Η ήττα της Γιουνάιτεντ από τη Λέστερ στο «Ολντ Τράφορντ» γιορτάστηκε στον γαλάζιο τομέα του Μάντσεστερ όπως της έπρεπε. Αφησε τους «Κόκκινους Διαβόλους» δέκα βαθμούς μακριά από την κορυφή της βαθμολογίας, τρεις αγωνιστικές προτού ολοκληρωθεί η κούρσα της Πρέμιερ Λιγκ, που σημαίνει οτι από το βράδυ της Τρίτης η Σίτι είναι βέβαιη πρωταθλήτρια Αγγλίας. Για έβδομη φορά στην ιστορία της, και πέμπτη στην εποχή των αράβων ιδιοκτητών της (μετά το 2008).
Τα πετροδόλαρα που οι επενδυτές από το Αμπου Ντάμπι έσπειραν απλόχερα στον σύλλογο, του άλλαξαν τη ζωή. Πριν εμφανιστούν εκείνοι, η Σίτι είχε να επιδείξει δύο… αρχαία πρωταθλήματα, του 1937 και του 1968, τέσσερα Κύπελλα Αγγλίας (με τελευταίο αυτό του 1969) και ένα Κύπελλο Κυπελλούχων (1970). Η πρόκρισή της στους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ, το 2011, σηματοδότησε την απαρχή μιας ένδοξης δεκαετίας, στη διάρκεια της οποίας κατακτήθηκαν 16 εγχώρια τρόπαια. Δέκα από αυτά, με την καθοδήγηση του Πεπ Γκουαρντιόλα: τρεις τίτλοι Πρέμιερ Λιγκ, ένα Κύπελλο Αγγλίας, τέσσερα Λιγκ Καπ και δύο Κομιούνιτι Σιλντ.
Η Σίτι άρχισε να αλλάζει status τη σεζόν 2011-2012, όταν κέρδισε -στη διαφορά τερμάτων- το πρώτο της πρωτάθλημα έπειτα από 44 ολόκληρα χρόνια. Με τον Ρομπέρτο Μαντσίνι προπονητή, και τον Αγουέρο να πετυχαίνει 23 γκολ. Επανέλαβε τον θρίαμβό της τη μεθεπόμενη αγωνιστική περίοδο, με τον Μανουέλ Πελεγκρίνι στον πάγκο της και αρχισκόρερ τον Γιάγια Τουρέ (20 γκολ). Αγουέρο και Ντζέκο είχαν συνεισφέρει από 15+ γκολ ο καθένας. Αλλά οι «Πολίτες» δεν έπαιξαν, ποτέ, τόσο κυριαρχικό και θεαματικό ποδόσφαιρο, όσο επί των ημερών του καταλανού τεχνικού.
Πέντε χρόνια μετά την άφιξή του στο Μάντσεστερ, η Σίτι δεν είναι, απλώς, μια από τις καλύτερες ομάδες, αλλά η πιο υπολογίσιμη δύναμη του αγγλικού φούτμπολ. Κατέκτησε τρεις τίτλους στην Πρέμιερ Λιγκ τα τέσσερα τελευταία χρόνια, χάνοντας μόνο τον περυσινό από την εξωπραγματική Λίβερπουλ του Κλοπ, που τα έκανε όλα τέλεια. Κι εφέτος, στην κορυφαία στιγμή της ύπαρξής της, τη χωρίζει μόνο μια νίκη από τη «Μεγάλη Κούπα» (του Τσάμπιονς Λιγκ), την οποία στο παρελθόν δεν είχε, καν, πλησιάσει.
Η συλλογή τροπαίων του Γκουαρντιόλα μεγαλώνει με ρυθμούς πρωτοφανείς. Στα 50 του, μέσα σε μόλις 12 χρόνια καριέρας ως πρώτος προπονητής, μετράει 31 Κούπες. Μόνο δύο συνάδελφοί του έχουν κερδίσει περισσότερες, ο σερ Αλεξ Φέργκιουσον (49) και ο Μιρτσέα Λουτσέσκου (33), αλλά σε βάθος τεσσάρων δεκαετιών. Σε 12 σεζόν ο Πεπ έχει πανηγυρίσει εννέα πρωταθλήματα: τρία με την Μπαρτσελόνα (2008–2009, 2009–2010, 2010–2011), τρία με την Μπάγερν (2013–2014, 2014–2015, 2015–2016) και τρία με τη Μάντσεστερ Σίτι (2017-2018, 2018-2019, 2020-2021). Δύο φορές τερμάτισε δεύτερος, και μια -την πρώτη του χρονιά στο Μάντσεστερ-, τρίτος.
Ο ίδιος χαρακτήρισε τον εφετινό άθλο ως τον δυσκολότερο από κάθε προηγούμενο (ακόμη και από τη σεζόν που η ομάδα του στέφτηκε πρωταθλήτρια με ένα βαθμό διαφορά από τη Λίβερπουλ) λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών που είχε διαμορφώσει η πανδημία: «Ηταν ένας τίτλος που δεν μοιάζει με κανέναν άλλον. Ηταν το πιο δύσκολο πρωτάθλημα. Θα θυμόμαστε πάντα αυτή τη σεζόν, για τον τρόπο με τον οποίο βρεθήκαμε στην κορυφή. Νιώθω πολύ περήφανος που είμαι ο προπονητής αυτής της ομάδας. Είναι όλοι οι παίκτες μου τόσο ξεχωριστοί… Παρά τους περιορισμούς και τις δυσκολίες που είχαμε να αντιμετωπίσουμε, δείξαμε συνέπεια – ήταν κάτι αξιοθαύμαστο».
Η τελική βαθμολογική διαφορά από τον ανταγωνισμό δεν λέει την αλήθεια. Στα μέσα του περασμένου Νοεμβρίου η Σίτι ήταν στην όγδοη θέση. Λίγο πριν από τα Χριστούγεννα είχε βρεθεί οκτώ βαθμούς πίσω από την (τότε) πρωτοπόρο Λίβερπουλ, και μπροστά της υπήρχαν άλλες τρεις ομάδες. Κι όμως, κατάφερε να «επιστρέψει». Για να γίνει μόλις η τρίτη ομάδα στα χρονικά της Πρέμιερ Λιγκ (και η πρώτη μετά το 2000) που υπερκάλυψε αυτή τη διαφορά και κέρδισε ένα πρωτάθλημα που έμοιαζε χαμένο.
«Πώς έγινε αυτό το… θαύμα;», ήταν η ερώτηση δημοσιογράφου του Sky Sports μετά την εμφατική νίκη (4-1) της Μάντσεστερ Σίτι επί της Λίβερπουλ στο «Ανφιλντ» πριν από μερικές εβδομάδες. «Το ποδόσφαιρο δεν είναι Α, Β και Γ. Αυτό που λειτούργησε την περασμένη σεζόν, δεν είναι βέβαιο πως θα δουλέψει και σε αυτή. Κι αυτό που δεν δούλεψε πέρυσι, ίσως δουλέψει εφέτος», είχε απαντήσει ο Γκουαρντιόλα. Αυτός ο απίθανος εφευρέτης, λοιπόν, κατάφερε, για άλλη μια φορά, να βρει τη λύση. Να δημιουργήσει, ξανά, μια υπέροχη ομάδα. Ισως, λιγότερο θεαματική από προηγούμενες εκδοχές της Σίτι -ιδίως από εκείνη του 2019-, αλλά το ίδιο αποτελεσματική. Με νέο σύστημα, καινούργιους πρωταγωνιστές, μικρότερη κατοχή μπάλας, πιο σκληρή και πιο κυνική, ώστε να ξοδεύει λιγότερη ενέργεια έπειτα από την ελλιπή προετοιμασία του περασμένου καλοκαιριού (λόγω Covid).
Πολλοί από τους σύγχρονους τεχνικούς, ή και παλαιότερους, έχουν δεχθεί κριτική επειδή οι ομάδες τους είναι αποτελεσματικές, αλλά δεν παίζουν ωραίο ποδόσφαιρο. Κάποιοι άλλοι, για το αντίστροφο. Αυτό που συμβαίνει με τον Γκουαρντιόλα είναι απίθανο: οι δικές του ομάδες σαρώνουν τους τίτλους, προσφέροντας, ταυτοχρόνως, το καλύτερο θέαμα που μπορεί να δει κανείς στα γήπεδα, όμως μερικοί τον κατηγορούν γιατί… δεν κερδίζει τα πάντα! Το Τσάμπιονς Λιγκ, δηλαδή. Αραγε, αν στις 29 Μαΐου προσθέσει το όνομά του στην κοντή λίστα των προπονητών που έχουν κερδίσει το μεγάλο τρόπαιο με δύο διαφορετικές ομάδες, τι άλλο θα βρουν τα του προσάψουν;
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News