Ο Τζόνι Ντεπ «κακοποιούσε την σύζυγό του». Η ετυμηγορία του βρετανικού δικαστηρίου είναι πραγματικά σοκαριστική, αν και ίσως δεν θα έπρεπε. Κατ’ αρχάς, ο ισχυρισμός δεν ακούγεται για πρώτη φορά. Εχουν περάσει περισσότερα από τέσσερα χρόνια, αφότου η Αμπερ Χερντ υπέβαλε αίτηση για περιοριστικά μέτρα εναντίον του μετά το διαζύγιό τους, επικαλούμενη σωματική κακοποίηση.
Επίσης δεν πρέπει να σοκάρει, δεδομένου ότι πολλοί άλλοι εξαιρετικά διάσημοι άνδρες έχουν κατηγορηθεί για κακοποίηση γυναικών. Ο Σον Κόνερι, για παράδειγμα, φέρεται να είχε ξυλοκοπήσει την πρώτη του γυναίκα, ενώ συχνά υπερασπιζόταν την κακοποίηση των γυναικών. Μάλιστα, ο πρόσφατος θάνατός του, το Σάββατο 31 Οκτωβρίου, προκάλεσε διαδικτυακές αντιπαραθέσεις σχετικά με το κατά πόσο πρέπει τα δημοσιεύματα να επικεντρώνονται στα επαγγελματικά επιτεύγματα ενός άνδρα, που επανειλημμένα υποστήριξε ότι είναι καλό να τη χτυπάς «αν η γυναίκα είναι σκύλα, υστερική ή φέρεται συνεχώς παράλογα», όπως είχε πει το 1965.
Αλλά ο Τζόνι Ντεπ είναι πολύ διαφορετικός από τον Σον Κόνερι. Ο τελευταίος αντιπροσώπευε τον κυρίαρχο ανδρισμό και την επιθετική σεξουαλικότητα. Μπορεί να μην έχει ειπωθεί ποτέ ρητά, αλλά η άποψη του Κόνερι για τη σωματική κακοποίηση των γυναικών ταιριάζει κατά κάποιον τρόπο με την εικόνα του, οπότε αυτή η πλευρά του δεν αποτελούσε πρόβλημα για το κοινό του. Ο Ντεπ, ωστόσο, αντιπροσώπευε κάτι άλλο. Μήνυσε την εφημερίδα Sun για δυσφήμηση –κάτι που ο Κόνερι, βέβαια, δεν θα είχε κάνει ποτέ– επειδή έγραψε ότι κακοποιούσε τη γυναίκα του, και αυτό, για ένα συγκεκριμένο είδος θαυμαστών του, μοιάζει με τον θάνατο ενός ακόμη παιδικού ήρωα, γράφει η Χάντλι Φρίμαν στον Guardian. Παρόλα αυτά, δεν θα μπορούσε να το περιγράψει κανείς ως σοκ.
Οι θαυμαστές του Τζόνι Ντεπ διακηρύσσουν την αθωότητά του στο Instagram
Οταν ο δικαστής απήγγειλε την ετυμηγορία του, διαδικτυακοί θαυμαστές του Ντεπ (διαφορετικού είδους από τους παραπάνω) διακήρυξαν την αθωότητά του με hashtags όπως #johnnydeppisinnocent και #wearewithyoujohnnydepp, ενώ ένας δικηγόρος από το δικηγορικό γραφείο του Λονδίνου που τον εκπροσώπησε δήλωσε ότι «Η απόφαση είναι τόσο εσφαλμένη που θα ήταν γελοίο για τον κ. Ντεπ να μην ασκήσει έφεση».
Αλλά εν το μεταξύ, ο περισσότερος κόσμος έχει δει τις φωτογραφίες με το μωλωπισμένο πρόσωπο της Χερντ και στο δικαστήριο παρουσιάστηκε μια σχέση που είχε γίνει τρομερά τοξική. Ακούστηκαν ηχογραφήσεις της Χερντ να κακοποιεί λεκτικά τον Ντεπ και να παραδέχεται ότι τον «κατασκόπευε» και ότι του πέταγε κατσαρόλες και τηγάνια. Αλλά τίποτα από αυτά δεν μπορεί να αλλάξει το γεγονός ότι ο δικαστής δέχτηκε τους ισχυρισμούς της ότι ο Ντεπ την κακοποιούσε.
Όμως δεν είναι μόνο η απόφαση του δικαστή που έχει καταστρέψει τη φήμη του καλού ηθοποιού. Για ένα διάστημα, η ζωή του ήταν παράλογα υπερβολική: το 2018 δήλωσε ότι ξόδευε πολύ περισσότερα από 30.000 δολάρια το μήνα για κρασί. Έτσι, οι μαρτυρίες για ιδιωτικά τζετ, κοκαΐνη για πρωινό και οι ισχυρισμοί ότι η Χερντ αφόδευε στο κρεβάτι του Ντεπ δεν ήταν παρά αποκαλύψεις, λίγο πιο γαργαλιστικές. Το καταστροφικό για την καριέρα του ηθοποιού –και απογοητευτικό για τους θαυμαστές του– είναι το πόσο χαμηλά έπεσε, πετώντας τηλέφωνα στο κεφάλι της γυναίκας του, κάνοντας ακρότητες ύστερα από χρήση ναρκωτικών, ζηλεύοντας αρρωστημένα τους συμπρωταγωνιστές της Χερντ και αποκαλώντας τον Λεονάρντο ντι Κάπριο «κολοκυθοκέφαλο» και τον Τσάνινγκ Τέιτουμ «πατατοκέφαλο», στέλνοντας e-mails σε φίλους του με άθλιους χαρακτηρισμούς για τη γυναίκα του και εκτοξεύοντας προσβολές σαν εξάχρονο παιδάκι. Βουτηγμένος στις ουσίες και το αλκοόλ, ο Ντέπ φάνηκε να χάνει το μυαλό του. Είναι θλιβερό. Και μπορεί η ετυμηγορία να ήταν αναπόφευκτη, όχι όμως και η πορεία του.
Για όσους ενηλικιώθηκαν τη δεκαετία του 1990, ο Ντεπ αντιπροσώπευε έναν διαφορετικό τύπο σταρ. Μαζί με τον Ρίβερ Φίνιξ και τον Κιάνου Ριβς ήταν η αγία τριάδα των διάσημων της grunge, ακριβώς το αντίθετο των αγοριών της εφηβικής σειράς «Χτυποκάρδια στο Μπέβερλι Χιλς» ή του Μπραντ Πιτ και του Ντι Κάπριο. Η αδιαφορία τους για την εμφάνισή τους, τους έκανε να φαίνονται επιθετικοί, ακόμα και όταν η ομορφιά τους μαλάκωνε αυτή τους την πλευρά. Και οι τρεις δήλωναν όχι απλώς ένα διαφορετικό είδος celebrity, αλλά ένα διαφορετικό είδος ανδρισμού: ήταν επιθυμητοί και σέξι αλλά απαλοί, αρρενωποί αλλά και κοριτσίστικοι, ήταν cool. Και είχαν να επιδείξουν κάτι περισσότερο από την ομορφιά τους. Ήταν επίσης μουσικοί –είχαν και συγκροτήματα!– ήταν και σκεπτόμενοι. Αλλά από τους τρεις μόνο ο Κιάνου Ριβς έχει σωθεί.
Ο Ντεπ ήταν ανέκαθεν εναλλακτικός τύπος. Και καλλιέργησε την εικόνα μιας προσωπικότητας που ενδιαφερόταν για την κουλτούρα. Πρωτοεμφανίστηκε στην ταινία «Εφιάλτης στον δρόμο με τις λεύκες», μετά στην κωμωδία «Private resort» και στο «Πλατούν» του Όλιβερ Στόουν, και πρωταγωνίστησε στο τηλεοπτικό 21 Jump Street, μετά το οποίο θα μπορούσε εύκολα να τυποποιηθεί ως εφηβικό είδωλο, άμυαλος, τσαμπουκάς, και ρομαντικός μορφονιός. Αντ’ αυτού για τον πρώτο του πρωταγωνιστικό ρόλο στο σινεμά διάλεξε το «Cry Baby» (στα ελληνικά «Ο παίδαρος»), μια αυτοσαρκαστική κωμωδία του cult σκηνοθέτη Τζον Γουότερς.
Στον επόμενο ρόλο του, ως «Ψαλιδοχέρης», προχώρησε ακόμη περισσότερο, κρύβοντας επιμελώς την ομορφιά του κάτω από βαρύ μακιγιάζ, πράγμα που εξελίχθηκε σε συνήθεια την οποία σπάνια εγκατέλειψε έκτοτε, συμπληρώνοντας την εμφάνισή του με περούκες, μουστάκια, παράξενες φορεσιές και καπέλα, ενώ δεν δίσταζε να προσθέτει και χρόνια στην πλάτη του. Και στηριζόμενος σε δεξιότητες υποκριτικής, ο Τζόνι Ντεπ χάραξε τη δεκαετία του 1990 μια από τις πιο ενδιαφέρουσες καριέρες που κατόρθωσε ποτέ ένας ωραίος έφηβος.
Mετά τον Έντουαρντ Ψαλιδοχέρη, ακολούθησαν δεκάδες χαρακτήρες, μεταξύ άλλων οι Γκίλμπερτ Γκρέιπ, Εντ Γουντ, Ίκαμποντ Κρέιν, Γουίλι Γουόνκα, Σουίνι Τοντ, Κάπτεν Τζακ Σπάροου και Έντουαρντ Ράτσετ, οι οποίοι, αν και διαφορετικοί, έχουν κάτι κοινό: Είναι όλοι τους άνθρωποι «απροσάρμοστοι», όπως άλλωστε και ο ίδιος ο Ντεπ, πράγμα που τον κάνει να ενσαρκώνει τους ήρωές του με μια ελαφράδα που δεν έχουν άλλοι ηθοποιοί σε αντίστοιχους ρόλους. Οι σκηνοθέτες τον αγάπησαν. Συνεργάστηκε με τον Λάσε Χάλστρομ στις ταινίες «Τι βασανίζει τον «Γκίλμπερτ Γκρέιπ» (1993) και «Chocolat» (2000), με τον Εμίρ Κουστουρίτσα στο «Arizona Dream» (1993), με τον Τζιμ Τζάρμους, «Ο Νεκρός» (1995), με τον Ρομάν Πολάνσκι στην «Ενατη Πύλη» (1999), και τον Μάικ Νιούελ στον «Ντόνι Μπράσκο» (1997), τον πρώτο του δραματικό ρόλο, τον οποίο υποδύθηκε αριστουργηματικά. Και κατέκτησε το κοινό του. Ηταν ένας cool ρόκερ, οποίος πίσω από τη εικόνα του «παλιόπαιδου» έκρυβε την ψυχή ενός ευγενικού πλάσματος.
Αγόρασε μία Χάρλεϊ-Ντέιβιντσον του 1940 και το «Viper room», ένα παλιό καταγώγιο, το οποίο μετέτρεψε σε ροκ κλαμπ, όπου έπαιζαν γνωστοί καλλιτέχνες όπως οι Guns N’ Roses και ο Τζόνι Κας, και όπου θα άφηνε την τελευταία του πνοή ο φίλος του Ρίβερ Φίνιξ. Για ένα διάστημα, μάλιστα, ψιθυριζόταν ότι ο ίδιος ο Ντεπ είχε δώσει στον φίλο του τη μοιραία δόση.
Ήταν επίσης τρομερά ρομαντικός και πέρασε μεγάλο μέρος της ζωής του αναζητώντας τον αληθινό, μεγάλο, ιδανικό έρωτα. Επειτα από έναν σύντομο γάμο στα 20, έκανε μια σειρά από σχέσεις όμως τρεις από αυτές τον σημάδεψαν. Η Γουινόνα Ράιντερ ήταν μόλις 17 ετών και ο Τζόνι Ντεπ 26 όταν ερωτεύτηκαν και άρχισαν να συζούν. Και οι δύο στις αρχές της καριέρας τους, ανεπιτήδευτοι, ατημέλητοι, εναλλακτικοί, ήταν το πιο ωραίο ζευγάρι της δεκαετίας του 1990. Για να της αποδείξει μάλιστα την αγάπη του έκανε ένα τατουάζ στο χέρι του «Winona Forever», που θα το άλλαζε στη συνέχεια σε «Wino Forever», όταν επικράτησε το ποτό. Ένα τατουάζ στα δάχτυλά του, όμως, το «Slim» –ψευδώνυμο της Χερντ– αφιέρωσε και στην τελευταία του σύζυγο, το οποίο μετά τον βίαιο χωρισμό τους άλλαξε σε «Scum» (βρώμα) και μετά σε «Scam» (απάτη).
Η σχέση του με τη Γουινόνα κράτησε τέσσερα χρόνια, και το τέλος της ήταν δύσκολο και για τους δύο, αλλά η αγάπη τους δεν χάθηκε. Μάλιστα η Ράιντερ πήρε θέση στη δικαστική διαμάχη καταθέτοντας υπέρ του Τζόνι Ντεπ, όπως και η Βανέσα Παραντί.
Οι θαυμαστές του απογοητεύτηκαν όταν ένα χρόνο αργότερα, στα 31 του, τα έφτιαξε με ένα μοντέλο. Τουλάχιστον, όμως, δεν ήταν απλώς ένα μοντέλο αλλά η –20χρονη τότε– Κέιτ Μος. Εζησαν μαζί τέσσερα χρόνια γεμάτα ένταση και υπερβολές. Ο Ντεπ είχε γίνει εντωμεταξύ τρομερά οξύθυμος, μεθούσε και έσπαγε τα πάντα γύρω του, μια φορά μάλιστα συνελήφθη όταν κατέστρεψε το δωμάτιο του ξενοδοχείου όπου έμεναν, προκαλώντας ζημιά αξίας 8.000 δολαρίων.
Μετά ήρθε η Βανέσα Παραντί, αν όχι ο μεγαλύτερός έρωτάς του, πάντως σίγουρα η πιο σημαντική σχέση του –αν και σε καμία περίπτωση συμβατική. Εζησαν μαζί 14 χρόνια, απέκτησαν δύο παιδιά, τη Λίλι Ρόουζ και τον Τζακ, και εξακολουθούν να διατηρούν καλές σχέσεις. Για ένα διάστημα ο Τζόνι Ντεπ φάνηκε να ισορροπεί, η ηρεμία του, όμως, δεν κράτησε για πολύ. Είχε υποψηφιότητες για Όσκαρ και ήταν ο υψηλότερα αμειβόμενος σταρ στον κόσμο, ήταν ακόμα cool και όλοι τον αγαπούσαν.
Το 1990, τα είδωλα του Τζόνι Ντεπ ήταν οι Άλεν Γκίνσμπεργκ, Ιγκι Ποπ, Μάρλον Μπράντο, Κιθ Ρίτσαρντς και Χάντερ Σ. Τόμσον, τον οποίο ενσάρκωσε μάλιστα στο «Φόβος και παράνοια στο Λας Βέγκας» (1998) του Τέρι Γκίλιαμ. Τριάντα χρόνια αργότερα εξακολουθεί να τους λατρεύει. Ο Ρίτσαρντς είχε, μάλιστα, έναν μικρό ρόλο στην πρόσφατη δικαστική υπόθεση του Ντεπ. Σε μια φωτογραφία που παρουσίασε η Χερντ για να δείξει την έκταση της χρήσης ναρκωτικών που έκανε ο Ντεπ, το δικαστήριο είδε γραμμές κοκαΐνης στο τραπέζι, ένα κουτί ναρκωτικών με πειρατική διακόσμηση και χαραγμένα επάνω του τα αρχικά JD, και στο βάθος, ένα σόλο CD του Κιθ Ρίτσαρντς.
Από τη μία πλευρά, ένας άνδρας, ο οποίος στα 57 έχει τους ίδιους ήρωες που είχε και στα 21 του, αποδεικνύει την αξία του παλιού ρητού που λέει ότι «σταματάς να μεγαλώνεις στην ηλικία που γίνεσαι διάσημος», γράφει στον Guardian η Χάντλι Φρίμαν και συμπληρώνει ότι αποδεικνύει άλλο ένα παλιό ρητό: «Μην εμπιστεύεσαι ποτέ έναν άντρα άνω των 30 που θαυμάζει τον Χάντερ Σ.Τόμσον», τον λαμπρό συγγραφέα και δημοσιογράφο που κάηκε σαν πυροτέχνημα βουτηγμένος στα ναρκωτικά. Από την άλλη, θα μπορούσε επίσης να θεωρηθεί απόδειξη της συνέπειάς του ακόμη και της αυθεντικότητάς του. Το αλκοόλ και τα ναρκωτικά όμως τον έχουν διαβρώσει, ο επαγγελματισμός του έχει πάει περίπατο και μέσα του δεν έχει παρά κενό. Η καριέρα του έχει πιάσει πάτο, το ίδιο και η προσωπική του ζωή.
Το 2012, ο Ντεπ ανακοίνωσε ότι χώρισε με την Παραντί και πλέον έβγαινε με την Χερντ. Και ένα χρόνο αργότερα ο κάποτε πιο ρομαντικός σταρ του Χόλιγουντ έστελνε μηνύματα στον φίλο του, επίσης ηθοποιό Πολ Μπέτανι, γράφοντας για την Χερντ: «Ας κάψουμε την Αμπερ» και «Ας την πνίξουμε πριν την κάψουμε !!! Μετά θα γα@@@ω το καμένο πτώμα της για να βεβαιωθώ ότι είναι νεκρή»…
Τι θα κάνει από δω και πέρα; Έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που ο Τζόνι Ντεπ ήταν cool, σέξι και ένας από τους πιο κομψούς άντρες του κόσμου. Ακόμη και η εμφάνισή του είναι πια θλιβερή όπως έδειξαν οι φωτογραφίες του από τη δίκη στο Λονδίνο. Θα μπορούσε τουλάχιστον να πάρει ένα μάθημα από τα είδωλά του. Ο Τόμσον αυτοκτόνησε και ο Μάρλον Μπράντο κατέληξε υπέρβαρος. Ο Κιθ Ρίτσαρντς όμως άφησε τα σκληρά ναρκωτικά το 1977, και ο Ιγκι Ποπ είναι επίσης καθαρός εδώ και πολύ καιρό.
Θα μπορούσε λοιπόν, να ακολουθήσει τα βήματά τους. Ή μήπως είναι πραγματικά δύσκολο να μην έχει αυτοκαταστροφική συμπεριφορά ένας άνθρωπος με πολύ δύσκολα παιδικά χρόνια; Στο σπίτι του υπήρχε πολλή βία και για να αντέξει το «σκοτάδι» της οικογένειάς του κατέφευγε στη μουσική και στις ουσίες από πολύ νωρίς. Ηταν μόλις 11 χρόνων όταν πήρε για πρώτη φορά ένα από τα χάπια της μητέρας του για τα νεύρα…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News