Εφτανε μία του ενέργεια, μία έμπνευση, για να αλλάξει τη ροή του αγώνα. Αυτό το είδος ποδοσφαιριστή (που, πλέον, σπανίζει) ήταν -και είναι- ο Μάρκο Λιβάγια. Λίγο αργός, αλλά αρτίστας της μπάλας. Τεμπελάκος, όμως τη δουλειά την έκανε καλύτερα από τον καθέναν. Ο κλασικός Βαλκάνιος -Κροάτης γαρ- «παιχταράς», που στα κέφια του μπορεί να κερδίσει ένα παιχνίδι μόνος του, και στα νεύρα του να… ανατινάξει την ομάδα του.
Με τα καλά του και τ’ άσχημά του ο Λιβάγια λατρεύτηκε, όσο λίγοι, από τους οπαδούς της ΑΕΚ. Εννέα στα δέκα ΑΕΚόπουλα, τη δική του φανέλα -με το «10»- φορούσαν. Μετά τον Ντέμη Νικολαΐδη (1996-2003) και τον Νάτσο Σκόκο (2008-2011), η δική του αφίσα στόλιζε τα παιδικά τους δωμάτια. Τον αγάπησαν και οι προπονητές του στην ΑΕΚ, όσο κι αν τους έκανε τη ζωή δύσκολη με την άρνησή του να πειθαρχήσει σε ρόλους, τακτικές και συστήματα. Αργά ή γρήγορα, όλοι τους έπαψαν να προσπαθούν να τον βάλουν σε «καλούπια» και άφησαν το ταλέντο του να περιφέρεται ελεύθερο στο χορτάρι.
Αλλά και η διοίκηση του συλλόγου άνοιξε για ‘κείνον το πορτοφόλι της, όσο δεν το είχε κάνει για κανέναν άλλον παίκτη. Το καλοκαίρι του 2018, όταν έληξε ο δανεισμός του από τη Λας Πάλμας, δαπάνησε 1.800.000 ευρώ για να τον αποκτήσει με κανονική μεταγραφή (έως το 2021), προσφέροντάς του το μεγαλύτερο συμβόλαιο στην ομάδα.
Ο «αυτοκαταστροφικός» Μάρκο, ο οποίος στο παρελθόν δεν είχε στεριώσει πουθενά, βρήκε την «Ιθάκη» του. Ισως, επειδή εδώ ένιωσε -και ήταν- «το κέντρο του Κόσμου». Στην Ιντερ, τη Λουγκάνο, την Τσεζένα, την Αταλάντα, τη Ρούμπιν Καζάν, την Εμπολι και τη Λας Πάλμας, τσακώθηκε από την πρώτη, κιόλας, σεζόν. Στην ΑΕΚ συμπλήρωσε τριάμισι χρόνια γεμάτα υπέροχες ποδοσφαιρικές παραστάσεις, υποχρεώνοντας τους συμπατριώτες του να τον καλέσουν στην εθνική ομάδα της Κροατίας (που λίγους μήνες νωρίτερα είχε φτάσει μέχρι τον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου). Στην πορεία της ΑΕΚ προς τον τίτλο που είχε στερηθεί επί 24 ολόκληρα χρόνια, υπήρξε ένας από τους πρωταγωνιστές. Δικά του γκολ και δικές του ασίστ έκριναν νίκες καθοριστικές. Λιβάγια και Αραούχο συνέθεσαν ένα από τα πιο ετυπωσιακά «δίδυμα» στα χρονικά του ελληνικού ποδοσφαίρου. Αλλά κάπου εκεί, όταν οι πανηγυρισμοί για την Κούπα κόπασαν, άρχισαν τα λάθη.
Στον αγώνα της ΑΕΚ με τη Βίντι ο οξύθυμος Κροάτης είδε μπροστά του τον (Σέρβο) Ντάνκο Λάζοβιτς και… θόλωσε. Η «κοκορομαχία» των δύο παικτών κατέληξε στην αποβολή του Λιβάγια και στη σκληρή τιμωρία του από την UEFA: έχασε, ουσιαστικά, όλους τους αγώνες των ομίλων του Τσάμπιονς Λιγκ 2018-2019. Το όνειρό του, να παίξει στην κορυφαία διοργάνωση, έμεινε όνειρο. Αυτή η ανοησία του, όμως, είχε κι άλλες, μακροπρόθεσμες συνέπειες.
Η πρώτη ήταν, οτι η ΑΕΚ στερήθηκε τη δυνατότητα να επιδείξει τα προσόντα του καλύτερου παίκτη της (που τότε ήταν μόλις 25 ετών) σε όλη την Ευρώπη. Με δυο τρία καλά παιχνίδια ο Λιβάγια, πιθανότατα, θα είχε πουληθεί σε ποσό πολλαπλάσιο από εκείνο που είχε κοστίσει στην ΑΕΚ. Η δεύτερη, οτι η Ενωση «τρόμαξε» από την επιπολαιότητά του, και γι’ αυτό δίστασε να επενδύσει το μέλλον της πάνω του. Το λογικό θα ήταν, να «χτίσει» την ομάδα της γύρω του. Αλλά πώς να εμπιστευθεί έναν χαρακτήρα τόσο ασταθή και ιδιόρρυθμο;
Ετσι, ποτέ δεν κατάφερε να αξιοποιήσει σωστά έναν από τους πιο «ποιοτικούς» ποδοσφαιριστές που πέρασαν από την Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Οι προπονητές άλλαζαν διαρκώς (Ουζουνίδης, Χιμένεθ, Καρντόσο, Κωστένογλου, Καρέρα και ξανά Χιμένεθ), κι όλοι τους προσπαθούσαν, απλώς, να «χωρέσουν» στην ενδεκάδα το ταλέντο του Κροάτη. Για να παίζει και ο Μάνταλος, που αγωνίζεται στην ίδια θέση, ο Λιβάγια κατάντησε ένας γυρολόγος της μεσοεπιθετικής γραμμής, συχνά του ζητήθηκε να υποστηρίξει ρόλους που δεν του ταίριαζαν (ή δεν του άρεσαν) και -κάπου- «ξενέρωσε». Ιδίως εφέτος δεν ήταν λίγα τα παιχνίδια στα οποία εμφανίστηκε προκλητικά αδιάφορος. Και δεν φρόντισε, καν, να κρατήσει τα προσχήματα.
Τον Ιανουάριο του 2020 η ΑΕΚ είχε την ευκαιρία να τον παραχωρήσει στη ΣΠΑΛ, έναντι 4 εκατ. ευρώ, όμως απέρριψε την πρόταση του ιταλικού συλλόγου. Ηταν λάθος, όπως αποδείχτηκε. Τώρα τον έχασε χωρίς το παραμικρό αντάλλαγμα (πηγαίνει ως ελεύθερος στη Χάιντουκ Σπλιτ), γλιτώνοντας μόνο 500.000 ευρώ που όφειλε να του καταβάλει μέχρι τη λήξη της σεζόν.
Αποχωρεί έξι μήνες πριν κλείσει τα 28 του χρόνια, αφήνοντας πίσω του 42 γκολ, 29 ασίστ, αξέχαστες ενέργειες -απ’ αυτές που απολαμβάνουμε στα top πρωταθλήματα της Ευρώπης- και πολύ έντονες στιγμές, που αποτυπώθηκαν για πάντα στη μνήμη της εξέδρας. Οσο εύστοχη κι αν είναι η επιλογή του παίκτη που θα τον αντικαταστήσει, οι οπαδοί της ΑΕΚ θα νοσταλγήσουν τον Λιβάγια. Ιδίως όταν θα ‘ρθει η ώρα, να μπει η ομάδα στην «Αγιά Σοφιά».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News