Πώς ζει μια εξαθλιωμένη αμερικανική οικογένεια εν μέσω βαθιάς οικονομικής ύφεσης;
Αυτό προσπαθεί να αναπαραστήσει επί της μεγάλης οθόνης ο βραβευμένος με Όσκαρ Ρον Χάουαρντ, μεταφέροντας στον κινηματογράφο το best seller του Τζέι Ντι Βανς, με τίτλο το «Τραγούδι του Χιλμπίλη»
Πρόκειται για μία δυνατή αυτοβιογραφική ταινία, με πρωταγωνιστές τους Έιμι Άνταμς, Γκάμπριελ Μπάσο και Γκλεν Κλόουζ.
Η υπόθεση έχει ως εξής: Τη στιγμή που ο φοιτητής Νομικής στο Γέιλ και πρώην πεζοναύτης από το Οχάιο, Τζέι Ντι Βανς (Γκάμπριελ Μπάσο), ετοιμάζεται να ξεκινήσει τη δουλειά των ονείρων του, μια οικογενειακή κρίση τον αναγκάζει να επιστρέψει στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την οποία έχει απαρνηθεί.
Ο Τζέι Ντι θα έρθει αντιμέτωπος με τις περίπλοκες σχέσεις της «άξεστης» και άκρως μητριαρχικής οικογένειάς του, μεταξύ άλλων και με την ευέξαπτη μητέρα του, την Μπεβ (Έιμι Άνταμς), η οποία παλεύει με τον εθισμό.
Ομως με τη βοήθεια της αγέρωχης και πανέξυπνης γιαγιάς του, της Μάμο (Γκλεν Κλόουζ), η οποία τον μεγάλωσε, ο Τζέι Ντι θα συνειδητοποιήσει ότι, για να πραγματοποιήσει τα όνειρά του, θα πρέπει πρώτα να συμφιλιωθεί με τις ρίζες του.
Η ταινία ανοίγει ένα «παράθυρο» στη διαδρομή επιβίωσης και θριάμβου μιας οικογένειας, παρακολουθώντας τις εντάσεις τριών γενεών μέσα από τις μοναδικές τους δυσκολίες.
Οι συντελεστές της ταινίας μίλησαν στην Corriere della Sera για την ταινία που φέρνει στην επιφάνεια τις ανισότητες μεταξύ φτωχών και πλουσίων, ειδικά στην αχανή αμερικανική επαρχία.
«Η ταινία βασίζεται στην προσωπική ιστορία του Τζέι Ντι Βανς. Εγώ ήθελα να δώσω την οπτική μιας οικογένειας από συναισθηματικής απόψεως, όχι απαραίτητα πολιτικής ή κοινωνικής», τονίζει ο σκηνοθέτης Ρον Χάουαρντ, προσθέτοντας ότι «δεν είναι μια ιστορία καλών και κακών χαρακτήρων, αλλά μια ιστορία καλών και κακών αποφάσεων. Γιατί, κατά βάση, μία και μόνο επιλογή μας μπορεί να κάνει τη διαφορά».
«[Ο χαρακτήρας μου] Είναι μια περήφανη, αστεία, μοναδική γιαγιά, αλλά είναι επίσης και το αρχέτυπο των γυναικών αυτών που παίρνουν τις οικογένειές τους στους ώμους τους, όσο δυσλειτουργικές και αν είναι αυτές, προκειμένου να αποτρέψουν την διάλυσή τους», λέει η Κλόουζ.
Οπως λέει ο Χάουαρντ, του θύμισε μέχρι και τη γιαγιά του, επίσης από τη «σκληρή» αμερικανική επαρχία. «Θυμάμαι τη γιαγιά μου, η οποία πέθανε όταν ήμουν έξι ετών, που τη λέγανε και αυτήν “Μάμο” και εγώ νόμιζα ότι ήταν το ψευδώνυμό της – δεν ήξερα ότι χρησιμοποιούνται τέτοια περίεργα ονόματα στην αμερικανική ύπαιθρο».
Μία από τις κύριες ανησυχίες του, όπως ομολογεί, ήταν να αποδώσει πιστότητα στους χαρακτήρες. «Το βιβλίο είναι πολύ περίπλοκο για κινηματογραφική προσαρμογή. Για να βρει την απαιτούμενη ισορροπία μεταξύ σεβασμού στην αλήθεια, την ενσυναίσθηση και τα διάφορα διασκεδαστικά στοιχεία, ο συγγραφέας του ενήργησε και ως σύμβουλός μας. [Ο Τζέι Ντι] Πέρασε τρομερά πράγματα, όπως υπερβολική δόση ναρκωτικών και απόπειρες αυτοκτονίας από την τοξικομανή μητέρα του», προσθέτει ο Χάουαρντ.
«Όλοι οι ηθοποιοί έδειξαν τεράστιο υποκριτικό θάρρος. Ειδικά οι ηθοποιοί. Πρόκειται για μια ιστορία που κυριαρχείται από γυναίκες. Ο συγγραφέας είναι πολύ ξεκάθαρος στο βιβλίο: δεν έσωσε ο ίδιος τον εαυτό του, τον έσωσε η γιαγιά του», επισημαίνει, τονίζοντας ότι η ταινία είναι επίσης η ιστορία δύο ολοένα και πιο διχασμένων κόσμων, της αγροτικής Αμερικής και των αστικών κέντρων.
«Ελπίζω η ταινία μου να υπενθυμίσει σε όλους τους ανθρώπους ότι είμαστε περισσότερο όμοιοι από ό,τι διαφορετικοί με τους συνανθρώπους μας. Οι άνθρωποι που απεικονίζονται στην ταινία αντιμετωπίζουν δύσκολα προβλήματα, αντιξοότητες και ψυχολογικές δυσλειτουργίες, που οφείλονται κυρίως στη χρήση ναρκωτικών. Αυτό που θαυμάζω στον Τζέι Ντι είναι ότι, σε αντίθεση με πολλούς άλλους, που απέρριψαν τα προβλήματα της οικογένειάς τους χωρίς να τους επηρεάσουν, αυτός επέλεξε να μεγαλώσει αποδεχόμενος τις ρίζες του και καταφέρνοντας να βρει τον δρόμο του», καταλήγει ο αμερικανός σκηνοθέτης.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News