Η είδηση οτι η ομάδα της Ουάσινγκτον στο αμερικανικό φούτμπολ (NFL) δεν θα έχει, στο εξής, μαζορέτες στους αγώνες της, για πρώτη φορά από την ίδρυσή της (1962), χαρακτηρίστηκε από τα media των ΗΠΑ ως «επαναστατική» αλλαγή. Τη θέση των κοριτσιών θα πάρει ένα μεικτό χορευτικό συγκρότημα, που θα διευθύνει η χορογράφος Πέτρα Πόουπ. Μόνο που αυτήν την καινοτομία, η οποία διακόπτει μια παράδοση 59 ετών, δεν τη γέννησε η προσπάθεια για αναβάθμιση της ψυχαγωγίας των θεατών, αλλά η ανάγκη του συλλόγου να ξεπλύνει ένα σκάνδαλο.
Το αποκάλυψε η Washington Post έπειτα από καταγγελίες 25 μαζορετών οτι το 2008 μαγνητοσκοπήθηκαν από την επιχείρηση κρυφά, γυμνές στα ντους και τα αποδυτήρια, για τη δημιουργία βίντεο που κατέληξαν στα χέρια ανώτερων στελεχών της ομάδας, η οποία τότε ήταν γνωστή ως Ουάσινγκτον Ρέντσκινς. Κάποιες από τις κοπέλες μίλησαν και για σεξουαλικές παρενοχλήσεις από πρώην υπαλλήλους του συλλόγου.
Κάποτε στην Κόστα Ρίκα…
Τον Μάιο του 2018 οι New York Times είχαν κι άλλα… άπλυτα των Ουάσινγκτον Ρέντσκινς να βγάλουν στη φόρα. Το δημοσίευμά τους περιέγραφε τις περιπέτειες που έζησαν οι μαζορέτες τους στη διάρκεια ενός ταξιδιού στην Κόστα Ρίκα, το 2013, για τη φωτογράφιση του ημερολογίου τους. Τις υποχρέωσαν να ποζάρουν τόπλες, ή με bodypainting, μπροστά σε όλους τους άνδρες χορηγούς και τους κατόχους εισιτηρίων VIP της ομάδας.
Κι ένα βράδυ ο πρόεδρος «ενημέρωσε» εννέα από τις 36 μαζορέτες οτι ορισμένοι από τους χορηγούς ζήτησαν να τους συνοδεύσουν σε κλαμπ. Οταν έφθασαν εκεί, δεν υπήρχαν άλλοι πελάτες. Μόνον οι χορηγοί και στελέχη του συλλόγου. Οι κοπέλες ανέχτηκαν τα αγγίγματα των μεθυσμένων ανδρών και τα σεξιστικά τους σχόλια. Αλλά, ευτυχώς, επέστρεψαν στο ξενοδοχείο τους χωρίς να συμβούν τα χειρότερα.
Δύο από αυτές κατέθεσαν κατέθεσαν αγωγές για απλήρωτες υπερωρίες και εργασιακή εκμετάλλευση. Δεν ήταν οι πρώτες. Είχαν προηγηθεί, η Λέισι Φιλντς, άλλοτε μαζορέτα των (πρώην) Οκλαντ Ρέιντερς, και η Μαρία Πινζόνε των Μπάφαλο Μπιλς. Στις δίκες που ακολούθησαν, ακούστηκαν φοβερά πράγματα για τις συνθήκες εργασίας των κοριτσιών. Η Φιλντς, για παράδειγμα, έκανε πολύωρες προπονήσεις τρεις φορές την εβδομάδα, ακολουθούσε την ομάδα στα παιχνίδια της, συμμετείχε σε φωτογραφίσεις και παρευρισκόταν σε διάφορα events. Το σύνολο της αμοιβής της στο τέλος της σεζόν, για εννέα μήνες απασχόλησης, ήταν, μόλις, 1.250 δολάρια. Το κόστος της στολής της βάρυνε την ίδια.
Καταπίεση για λόγους… κοινωνικούς
Το cheerleading (από τις λέξεις cheer, που σημαίνει χαρά και εμψύχωση, και leading, που σημαίνει ηγεσία) θεωρείται εύκολη και part-time δουλειά. Αλλά δεν είναι, ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Οι ομάδες απαιτούν από τις κοπέλες να διαθέτουν εμφάνιση μοντέλου και φυσική κατάσταση αθλήτριας. Εάν πάρουν δύο ή παραπάνω κιλά, πληρώνουν πρόστιμο (παρακρατείται από τον μισθό τους). Το ίδιο κι αν καθυστερήσουν λίγα λεπτά στις προπονήσεις, τους αγώνες, ή τις εκδηλώσεις. Και αμείβονται με επτά δολάρια την ώρα, κατά μέσον όρο.
Οι cheerleaders δεν είναι αυτό που δείχνουν: τα χαρούμενα -έως σαχλά- κοριτσόπουλα με το έντονο μακιγιάζ, τα φουσκωμένα μαλλιά, τις κοντές φούστες, τα πομ-πομ και τις κορδέλες, που χορεύουν υπό τους ήχους των τελευταίων χιτ, και «όλα καλά». Πίσω από το πλατύ χαμόγελο που βλέπουμε -μονίμως- ζωγραφισμένο στο πρόσωπό τους κρύβονται, η υποαμειβόμενη (και επίπονη) εργασία, η υποτίμηση της γυναίκας και, συχνά, η σεξουαλική παρενόχληση.
Γιατί τα ανέχονται όλα αυτά; Επειδή είναι ένας ρόλος που τον έχει υπαγορεύσει η αμερικανική κουλτούρα. Ολες οι καθωσπρέπει κυρίες που σπούδασαν, μαζί με το πτυχίο τους, οφείλουν να έχουν στο κουτί με τα ενθύμια της νιότης τους, φωτογραφίες τους ως μαζορέτες: την πιστοποίηση ότι ήταν υγιείς, όμορφες, κοινωνικές και αγαπητές στον περίγυρό τους. Τα κορίτσια έχουν μάθει να δέχονται ως μόνη ανταμοιβή το χειροκρότημα των θεατών και την περηφάνια των γονιών τους.
Ανδρική υπόθεση!
Η… πλάκα είναι ότι οι πρώτοι cheerleaders, προς τα τέλη του 19ου αιώνα, ήταν άνδρες. Φοιτητές που υποστήριξαν τις ομάδες τους με τραγούδια και συνθήματα. Ο δρόμος για τη συμμετοχή των γυναικών άνοιξε όταν οι περισσότεροι άνδρες έφυγαν για να πολεμήσουν στον Β’ Παγκόσμιο. Την ίδια εποχή που τα πανεπιστήμια άρχιζαν να γίνονται μεικτά, για αγόρια και κορίτσια. Πλέον, το cheerleading συμβόλιζε τις γυναίκες που στηρίζουν τους άντρες τους. Οχι μόνο στις αθλητικές τους αναμετρήσεις, αλλά και στη ζωή.
Από τη δεκαετία των ’70s κι έπειτα, όταν το κίνημα για ισότητα θέριεψε στις ΗΠΑ, οι Αμερικανίδες αναθεώρησαν τον ρόλο τους. Δεν ήθελαν, πλέον, να είναι κομπάρσοι στους αγώνες των ανδρών. Δημιούργησαν ομάδες και διαγωνισμούς για μαζορέτες, ύστερα ολόκληρο πρωτάθλημα, και το cheerleading απέκτησε (και) διαγωνιστική διάσταση. Εγινε ακόμη πιο απαιτητικό. Οι χορεύτριες έγιναν αθλήτριες, περισσότερο, και οι χορογραφίες πολύ πιο δύσκολες, πολύ πιο επικίνδυνες. Σύμφωνα με έρευνα του 2009, το cheerleading ευθύνεται για το 65% των σοβαρών τραυματισμών γυναικών που αθλούνται στις ΗΠΑ. Το ντοκιμαντέρ «A Woman’s Work: The NFL’s Cheerleader Problem», του 2019, αποτυπώνει τον σκληρό κόσμο του επαγγελματικού cheerleading, βασισμένο στις καταγγελίες της Φιλντς και της Πινζόνε, αλλά και δεκάδων άλλων μαζορετών στο #Metoo που ακολούθησε.
Στη ΔΟΕ και στα σχολεία
Στις ΗΠΑ και τη Βρετανία επικρατεί μεγάλος προβληματισμός γύρω από τον θεσμό, όμως το cheerleading, ως άθλημα, «χτυπά την πόρτα» των Ολυμπιακών Αγώνων. Με πάνω από πέντε εκατομμύρια καταγεγραμμένες αθλήτριες παγκοσμίως, ήταν αδύνατο να μην προσελκύσει το ενδιαφέρον της ΔΟΕ.
Τα τελευταία χρόνια καταγράφει εντυπωσιακή ανοδική πορεία και στην Ελλάδα. Γι’ αυτό, τον περασμένο Αύγουστο το υπουργείο Παιδείας χορήγησε άδεια σε εκπροσώπους της Ελληνικής Ομοσπονδίας Τσιρλίντινγκ – Αθλητικού Ομαδικού Χορού να το γνωρίσουν στους μαθητές όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News