Στην είσοδο δεν υπάρχει πινακίδα. Πάνω από την πόρτα μια κάμερα παρακολουθεί διακριτικά αυτούς που θέλουν να μπουν. Τα τζιν δεν επιτρέπονται όπως και τα κάθε είδους παντελόνια για τις γυναίκες. Κυρίες και κύριοι, καλώς ήλθατε στο «Les Chandelles» («Τα Κεριά»), το πιο διάσημο κλαμπ ανταλλαγής ερωτικών συντρόφων στο Παρίσι (swingers club ή club échangiste).
Μια σκάλα ντυμένη με βελουτέ μοκέτα οδηγεί σε έναν υπόγειο λαβύρινθο, κατακόκκινο και αμυδρά φωτισμένο, με μπαρ και εσοχές ντυμένες επίσης με βελούδο, όπου μια μελαχρινή Γαλλίδα με ψηλοτάκουνες γόβες, ελέγχει τα πάντα από το «μπουντουάρ» της, γράφει στους The Times ο Μάθιου Κάμπελ.
Εδώ και χρόνια, η 53χρονη Βαλερί Ερβό, γνωστή και ως «Μαντάμ Βαλερί» κρατούσε το στόμα της κλειστό για όσα συμβαίνανε στον «κομψό ναό του πορνό», όπως είχε περιγράψει την επιχείρησή της κάποιος κριτικός. Αλλά για να βρει κάτι να κάνει κατά τη διάρκεια της πανδημίας, έγραψε ένα βιβλίο για το κλαμπ, που άνοιξε πριν από τρεις δεκαετίες στην καρδιά της γαλλικής πρωτεύουσας.
«Είναι ένα σύμπαν απολαύσεων», γράφει η Ερβό στα απομνημονεύματά της με τίτλο «Les Dessous des Chandelles», που κυκλοφόρησαν πρόσφατα από τις εκδόσεις Le Cherche Midi, «Το σεξ είναι απλά το κερασάκι στην τούρτα… η ατμόσφαιρα αρκεί για να μεθύσεις», λέει.
Οι τακτικοί πελάτες της, πλούσιοι και διάσημοι Παριζιάνοι (και όχι μόνο), πολιτικοί, επιχειρηματίες και σταρ της σόου μπιζ, θα μαγευτούν διαβάζοντάς το, χωρίς αμφιβολία, όμως, θα νιώσουν επίσης τρόμο…
Ο Κάμπελ είχε επισκεφθεί το «Les Chandelles» το 2002 με μια φίλη του -για επαγγελματικούς σκοπούς, όπως διευκρινίζει-, με αφορμή ένα άρθρο που έγραφε για το παλιό στερεότυπο που θέλει τους Γάλλους να μην έχουν μεγαλύτερο στόχο από την αναζήτηση της ηδονής. Η γαλατική ηδονιστική παράδοση, του είχε πει ένας καθηγητής κοινωνιολογίας, ήταν υπεύθυνη για την εκτεταμένη αποχή στις εκλογές.
Η πρώτη του εντύπωση, θυμάται ο βρετανός δημοσιογράφος, ήταν ότι επρόκειτο για ένα συνηθισμένο night club με ζευγάρια που κάθονταν γύρω γύρω και κουβέντιαζαν. Ξαφνικά, όμως, είδε έναν άντρα να βγαίνει από έναν σκοτεινό διάδρομο βάζοντας το πουκάμισό του. Ο Κάμπελ πήγε προς τα εκεί και βρέθηκε μπροστά σε μια παράξενη εικόνα: μια γυμνή γυναίκα στέκονταν με γυρισμένη την πλάτη, με τα χέρια τεντωμένα και τους καρπούς της δεμένους σε δυο μπάρες. Ηταν περιτριγυρισμένη από άνδρες και γυναίκες που παρακολουθούσαν το θέαμα, κάποιοι γυμνοί. Και από το βάθος του διαδρόμου έφθαναν γρυλίσματα και αναστεναγμοί.
Επιστρέφοντας στο μπαρ, ο δημοσιογράφος των The Times συνάντησε τη 38χρονη Φρανσουάζ, που φορούσε μίνι φούστα και δαντελένιο τοπ. ηταν εκεί με τον σύζυγό της. «Δεν είναι σαν να απατάς τον άντρα σου, επειδή είναι και αυτός εκεί και κοιτάζει», του είπε, περιγράφοντας την εμπειρία που είχαν απολαύσει στο διπλανό δωμάτιο.
Τα κλαμπ ανταλλαγής ερωτικών συντρόφων έχουν μειωθεί έκτοτε, καθώς η βιομηχανία του σεξ έχει μετακινηθεί στο Διαδίκτυο και σε ιδιωτικές κατοικίες, αλλά το «Les Chandelles» άντεξε και έχει γίνει παρισινή ατραξιόν σχεδόν τόσο τουριστική όσο και το «Moulin Rouge». Μάλιστα στην τιμή των 310 ευρώ το ζευγάρι, συμπεριλαμβάνεται ένα δείπνο (με ορεκτικό, κυρίως πιάτο, γλυκό και ένα μπουκάλι σαμπάνια Deutz), η είσοδος στο κλαμπ και ένα ποτό ανά άτομο…
«Κατά τη διάρκεια αυτών των συμποσίων [στο εστιατόριο], απλώνεται μια ερωτική ένταση, απαλή και νόστιμη», γράφει η Ερβό. «Οι γλώσσες χαλαρώνουν σιγά-σιγά, η συζήτηση γίνεται πιο τολμηρή, οι ματιές πιο άμεσες, τα αγγίγματα λιγότερο αθώα». Στη συνέχεια η παρέα περνάει στα «οριζόντια σαλόνια», δωμάτια με στρώματα όπου παρέχονται απεριόριστα σοκολατάκια μέντας και προφυλακτικά.
Και ενώ οι πελάτες της φαίνεται ότι απολαμβάνουν το γδύσιμο μετά το δείπνο, στην Ερβό αρέσει η μεταμφίεση σε αναζήτηση του ερωτισμού και της «εορταστικής μαγείας»: μια από τις θεματικές βραδιές της, για παράδειγμα, ήταν αφιερωμένη στο ερωτικό μυστήριο του φιλμ «Μάτια ερμητικά κλειστά» (1999) με πρωταγωνιστές τον Τομ Κρουζ και τη Νικόλ Κίντμαν.
Η ιδιοκτήτρια του κλαμπ περιγράφει ακόμη πως, της άρεσε να τοποθετεί μακαρόν του Ladurée -ένα από τα καλύτερα παρισινά ζαχαροπλαστεία- πάνω σε γυμνά σώματα, παροτρύνοντας τους άλλους να πάρουν τις λιχουδιές. «Πουλάω μυστήριο», γράφει. «Το να ξέρεις ότι όλα επιτρέπονται, ακόμα και το να μην κάνεις τίποτα, είναι εξαιρετικά διεγερτικό. Η φαντασίωση είναι αρκετή για μερικούς, άλλοι αφήνονται, επιτρέπουν στον εαυτό τους να παρασυρθεί, παίρνοντας πρωτοβουλίες».
Η μαντάμ Βαλερί επιτηρεί με ζήλο την είσοδο, όπου οι πελάτες υποχρεώνονται να αφήσουν κλειδιά, παλτά και κινητά τηλέφωνα, μάλιστα, κάποτε απαγόρευσε στον Μικ Τζάγκερ να μπει επειδή φορούσε τζιν και αθλητικά παπούτσια: «Είναι ρούχα για να κόβεις ξύλα», γράφει. Η είσοδος επιτρέπεται μόνο σε ζευγάρια, μάλιστα πρέπει και να φύγουν μαζί.
Η Ερβό κάνει μόνο μια εξαίρεση για τις γυναίκες που θέλουν να μείνουν αν οι σύζυγοί τους πρέπει να επιστρέψουν στο σπίτι για να φύγει η μπέιμπι-σίτερ, υπερασπιζόμενη το δικαίωμα των γυναικών στη σεξουαλική περιπέτεια: «Το “Les Chandelles” είναι ένα μέρος όπου αποφασίζει η γυναίκα, η γυναίκα έχει τον έλεγχο. Δεν πρέπει να είναι τρόπαιο για έκθεση ή λεία που τη μοιράζεσαι, αλλά μια θεά που πρέπει να τιμάται, να λατρεύεται. Πρέπει να κυριαρχεί, επιβάλλοντας τις επιθυμίες και τις ιδιοτροπίες της», γράφει.
Η εχεμύθεια είναι δεδομένη. Η Ερβό μπορεί να αναφέρεται σε πιπεράτες συνήθειες των θαμώνων του κλαμπ, αλλά δεν κατονομάζει τους πολιτικούς, που είναι γνωστό ότι τους αρέσει να χαλαρώνουν σε οίκους ανοχής. Επιμένει ωστόσο ότι, αντίθετα από τα δημοσιεύματα του Τύπου της εποχής, ο Ντομινίκ Στρος-Καν είχε επισκεφθεί το κλαμπ «το πολύ μία φορά», πριν αναγκαστεί να εγκαταλείψει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο μετά τις καταγγελίες μιας καμαριέρας του ξενοδοχείου «Sofitel» στη Νέα Υόρκη, το 2011. Και με την ευκαιρία ξεκαθαρίζει ότι είναι άλλο πράγμα ο λιμπερτίνος (ελευθεριακός) και άλλο ο εκείνος που παρενοχλεί ή κακοποιεί σεξουαλικά.
Ο υπουργός Εσωτερικών της Γαλλίας Ζεράλντ Νταρμανέν παραδέχτηκε ότι είχε επισκεφθεί το κλαμπ της Ερβό το 2009, πολύ πριν μπει στην κυβέρνηση. Η αποκάλυψη προέκυψε σε ανάκρισή του από την αστυνομία κατά τη διάρκεια έρευνας για φερόμενη σεξουαλική επίθεση στην Σοφί Σπατς, πρώην πόρνη.
«Εχει κάτι πολύ παιδικό», λέει για το «Les Chandelles» ο Αλέν Ερίλ, ψυχαναλυτής και φίλος της Βαλερί Ερβό, που περνάει τακτικά για ένα ποτό. «Είναι σαν θέατρο», όπου η μαντάμ Βαλερί σκηνοθετεί φάρσες α λα Ζορζ Φεϊντό, γράφει η Κριστέν Μπριγκοντό στην εφημερίδα Le Parisien: ένα βράδυ έπρεπε να φυγαδεύσει έναν άντρα με την ερωμένη του από την έξοδο κινδύνου, όταν η σύζυγός του, που είχε προσποιηθεί την άρρωστη, εμφανίστηκε ξαφνικά κρεμασμένη στο μπράτσο ενός εραστή της.
Για κάποιους, τα πάρτι στο «Les Chandelles» είναι οικογενειακή υπόθεση: ένα ζευγάρι τής αποκάλυψε κάποτε ότι αφήνουν ένα σημείωμα κάθε εβδομάδα στο ψυγείο τους, αναφέροντας ποιες ημέρες θα πάνε στο κλαμπ, για να μην πέσουν πάνω στην, εξίσου λιμπερτίνα, κόρη τους.
Αναγκασμένη να κλείσει στο πρώτο κύμα της πανδημίας, η μαντάμ Βαλερί άνοιξε και πάλι το «Les Chandelles» το περασμένο καλοκαίρι. Αλλά διαπίστωσε ότι η χειρουργική μάσκα δεν έχει τίποτα το μυστηριώδες, πόσο μάλλον σέξι. Αποφάσισε, λοιπόν, να κατεβάσει και πάλι τα ρολά με την ελπίδα ότι θα έρθουν σύντομα καλύτερες νύχτες.
Κόρη αγροτών από τη Βρετάνη, η μεγαλύτερη από τα τέσσερα παιδιά της οικογένειας, θλιμμένη μαθήτρια με δύσκολη εφηβεία, που περνούσε από τη βουλιμία στην ανορεξία, η Βαλερί Ερβό βρέθηκε στα 20 χρόνια της σε ψυχιατρική κλινική, μπουκωμένη με αντικαταθλιπτικά. Της χρειάστηκαν πολλά χρόνια ψυχοθεραπείας για να συνενώσει τα κομμάτια της προσωπικότητάς της και να φτάσει (πριν από δέκα χρόνια) στην ανάμνηση της αιμομιξίας, που γράφει ότι υπέστη όταν ήταν παιδί, θύμα ενός παππού, που κανείς δεν τον ενόχλησε ποτέ. Ούτε οι αρχές ούτε η οικογένειά του.
Διαζευγμένη – αλλά ετοιμάζεται να ξαναπαντρευτεί τον Ιούλιο- η Ερβό ζει προς το παρόν μια ήσυχη ζωή μακριά από το Παρίσι, στην εξοχή της Σολόν στην κοιλάδα του Λίγηρα, δηλώνει «ψυχο-οργανική αναλύτρια» και προσφέρει θεραπεία σε ζευγάρια και ενήλικες..
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News