Αυτό το κείμενο, θα μπορούσε να ξεκινήσει όπως ξεκίνησε τη συγκλονιστική αφήγησή του ο ηθοποιός Δημήτρης Μοθωναίος. Με Σαίξπηρ και τη φράση του για το θέατρο, που «είναι πλασμένο από το υλικό των ονείρων».
Κλείνοντας με μια σπαρακτική κραυγή, για όλα τα θύματα που έχουν υποστεί και όσα ακόμη υφίστανται σωματική και σεξουαλική κακοποίηση: «Κανείς δεν επιτρέπεται να χαλάει το όνειρό μας και να το κάνει εφιάλτη».
Θα μπορούσε. Αν, ανάμεσα σε αυτές τις δύο φράσεις, ο Μοθωναίος δεν μας είχε καθίσει στα θρανία της ίδιας μας της ζωής, για να μας κάνει ένα συνταρακτικό μάθημα. Θέμα πρώτον: Τι εστί κακοποίηση. Και τι σημαίνει για τον Ανθρωπο.
Το Δημήτρη Μοθωναίο τον γνωρίζουν οι πολλοί κυρίως από την τηλεόραση, σε σειρές όπως η «Τελευταία παράσταση» και «Η ζωή εν Τάφω» και ως πανελίστα στο «Πρωινό» της Φαίης Σκορδά. Απέναντι στην οποία τόλμησε, με γενναιότητα και εντυπωσιακή συγκρότηση, και έκανε την εξομολόγησή του, από καρδιάς. Ως τα βουρκωμένα μάτια του, στο τέλος της.
Ομως, ο Μοθωναίος έχει γερή πορεία στο θέατρο. Από τον «Ηλίθιο» του Ντοστογιέφσκι, σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού, τον Οκτώβριο του 2007, στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου και την παράσταση του Δημήτρη Λιγνάδη «Βάτρα-Χ» το καλοκαίρι του 2008, έως, τη «Μεγάλη Χίμαιρα», βασισμένη στο μυθιστόρημα του Μ. Καραγάτση, το 2015 στο Θέατρο «Πορεία», σε σκηνοθεσία Δημήτρη Τάρλοου, και στο Εθνικό και πάλι, στον «Πέερ Γκυντ» του Ιψεν, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Λιγνάδη, το 2017. Ενώ προτάθηκε και για «Βραβείο Δημήτρης Χορν».
«Προσπαθώ μετά μανίας να διαχειριστώ τον έρωτα ως μια διαδικασία ειρηνική. Δυστυχώς, οι προσλαμβάνουσες που έχω από την κοινωνία και το σπίτι μου δεν είναι έτσι», έλεγε πριν από καιρό στο «Mancode».
Μέχρι που βρήκε το θάρρος και ήρθε η στιγμή να μιλήσει για εκείνο, το τραυματικό, που εννοούσε πίσω από τις λέξεις. Εγινε ένα από τα πρόσωπα που συντελούν στη χιονοστιβάδα του ελληνικού #MeToo, κυρίως στο θέατρο. Ομως, το έκανε με τέτοιο τρόπο, ήσυχα και απολύτως επεξηγηματικά, που κατάφερε να μας βάλει σε κάθε ελληνικό σπίτι, που έχει στο παθητικό του την κακοποίηση, σωματική και σεξουαλική. Εκείνο για το οποίο κανείς δεν μιλάει, αλλά όλοι ξέρουν. Οπως οι συμπεριφορές, οι κακοποιήσεις, ακόμη κι οι βιασμοί ανηλίκων που βλέπουν, τώρα, το φως στο ελληνικό θέατρο.
Τα κινήματα κατά της βίας, ενδοοικογενειακής και μη, σε βάρος γυναικών, αλλά και παιδιών, πασχίζουν χρόνια να μας ευαισθητοποιήσουν. Καλώντας τα θύματα να μιλούν. Και όμως, 13.000 θύματα ενδοικογενειακής βίας έχουν καταγραφτεί στην Ελλάδα, μόνον την τελευταία τετραετία. Είναι μόνον εκείνα που έχουν δηλωθεί. Τα σιωπηλά και αδήλωτα είναι πολλαπλάσια.
Ετσι, ξεκίνησε και η ιστορία του Δημήτρη Μοθωναίου. Από έναν άνθρωπο του στενού οικογενειακού περιβάλλοντος, που άπλωσε χέρι σε έναν εξάχρονο. Και συνέχισε να το απλώνει, όσο εκείνος έσβηνε ακόμη και από τη μνήμη του κάθε εικόνα, κάθε βιαιότητα. Μια συνήθης καταφυγή των θυμάτων σωματικής και σεξουαλικής κακοποίησης, κατά την Ψυχιατρική.
Η στερεότυπη αντίδραση μεγάλου, ακόμη, μέρους της ελληνικής κοινωνίας στις αφηγήσεις των θυμάτων, τα οποία κάποτε, όποτε, βρίσκουν το θάρρος να μιλήσουν, παραμένει, όπως φάνηκε στην περίπτωση των θεατρικών κακοποιήσεων, σταθερή: «Γιατί τώρα;», «Ηθελε να κάνει καριέρα», «Τα ήθελε», «Γιατί δεν έφυγε;», «Γιατί δεν αντέδρασε;». Μέρες τώρα ανακυκλώνονται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αλλά και σε κάποια αποπροσανατολιστικά δημοσιεύματα.
Ο Δημήτρης Μοθωναίος κατάφερε να κάνει εκείνο, που ίσως δεν είχαν να καταφέρει όλοι οι άλλοι κακοποιημένοι, σιωπηλοί και φοβισμένοι αυτής της κοινωνίας. Απάντησε σε όλα τα στερεοτυπικά άλλοθι της κοινωνίας μας. Ακόμη και στα κατευθυνόμενα προς υπεράσπιση του φερόμενου ως θύτη, σε ακραίες περιπτώσεις κακοποίησης. Ακόμη και όσοι δεν είχαμε μπει στα παπούτσια των θυμάτων της όποιας κακοποίησης, αρχίσαμε να μπαίνουμε. Είδαμε στα μάτια του ηθοποιού το φόβο, την προσπάθεια ετών για να ξεπεράσει τόσα τραύματα, τόσες απαντήσεις που κι εκείνος βρήκε στην καθημερινή του μάχη: «Πρέπει να δουλεύω τετραπλά απ’ όλους τους άλλους για να είμαι ήρεμος».
Κόντρα στα στερεότυπα της διαλυμένης οικογένειας, που στεγάζει τη βία, ο ηθοποιός απάντησε και σε αυτό: η δική του οικογένεια ήταν δομημένη, αρχαιολόγος μητέρα, καθηγητής πατέρας. Είχε και αγάπη και φροντίδα. Και όμως, η βία κατοικούσε στην ίδια στέγη, είχε το πρόσωπο του πολύ κοντινού ανθρώπου και ήταν κατ’ εξακολούθηση. Για χρόνια πολλά. Η εξήγησή του για τη σιωπή έως τη συνειδητοποίηση, που ήρθε τελικά στα 26 του; «Είναι τόσο αδύναμη η ψυχή όταν δεν έχει εκπαιδευτεί να είναι ισχυρή».
Την ώρα που ο θύτης, τόσα χρόνια μετά, τον συνάντησε ξανά και επανήλθε στην ίδια βία, ο Δημήτρης Μοθωναίος ομολόγησε ό,τι ομολογούν όλα τα θύματα κακοποίησης. Σαν απάντηση στα «γιατί δεν έφυγε;», «γιατί δεν αντέδρασε;». «Η σκέψη μου ήταν: αυτό συμβαίνει, δεν μπορείς να κάνεις τίποτα». Το μούδιασμα απέναντι στην άφατη βία.
Την απάντηση για τη στάση των γονιών του, την έδωσε ύστερα από 11 χρόνια ψυχανάλυσης και καθημερινής προσπάθειας, «με σειρά ασκήσεων και αναπνοών, επαναλαμβάνοντας στον εαυτό μου ότι αξίζω και έχω δικαίωμα στην ευτυχία και την ομορφιά. Ακόμη και σήμερα, όσο και να το επαναλαμβάνω, δεν το πιστεύω. Κουβαλάω επάνω μου την ενοχή όλων των ανθρώπων, που δεν μου αντιστοιχεί», ήταν το σπαρακτικό του φινάλε.
Στα 26, προηγήθηκε της συνειδητοποίησης και της νέας συνάντησης με τον και πάλι κακοποιητικό θύτη, η αποκάλυψη στους γονιούς. «Για πάρα πολλά χρόνια φοβόμουν», είναι η πιο απλή και τόσο ανθρώπινη απάντησή του στα «γιατί τώρα;» μέρους της κοινωνίας.
Η σκηνή της αποκάλυψης στους γονείς θα μπορούσε να παραπέμπει σε μια συνταρακτική σκηνή από την ταινία «Η κόρη του στρατηγού», με τον Τζον Τραβόλτα: «Ποιο είναι το μεγαλύτερο κακό;», πέφτει, αμείλικτη, η ερώτηση. «Η προδοσία. Το κουκούλωμα». Σαν τα δεινά στην αρχαία τραγωδία.
«Οταν τους το είπα, δεν μπορούσαν να το διανοηθούν και αυτοί. Προσπαθούσαν να υποβαθμίσουν το γεγονός, ώστε να το καταστήσουν ως μη γενόμενο», είπε ο Μοθωναίος. Η σιωπή και η ηθελημένη τύφλωση, απέναντι στο δράμα του κακοποιούμενου. Αλλο σύμπτωμα της κοινωνίας. Κι άλλη απάντηση σε αυτή την συγκινητική, όσο και αποκαλυπτική, εξομολόγηση.
«Γιατί τώρα;», επιμένει μερίδα της κοινωνίας; Διότι «ένας άνθρωπος που το έχει περάσει αυτό, ακούγοντας την αφήγηση του άλλου αναγνωρίζει εκεί τον εαυτό του, ανακινείται το τραύμα και παίρνει κουράγιο να μιλήσει».
Δέκα ημέρες, από τότε που ξεκίνησε η χιονοστιβάδα του #MeToo, δεν μπορεί να κοιμηθεί, ομολόγησε. Διάβασε και τη συνέντευξη – καταγγελία του Νίκου Σ. Με θύτη, κακοποιητή σωματικό και σεξουαλικό, γνωστό θεατρικό σκηνοθέτη σε ισχυρή θέση, και τη διάβασε ξανά «για να βεβαιωθώ ότι κατάλαβα καλά. Δεν χωράει στο μυαλό μου το μέγεθος αυτής της κτηνωδίας». Εξ ου και η «αδελφική του σχέση» με όλα τα θύματα που βγήκαν να μιλήσουν και να καταγγείλουν.
Ο Δημήτρης Μοθωναίος το πλήρωσε όλο αυτό, «μέχρι πραγματικά να γίνει δουλειά και να γίνει η αλλαγή». Στις σχέσεις του, που κατέληγαν επίσης κακοποιητικές. «Οι περιπτώσεις που προσέλκυα ήταν περιπτώσεις που ευνοούσαν την ανακίνηση του τραύματος και εκ νέου την κακοποίηση». Αυτό είναι το τίμημα της σιωπής. Μέχρι να βγεις στο φως.
Το δικό του φως ήρθε με ένα τροχαίο ατύχημα, που τον καθήλωσε στο νοσοκομείο για πολύν καιρό, τον Ιούλιο του 2009. Εκεί τελείωσε και η σχέση του, «κορωνίδα της κακοποίησης». Σχέση που είχε ξεκινήσει στις αρχές του 2008 από μια συνεργασία στο θέατρο.
Εκεί, όπου το 2017 είχε, όπως είπε, τρεις προτάσεις και προσπαθούσε να ζυγίσει ποιος από τους τρεις, που του πρότειναν, ήταν «λιγότερο κακοποιητικός». Εκεί, όπου βίωσε την «κακοποίηση στο σώμα του ηθοποιού» σε παράσταση του Φεστιβάλ Αθηνών, από το διευθυντή του Φεστιβάλ της Αβινιόν Ολιβιέ Πυ. Αυτό τον αρρώστησε και έτσι ο σκηνοθέτης τον απέλυσε.
Κάποιοι, στην ελληνική κοινωνία, θεωρούν και γράφουν ότι «κούρασαν» όλες αυτές οι εξομολογήσεις κακοποίησης. Και σ’ αυτούς απάντησε ο Δημήτρης Μοθωναίος: «Οχι. Ποτέ δεν θα είναι αρκετό».
Θέμα τελευταίο, σε αυτό το ανθρώπινο, συγκλονιστικό, μάθημα ζωής: «Ο Ανθρωπος είναι η απάντηση, όποια κι αν είναι η ερώτηση», κατά τον Αντρέ Μπρετόν.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News