Το ημερολόγιο έδειχνε 17 Σεπτεμβρίου 2020 όταν το ιδιωτικό τζετ του Λουίς Σουάρες προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο της Περούτζια. Ούτε ο ίδιος ο ουρουγουανός «στράικερ» δεν περίμενε τέτοια υποδοχή. Ενας στρατός από τοπικούς αξιωματούχους, τηλεοπτικά συνεργεία, φωτορεπόρτερ και φιλάθλους, τον συνόδευσαν στη διαδρομή μέχρι το Πανεπιστήμιο για Αλλοδαπούς στο κέντρο της πόλης. Το ίδιο το πανεπιστήμιο εξέδωσε ανακοίνωση, για να τον ευχαριστήσει που το λάμπρυνε με την παρουσία του.
Τι γύρευε εκεί; Στην ουσία, μια θέση στο ρόστερ της Γιουβέντους για τη σεζόν 2020-2021. Η «Γηραιά Κυρία» του είχε προσφέρει ένα γενναιόδωρο συμβόλαιο, ωστόσο δεν μπορούσε να τον αποκτήσει ως ξένο – είχε, ήδη, συμπληρώσει τον αριθμό των εκτός Ευρωπαϊκής Ενωσης ποδοσφαιριστών που κάθε σύλογος της Serie A επιτρέπεται να διαθέτει. Καθώς η σύζυγός του, Σοφία Μπάλμπι, είναι Ιταλίδα, ο «Λουισίτο» μπορούσε να αποκτήσει ιταλικό διαβατήριο. Προϋπόθεση, όμως, ήταν να γνωρίζει, στοιχειωδώς, τη γλώσσα. Στην Περούτζια πήγε για να πιστοποιήσει τις γνώσεις του στα Ιταλικά.
Το τεστ διήρκεσε λίγα λεπτά, και ο Σουάρες βγήκε από την αίθουσα χαμογελαστός. Το είχε περάσει με επιτυχία. Αλλά, μερικές μέρες αργότερα, η Εισαγγελία της Περούτζια ανακοίνωσε πως θα διερευνούσε την υπόθεση, καθώς υπήρχαν υπόνοιες για σοβαρές παρατυπίες στην εξέταση. Η έρευνα αποκάλυψε μέγα σκάνδαλο. Οι ερωτήσεις (και οι απαντήσεις) είχαν δοθεί στον ποδοσφαιριστή εκ των προτέρων. Η ίδια η καθηγήτρια που τον εξέτασε και τον βαθμολόγησε είχε παραδεχτεί σε συνάδελφό της οτι ο Ουρουγουανός δεν ήταν σε θέση να σχηματίσει ούτε μια πρόταση στα Ιταλικά.
Η Γιουβέντους «έκανε πίσω», φοβούμενη μήπως θεωρηθεί ως υπεύθυνη για την εξέταση – παρωδία, ενώ ο Σουάρες, που είχε, ήδη, περάσει από τις απαραίτητες ιατρικές εξετάσεις, ζούσε έναν εφιάλτη. Ανεπιθύμητος στη Βαρκελώνη, ντροπιασμένος που «έκλεψε» στο τεστ (αν και ποτέ δεν κατηγορήθηκε επισήμως από τις ιταλικές Αρχές), και «μετέωρος», χωρίς ομάδα, λίγους μήνες πριν κλείσει τα 34. Ηθελε πολύ, αυτή τη μεταγραφή στη Γιουβέντους. Σε έναν μεγάλο ευρωπαϊκό σύλλογο. Διότι, όπως παρατηρούν οι New York Times, πίστευε πως μόνον έτσι θα ξεπερνούσε την ταπείνωση που είχε υποστεί από την Μπαρτσελόνα.
Εκανε ανέμελος τις διακοπές του όταν, στις 24 Αυγούστου, δέχτηκε ένα τηλεφώνημα από τον Ρόναλντ Κούμαν. Ο Ολλανδός προπονητής δεν προσπάθησε, καν, να του το κάνει λίγο πιο ανώδυνο. Του είπε οτι δεν τον υπολόγιζε για τη νέα σεζόν, και πως θα έπρεπε να βρει άλλο σύλλογο για να συνεχίσει την καριέρα του. Ο πρόεδρος Μπαρτομέου δεν είχε τη στοιχειώδη ευγένεια να ενημερώσει ο ίδιος τον ποδοσφαιριστή, που υπηρέτησε την Μπαρτσελόνα επί έξι χρόνια, κατέκτησε μαζί της 13 τρόπαια, και έγινε ο τρίτος σκόρερ στην ιστορία της, γεγονός που προκάλεσε αλγεινή εντύπωση στους οπαδούς, αλλά και στους παίκτες του club. Ιδίως στον Λιονέλ Μέσι, που διατηρούσε οικογενειακές σχέσεις με τον Ουρουγουανό.
Ο Σουάρες επέστρεψε στη Βαρκελώνη, πέρασε από εργομετρικά τεστ, συμμετείχε στις προπονήσεις, σχεδόν παρακάλεσε να τον κρατήσουν στην ομάδα, δηλώνοντας μάλιστα οτι δεν είχε την απαίτηση να παίζει ως βασικός, όμως κανείς δεν ήταν πρόθυμος να τον ακούσει. Οπως τόνισε την περασμένη εβδομάδα στην El País ο παλιός του συμπαίκτης στην εθνική Ουρουγουάης, Σεμπαστιάν Αμπρέου, για όλα τα δεινά της Μπαρτσελόνα τον τελευταίο καιρό κατηγορούσαν εκείνον (τον Σουάρες) και τον Μέσι. Το είχε καταλάβει και ο ίδιος, όμως δεν μπορούσε να καταλάβει το γιατί. Το μόνο του «έγκλημα» ήταν πως είχε ένα ακριβό συμβόλαιο -της τάξης των 15 εκατ. ευρώ ετησίως- που έληγε το καλοκαίρι του 2021.
Με δάκρυα στα μάτια αποχαιρέτησε τους συμπαίκτες του στην προπόνηση της 23ης Σεπτεμβρίου, αφήνοντας πίσω του 198 γκολ και 113 ασίστ σε 283 ματς. Οπως εξομολογήθηκε τη Δευτέρα στο France Football, «αυτό που πραγματικά με ενόχλησε ήταν οτι μου είπαν πως είμαι πολύ μεγάλος, πια, για να παίζω στο υψηλότερο επίπεδο. Κι όμως, πετύχαινα πάνω από 20 γκολ κάθε σεζόν, και πάντα είχα τα καλύτερα νούμερα πίσω από τον Μέσι. Αξιζα τον σεβασμό. Και για τη δική μου υπερηφάνεια, ήθελα να τους δείξω οτι δεν ξόφλησα».
Μερικούς μήνες μετά, το έχουν καταλάβει καλά κι εκείνοι που τον έδιωξαν. Στο πρώτο του, κιόλας, παιχνίδι με τη φανέλα της Ατλέτικο Μαδρίτης, στο «Μετροπολιτάνο», πέτυχε δύο γκολ σε 20 λεπτά συμμετοχής. Εχει να επιδείξει την καλύτερη αρχή παίκτη στην Πριμέρα Ντιβιζιόν μετά το 2010, που ο Κριστιάνο Ρονάλντο είχε σκοράρει 13 φορές με τη Ρεάλ Μαδρίτης. Στις 20 πρώτες αγωνιστικές μετρούσε, ήδη, 16 γκολ. Μοιράζεται με τον Μέσι την κορυφή του πίνακα των σκόρερ, και η ομάδα του προηγείται στη βαθμολογία. Φιλοδοξεί να κατακτήσει, εφέτος, τον πρώτο της τίτλο μετά το 2014, και δεύτερο στον 21ο αιώνα.
Ο γερο-Σουάρες «βιώνει μια από τις πιο παραγωγικές περιόδους της καριέρας του», όπως υπογράμμισε ο πρόεδρος της ισπανικής ομάδας, Ενρίκε Θερέθο, λίγο πριν από τον αγώνα κόντρα στην Τσέλσι για το Τσάμπιονς Λιγκ, και ο λόγος είναι ότι στη Μαδρίτη απολαμβάνει αυτό που στη Βαρκελώνη είχε στερηθεί τον τελευταίο καιρό: τον σεβασμό. Οπως γράφουν οι New York Times, ο Ντιέγκο Σιμεόνε δεν δίστασε να αλλάξει τον αγαπημένο του τρόπο παιχνιδιού -των αντεπιθέσεων- προκειμένου ο Σουάρες να τροφοδοτείται πιο συχνά και με τρόπο που διευκολύνει το φονικό του ένστικτο στο σκοράρισμα.
Κι εκείνος, ανταποδίδει αυτόν τον σεβασμό στην ομάδα. Τον περασμένο Ιανουάριο ο προπονητής του είχε εκφράσει την απορία, πώς ένας τέτοιος «γκολτζής» δεν σκοράρει συχνά από στατικές φάσεις. Λίγες μέρες αργότερα τον βρήκε να εξασκείται (εκτός προπόνησης) στις εκτελέσεις φάουλ, μαζί με δύο συμπαίκτες του: τον Τόμας Λεμάρ και τον Ζοάο Φέλιξ. Και στον επόμενο αγώνα, στην έδρα της Κάντιθ, ο Σουάρες πέτυχε γκολ (και) με αυτόν τον τρόπο. Μόνον Ιταλικά του είναι αδύνατο να μάθει…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News