Ο νέος επικεφαλής της ιταλικής κυβέρνησης, ο Μάριο Ντράγκι, εξασφάλισε το βράδυ της Τετάρτης την ψήφο εμπιστοσύνης της Γερουσίας, αφού παρουσίασε νωρίτερα σε αδρές γραμμές ένα πρόγραμμα «ανοικοδόμησης» της χώρας που πλήττεται από διπλή υγειονομική και οικονομική κρίση, δεσμευόμενος να «πολεμήσει την πανδημία με όλα τα μέσα». Ηταν μια αντήχηση του περίφημου «whatever it takes» που είχε πει κάποτε, ως επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, για τη σωτηρία του ευρώ. Τώρα θέλει να σώσει την Ιταλία, ένα σαφώς πιο δύσκολο εγχείρημα…
Ο Μάριο Ντράγκι έλαβε 262 ψήφους υπέρ έναντι 40 κατά και δύο αποχών στη Γερουσία, αποτέλεσμα μάλλον αναμενόμενο, με δεδομένο το εύρος της κοινοβουλευτικής στήριξης που έχει εξασφαλίσει. Η Βουλή θα ψηφίσει εντός της ημέρας (18 Φεβ.) και αναμένεται να προσφέρει επίσης την εμπιστοσύνη της στον πρώην πρόεδρο της ΕΚΤ, καθώς όλα τα κοινοβουλευτικά κόμματα, με μόνο μία εξαίρεση –την ακροδεξιά παράταξη Αδελφοί της Ιταλίας– τάσσονται υπέρ του.
«Όπως οι μεταπολεμικές κυβερνήσεις, έχουμε την ευθύνη να αρχίσουμε τη νέα ανοικοδόμηση», είπε ο πρωθυπουργός, που αναμένει να έχει από σήμερα πλήρη νομιμοποίηση. «Αυτή είναι τόσο η δική μας αποστολή, όσο και των Ιταλών: να αφήσουμε μια καλύτερη και δικαιότερη χώρα στα παιδιά και στα εγγόνια μας».
Ο 73χρονος Μάριο Ντράγκι, προσωπικότητα πολύ διακριτική, που πήγε σε ιησουιτικό σχολείο, διαδέχθηκε το Σάββατο τον Τζουζέπε Κόντε, που εξαναγκάστηκε να παραιτηθεί μετά τη θεαματική ανατίναξη της κυβέρνησής του, την ώρα που η Ιταλία πλησιάζει το βαρύ ορόσημο των 100.000 θανάτων εξαιτίας της COVID-19, ενώ κατέγραψε το 2020 μια από τις πιο βαθιές υφέσεις του ΑΕΠ στην ευρωζώνη (-8,9%).
«Το βασικό καθήκον, στο οποίο καλούμαστε όλοι (…) είναι να πολεμήσουμε την πανδημία (του νέου κορονοϊού) με όλα τα μέσα και να σώσουμε τις ζωές των συμπολιτών μας», είπε ο επονομαζόμενος «σούπερ Μάριο», ενώ λιγότεροι από 1,3 εκατ. από το σύνολο των 60 εκατ. κατοίκων της Ιταλίας έχουν λάβει τις δόσεις των εμβολίων τους.
«Αφού εξασφαλίσαμε επαρκείς ποσότητες εμβολίων, η κυριότερη πρόκληση για εμάς είναι να τα διανείμουμε με ταχύτητα και αποτελεσματικότητα».
Ο πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ τάχθηκε εξάλλου υπέρ της στενότερης «ολοκλήρωσης» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που θα οδηγήσει «σε κοινό δημόσιο προϋπολογισμό, ικανό να υποστηρίζει τα κράτη-μέλη σε περιόδους ύφεσης», διατρανώνοντας την «αμετάκλητη επιλογή του ευρώ» και τονίζοντας ότι «χωρίς την Ιταλία, δεν υπάρχει Ευρώπη».
Ο Μάριο Ντράγκι, που υποστηρίζεται από μια πολύ ετερόκλητη συμμαχία, φάσμα πολιτικών παρατάξεων από την Κεντροαριστερά μέχρι την Ακρα Δεξιά του Ματέο Σαλβίνι, είπε ακόμη πως έχει την πρόθεση να «ενισχύσει» τις «στρατηγικές» σχέσεις της Ρώμης με τη Γαλλία και με τη Γερμανία.
Η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης, που υπέστη απώλειες 444.000 θέσεων εργασίας το 2020, λογαριάζει σε μεγάλο βαθμό στο μάννα του ευρωπαϊκού σχεδίου για την ανάκαμψη, η εκταμίευση των κεφαλαίων του οποίου συνδέεται με την παρουσίαση στις Βρυξέλλες ως τον Απρίλιο πολύ λεπτομερειακού προγράμματος δαπανών – αποστολή που καλείται να φέρει σε πέρας η κυβέρνησή του.
«Πράσινος» Μάριο
«Θα έχουμε στη διάθεσή μας περίπου 210 δισεκατομμύρια ευρώ για περίοδο έξι ετών. Οι πόροι αυτοί θα πρέπει να δαπανηθούν για να βελτιωθεί η αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας μας», υπογράμμισε κατά τη διάρκεια της πολυαναμενόμενης σαραπεντάλεπτης ομιλίας του ο Μάριο Ντράγκι. Χαρακτήρισε προτεραιότητες την «ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές» και τον «αγώνα εναντίον της μόλυνσης της ατμόσφαιρας και των υδάτινων πόρων». Μάλιστα προανήγγειλε την ένταξη των εννοιών «περιβάλλον» και «αειφόρος ανάπτυξη» στο ιταλικό Σύνταγμα.
Επίσης, είπε ότι στόχος είναι η ανάπτυξη «σιδηροδρομικών συνδέσεων υψηλής ταχύτητας», η «παραγωγή και διανομή υδρογόνου», η «ψηφιοποίηση» και η δημιουργία υποδομών κινητής τηλεφωνίας και τηλεματικής πέμπτης γενιάς (5G).
Στόχοι της κυβέρνησης Ντράγκι είναι ακόμη ο εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης, η μείωση της γραφειοκρατίας και η βελτίωση της αποτελεσματικότητας του δικαστικού συστήματος, ο τρόπος λειτουργίας του οποίου χαρακτηρίζεται από τους βραδύτερους στην Ευρώπη.
Η κυβέρνησή του αντιμετωπίζει δυσεπίλυτες προκλήσεις, με ολόκληρους τομείς της οικονομίας να εξαρτώνται απόλυτα από την κρατική στήριξη για να επιβιώσουν. Ο νέος πρωθυπουργός προειδοποίησε ότι η Ρώμη δεν θα μπορέσει να υποστηρίξει «όλες τις επιχειρήσεις, ούτε όλες τις θέσεις εργασίας»: «Κάποιοι θα κληθούν να αλλάξουν, ακόμα και ριζοσπαστικά».
Το Μεταναστευτικό
Παρεμβαίνοντας εκ νέου κατά τη διάρκεια της συζήτησης στη Γερουσία, ο Μάριο Ντράγκι τάχθηκε υπέρ της ιδέας να γίνει υποχρεωτική η ανακατανομή των μεταναστών και των προσφύγων στα κράτη-μέλη της ΕΕ.
«Η Ιταλία, με την υποστήριξη ορισμένων χωρών της Μεσογείου, προτείνει ως μέτρο αλληλεγγύης (…) να δημιουργηθεί μηχανισμός υποχρεωτικής ανακατανομής των μεταναστών», ανέφερε.
Αντιμέτωπη με τις αφίξεις δεκάδων χιλιάδων προσφύγων και μεταναστών, η Ρώμη ζητάει χρόνια τώρα από τις Βρυξέλλες επαναδιαπραγμάτευση του Κανονισμού του Δουβλίνου, που ορίζει ότι την ευθύνη για την επεξεργασία αιτημάτων ασύλου έχουν οι χώρες άφιξης.
Αφότου του ανέθεσε την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Σέρτζο Ματαρέλα, ο Μάριο Ντράγκι σχημάτισε πλειοψηφία στην οποία συμμετέχουν παρατάξεις από το κεντροαριστερό Δημοκρατικό Κόμμα (PD) ως την ακροδεξιά Λέγκα του Ματέο Σαλβίνι, περνώντας από το Κίνημα Πέντε Αστέρων (M5S, «αντισυστημικό» ώσπου βρέθηκε στην εξουσία). Σχημάτισε κυβέρνηση με μέλη όλων των παρατάξεων και τεχνοκράτες.
«Σήμερα η ενότητα δεν είναι επιλογή, η ενότητα είναι καθήκον», είπε ο Μάριο Ντράγκι, το ντεμπούτο της κυβέρνησης του οποίου σημαδεύτηκε από μια ολόκληρη πολεμική γύρω από την απόφαση του υπουργού Υγείας Ρομπέρτο Σπεράντσα να ανακοινώσει μόλις το βράδυ της Κυριακής την απαγόρευση να επαναλειτουργήσουν τη Δευτέρα τα χιονοδρομικά κέντρα.
Τα πρώτα καβγαδάκια προοιωνίζονται έναν μάλλον κακοτράχαλο δρόμο για τον Μάριο Ντράγκι, προεξοφλεί η Τερέζα Κορατέλα, αναλύτρια του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων (European Council of Foreign Relations, ECFR): «Εχουμε μια κυβέρνηση πολύ ισχυρή από τη σκοπιά της επάρκειας των υπουργών, αλλά με μια πολιτική ισορροπία πολύ εύθραυστη, με πολιτικούς συνομιλητές που αλλάζουν γνώμη και δεν είναι και τόσο αξιόπιστοι», εξηγεί.
Σε κάθε περίπτωση, θα χρειαστεί να κινηθεί με ταχύτητα. Μπορεί να κυβερνήσει μόλις δύο χρόνια το μέγιστο· οι επόμενες εκλογές θα διεξαχθούν στις αρχές του 2023.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News