Δεν είμαι ούτε ιολόγος ούτε επιδημιολόγος. Μήτε πνευμονολόγος μήτε εντατικολόγος. Eνας παρατηρητής και σχολιαστής της δημόσιας ζωής είμαι, προσπαθώντας να έχω ως μπούσουλά μου την κοινή λογική και το μέτρο. Ως τέτοιος, ξέρω λίγα πράγματα (προσφάτως αποκτηθέντα) περί της συμπεριφοράς του κορονοϊού, αλλά κάπως περισσότερα για τη συμπεριφορά των ανθρώπων μέσα στο περιβάλλον του. Ως αποτέλεσμα των παρατηρήσεών μου, το λοιπόν, έρχομαι να κάνω μια πρόταση προς τους αρμοδίους, υγειονομικούς και πολιτικούς αρμοδίους.
Τον τελευταίο καιρό που ο ιός μάς περικυκλώνει επικίνδυνα και επειδή συναναστρέφομαι (τηλεφωνικώς και μέσω διαδικτύου) με πολύ κόσμο, έχω γίνει μάρτυρας της παρακάτω συμπεριφοράς. Αυτοί που μαθαίνουν ότι έχουν έρθει σε επαφή με διαπιστωμένο κρούσμα κορονοϊού, ενώ πρέπει να κάτσουν σε απομόνωση 14 ημερών μέχρι να σιγουρευτούν ότι τη γλίτωσαν, από την έβδομη-όγδοη μέρα κινούνται κανονικά στον περίγυρό τους. Από έξι περιπτώσεις τέτοιων ανθρώπων που γνωρίζω προσωπικά, ούτε μία δεν κράτησε την καραντίνα δύο ολόκληρες εβδομάδες.
Ποια είναι η συνήθης πρακτική; Κάποιος έχει συμπτώματα, κάνει τεστ, βγαίνει θετικός και αμέσως τηλεφωνά σε εκείνους με τους οποίους ήρθε σε επαφή και τους λέει τα καθέκαστα. «Είμαι θετικός, άρα πιθανότατα σε έχω κολλήσει και σένα». Οποιος λαμβάνει το κακό μαντάτο, παίρνει τηλέφωνο στον ΕΟΔΥ ή στον γιατρό του. Του λένε το ίδιο πράγμα. Κάτσε απομονωμένος για τέσσερις μέρες και μετά πήγαινε να κάνεις το μοριακό τεστ. Δεν έχει νόημα να το κάνεις νωρίτερα, διότι, ακόμα κι αν έχεις κολλήσει, δεν θα φανεί τα πρώτα εικοσιτετράωρα.
Αν το τεστ μετά το τετραήμερο βγει θετικό, τότε ο μολυσμένος προφανώς κάθεται απομονωμένος, ελπίζοντας ότι δεν θα νοσήσει και θα τη βγάλει ως το τέλος ως ασυμπτωματικός. Πάμε στη δεύτερη version, πολύ συνηθισμένη, στην οποία το πρώτο τεστ βγαίνει αρνητικό. Τι του λέει ο γιατρός; Οτι βγήκε μεν αρνητικό, όμως ενδέχεται να είναι μολυσμένος και να μη φαίνεται ακόμα, έστω κι αν πέρασε ένα τετραήμερο. Θα συνεχίσει λοιπόν την καραντίνα και θα ξανακάνει δεύτερο τεστ αντισωμάτων (αυτή την φορά) πέντε μέρες μετά το πρώτο.
Αν και το δεύτερο αυτό τεστ βγει αρνητικό, τότε οι πιθανότητές του να μην έχει κολλήσει από τον διαπιστωμένο φορέα είναι μεγάλες, αλλά όχι στο 100%. Πρέπει λοιπόν και μετά το δεύτερο αρνητικό να συνεχίσει την καραντίνα μέχρι να συμπληρώσει 14 μέρες και στη συνέχεια μπορεί να βγει έξω. Με βάση λοιπόν την εμπειρική καταγραφή μου, όλοι κρατούν την αυστηρή καραντίνα του πρώτου τετραημέρου, μέχρι να κάνουν την πρώτη εξέταση. Μόλις αυτή βγει αρνητική και εφόσον δεν διαπιστώνουν κάποιο σύμπτωμα, λιγότεροι από τους μισούς κρατούν την καραντίνα ως τη δεύτερη εξέταση, που γίνεται στο εννιάμερο-δεκαήμερο.
Οταν μάλιστα βγουν αρνητικοί και στο δεύτερο τεστ, ούτε ένας δεν κάθεται σπίτι του μέχρι να κλείσει ο κύκλος των 14 ημερών. Νιώθουν καλά, έχουν δύο αρνητικά τεστ στα χέρια τους, είναι απολύτως σίγουροι ότι τη γλίτωσαν. Οπότε, σαλταρισμένοι ήδη από τον απομόνωση των δέκα ημερών, ξαναπάνε στη δουλειά τους και ξαναβλέπουν τους ανθρώπους τους κανονικά. Η καραντίνα των 14 ημερών είναι μόνο στα χαρτιά, κανένας δεν την τηρεί με σχολαστικότητα. Αρα γιατί υπάρχει; Δεν ξέρω τι λένε τα επιδημιολογικά δεδομένα ούτε τους ακριβείς χρόνους εκκόλαψης του ιού και εμφάνισης των συμπτωμάτων του, αυτό που ξέρω εγώ είναι ότι οι διατάξεις που δεν τηρούνται μαζικά ή (για να το πω αντίστροφα) καταστρατηγούνται καθολικά, είναι σα να μην υπάρχουν.
Μήπως ήρθε ο καιρός να μειωθεί η διάρκεια της καραντίνας; Να γίνει πιο υποφερτή, ώστε να την ακολουθούν και περισσότεροι; Διότι άλλο είναι να πεις στον υποψήφιο θα κάτσεις μέσα οκτώ μέρες κι άλλο να του πεις δεκατέσσερις. Θα την τηρήσει ευκολότερα, άρα θα την κάνει πιο αποτελεσματική. Και μεταξύ μας, γιατρός δεν είμαι ούτε έχω πρόσβαση σ’ όλα τα στοιχεία, αλλά δεν ξέρω κανέναν που εμφάνισε συμπτώματα δώδεκα ή δεκατρείς μέρες αφότου ήρθε σε επαφή με κρούσμα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News