Με αφορμή την έκδοση ενός άλμπουμ με φωτογραφίες σε ταράτσες της Μικρής Ιταλίας στη Νέα Υόρκη, ο Μάρτιν Σκορσέζε θυμάται τη γειτονιά των παιδικών του χρόνων και γράφει στην Telegraph ένα κείμενο γεμάτο συναίσθημα για μια εποχή που δεν υπάρχει πια.
Μνημονεύοντας τον γάλλο ιστορικό Φερνάν Μπροντέλ που αναφερόταν σε παλαιότερες ιστορικές εποχές ως «διαφορετικούς πλανήτες», ο κορυφαίος αμερικανός σκηνοθέτης μιλάει για τη Νέα Υόρκη στα μέσα του περασμένου αιώνα, όπου μεγάλωσε, και η οποία «είναι τόσο διαφορετική και μακρινή σε σχέση με τη σημερινή Νέα Υόρκη, με κάθε δυνατό τρόπο, όσο η Γη και ο Δίας».
Η παλιά γειτονιά του στο Λόουερ Ιστ Σάιντ «είναι τώρα ένας προορισμός της μόδας, γεμάτος καταστήματα και εστιατόρια υψηλών προδιαγραφών, και το παλιό μας διαμέρισμα είναι πιθανό να νοικιάζεται έναντι κάποιου αστρονομικού ποσού», λέει.
Αυτό που κάποτε ήταν η Μικρή Ιταλία είναι τώρα μερικά οικοδομικά τετράγωνα με εστιατόρια, καταστήματα και καφετέριες, στα οποία ξεναγούνται τουριστικά γκρουπ.
Και αναρωτιέται… «ανεβαίνουν άραγε ακόμα οι άνθρωποι στην ταράτσα; Και αν το κάνουν, τι βλέπουν;»
«Επειδή εμείς βλέπαμε τον παράδεισο», γράφει με συγκίνηση.
Υπήρχαν και σχετικά τραγούδια. Το πιο διάσημο ήταν το «Up On the Roof», γραμμένο από τους Κάρολ Κινγκ και Τζέρι Γκόφιν και το τραγουδούσαν οι Drifters. Υπήρχε και το τραγούδι των Supremes, «Up the Ladder to the Roof».
Η ταράτσα εμφανιζόταν επίσης σε ταινίες. Το «Λιμάνι της αγωνίας» (1954) του Ηλία Καζάν γυρίστηκε μεν στο Χόμποκεν, αλλά ήταν μια πραγματική ταινία για τη Νέα Υόρκη και η πιο τρυφερή και ρομαντική σκηνή της συμβαίνει στην ταράτσα.
Η ταράτσα ήταν πολλά πράγματα. Ηταν το μέρος όπου οι άνθρωποι μεγάλωναν και εκπαίδευαν περιστέρια, όπως ο Μπράντο στην ταινία του Καζάν. Εκεί όπου οι άνθρωποι πήγαιναν να κάνουν ηλιοθεραπεία και να κρεμάσουν τα ρούχα τους το καλοκαίρι. Εκεί προέκυπταν έρωτες, λέει ο Σκορσέζε.
Ακόμη και γάμοι γίνονταν στην ταράτσα: «Προσπάθησα να αναδημιουργήσω έναν από αυτούς στο “Οργισμένο είδωλο”. Ταράτσα υπάρχει επίσης στους “Κακόφημους δρόμους” και στην πρώτη σημαντική μου, “Who’s That Knocking at My Door?” », θυμάται και μας θυμίζει.
«Η ταράτσα ήταν ο τόπος απόδρασης και το ιερό μας. Τα ατελείωτα πλήθη, η γλίτσα και η βρώμα, ο συνεχής θόρυβος, το χάος, η κλειστοφοβία, η ασταμάτητη κίνηση των πάντων… ανέβαινες εκείνα τα σκαλοπάτια, άνοιγες την πόρτα και ήσουν πάνω από όλα αυτά. Μπορούσες να αναπνεύσεις. Μπορούσες να ονειρευτείς. Μπορούσες να υπάρχεις», γράφει.
Και σχολιάζοντας τις εικόνες από άλμπουμ της φωτογράφου Σούζαν Μάιζελας, «Tar Beach: Life on the Rooftops of Little Italy», ο Σκορσέζε σημειώνει ότι «αντικατοπτρίζουν κυριολεκτικά μια βασική ανάγκη, να ξεφύγεις από τη ζωή που σε περιβάλλει και να βρεις καταφύγιο και γαλήνη».
Info
Tο άλμπουμ της φωτογράφου Σούζαν Μάιζελας, «Tar Beach: Life on the Rooftops of Little Italy», κυκλοφορεί από τον εκδοτικό οίκο Damiani
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News