Στην πρόταση του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, για ένα πανευρωπαϊκό πιστοποιητικό εμβολιασμού που θα απελευθερώσει τα ταξίδια και γενικότερα τις μετακινήσεις των πολιτών στη Γηραιά Ηπειρο, αναφέρεται σε δημοσίευμά του ο Εconomist. Aν και σήμερα, όπως σημειώνει, εκφράζονται επιφυλάξεις για την υιοθέτησή του, στο τέλος της ημέρας το λεγόμενο «υγειονομικό διαβατήριο» θα καταστεί αναπόφευκτο, γιατί τα lockdown δύσκολα αντέχονται…
«O Πρωθυπουργός της Ελλάδας, Κυριάκος Μητσοτάκης, θέλει ένα ευρωπαϊκό πιστοποιητικό για ταξίδια. Το ενδιαφέρον του πιθανώς παρακινήθηκε από την εξάρτηση της χώρας του από τον τουρισμό», γράφει το βρετανικό περιοδικό και παρ’ όλο που ο βρετανός υπουργός Υγείας δεν βλέπει με θετικό μάτι μια τέτοια ιδέα, ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, ζήτησε να γίνει αξιολόγηση των διαβατηρίων εμβολιασμού, ενώ σε όλον τον κόσμο βρίσκονται σε εξέλιξη διάφορες προσπάθειες του ιδιωτικού τομέα για τη δημιουργία τέτοιων ψηφιακών διαβατηρίων.
Μέχρι σήμερα, σημειώνεται, περίπου 50 χώρες έχουν κάνει συνολικά περισσότερες από 68 εκατομμύρια δόσεις εμβολίων κατά της Covid-19 – αριθμός μικρός σε σχέση με τον παγκόσμιο πληθυσμό των 7,8 δισεκατομμυρίων ανθρώπων, αλλά αρκετός για να έχει ήδη πυροδοτήσει μια διεθνή διαμάχη κατά πόσο οι εμβολιασμένοι πρέπει να επιτρέπεται να μετακινούνται πιο ελεύθερα, κάνοντας χρήση ειδικών «διαβατηρίων» ή πιστοποιητικών εμβολιασμού.
Xώρες που εξαρτώνται από τον τουρισμό (όπως η Ελλάδα) ανακοίνωσαν, ήδη, ότι είναι ανοικτές σε ταξιδιώτες που αποδεδειγμένα έχουν εμβολιαστεί για τον κορονοϊό. Οι γνώμες όμως διίστανται για το κατά πόσο πρέπει να υιοθετηθεί ευρύτερα κάτι τέτοιο. Κάποιοι το θεωρούν έναν γρήγορο δρόμο επιστροφής στην κανονικότητα, άλλοι ανησυχούν ότι θα αποδειχθεί άδικο και διχαστικό μέτρο.
Μολονότι η ιδέα για διαβατήρια εμβολιασμού φαίνεται ριζοσπαστική, υπάρχουν ιστορικά προηγούμενα, τονίζει ο Economist. Το 1922, για παράδειγμα, πολλά αμερικανικά σχολεία απαίτησαν τα παιδιά να έχουν εμβολιαστεί κατά της ευλογιάς ως προϋπόθεση για να παρακολουθήσουν το μάθημα. Επίσης, η «κίτρινη κάρτα» είναι ένα διεθνές πιστοποιητικό που θεσπίστηκε πριν από σχεδόν 100 χρόνια για να αναφέρει τους εμβολιασμούς ενός ανθρώπου έναντι της χολέρας, του κίτρινου πυρετού, του τύφου και της ευλογιάς. Μέχρι σήμερα, αρκετές χώρες απαιτούν, π.χ., πιστοποιητικό εμβολίου για τον κίτρινο πυρετό ως προϋπόθεση εισόδου στη χώρα.
Σύμφωνα με τον Economist, ένας από τους λόγους για την επιφυλακτικότητα που επικρατεί έναντι της υιοθέτησης του πιστοποιητικού είναι ότι παραμένει ασαφές πόση προστασία παρέχουν τα εμβόλια έναντι της μετάδοσης του κορονοϊού. Τα εμβόλια, ασφαλώς, σώζουν ζωές και αποτρέπουν τη σοβαρή νόσηση, ωστόσο ακόμα και οι εμβολιασμένοι μπορούν να προσβληθούν από κορονοϊό και να συνεχίσουν να τον μεταδίδουν. Είναι πιθανό, πάντως, ότι τα εμβόλια μειώνουν σημαντικά και τη μεταδοτικότητα και καθώς αυξάνονται οι ενδείξεις γι’ αυτό, θα εντείνονται και οι πιέσεις να επιστρέψουν οι εμβολιασμένοι στην κανονική ζωή τους, μεταξύ άλλων ταξιδεύοντας.
Αλλά ακόμα και αν τα εμβόλια συμβάλλουν σε μικρό βαθμό κατά της μετάδοσης, δεν είναι λίγοι αυτοί που θεωρούν ότι τα διαβατήρια εμβολιασμού είναι αναπόφευκτα, ενώ για κάποιους, όπως ο καθηγητής Βιοηθικής Αρθουρ Κάπλαν της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, είναι και επιθυμητά, καθώς, π.χ., οι υγειονομικοί και οι εργαζόμενοι σε οίκους ευγηρίας και άλλες δομές φροντίδας που έχουν εμβολιαστεί, θα πρέπει να μπορούν να το αποδείξουν.
Ηδη σε αρκετές χώρες είναι υποχρεωτικοί οι εμβολιασμοί του νοσοκομειακού προσωπικού έναντι της γρίπης ή της ηπατίτιδας Β, προκειμένου να προστατεύσουν τους ευπαθείς και μη εμβολιασμένους ασθενείς, όπως καρκινοπαθείς, ανοσοκατεσταλμένους και νεογέννητα.
Επιπλέον, διάφοροι κλάδοι όπως η κρουαζιέρα, οι αερομεταφορές, η εστίαση κ.ά. θα έχουν σοβαρό πρόβλημα αν τελικά δεν υιοθετηθούν τα πιστοποιητικά εμβολιασμού. Ενώ γενικότερα πολλοί εργοδότες φαίνεται ότι επιθυμούν να γνωρίζουν ποιοι εργαζόμενοί τους έχουν εμβολιαστεί και ποιοι όχι.
Αν και δείχνει απίθανο οι κυβερνήσεις να απαγορεύσουν τελείως στο μέλλον την είσοδο σε μη εμβολιασμένους, είναι πιθανό να τους επιβάλλουν πρόσθετους περιορισμούς (που δεν θα ισχύουν για τους εμβολιασμένους), όπως την προσκόμιση αρνητικού τεστ Covid-19 πριν από την είσοδο στη χώρα ή την επιβολή καραντίνας σε ειδικό ξενοδοχείο.
Εταιρείες, ωστόσο, όπως οι αεροπορικές, έχουν μεγαλύτερη ελευθερία σε σχέση με τα κράτη να επιβάλουν περιορισμούς στους πελάτες τους ή στους εργαζομένους τους, εφόσον δεν τίθενται ζητήματα διακρίσεων. Το εμβολιαστικό πρόγραμμα των κυβερνήσεων μπορεί, επίσης, να διευκολυνθεί αν οι πολίτες έχουν επίγνωση ότι το εμβόλιο θα τους παρέχει μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων και πιο σίγουρη θέση απασχόλησης.
Ερώτημα αποτελεί η διάρκεια του υγειονομικού διαβατηρίου/πιστοποιητικού, καθώς δεν είναι ακόμη γνωστό πόσο μπορεί να διαρκεί η εμβολιαστική ανοσία, ενώ αβεβαιότητα υπάρχει και για τη διάρκεια της φυσικής ανοσίας έπειτα από λοίμωξη Covid-19 (σύμφωνα με τις πρόσφατες εκτιμήσεις διαρκεί τουλάχιστον έξι μήνες).
Ενα άλλο πιθανό πρόβλημα είναι ένα νέου τύπου διαγενεακό ρήγμα, καθώς σχεδόν όλες οι χώρες εμβολιάζουν κατά προτεραιότητα τους ηλικιωμένους, συνεπώς αυτοί θα έχουν αρχικά και τα περισσότερα διαβατήρια εμβολιασμού, ενώ οι νέοι θα αργήσουν να εμβολιαστούν.
Και βέβαια, υπάρχουν και αυτοί που θα ισχυριστούν ότι εξαναγκάστηκαν να κάνουν το εμβόλιο, παρά τη βούλησή τους, μόνο και μόνο επειδή δεν ήθελαν να μείνουν χωρίς διαβατήριο εμβολιασμού.
Σε κάθε περίπτωση, καταλήγει ο Economist, παρά τις όποιες ενστάσεις, η πλειοψηφία στις περισσότερες χώρες πιθανώς θα αποδεχθεί τα διαβατήρια-πιστοποιητικά εμβολιασμού, για έναν απλό λόγο: Τα αυστηρά lockdown δύσκολα αντέχονται και κοστίζουν οικονομικά, οπότε ακόμη και μία μικρή διέξοδος παρέχει μια αχτίδα ελπίδας.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News