Οι Βρετανοί εμβολιάζονται ήδη με το πρώτο εμβόλιο κατά του κορονοïού, ενώ οι επιστήμονες της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Φαρμάκων (EMA) πρόκειται να εγκρίνουν τη διάθεσή του στις χώρες της ΕΕ πριν από την έλευση του νέου έτους.
Αυτομάτως προκύπτει ακόμη ένα θέμα που προκαλεί ήδη πονοκέφαλο και στους επιδημιολόγους και στους πολιτικούς. Πλέον το εμβόλιο αποτελεί πρόκληση όχι μόνον επιστημονική (όσον αφορά την καταλληλότητα και την αποτελεσματικότητά του) και υλικοτεχνική (όσον αφορά τη διανομή και τη συντήρησή του) αλλά και επικοινωνιακή, δεδομένου ότι οι άνθρωποι πρέπει να πειστούν να το κάνουν. Πώς, όμως, μπορεί να συμβεί αυτό μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα;
Σε άρθρο τους στην Corriere della Sera, o Ματέο Μοτερλίνι, καθηγητής Φιλοσοφίας της Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Vita-Salute San Raffaele του Μιλάνου και ο Ρομπέρτο Μπουριόνι, καθηγητής Μικροβιολογίας και Ιολογίας στο ίδιο ίδρυμα, εξηγούν ότι από συμπεριφοριστική άποψη υπάρχουν δύο διαφορετικά, αλλά συναφή προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν. Καταρχάς πρέπει να πειστούν να εμβολιαστούν (πάρα πολλοί αν όχι όλοι) όσοι είναι «ελαφρώς αντίθετοι», ενώ στη συνέχεια πρέπει να εξασφαλιστεί ότι εκείνοι που δηλώνουν πως είναι έτοιμοι να εμβολιαστούν, όντως θα εμβολιαστούν.
Σύμφωνα με τους δύο ιταλούς ακαδημαϊκούς στο πλαίσιο των προσπαθειών για την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης υπέρ του εμβολίου δεν θα πρέπει να ληφθούν υπόψη όσοι εναντιώνονται αναφανδόν στα εμβόλια, οι αποκαλούμενοι anti-vaxxers, «γιατί δεν θα καταφέρουμε να ξεπεράσουμε την ιδεολογική τους δυσπιστία στο σύντομο χρονικό διάστημα που απαιτείται για την ανάσχεση της πανδημίας». Αντιθέτως οι αρχές θα πρέπει να επικεντρώσουν την προσοχή τους, προωθώντας μια στοχευμένη εκστρατεία επικοινωνίας και ενημέρωσης, στους «ελαφρώς αντίθετους», στους «διστακτικούς» και στους «τεμπέληδες».
«Είναι γνωστό πως όταν οι άνθρωποι δεν ξέρουν τι να κάνουν, τείνουν να κάνουν ό,τι κάνουν οι άλλοι. Για αυτό πρέπει να καταστεί γνωστό πως η πλειονότητα των πολιτών είναι έτοιμη να εμβολιαστεί, ότι πρόκειται να εμβολιαστούν (ή έχουν ήδη εμβολιαστεί) συγγενείς, φίλοι, γνωστοί, δημόσια πρόσωπα και, προφανώς, οι γιατροί και οι επιστημονικές και υγειονομικές αρχές», εξηγούν οι δύο ειδικοί.
Συνεπώς τα θεσμικά όργανα και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης θα πρέπει να εστιάσουν αποκλειστικά στην ανάδειξη της ευρείας συμμετοχής των πολιτών στην εκστρατεία εμβολιασμού, αγνοώντας εκείνους που το δυσφημούν. «Οσο περισσότερο στραφούν οι προβολείς στη διαδικασία του εμβολιασμού, τόσο το καλύτερο για όλους» και αυτό ισχύει στον πραγματικό κόσμο αλλά και στον ψηφιακό, των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, «καθώς δεν γίνεται να είναι μόνον τόποι διασποράς ψευδών, πρέπει να αξιοποιηθούν οι δυνατότητες που προσφέρουν για θετική επιρροή».
Αφότου πειστούν να εμβολιαστούν, οι πολίτες θα πρέπει να περάσουν από τα λόγια στην πράξη, επιδιώκοντας να κάνουν το εμβόλιο το ταχύτερο δυνατό, και αυτό αποτελεί το δεύτερο μεγάλο πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί ενόψει της επικείμενης έναρξης των μαζικών εμβολιασμών στα κράτη-μέλη της ΕΕ.
Γιατί το χάσμα μεταξύ αυτού που σκοπεύουμε να κάνουμε και αυτού που καταφέρνουμε να κάνουμε «αποτελεί έναν από τους κύριους παράγοντες σπατάλης – χρόνου, χρημάτων, δυνάμεων – της ζωής μας», αναφέρουν οι δύο ακαδημαϊκοί, σημειώνοντας πως, σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις, τα 2/3 όλων όσοι δηλώνουν ότι θα αρχίσουν να γυμνάζονται ή θα υποβληθούν σε προληπτικές ιατρικές εξετάσεις, τελικά δεν το κάνουν. Δεν αποκλείεται, οπότε, να υπάρξουν ακόμα και κάποιοι που ενώ θα λάβουν την πρώτη δόση, θα αμελήσουν να λάβουν τη δεύτερη.
Πώς, οπότε, μπορούν οι αρμόδιοι φορείς και τα ΜΜΕ να δώσουν ώθηση στις καλύτερες προθέσεις των πολιτών; Η απάντηση έγκειται σε ένα ακρωνύμιο, EAST: για να πειστούν οι άνθρωποι να κάνουν κάτι, αυτό θα πρέπει να είναι (ή να καταστεί) εύκολο (Easy), θελκτικό (Attractive), δημοφιλές (Social) και έγκαιρο (Timely).
Στην προκειμένη περίπτωση αυτό σημαίνει πως οι αρχές θα πρέπει να απαλλάξουν τους πολίτες από την υποχρέωση συμπλήρωσης πολύπλοκων εντύπων, να διανείμουν το εμβόλιο δωρεάν και να εξασφαλίσουν ότι όποιος το επιθυμεί θα μπορεί ανά πάσα στιγμή να εμβολιαστεί γρήγορα και εύκολα.
Οι δυο Ιταλοί θεωρούν πως η κατάστρωση ενός κοινού, συλλογικού σχεδίου δράσης θα ωθήσει περισσότερους ανθρώπους να το ακολουθήσουν, με την προϋπόθεση ότι δεν θα είναι γενικό και αόριστο αλλά συγκεκριμένο και ρεαλιστικό: «την τάδε μέρα, την τάδε ώρα, στο τάδε μέρος με το τάδε μέσο θα μεταβώ να εμβολιαστώ». Πρόσφατη έρευνα απέδειξε ότι πολλοί περισσότεροι, έως και 36%, σπεύδουν να εμβολιαστούν κατά της γρίπης, όταν ενημερώνονται πως έχει ήδη προγραμματιστεί ο εμβολιασμός τους ενώ η απλή υπενθύμιση να φροντίσουν να εμβολιαστούν συχνά πέφτει στο κενό.
Πάντως, εάν ο στόχος των κυβερνήσεων και των υγειονομικών αρχών είναι να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών, σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να καταστεί υποχρεωτικός ο εμβολιασμός. Το ζητούμενο δεν είναι να αναγκαστούν, αλλά να πειστούν να εμβολιαστούν οι πολίτες.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News