Σε μια χώρα που εδώ και δεκαετίες ήταν υπό στρατιωτικό έλεγχο, αυτό που συνέβη τη Δευτέρα στη Μιανμάρ, δεν ήταν κάτι το ασυνήθιστο. Ισα ίσα που είχε και όλα τα χαρακτηριστικά ενός «κλασικού» πραξικοπήματος: συλλήψεις, στρατός στους δρόμους, ανώτατοι αξιωματικοί που ισχυρίζονται ότι παίρνουν τα πράγματα στα χέρια τους για το καλό της χώρας.
Αυτό είναι όμως είναι όμως και το κλειδί για να δούμε όσα συνέβησαν στη χώρα της νοτιοανατολικής Ασίας.
Πριν από 10 χρόνια οι στρατηγοί ανέλαβαν μια σειρά από πρωτοβουλίες που έδειχναν να λειαίνουν το έδαφος για μια ομαλή μετάβαση στη δημοκρατία. Η ηγέτιδα της αντιπολίτευσης Αουνγκ Σαν Σου Τσι απελευθερώθηκε έπειτα από μακρά κατ’οίκον κράτηση, έγιναν εκλογές, τις κέρδισε, η ίδια βραβεύτηκε με Νομπέλ Ειρήνης και η χώρα έμοιαζε να βαδίζει προς τη δημοκρατία.
Ηταν όμως μια επιφανειακή αλλαγή, γράφουν σε ανάλυσή τους οι Times.
Τα σημάδια που έδειχναν ότι οι ένοπλες δυνάμεις εξακολουθούν να έχουν παρασκηνιακό ρόλο ήταν πολλά. Ετσι, μεταξύ άλλων, αν και το κόμμα των στρατηγών υπέστη ταπεινωτική εκλογική ήττα, το Σύνταγμα, που είχαν φτιάξει οι ίδιοι, τούς έδινε το 25% των εδρών, πριν καν αποφασίσει ο λαός ποιους θα στείλει στη Βουλή. Μια -θα λέγαμε φωτογραφική- διάταξη πρακτικά απαγόρευε στην Σου Τσι να γίνει πρόεδρος γιατί απέκλειε από το αξίωμα άτομα που έχουν στην οικογένειά τους ξένα μέλη (ο εκλιπών σύζυγός της ήταν Βρετανός, όπως και οι γιοι τους). Και, βέβαια, τα υπουργεία Αμυνας, Εσωτερικών και Μετανάστευση ήταν υπό τον άμεσο έλεγχο του αρχηγού των ενόπλων Δυνάμεων.
Σε αυτό το πλαίσιο είναι εύκολο να δούμε γιατί η αλλαγή του Συντάγματος ήταν μακροπρόθεσμος στόχος της Σου Τσι και του κόμματός της, αλλά και γιατί ο στρατός έκανε την κίνησή του λίγο πριν ορκιστεί η νέα Βουλή. Και εδώ οι στρατηγοί είχαν φροντίσει να στήσουν μια παγίδα: οι αλλαγές στο Σύνταγμα απαιτούν πλειοψηφία άνω του 75% που επιτυγχάνεται μόνο με την υποστήριξη μερικών φιλικών με τον στρατό βουλευτών.
Η πιο πειστική εξήγηση για τη στάση των στρατηγών, συνεχίζουν οι Times, ίσως είναι ότι πληγώθηκε το γόητρο τους τα τελευταία χρόνια. Προέβαλαν συστηματικά την εικόνα ηρώων του λαού, αλλά τελικά αποδείχθηκαν μισητοί.
Από την άλλη πλευρά, η επίσημη δικαιολογία, αυτή της παρέμβασής έπειτα από εκλογές νοθείας, μοιάζει παράλογη και ας προβλέπεται και αυτή από το Σύνταγμα. (Ο καταστατικός χάρτης προβλέπει και τη σύμφωνη γνώμη του προέδρου της χώρας, αλλά παρέκαμψαν την απαίτηση συλλαμβάνοντάς τον). Η πανδημία είναι και αυτή μια θαυμάσια ευκαιρία για ένα πραξικόπημα: ούτε χρειάζεται να κλείσουν τα σύνορα, αλλά ούτε και θα ασχοληθούν τρίτες χώρες γιατί προέχει η μάχη κατά της Covid.
Είναι όμως, καταλήγουν οι Times, και μια περίοδος που βρίσκει την Σου Τσι αποδυναμωμένη ηθικά. Ο χειρισμός της κρίσης με τους μουσουλμάνους Ρόχινγκια, που εκδιώχθηκαν μαζικά από τις εστίες τους, στιγμάτισε την εικόνα της ηγέτιδος και έπληξε ανεπανόρθωτα το ηθικό της παράστημα.
Οι πολίτες της χώρας για πάνω από μισό αιώνα αγωνίζονταν κατά των δικτατόρων, τις τελευταίες δεκαετίες με την Σου Τσι στην πρώτη γραμμή. Η λειψή δημοκρατία που εγκαθιδρύθηκε το 2012 έδειξε ότι η χώρα μπορεί να πάρει άλλο δρόμο. Τώρα μοιάζει σαν κλείνει ένας μικρός κύκλος μιας κάποιιας ομαλότητας, αλλά να ανοίγει ένας νέος κινητοποιήσεων.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News