηματοδοτηθούν από τη δίκαιη και κατά τόπους φορολόγηση των «γιγάντων» αλλά και από την κατανάλωση, αφού αναμένεται εξομάλυνση των όρων ανταγωνισμού στις αγορές, θα είναι νέου τύπου, «πράσινες» και καινοτόμες, όπως επιτάσσουν οι καιροί.
Το βρετανικό περιοδικό Economist έπιασε το νόημα όλων των παραπάνω και έγραψε για το επικείμενο τέλος των φορολογικών παραδείσων, οι οποίοι τώρα διανύουν την περίοδο του «λυκόφωτος» προτού χαθούν για πάντα. Ερχεται, λοιπόν, το παγκόσμιο σύμφωνο για τη φορολόγηση εταιρειών, το οποίο, όπως λένε οι Βρετανοί, «θα καταστρέψει ένα προσοδοφόρο επιχειρηματικό μοντέλο».
Από τη στιγμή της δημοσιοποίησης της πρότασης Γιέλεν και μετά, οι ζυμώσεις που γίνονται αφορούν δύο, κατά βάσιν, μεγάλες αλλαγές: πρώτον, την ανακατανομή των φορολογικών δικαιωμάτων στις χώρες εκείνες όπου όντως συντελείται οικονομική δραστηριότητα και, δεύτερον, την εισαγωγή ενός συμπεφωνημένου ελάχιστου παγκόσμιου φορολογικού συντελεστή, μάλλον στο 15%.
Από το G7 στο G20 και… σε όλους
Τις επόμενες ημέρες θα υπάρξουν εξελίξεις, αφού οι υπουργοί Οικονομικών των G7, κατά τη διάρκεια της διήμερης συνάντησής τους στις 4 και 5 Ιουνίου στο Λονδίνο, παρουσία της ίδιας της Γιέλεν, θα ανακοινώσουν ότι εγκρίνουν την αμερικανική πρόταση. Το βρετανικό περιοδικό έγραψε ότι αν εξελιχθούν έτσι τα πράγματα, τότε και το ευρύτερο σχήμα οικονομικής ισχύος, οι G20, θα μπορούσε να συμφωνήσει με τους νέους όρους τον Ιούλιο, παρακινώντας και τις υπόλοιπες χώρες να ευθυγραμμιστούν με τους «μεγάλους».
Τέλος πάντων, ότι οι θερινές εβδομάδες θα είναι κρίσιμες για το φορολογικό ζήτημα των «γιγάντων» προκύπτει και από πρόσφατη δήλωση (έγινε στο τέλος Μαΐου) του γερμανού υπουργού Οικονομικών ότι επίκειται «επανάσταση στους παγκόσμιους φορολογικούς κανόνες». Κάθε επανάσταση, όμως, έχει νικητές και χαμένους. Ας δούμε ποιοι θα ενταχθούν στο ένα στρατόπεδο και ποιοι στο άλλο.
Ποιοι θα κερδίσουν…
Οι αδιαμφισβήτητοι νικητές θα είναι οι μεγάλες οικονομίες. Στις δυτικές χώρες οι πολυεθνικές έχουν τεράστιο κύκλο εργασιών, πραγματοποιούν πολλές πωλήσεις, ωστόσο εμφανίζουν μικρό φορολογητέο κέρδος. Πέρα από την κραυγαλέα αναντιστοιχία τζίρου και φόρων, πρόκειται για τη μαγική εικόνα που δημιούργησε στην παγκόσμια οικονομία η γιγάντωση των επιχειρηματικών ομίλων τύπου Amazon, Apple και Google, των οποίων τα περιουσιακά στοιχεία είναι σε μεγάλο βαθμό άυλα.
Στους κερδισμένους (αλλά με μικρό μερίδιο) θα συμπεριληφθούν και οι χώρες του άλλοτε Τρίτου Κόσμου, οι οποίες τώρα αποκαλούνται αναπτυσσόμενες, εκείνες δηλαδή όπου η Δύση «ξεφόρτωσε» τα εργοστάσιά της. Εκεί βρίσκονται και οι μονάδες των φοροδιαφευγόντων «γιγάντων», παραγωγικές και μη. Αυτές οι χώρες, που είναι οι φτωχοί συγγενείς της παγκοσμιοποίησης, θα επωφεληθούν, όπως είπαμε, όχι όμως όσο νομίζουν και επιθυμούν – ή όσο θα έπρεπε, αν προτιμάτε.
…και ποιοι θα χάσουν
Οι προφανείς ηττημένοι θα είναι οι λεγόμενοι φορολογικοί παράδεισοι, μικρές αλλά και μεγαλύτερες χώρες που έχουν επικερδή φορολογική… αδράνεια μισού αιώνα και πλέον. Στοιχεία του 2018 δείχνουν ότι σε αυτά τα μέρη χαμηλής φορολόγησης κατευθύνεται περίπου το 40% των κερδών των πολυεθνικών εταιρειών. Τέτοιες χώρες υπάρχουν μεταξύ των νήσων της Καραϊβικής, αλλά και σε μερικές γωνιές της Ευρώπης και της Ασίας. Ωστόσο «κάποιες πρέπει να φοβούνται περισσότερο από άλλες» έγραψε ο Economist, εννοώντας όσες κουκκίδες στον χάρτη έχουν εξαρτήσει την οικονομική υπόστασή τους από τη φοροδοτική (μετά των «ντεσού») παρουσία των «γιγάντων» και μόνο.
Ζοφερή προβλέπεται η κατάσταση για τις Βρετανικές Παρθένους Νήσους, τα Κάιμαν, τις Βερμούδες, όπου οι «γίγαντες» της φοροδιαφυγής ναι μεν δεν αφήνουν και πολλά στις μικρές εθνικές οικονομίες –«ψίχουλα, σε σύγκριση με τους φόρους που εξοικονομούν οι ίδιοι» σχολιάζουν δηκτικά οι Βρετανοί–, ωστόσο έχουν δημιουργήσει έναν ιστό υποστηρικτικών υπηρεσιών κάθε είδους (δικηγορικά γραφεία, λογιστικά γραφεία, παραθεριστικές βίλες, κ.λπ.) οι οποίες κινούν το χρήμα στις ντόπιες αγορές και κατ’ αυτόν τον τρόπο τις συντηρούν, εξασφαλίζοντας την αποφυγή οχλήσεων. Αυτό το μοντέλο θα τιναχτεί στον αέρα με τις μεθοδεύσεις των Αμερικανών.
- Στις ευρωπαϊκές χώρες που λογαριάζει σαν φορολογικούς παραδείσους, ο Economist συμπεριέλαβε και την Κύπρο, μαζί με τις Ιρλανδία, Λουξεμβούργο και Ολλανδία. Βέβαια, για αυτές τις χώρες της Ενωσης το γενικότερο οικονομικό περιβάλλον (συν το νόμισμα) δεν έχουν καμία σχέση με το φαινόμενο της Καραϊβικής.
Προλαμβάνοντας τον αναγνώστη του, το βρετανικό περιοδικό έθεσε μόνο του μία πολύ καίρια ερώτηση: «Μα, καλά. Γιατί οι ισχυρές εθνικές οικονομίες της Γης δεν έχουν επιβάλει μέχρι τώρα, η καθεμιά στις δικές της εταιρείες, έναν ελάχιστο φόρο σε εθνική βάση;» Οι ΗΠΑ, απάντησε ο Economist στην ερώτησή του, πράγματι έχουν ήδη εφαρμόσει συντελεστή φορολόγησης «άυλου εισοδήματος», στο 10,5%. Ομως τώρα μιλάμε για εφαρμογή ευρύτερου σχεδίου: για την «επανάσταση που έρχεται» και σηματοδοτεί το τέλος της «χρυσής εποχής των φορολογικών παραδείσων».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News