Είναι πανέξυπνος, τρομακτικά φιλόδοξος και «μάστορας» στα λόγια. Μέλος της Μπαρτσελόνα από το 1974, ονειρευόταν από μικρός να την κυβερνήσει. Βεβαίως, για να καθίσει κάποιος στην ψηλότερη καρέκλα αυτού του τεράστιου club του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου χρειάζεται και τύχη. Την οποία ο Τζουζέπ Μαρία Μπαρτομέου είχε μπόλικη. Οπως και το μεγάλο προσόν, να διαλέγει στρατόπεδο.
Στις προεδρικές εκλογές του 2010 μάντεψε σωστά. Μπήκε στο ψηφοδέλτιο του Σάντρο Ροσέλ, άλλοτε διευθυντή της Nike στη Λατινική Αμερική, και «έτρεξε» την καμπάνια του κόντρα στον Τζουάν Λαπόρτα. Ο τελευταίος, φίλος και δικηγόρος του Γιόχαν Κρόιφ, είχε φέρει στη Βαρκελώνη δύο Κούπες Πρωταθλητριών (2006 και 2009), τον Ροναλντίνιο από την Παρί, και ήταν εκείνος που το 2008 είχε προβιβάσει σε προπονητή της πρώτης ομάδας τον Πεπ Γκουαρντιόλα. Κι όμως, έχασε πανηγυρικά. Ο Ροσέλ (παλιός συνεργάτης του Λαπόρτα) εξελέγη με ποσοστό – ρεκόρ (65,5%), και ο Μπαρτομέου έγινε αντιπρόεδρος.
Η θητεία του Ροσέλ άρχισε ιδανικά για τον σύλλογο, που εκείνη την εποχή έπαιζε «διαστημική» μπάλα: με ένα «τρεμπλ», αλλά και με την άφιξη του Νεϊμάρ στο «Καμπ Νου». Ο πρώτος πρόεδρος που έβαλε χορηγό στη φανέλα της ομάδας φαινόταν πως θα μακροημέρευε στην ηγεσία των «Μπλαουγκράνα», όμως μια αποκάλυψη της El Mundo τον γκρέμισε από την εξουσία και τον έστειλε στη φυλακή. Η μεταγραφή του βραζιλιάνου σούπερ-σταρ δεν είχε κοστίσει 57 εκατομμύρια ευρώ, όπως ισχυριζόταν η διοίκηση της Μπαρτσελόνα, αλλά τα υπερδιπλάσια χρήματα. Τεράστια ποσά είχαν διακινηθεί με τρόπο περίεργο και παράνομο.
Στα τέλη Ιανουαρίου του 2014 ο Ροσέλ ανακοίνωνε την παραίτησή του από την προεδρία του συλλόγου. Δυσκολευόταν να συγκρατήσει τα δάκρυά του, ενώ δίπλα του ο Μπαρτομέου τον χειροκροτούσε χαμογελαστός, σχεδόν ενθουσιασμένος. Είχε κατορθώσει -άγνωστο πώς- να μην εμπλακεί στο σκάνδαλο (αν και όλα τα αμαρτωλά έγγραφα έφεραν και τη δική του υπογραφή), και ο δρόμος προς το ύπατο αξίωμα της Μπαρτσελόνα ήταν, πλέον, ανοιχτός.
Ανέλαβε ως προσωρινός πρόεδρος και προκήρυξε πρόωρες εκλογές, το 2015. Ο Λαπόρτα, ο πιο επιτυχημένος ηγέτης της «Μπάρτσα» σε επίπεδο τίτλων (59 τρόπαια σε μια επταετία), ήταν ένας από τους υποψήφιους. Αλλά η Θεά Τύχη έκλεισε το μάτι στον Μπαρτομέου για ακόμη μια φορά. Σαράντα δύο μέρες πριν από τις κάλπες η Μπαρτσελόνα θριάμβευσε στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ (3-1 τη Γιουβέντους) στο Βερολίνο και πέτυχε άλλο ένα «τρεμπλ». Προηγουμένως, είχε αποκλείσει τους πρωταθλητές Αγγλίας, Γαλλίας και Γερμανίας. Οι επιτυχίες πιστώθηκαν στον Μπαρτομέου, κι εκείνος τις εξαργύρωσε με μια ξεκάθαρη νίκη: συγκέντρωσε το 54,6% των 47.270 ψήφων. Εκτοτε, όμως, η ομάδα δεν ξαναπήρε ευρωπαϊκή Κούπα. Ούτε, καν, την πλησίασε.
Η απομάκρυνση της Μπαρτσελόνα από τις αξίες της, που την έκαναν να ξεχωρίζει από κάθε άλλο σύλλογο, είχε αρχίσει επί Ροσέλ. Προφανώς, με τη σύμφωνη γνώμη του (τότε) αντιπροέδρου, Μπαρτομέου. Το ίδιο και οι μεθοδεύσεις, που εξυπηρετούσαν προσωπικούς σκοπούς. Ο Ροσέλ τσακώθηκε με τον Γκουαρντιόλα και ο καταλανός τεχνικός αποχώρησε από τη Βαρκελώνη, όμως αυτό δεν έφτανε στη διοίκηση, που θέλησε να τον εκθέσει στην κοινή γνώμη. Αφησε να διαρρεύσει πως, όταν ο πρώην συνεργάτης του, Τίτο Βιλανόβα, χτυπήθηκε από τον καρκίνο, εκείνος δεν πήγε παρά ελάχιστες φορές να τον επισκεφθεί.
Οταν ανέλαβε ο Μπαρτομέου, ξεπέρασε ακόμη και τον δάσκαλό του. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς; Το οτι πλήρωνε την εταιρεία «I3 Ventures», η οποία διαχειριζόταν δεκάδες λογαριασμούς στο Facebook και στο Twitter, για να υπονομεύει τους «αστέρες» της ομάδας (όπως ο Μέσι και ο Πικέ), πρώην θρύλους του συλλόγου (όπως ο Τσάβι και ο Πουγιόλ) και αντίπαλους παράγοντες (όπως ο Λαπόρτ, ο Φοντ και ο Μπενεντίκο); Τη συμμετοχή του στο Barçagate την έχει παραδεχτεί, εν μέρει, και ο ίδιος. Το οτι επιχείρησε να φορτώσει στους παίκτες την ευθύνη για την αποπομπή του Βαλβέρδε; Το ψέμα, οτι οι ποδοσφαιριστές αρνήθηκαν τη μείωση των αποδοχών τους; Τον άθλιο τρόπο με τον οποίο εκδιώχθηκε από την ομάδα ο αρχισκόρερ της, Λουίς Σουάρες;
Η κατάπτωση της Μπαρτσελόνα υπήρξε, πρωτίστως, ηθική. Επαψε να είναι οικογένεια. Υστερα ήρθε και η αγωνιστική παρακμή. Τοποθετώντας δικούς του ανθρώπους, που δεν θα τολμούσαν να του φέρουν αντιρρήσεις, σε όλα τα επίμαχα πόστα, ο Μπαρτομέου έγινε ένας παντογνώστης δικτάτορας. Αποφάσιζε μόνος του ακόμη και για τεχνικά ζητήματα, και τις περισσότερες φορές έκανε λάθος. Στους προπονητές που διάλεξε, αλλά και στους ποδοσφαιριστές που έφερε στο «Καμπ Νου». Από το καλοκαίρι του 2015, που ανέλαβε την προεδρία, μέχρι πέρυσι η Μπαρτσελόνα δαπάνησε σε μεταγραφές περίπου ένα δισεκατομμύριο ευρώ: 105 εκατ. για τον Ντεμπελέ, 120 για τον Κουτίνιο, 120 για τον Γκριεζμάν… Ηρθαν ένα σωρό «φίρμες» και ταλέντα, όμως ελάχιστοι δικαιολόγησαν τα λεφτά τους. Και σε αυτά τα πέντε χρόνια, από τη «Μασία» προβιβάστηκε στην πρώτη ομάδα μόνον ο Σέρτζι Ρομπέρτο. Ολη η υπόλοιπη παραγωγή της κατέληξε σε άλλους συλλόγους.
Η κατάκτηση κάποιων εγχώριων τίτλων έκρυβε το πρόβλημα κάτω από το χαλί, όμως η Μπαρτσελόνα έφθινε διαρκώς. Το 2017 ο Αγκούστι Μπενεντίτο δεν κατάφερε να συγκεντρώσει τις απαιτούμενες υπογραφές για να στηρίξει πρόταση μομφής, και ο Μπαρτομέου ένιωσε ακόμη πιο δυνατός. Τόσο, ώστε να «τα βάλει» και με τον Μέσι. Η ιστορική «σφαλιάρα» (8-2) από την Μπάγερν Μονάχου και η απόφαση του αργεντινού σούπερ-σταρ να αποχωρήσει από τη Βαρκελώνη, ήταν οι σταγόνες που ξεχείλισαν το ποτήρι. Τη νέα πρόταση μομφής, που κατατέθηκε στις 26 Αυγούστου από τον Τζόρντι Φάρε, προσυπέγραψαν 20.687 μέλη (περισσότερα από τα 16.521 που θέλει ο κανονισμός), όπως ανακοίνωσε η πλατφόρμα «Més que una Moció» (Κάτι παραπάνω από μια πρόταση μομφής).
Εάν δεν παραιτηθεί, ο Μπαρτομέου θα είναι ο τρίτος πρόεδρος στα χρονικά του συλλόγου που θα αντιμετωπίσει την ταπεινωτική ψηφοφορία, η οποία ενδέχεται να οδηγήσει στην καθαίρεσή του. Οι δυο προηγούμενοι παρέμειναν στις θέσεις τους, όμως τα δικά τους «εγκλήματα» δεν ήταν τόσο βαριά. «Διώξατε τον Γιόχαν. Διώξατε τον Πεπ. Διώξατε τον Μέσι. Καταστρέψατε την κληρονομιά που λάβατε. Συγχαρητήρια!», του έγραψε ο Σαβιέρ Μάρτι, πρώην μέλος της διοίκησης Λαπόρτα, που τον βλέπει ως συνέχεια του Ροσέλ. Και η αλήθεια είναι, πως ακόμη κι αν κατορθώσει να φτάσει έως τις εκλογές του επόμενου Μαρτίου, δύσκολα θα επανεκλεγεί. Γιατί είναι ο πρόεδρος που «ξενέρωσε» τον Μέσι.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News